Ένα εικονογραφημένο Ευαγγέλιο που χρονολογείται στον 10ο αιώνα πρόκειται να επιστρέψει στην Ελλάδα, έναν αιώνα μετά την κλοπή του από βουλγαρικά στρατεύματα από τη μονή της Παναγίας Εικοσιφοίνισσας, στο όρος Παγγαίο, στον νομό Σερρών.

Το 1917, μεσούντος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, βουλγαρικές δυνάμεις είχαν κλέψει από τη μονή περί τα 430 χειρόγραφα και άλλα έγγραφα και 470 κειμήλια. Ουσιαστικά επρόκειτο για πλιατσικολόγημα. Μέρος των κλοπιμαίων πωλήθηκε όσο-όσο από τους βούλγαρους στρατιώτες σε βιβλιοπωλεία και συλλέκτες για να βγάλουν λίγο κέρδος. Αργότερα περιήλθε στην κατοχή του βουλγαρικού κράτους.

Ως και σήμερα η πλειονότητα αυτών των αντικειμένων εξακολουθεί να ανήκει στο βουλγαρικό κράτος και η Ελλάδα δεν έχει ζητήσει επίσημα την επιστροφή τους. Το συγκεκριμένο Ευαγγέλιο αγοράστηκε το 2011 από το Μουσείο της Βίβλου στις ΗΠΑ, έπειτα από δημοπρασία του οίκου Christie’s στη Νέα Υόρκη. H διαδρομή του ως το Μουσείο δεν ήταν και πολύ καθαρή, δίνοντας στην Ορθόδοξη Εκκλησία τη δυνατότητα να το διεκδικήσει δικαστικά. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος είχε ηγηθεί της προσπάθειας για την επιστροφή του στην Ελλάδα.

 

Είναι ένα μεγάλο επίτευγμα, σχολίασε στους Times, ο μητροπολίτης Δράμας Παύλος (αν και γεωγραφικά στις Σέρρες, η μονή ανήκει στη μητρόπολη Δράμας). Επισήμανε δε ότι σε όλο τον κόσμο υπάρχουν και άλλα χειρόγραφα και κειμήλια που πρέπει να επαναπατριστούν στην Ελλάδα. «Η μάχη μας δεν τελειώνει εδώ. Θα γίνει πιο έντονη», είπε και τόνισε ότι το ελληνικό κράτος δεν πρέπει να ζητά μόνο την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, αλλά να διεκδικήσει και άλλους θησαυρούς που έχουν κλαπεί.

Πάντως, δεν είναι όλες οι περιπτώσεις εύκολες. Πέντε κειμήλια από την Εικοσιφοίνισσα βρίσκονται στην κατοχή του Πανεπιστημίου του Πρίνστον. Tο αμερικανικό ίδρυμα δηλώνει όμως ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι τα κειμήλια εκλάπησαν από τη μονή και αντιτίθεται στην επιστροφή τους.

Μια μονή με μακραίωνη ιστορία

Χτισμένη πάνω στο Παγγαίο, η μονή της Παναγίας Εικοσιφοίνισσας είναι μία από τις παλαιότερες στη Μακεδονία.

Τα πρώτα ίχνη εντοπίζονται τον πέμπτο αιώνα σε χώρο σε μικρή απόσταση από το σημερινό μοναστήρι. Πρώτος κτήτορας της μονής, που πιθανόν πήρε το όνομά της από το φως που σκόρπιζε η εικόνα της Παναγίας, ήταν ο Αγιος Γερμανός. Τον 11ο αιώνα η μονή έγινε σταυροπηγιακή, δηλαδή εξαρτάται απευθείας από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, ενώ τους επόμενους αιώνες επεκτάθηκε με νέα κτίρια.

Το 1507 οι Οθωμανοί κατέσφαξαν πάνω από 170 μοναχούς και ιερείς, λόγω της δράσης τους για την αποτροπή των εξισλαμισμών, χωρίς πάντως να καταστρέψουν τα κτίρια ή τον ναό. Σύντομα η μονή αναδιοργανώθηκε από το Πατριαρχείο και απέκτησε πλούτο και πνευματική αίγλη. Βούλγαροι στρατιώτες το 1917 σύλησαν τους θησαυρούς της μονής – μεταξύ τους και το Ευαγγέλιο του 10ου αιώνα – και τους μετέφεραν στη Σόφια, όπου βρίσκονται παρανόμως μέχρι σήμερα. Το 1943, κατά τη διάρκεια της Κατοχής, Βούλγαροι έκαψαν τα οικοδομήματα της μονής. Μεταπολεμικά άρχισε όμως και πάλι η ανοικοδόμηση και ο ναός και η γυναικεία πλέον μονή πήραν τη μορφή που έχουν σήμερα. 

Πηγή: www.philenews.com