Του Γεωργίου Αθ. Τσούτσου

 

Περίοδο έντονων πολιτικών ανταγωνισμών και τοπικών   συγκρούσεων, με αισχρή εκμετάλλευση του θρησκευτικού παράγοντα από όλες τις πλευρές, διέρχεται το διεθνές πολιτικό σύστημα. Οι πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι  αποκάλυψαν τον αδίστακτο τρόπο με τον οποίο μια σειρά από χώρες, δυτικές και ανατολικές, εκμεταλλεύονται τον θρησκευτικό παράγοντα με σκοπό να προωθήσουν στόχους εξωτερικής πολιτικής. Στη γειτονιά μας, ακόμη και η μικρή Βουλγαρία έδειξε εχθρότητα στο αίτημα του Οικουμενικού Πατριάρχη να επιστραφούν τα κλαπέντα από τους Βουλγάρους κειμήλια στις μονές της Βορείου Ελλάδος, αίτημα το οποίο επανειλημμένως είχε τεθεί και από ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος. Οι Βούλγαροι όμως, αρνούμενοι να παραιτηθούν από τις γνωστές διεκδικήσεις  τους επί της ελληνικής Μακεδονίας και εποφθαλμιώντας το θνησιγενές κρατίδιο των Σκοπίων, χρησιμοποίησαν για άλλη μία φορά ένα εκκλησιαστικό ζήτημα για να επαναφέρουν στο προσκήνιο πάγιους στόχους της εξωτερικής τους πολιτικής.

Κατά τον ίδιο τρόπο το ISIS χρησιμοποιήθηκε μεταξύ άλλων από δυτικές χώρες για την ανατροπή του Ασαντ, από σουνιτικές και άλλες χώρες για την αντιμετώπιση του σιιτικού μπλοκ και από την Τουρκία για την εξουδετέρωση των Κούρδων της Συρίας. Υστερα από την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού, μη ορθόδοξοι πληθυσμοί έτυχαν ιδιαίτερης στήριξης από τη Δύση για να περιορίσουν την υπαρκτή ή υποτιθέμενη ρωσική διείσδυση, ενώ στην Ουκρανία -όπως παλαιότερα στην Κροατία- ενισχύθηκαν οπαδοί του ναζισμού για να αλλάξουν οι γεωπολιτικές ισορροπίες.

Οι ευθύνες είναι μεγάλες και βαρύνουν πολλές χώρες για τον ανεύθυνο τρόπο με τον οποίο εξέθρεψαν και εκτρέφουν τον τυφλό φανατισμό και την τρομοκρατία. Στην περίπτωση των ΗΠΑ πρέπει να καταλογιστούν ευθύνες, όχι μόνο για την ανάληψη πολυδάπανων, αιματηρών και αναποτελεσματικών πολέμων εναντίον διαφόρων καθεστώτων, αλλά και για το γεγονός ότι οι Αμερικανοί δεν ενδιαφέρθηκαν για τις απόψεις των ευκαιριακών και εν πολλοίς αναξιόπιστων συμμάχων τους. Τους ενδιέφερε μόνο το πεδίο της οικονομίας, εάν δηλαδή ήταν οικονομικώς φιλελεύθεροι. Η γενικότερη άκριτη στήριξή τους προς κάθε ισλαμικό κίνημα ανά την υφήλιο, απέβλεπε στη δημιουργία προβλημάτων σε ανταγωνιστικές προς αυτούς χώρες και στη σταδιακή μετάλλαξη του Ισλάμ με βάση τις αρχές του νεοφιλελευθερισμού, όπως στην περίπτωση της Τουρκίας. Βάσει αυτού του σκεπτικού, οι τρομοκρατικές επιθέσεις αντιμετωπίζονταν απλώς σαν παράπλευρες απώλειες. Δεν γνωρίζουμε εάν τα πρόσφατα τραγικά γεγονότα στο Παρίσι θα αλλάξουν αυτή την εικόνα. Αν οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους θα συνομιλήσουν με τη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, την Τουρκία, τη Ρωσία, την Κίνα κ.λπ., προκειμένου να υπάρξει το συντομότερο εκτόνωση της κρίσης, που δημιουργεί η συνεχιζόμενη αστάθεια και πολλαπλή υπονόμευση χωρών της Ασίας και της Αφρικής με μουσουλμανικό πληθυσμό.

Η ανάγκη διαφώτισης του μουσουλμανικού πληθυσμού, ώστε να συγκεράσει τα υγιή στοιχεία του δυτικού πολιτισμού με εκείνα του Ισλάμ που δεν αντιστρατεύονται θεμελιώδεις ανθρωπιστικές αξίες, δεν έχει γίνει κατανοητή

Δεν γνωρίζουμε αν θα πάψουν -από Ανατολή και Δύση- να αναμοχλεύουν τα θρησκευτικά πάθη για να ικανοποιήσουν θεμιτούς ή λιγότερο θεμιτούς στόχους της εξωτερικής τους πολιτικής. Η ακολουθούμενη ακραία παγκόσμια οικονομική πολιτική ενεργοποιεί -δικαίως ή αδίκως- αντίθετες δυνάμεις. Η ανάγκη διαφώτισης του μουσουλμανικού πληθυσμού, ώστε να συγκεράσει τα υγιή στοιχεία του δυτικού πολιτισμού με εκείνα του Ισλάμ που δεν αντιστρατεύονται θεμελιώδεις ανθρωπιστικές αξίες, δεν έχει γίνει κατανοητή. Τούτο συμβαίνει επειδή στο μεν εξωτερικό της η Δύση ενεργεί απολύτως χρησιμοθηρικά για να εκμεταλλευτεί πηγές ενέργειας, ενώ στο εσωτερικό της ουδέν πράττει για να ενσωματώσει τους μουσουλμανικούς θύλακες που βρίσκονται σε υποβαθμισμένες περιοχές των ευρωπαϊκών μεγαλουπόλεων.

Σε κάθε περίπτωση, η θέση της Ελλάδος είναι λεπτή και ιδιαζόντως δυσχερής. Δεν πρέπει να παρασυρθεί ούτε από υπερβολικές επιθετικές ενέργειες δυτικής προέλευσης ούτε από τρομοκρατικές εκδηλώσεις ανατολικής προέλευσης. Με την πλούσια πνευματική της παρακαταθήκη  και πιστή στην ελληνορθόδοξη παράδοσή της, πρέπει να σταθεί όρθια εις πείσμα εκείνων οι οποίοι -εντός και εκτός των τειχών- βάλλουν εναντίον της.