Της Λίτσας Ι. Χατζηφώτη, αρχαιολόγου

 

Ο Χριστιανισμός διαδίδεται στη Μεγαρίδα κατά την περίοδο μετά τον Μέγα Κωνσταντίνο και το 342 ο επίσκοπος Μεγάρων υπογράφει στη Σύνοδο της Σαρδικής. Οι μετέπειτα αιώνες θα αναδείξουν τους κατοίκους της περιοχής ως ευσεβείς και ακραιφνείς Έλληνες, που δεν αναμείχθηκαν με άλλα φύλα και διατήρησαν ακέραια τα ήθη και την γλώσσα τους.

Χαρακτηριστική είναι η τιμή που αποδίδουν οι Μεγαρείς στους Αγίους Δέκα Μάρτυρες, προστάτες της πόλης. Πρόκειται για δύο ομάδες, από τις οποίες η μία αποτελείται από έξι και η άλλη από τέσσερις αγίους που μαρτύρησαν στη διάρκεια του 4ου αι. (361-363) και, όπως μαρτυρούν λείψανα βασιλικών της εποχής εκείνης, οι πιστοί τους τιμούσαν ευλαβικά, στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, όμως, ξεχάστηκαν, για να ξαναρχίσει και πριν από διακόσια χρόνια, όταν εμφανίσθηκαν θαυματουργικά και ζήτησαν από ένα παιδί να οδηγήσει τους συμπατριώτες του να ανακαλύψουν ξανά τους τάφους τους. Οι Άγιοι Τέσσερις είναι οι: Αδριανός, Πολύευκτος, Πλάτων, και Γεώργιος και η μνήμη τους τιμάται την 1η Φεβρουαρίου. Οι Άγιοι Έξι είναι οι: Δωρόθεος, Σαράντης, Ιάκωβος, Σεραφείμ, Δημήτριος και Βασίλειος και η μνήμη τους τιμάται στις 16 Αυγούστου.

Η περιοχή της Μεγαρίδας ευλογήθηκε από την παρουσία μεγάλων εκκλησιαστικών μορφών που με τη βιωτή τους, το έργο, την προσφορά τους και συχνά το μαρτύριό τους καθαγίασαν την περιοχή. Οι κάτοικοι της μεγαρικής γης εξακολουθούν να τηρούν τις θρησκευτικές παραδόσεις και να τιμούν τους αγίους της πίστης τους και ιδίως όσους έζησαν στα χώματα τους. Τούτο γίνεται φανερό και από τα σπουδαία μοναστήρια που ιδρύθηκαν και λειτουργούν από αιώνες στην περιοχή, αλλά και από τους πολυάριθμους ναούς και εξωκλήσια που συναντά ο επισκέπτης σε όλη τη χώρα των Μεγαρέων.

Ανάμεσα στις σπουδαίες μορφές που κοσμούν την Μεγαρίδα, λοιπόν, είναι ο Όσιος Μελέτιος. Γεννήθηκε γύρω στα μέσα του 11ου αι. στο χωριό Μουταλάσκα της Καππαδοκίας. Πολύ νέος ήρθε και εγκαταστάθηκε στη Μονή Αγίου Γεωργίου κοντά στη Θήβα, όπου παρέμεινε γύρω στα είκοσι οκτώ χρόνια. Το 1081 ζήτησε από τον ηγούμενο της μονής Συμβόλου, που βρισκόταν στην περιοχή του Κιθαιρώνα, η οποία σήμερα ονομάζεται Πάστρα, την παραχώρηση μικρής εκτάσεως για να κτίσει ένα μικρό κατάλυμα. Η περιοχή αυτή βρίσκεται ανατολικά της αρχαίας Οινόης.

Η ασκητική ζωή του προσέλκυε και άλλους μοναχούς, που τον ακολουθούσαν. Με την πάροδο του χρόνου, δημιουργήθηκε γύρω από το αρχικό κελί μια μονή, που τιμήθηκε στο όνομα των Ασωμάτων Ταξιαρχών, όπως και εκείνη του Συμβόλου. Σύντομα δημιουργήθηκε γύρω από την αρχική μονή μια ομάδα «παραλαυρίων», που οι πηγές τα ανεβάζουν σε είκοσι τέσσερα. Τόσο μεγάλη ήταν η εκτίμηση που έχαιρε ο όσιος, ώστε και ο αυτοκράτωρ Αλέξιος Κομνηνός ενίσχυσε τη μονή του με έσοδα από τους φόρους της Αττικής, καθώς η μονή αυτή δεν διέθετε κτήματα και οι μοναχοί που ζούσαν σε αυτήν αντιμετώπιζαν στερήσεις. Η φήμη της για την πνευματική άνθησή της ήταν πολύ μεγάλη και ο Μιχαήλ Χωνιάτης την αναφέρει συχνά ως «φιλόσοφον μάνδραν». Σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες, πρέπει να έγινε σταυροπήγιο πριν από την Άλωση.

Ο Όσιος κοιμήθηκε το 1105 και τάφηκε στη βόρεια πλευρά του νάρθηκα. Έως την κοίμησή του είχε τεράστια δράση και ίδρυσε πολλές μονές και ναούς στην περιοχή. Από τότε η μονή τιμάται στο όνομά του και αποτελεί σημαντικό προσκύνημα, ιδίως κατά την ημέρα της μνήμης του, την 1η Σεπτεμβρίου.

Η μοναχική ζωή συνεχίστηκε και κατά τους επόμενους αιώνες, έως την Επανάσταση του 1821. Κατά τα μετεπαναστατικά χρόνια άρχισε να ελαττώνεται ο αριθμός των μοναχών της και το 1882 προσαρτήθηκε ως μετόχι στη Μονή Φανερωμένης Σαλαμίνας. Το 1928 ανασυστήθηκε και πάλι ως ανδρώα και έκτοτε συνεχίζει έως τις μέρες μας τη μοναστική παράδοση που καθιέρωσε εκεί ο ιδρυτής της Όσιος Μελέτιος.

Το καθολικό της Μονής είναι κτισμένο μέσα σε μια τετράπλευρη αυλή διαστάσεων 42x56,50 μ., που περιβάλλεται από τα κελιά, την τράπεζα και άλλα εξαρτήματα. Είναι σύνθετος σταυροειδής τετρακιόνιος με τρούλο ναός του 11ου αιώνα. Στη δυτική πλευρά υπάρχει εσωνάρθηκας –λιτή– και εξωνάρθηκας. Στη βόρεια πλευρά του εσωνάρθηκα είναι προσαρτημένος ο χώρος με τον τάφο του οσίου. Στη νότια βρίσκεται το σκευοφυλάκιο και το παρεκκλήσιο των Ασωμάτων. Πάνω από τον εξωνάρθηκα υπάρχει δεύτερος όροφος, όπου βρισκόταν ίσως η βιβλιοθήκη του μοναστηριού. Ιδιαίτερα αξιόλογος είναι ο γλυπτός διάκοσμος του ναού. Οι παλαιές τοιχογραφίες καλύφθηκαν με ασβεστοκονίαμα και του νάρθηκα αντικαταστάθηκαν με νέες του 17ου αιώνα.