Όπως κάθε Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, η τοπική Εκκλησίας Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων γιορτάζει τη μνήμη των οκτώ τοπικών πολιούχων αγιών της. Φέτος το πρόγραμμα της πανήγυρης έχει ως εξής:

ΣΑΒΒΑΤΟ 17 Σεπτεμβρίου

  • 6:30΄ μ.μ. Ἐπίσημη ὑποδοχὴ τῶν τιμίων λειψάνων στὴν κεντρικὴ εἴσοδο τοῦ προαυλίου τοῦ Ἱεροῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ Ἁγίων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης Καρδίτσας καὶ λιτανευτικὴ εἰσόδευσις αὐτῶν στὸν Ἱ. Ναό.
  • Ἀκολούθως ὁ Πανηγυρικὸς Ἑσπερινὸς μετὰ Ἀρτοκλασίας καὶ Θείου κηρύγματος, χοροστατοῦντος τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Τρίκκης καὶ Σταγῶν κ. Χρυσοστόμου.

 

ΚΥΡΙΑΚΗ 18 Σεπτεμβρίου

  • 7:00΄-10:30΄ π.μ. Ὄρθρος καὶ Θεία Λειτουργία, προεξάρχοντος τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Τρίκκης καὶ Σταγῶν κ. Χρυσοστόμου καὶ συλλειτουργοῦντος αὐτῷ τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου Θεσσαλιώτιδος κ. Τιμοθέου μετὰ τῶν Ἱερέων καὶ Διακόνων.
  • Οἱ πιστοὶ θὰ ἔχουν τὴν εὐκαιρία νὰ προσκυνήσουν τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων  καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Ἑσπερινοῦ τοῦ Σαββάτου καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Ὄρθρου καὶ τῆς Θ. Λειτουργίας τῆς Κυριακῆς.

 

Οι βίοι των αγίων

 

Ὁ Ἅγιος Σεραφείμ. Ὁ πρωτοκορυφαῖος τοῦ χοροῦ τῶν ὀκτὼ τοπικῶν ἁγίων, πολιοῦχος καὶ προστάτης τῆς πόλεως Καρδίτσης ἀλλὰ καὶ ὁλοκλήρου τῆς μητροπολιτικῆς μας περιφερείας, ἐγεννήθη στὴν Πεζούλα τῶν Ἀγράφων. Ἐκάρη μοναχὸς στὴν μονὴ Κορώνης καὶ ἀργότερα κατεστάθη Ἀρχιεπίσκοπος Φαναρίου καὶ Νεοχωρίου. Μαρτύρησε στὶς 4 Δεκεμβρίου τοῦ 1601. Εἶναι θαυματουργὸς καὶ ἡ τιμία κάρα του τεθησαύρισται στὴν ἱερὰ μονὴ Κορώνης.

 

Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος. Ἐγεννήθη στὰ Καλογριανὰ τὸ 1550. Τὸ 1584 ἐχειροτονήθη, ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη, Ἐπίσκοπος Ἐλασσῶνος. Τὸ 1599 ὀνομάσθη Ἀρχιεπίσκοπος Ἀρχαγγέλων Μόσχας. Στὴν Ρωσία ἀνέπτυξε πολὺ σπουδαία δράση σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς δημόσιας ζωῆς. Ἀνεδείχθη εὐεργέτης τοῦ σκλαβωμένου Ἑλληνισμοῦ καὶ συνέβαλε τὰ μέγιστα στὴν τόνωση τῶν Ἑλληνορωσικών σχέσεων. Ἐκοιμήθη τὸ 1626. Τεμάχιον τοῦ ἱεροῦ λειψάνου του φυλάσσεται στὴν γενέτειρά του, ὅπου καὶ ἀνεγείρεται πρὸς τιμήν του ἱερὸς ναός.

 

Ὁ Ἅγιος Παρθένιος. Ἐγεννήθη στὴν Βατσουνιὰ (ἀρχὲς τοῦ 18ου αἰ.). Ἀνεδείχθη Ἐπίσκοπος Ραδοβισδίου Ἄρτης. Συναντήθη μὲ τὸν ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό. Ἐκοιμήθη τὸ 1777. Σύμφωνα μὲ ἄλλη παράδοση, ὑπέστη μαρτυρικὸν θάνατον. Τὰ ἅγια λειψανά του φυλάσσονται στὸ Βελεντζικὸ Ἄρτης καὶ στὴν μονὴ Δουσίκου. Τεμάχιον λειψάνου του ὅμως φυλάσσεται καὶ στὸν Μητροπολιτικό μας Ναὸ τῶν Ἁγίων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης. Θεωρεῖται προστάτης τῶν ζώων καὶ ἰδιαιτέρως τῶν βοοειδῶν, τὰ ὁποῖα ἀγαποῦσε ὑπερβαλλόντως. Ἡ μνήμη του τιμᾶται στὶς 21 Ἰουλίου.

