Toυ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Γόρτυνος και Μεγαπόλεως κ. Ιερεμία

Aν η πρώτη διήγηση περί της δημιουργίας στο βιβλίο της Γένεσης είναι θαυμαστή για τα στοιχεία που μας καταθέτει, την τάξη και το ύφος της διήγησης, η δεύτερη διήγηση (που θεωρείται και αρχαιότερη από την πρώτη) δεν είναι λιγότερο άξια. Για τη διήγησή μας αυτή, κάνει εντύπωση ότι, ενώ σ᾿ αυτήν έχουμε μια παιδική απλότητα των σκέψεων του συγγραφέως της γύρω από την προέλευση του κόσμου, όμως έχουμε συγχρόνως και σ᾿ αυτήν και μια βαθειά ιδέα για τη σχέση του Θεού και του ανθρώπου.

Ο συγγραφέας της περικοπής Γεν. 2,4 εξ. περιγράφει τη γη σαν στερεή και ξηρή, γιατί δεν είχε πέσει ακόμη καμιά βροχή και δεν υπήρχε κανένας να την καλλιεργήσει. Ετσι, πρώτα ανέβηκε από τη γη ένας ατμός και την πότιζε. Επειτα δημιουργήθηκε ο άνθρωπος από το χώμα της γης και φυτεύθηκε ένας παράδεισος στην Εδέμ για κατοικία του. Από αυτό το γοητευτικό μέρος έβγαινε ένα μεγάλο ποτάμι, από το οποίο προέρχονταν τα τέσσερα μεγάλα ποτάμια του κόσμου. Στον παράδεισο της Εδέμ βρισκόταν το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού και το δέντρο της ζωής.

Ο άνθρωπος ήταν μόνος, γιατί τα ζώα δεν μπορούσαν, δεν ήταν κατάλληλα να είναι βοηθοί του όμοιοι με αυτόν. Ετσι, ο Θεός επέβαλε στον άνθρωπο ένα βαθύ ύπνο και έγινε η γυναίκα από το πλευρό του. Το φίδι, το πιο πανούργο από όλα τα ζώα, έπεισε τη γυναίκα να φάει από το απαγορευμένο δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού. Επειτα αυτή έπεισε και τον άνδρα της να φάει και έτσι διώχθηκαν και οι δυο από τον παράδεισο της Εδέμ, για να καλλιεργούν τη γη, η οποία για την πτώση τους έλαβε κατάρα. Δεν στερήθηκε όμως ο άνθρωπος κάθε ελπίδα σωτηρίας, γιατί του δόθηκε μία διαβεβαίωση ότι το σπέρμα της γυναίκας θα συντρίψει το κεφάλι του φιδιού.

Σε όλη αυτή τη διήγηση, ο Δημιουργός όλων καλείται «Γιαχβέ-Ελωχίμ», ενώ στο πρώτο κεφάλαιο ο Θεός καλείται μόνο «Ελωχίμ». Αυτό μας βοηθεί στο να διακρίνουμε τις δύο διηγήσεις και αυτή πάλι η εναλλαγή των θείων ονομάτων δίνει επιχείρημα στη θεωρία ότι το βιβλίο της Γένεσης είναι συνθετικό έργο (1).

Το 1882 ανακαλύφθηκε ένας μικρός πίνακας από πηλό (terra-cotta) γραμμένος στη σουμερική γλώσσα, την πρώτη γλώσσα της Sumer (Shinar) ή της Νότιας Βαβυλωνίας, με μια μετάφραση στη σημιτική βαβυλωνιακή γλώσσα. Ο πίνακας αυτός περιέχει ένα μικρό ύμνο γραμμένο πιθανόν για λειτουργική χρήση. Οι λέξεις του ύμνου αυτού μας υπενθυμίζουν εκφράσεις της δεύτερης βιβλικής διήγησης περί της δημιουργίας (2).

