Ο άνθρωπος είναι το κέντρο του κύκλου της ζωής. Δεν είναι όμως όλος ο κύκλος της ζωής. Ανήκου­με στον κόσμο. Αλλά ο κόσμος δεν μας ανήκει ούτε είναι κτήμα μας και ιδιοκτησία μας. Είμαστε οι διαχειριστές της ζωής και όχι οι ιδιοκτήτες της. Δεν είμαστε δούλοι του κόσμου, ούτε όμως γίναμε αφέντες του. Απλώς παραμένου­με οικονόμοι της ζωής. Η συγκαιρινή κρίση αξιών στον τόπο μας είναι η κρίση του ανθρωπισμού στην νεωτερικότητα*.

Νεωτερικότητα και ατομικότητα

Νεωτερικότητα είναι η περίοδος στην οποία ζούμε στα τελευταία 500 χρόνια. Αρχίζει στον 15ο αιώνα με την Άλωση της Πόλης (1453) και τις ανακαλύψεις (1492). Εγκαινιάζεται στην Ιταλία με την Αναγέννηση, χάρη στους βυζαντινούς λόγιους που βρέθηκαν στη Δύση ως πρόσφυγες της τουρκοκρατούμενης Α­νατολής.

Κορυφαίο συμβάν της νεωτερικότητας είναι η Γαλλική Επανάσταση (1789) με τα ανθρώπινα δικαιώματα, τον κοινο­βουλευτισμό, το φιλελευ­θερισμό και τον καπιτα­λισμό. Κοιτίδα της νεωτε­ρικότητας είναι η Δυτική Ευρώπη, από την Αδρια­τική ως την Βαλτική κι από την ιταλική χερσό­νησο μέχρι τα βρετανικά νησιά.

Το τρίπτυχο της νεωτερικότητας είναι η φυσική επιστήμη, το φυσικό δίκαιο και η φυσική θρησκεία. Η επιστήμη οδηγεί στην τεχνολογία που προσφέρει βιοτική ευημερία και καθημερινή άνεση. Το φυσικό δίκαιο επιφέρει τον φιλελευθερισμό και τον κοινωνι­σμό (σοσιαλισμό) με την δημοκρατία. Πρόκειται για την «αστική» κοινοβουλευτική δημοκρατία (Γαλλική Επανάσταση) και για την «λαϊκή» σοβιετική δημοκρα­τία (Ρωσική Επανάσταση).

Η φυσική θρησκεία είναι τέκνο της εκκοσμίκευσης: δεϊσμός («θείο υπέρτατο ον»), αγνωστικισμός («λαϊκό κράτος») και αθεϊσμός («αθεϊστικό κράτος»). Για πρώ­τη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας η θρησκεία περνά στο περιθώριο, η αθεΐα γενικεύεται στις λαϊκές μάζες και η θρησκευτική αδιαφορία διαποτίζει την συνείδηση του αστού. Ανέκαθεν υπήρχε αθεΐα, αλλά περιοριζόταν σε μεμονωμένες προσωπικότητες της φιλοσοφίας. Στην νεωτερικότητα όμως, η αμφι­σβήτηση της θρησκείας γενικεύεται και γίνεται κατιτί το αυτονόητο κι ευνόητο, ενώ προηγου­μένως ήταν αδιανόητο ή δυσνόητο! Ό,τι εξατο­μικεύεται, αυτό εκκοσμικεύεται.

Ο αναγεννησιακός ανθρωπισμός πρόβαλλε τον άνθρωπο ως το επίκεντρο της πραγματικότητας αντί του Θεού όπως στον Μεσαίωνα. Αγαθή ήταν η πρό­θεση του ανθρωπισμού και αγλαοί αποδείχθηκαν οι καρποί του με τον επακολουθήσαντα διαφωτισμό (18ος αι.) και τα ανθρώπινα δικαιώματα που επαγ­γέλλονται την ελευθερία χάρη της ανθρωπιάς του ανθρώπου.

Ανθρωπισμός και ατομικισμός

Το ατόπημα του ανθρωπισμού ήταν η διολίσθησή του στον ατομικισμό. Ο Humanismus (ανθρωπισμός, ουμανισμός) κατάντησε Individualismus (ατομικι­σμός). Λέμε «άνθρωπος» και εννοούμε «άτομο». Μι­λούμε για τον «πολίτη» και έχουμε στον νου μας τον «ιδιώτη». Αναφερόμαστε στον «εαυτό» μας και εξυ­πονοούμε το «εγώ» μας. Έτσι λησμονούμε τον «άλλο» που συνυπάρχει μαζί μας και παραθεωρούμε το «όλον» μέσα στο οποίο συνανήκει το «εγώ» μαζί με τον «άλλο».

Οι λογοτέχνες προφήτευαν: «Όλοι στον αιώνα μας χώρισαν και γίνανε μονάδες, ο καθένας αποτραβιέται στη μοναξιά του, ο καθένας απομακρύνεται απ’ τον άλλον, κρύβεται και κρύβει το έχει του και καταλήγει ν’ απωθεί τους ομοίους του και ν’ απωθείται απ’ αυ­τούς» (Ντοστογιέφσκι).

Ο άνθρωπος είναι συνάνθρωπος. Δεν υπάρχει απλώς, αλλά συνυπάρχει με τον συνάνθρωπό του κυρίως, τον «πλησίον» του Ευαγγελίου. Αυτός ο α­δήριτος «πλησίον» είναι ο σωτήρας μας κι ας μην είναι ο σωσίας μας. Μας σώζει, παρόλο που δεν μας μοιάζει!

Ο πολυτίμητος «εαυτός» μας δεν μπορεί να εξισώ­νεται με το περίκλειστο «εγώ» μας. Ο αληθινός «εαυ­τός» μας είναι η συνάρτηση του «εγώ» με το «άλλο» μας, τον «πλησίον» μας. Ο άνθρωπος αρχίζει με το «εγώ» του, αλλά ποτέ δεν τελειώνει με αυτό ούτε άλλωστε τελειώνεται σε αυτό. Αλλιώτικα καταλήγει στον εγωισμό, την φιλαυτία και τον ναρκισσισμό.

Εγκαινιάζουμε την ύπαρξή μας με την διακρίβωση του «εγώ» για να την ολοκληρώσουμε με την εύρεση του «εαυτού» μας που περνά μέσα από την συνάντη­ση με τον «άλλο». Ο «εαυτός» μας είναι ο σταυρός στην συνάντηση του «εγώ» με τον «άλλο».

Η Εκκλησία είναι Σώμα Χριστού: ενσωμάτωση του ατόμου στην «κοινωνία των αγίων» και δια της «θεί­ας κοινωνίας» συσσωμάτωση με τον Θεάνθρωπο. Το «εγώ» του ανθρώπου κοινωνείται με τον «άλλο» συ­νάνθρωπο και αναφέρεται στον «άλλως Άλλον», τον Θεό. Έτσι συγκροτείται ο «εαυτός» μας και συγκρατεί­ται η ταυτότητά μας. Χάρη στον «άλλο» το «εγώ» γί­νεται ο «εαυτός» μας!

* Μπέγζος, M. Νεοελληνισμός και Νεωτερικότητα. Εκδόσεις Γρηγόρη, Αθήνα 2011.

«Για τον χριστιανισμό ο Ων, η Αλήθεια, η Ζωή δεν αποτελούν το ‘τι’ αλλά το ‘ποιος’» +Σωφρόνιος (Σαχάρωφ)