 

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ ἐν Βουνένοις. Καταγόταν ἀπὸ τὰ μέρη τῆς Ἀνατολῆς (μᾶλλον Καππαδοκία). Ὁ αὐτοκράτωρ Λέων ΣΤ΄ ὁ Σοφὸς (886-912) ἐξετίμησε τὰ ἰδιαίτερα χαρίσματά του, τὸν ἀνεκήρυξε Δοῦκα καὶ τὸν διώρισε ὡς ἀρχηγὸ τοῦ αὐτοκρατορικοῦ ἀποσπάσματος τῆς Λαρίσης. Ἐπιδρομὴ βαρβάρων ἐστάθη ἀφορμὴ νὰ καταφύγει στὰ βουνὰ τοῦ Τυρνάβου καὶ κατόπιν τῶν Βουνένων, ὅπου, ἀφοῦ ἔζησε γιὰ κάποιο χρονικὸ διάστημα ὡς ἀσκητής, ἔλαβε τὸ μαρτυρικὸ τέλος στὸν κορμὸ μιᾶς δρυός. Ἦταν 9 Μαΐου τοῦ 902 μ.Χ.

 

Ὁ Ἅγιος Δαμιανός. Ἐγεννήθη στὸ Μυρίχοβο (σημερινὴ Ἁγία Τριάδα) τὸ 1510. Στὴν μονὴ Φιλοθέου τοῦ ἁγίου Ὄρους ἐνεδύθη τὸ ἀγγελικὸν σχῆμα. Ἐκήρυξε στὰ μέρη τῆς Θεσσαλίας (Λάρισα, Κίσσαβο, Ἄγραφα). Κατηγορήθη ὡς λαοπλάνος καὶ ἀπατεών, ἐδιώχθη καὶ τέλος συνελήφθη καὶ ὁδηγήθη στὴν ἀγχόνη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴν πυρά. Στὶς 14 Φεβρουαρίου τοῦ 1568 οἱ δήμιοι ἐσκόρπισαν τὴν στάχτη του στὸν Πηνειὸ ποταμό. Ὁ ἅγιος Δαμιανὸς θεωρεῖται κτήτωρ τῆς ἱ. μονῆς Παναγίας Πελεκητῆς.

 

Ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος ὁ ἐξ Ἀγαρηνῶν. Ἦταν Μουσουλμάνος, γυιὸς Τούρκου ἀξιωματούχου τῆς περιοχῆς Φαναρίου καὶ Καπούας (Καππᾶ). Σὲ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν ἀσπάσθηκε τὸν Χριστιανισμὸ καὶ βαπτίσθηκε στὸ μοναστήρι τοῦ ἁγίου Νικολάου Καπούας. Μὲ διαταγὴ τοῦ πατέρα του βασανίσθηκε σκληρὰ καὶ κρεμάσθηκε στὸ κλωνάρι τοῦ μεγάλου πλατάνου. Τρεῖς φορὲς κόπηκε ὡς ἐκ θαύματος τὸ σχοινί, ὅμως ὁ ἀνηλεὴς καὶ ἀμετανόητος πατέρας διέταξε ἐν τέλει τὸν ἀποκεφαλισμό του. Ἔτσι, ὁ πρώην Σαῒμ στὶς 18 Αὐγούστου τοῦ 1610 κατεγράφη εἰς τὰς δέλτους τῶν Νεομαρτύρων τῆς Πίστεώς μας, ἡ δὲ λαϊκὴ μοῦσα, ἀπ’ ὅ,τι λένε, τοῦ ἔπλεξε τὸ γνωστὸν δημῶδες: «νά ’χε καεῖ ὁ πλάτανος...».

 

Ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὁ ἐν Ὀλύμπῳ. Ἐγεννήθη λίγο πρὶν τὸ 1500 στὴν Σκλάταινα (σημερινὴ Δρακότρυπα). Ἀσκήτευσε στὰ Μετέωρα καὶ ἀργότερα στὸ ἅγιον Ὄρος, ὅπου καὶ ἐξελέγη ἡγούμενος τῆς μονῆς Φιλοθέου. Ἀναγκάσθηκε ὅμως νὰ ἐγκαταλείψει τὸ Ὄρος καὶ νὰ μεταβεῖ στὴν περιοχὴ τῆς Βεροίας καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸν Ὄλυμπο, ὅπου περέμεινε μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του, ὑπομένοντας ταλαιπωρίες πολλές, διωγμοὺς καὶ συκοφαντίες. Εἶναι ὁ κτήτωρ τῆς ἱ. μονῆς ἁγίας Τριάδος Ὀλύμπου (ὅπου καὶ τεθησαύρισται ἡ τιμία του κάρα) καὶ τῆς ἱ. μονῆς ἁγίας Τριάδος Σουρβιᾶς (Μακρυνίτσα Πηλίου).

 

Ὁ Ἅγιος Ἀκάκιος ὁ Καυσοκαλυβίτης. Ἐγεννήθη τὸ 1630 στὸ χωριὸ Γόλιτσα (νῦν Ἅγιος Ἀκάκιος) Ἰθώμης. Ἐκάρη μοναχὸς στὴν ἱερὰ μονὴ ἁγίας Τριάδος Σουρβιᾶς. Ἀναζητώντας περισσότερη ἡσυχία, ἀνεχώρησε εἰς τὸ ἅγιον Ὄρος καὶ ἀσκήτευσε στὰ Καυσοκαλύβια. Ἀξιώθηκε τοῦ προορατικοῦ χαρίσματος. Πολλοὶ ἦσαν ἐκεῖνοι ποὺ τὸν ἐπισκέφθησαν στὸ ἀσκητήριό του γιὰ νὰ τὸν συμβουλευτοῦν, ἀνάμεσά τους καὶ ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Χρύσανθος. Ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνῃ σὲ ἡλικία 100 ἐτῶν.