Έξι εβδομάδες μετά την αγιοκατάταξη (23.06.2020) από το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο του μακαριστού Μητροπολίτου Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας (1967-1984)  Καλλινίκου  η Εκκλησία μας εορτάζει σήμερα για πρώτη φορά τη μνήμη του, η οποία ορίσθηκε να τιμάται την 8η Αυγούστου εκάστου έτους.

Αρχιερατικό Συλλείτουργο στον Ιερό Καθεδρικό Ναό Αγίας Σκέπης Εδέσσης επί τη μνήμη του εν αγίοις πατρός ημών Καλλινίκου Μητροπολίτου Εδέσσης προεξάρχοντος του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου κ. Ιεροθέου και συλλειτουργούντων των Σεβ. Μητροπολιτών Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Κοσμά και Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας κ. Ιωήλ.

Ο εν αγίοις Μητροπολίτης Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας Καλλίνικος (κατά κόσμον Δημήτριος) Πούλος γεννήθηκε στο χωριό Σιταράλωνα Αγρινίου στις 26 Ιανουαρίου 1919 από ευσεβείς γονείς. Αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Θερμού με άριστες επιδόσεις και εισήχθη στην Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αρίστευσε στις πτυχιακές εξετάσεις με προοπτικές πανεπιστημιακής προώθησης (1942). Προκειμένου να προσφέρει στην τοπική Εκκλησία εργάσθηκε ως Γραμματέας της Ιεράς Μητροπόλεως Αιτωλίας και Ακαρνανίας πλησίον του μακαριστού Μητροπολίτου Ιεροθέου μέχρι το 1946 κηρύττοντας παράλληλα στον λαό του Μεσολογγίου.

Το 1946 και σε ηλικία 27 ετών κατετάγη στις Δυνάμεις Καταδρομών (ΛΟΚ) και υπηρέτησε με πατριωτισμό και παροιμιώδη θρησκευτικό ζήλο μέχρι τον Απρίλιο του 1949. Επιστρέφοντας στην Ιερά Μητρόπολη Αιτωλίας ανέλαβε και πάλι τα καθήκοντα του Γραμματέως και λαϊκού ιεροκήρυκος σε όλη την επαρχία.
Εκάρη μοναχός στις 23 Νοεμβρίου 1957 στην Ιερά Μονή Μυρτιάς με το όνομα Καλλίνικος και την επομένη χειροτονήθηκε Διάκονος στον Ι. Μ. Ναό Αγ. Σπυρίδωνος Μεσολογγίου από τον κατά σάρκα αδελφό του Μητροπολίτη Διδυμοτείχου Κωνσταντίνο. Την 1η Δεκεμβρίου του ιδίου έτους χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και προχειρίσθηκε Αρχιμανδρίτης. Μετά από 25ετή διακονία στην Ι. Μητρόπολη Αιτωλίας εξελέγη Μητροπολίτης Εδέσσης και Πέλλης στις 24 Ιουνίου 1967 και την επομένη χειροτονήθηκε στον Ι.Ν. Αγ. Διονυσίου Αρεοπαγίτου Αθηνών. Αγωνίσθηκε για τον καταρτισμό των κληρικών της Ι. Μητροπόλεώς του διοργανώνοντας συνέδρια και ιερατικές συνάξεις. Περιόδευσε ακούραστα την Αρχιερατική του περιφέρεια και φρόντισε ιδιαίτερα για τις χειροτονίες νέων κληρικών, το κήρυγμα και την ιερά εξομολόγηση. Ανέδειξε επίσης τις τοπικές αγίες, Νεομάρτυρα Χρυσή και μάρτυρα Βάσσα την Εδεσσαία. Ίδρυσε Οικοτροφείο για την σπουδάζουσα νεολαία και Γηροκομείο για τους ηλικιωμένους. Προέβαλλε τον μοναχισμό και ανασύστησε την Ι. Μονή Αρχαγγέλου Μιχαήλ Αριδαίας. Παρά την αρετή και την ακεραιότητά του δέχθηκε άδικες και συκοφαντικές επιθέσεις προερχόμενες κυρίως από εχθρούς της Εκκλησίας και του Έθνους. Τις αντιμετώπισε με υποδειγματική πραότητα και αγάπη. Εκοιμήθη στις 8 Αυγούστου 1984 μετά από επτάμηνη ασθένεια. Στην εξόδιο ακολουθία του παρέστησαν 29 Αρχιερείς, πολυάριθμοι κληρικοί και μεγάλο πλήθος λαού. Ετάφη στο δημόσιο Κοιμητήριο της Έδεσσας μετά από δική του επιθυμία, επειδή θέλησε να βρίσκεται κοντά στον λαό που υπηρέτησε και αγάπησε.