Σχεδόν όλες οι παραδόσεις για τον πρωτόγονο κόσμο, που διατηρήθηκαν στους Εβραίους, έχουν τις όμοιές τους στην αρχαία Βαβυλωνία. Ετσι, ο κήπος της Εδέμ παριστάνεται στους Σουμερίους με την λέξη edin, η πεδιάδα. Το δέντρο της ζωής υπενθυμίζεται από το ιερό δέντρο κοντά στην Eridu, την πιο αρχαία πόλη με τον πιο αρχαίο ναό σ᾿ αυτό το μέρος του κόσμου. Τα δέντρα απεικονίζονται να φρουρούνται από πτερωτά ζώα, όπως είναι τα Χερουβίμ της Γραφής, τα οποία «φύλατταν τον δρόμο του ξύλου της ζωής» (Γεν. 3,24). Εχει ανακαλυφθεί ένας ύμνος, ο οποίος, αν μεταφράζεται σωστά, αναφέρεται στην πτώση του ανθρώπου, λόγω της βρώσεως του απαγορευμένου καρπού. Επίσης, μπορούμε να διακρίνουμε υπαινιγμούς για τη γυναίκα, ότι έγινε από την πλευρά του άνδρα. Αλλά, και αν θεωρήσουμε ως αβέβαιες μερικές υποτιθέμενες ταυτίσεις, υπάρχουν άλλες πολλές ομοιότητες των παραδόσεων της αρχαίας Βαβυλωνίας με τα γραφόμενα στα πρώτα τρία κεφάλαια της Γένεσης και δεν μπορεί να είναι τυχαίες οι ταυτίσεις αυτές (3).

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Η χρήση των θείων ονομάτων στη Γένεση έδωσε την ένδειξη στον Γάλλο ιατρό Astruc για τη θεωρία των πηγών. Οι απόψεις του καταγράφηκαν στην εργασία του, Conjectures sur les memoires originaux, dont il paroit que Moyse s’ est servi pour composer le livre de la Genése, Brussels, 1753. Bennett, Biblical Introduction, σ. 20.
Η προφορά «Γιεχωβά» (Jehovah) δεν εχρησιμοποιείτο για να σημάνει το θείο όνομα μέχρι το 1520 π.Χ. Πιθανώς το όνομα προφερόταν «Γιαχβέ» (Jahveh). Το τετραγράμματο JHVH.
Ανακαλύφθηκε ότι η χρήση του ονόματος χρονολογείται από την περίοδο του Hammurabi (περίπου 2600 π.Χ.). Δεν είναι βέβαιο όμως ότι το θείο όνομα ήταν γνωστό στους Βαβυλωνίους.
Στη Γεν. 2,4 εξ. βρίσκουμε ένα συνδυασμό των δύο ονομάτων «Γιαχβέ-Ελωχίμ», που δεν βρίσκεται αλλού στην Πεντάτευχο, παρά μόνο εις Εξ. 9,30. Ο συνδυασμός αυτός των δύο ονομάτων οφείλεται πιθανόν στον τελευταίο εκδότη.

2. Ο πίνακας αυτός ανακαλύφθηκε από τον Rassan εις Sippara και ως επί το πλείστον αναφέρει την ανέγερση των ιερών πόλεων και των ναών τους. Η δεύτερη γραμμή του πίνακα μας υπενθυμίζει τον στιχ. Γεν. 2,5. «Κανένα καλάμι δεν είχε βγεί, κανένα δέντρο δεν είχε δημιουργηθεί». Σε άλλα εδάφια του ύμνου υπάρχει ηχώ του κεφ. 1 της Γένεσης. Βλ. Ball, Light from the East, σ. 18.

3. Τα ιερά δέντρα είναι συνήθη στη βαβυλωνιακή λογοτεχνία. Το φίδι είναι σύμβολο του κακού. Η τρίτη πλάκα για τη δημιουργία περιέχει μια περικοπή σχετική με την αμαρτία της βρώσεως του απαγορευμένου καρπού. Υπάρχει, επίσης, ένα λόγιο κατά των δαιμόνων, για τους οποίους λέγεται ότι «πήραν τη γυναίκα από τον μηρό του άνδρα». Αυτό το λόγιο έχει εξηγηθεί, ότι, «τόση είναι η δύναμη των δαιμόνων, ώστε αυτοί μπορεί να δελεάσουν και να αποσπάσουν τη γυναίκα από την πλευρά του συζύγου της». Υπάρχουν, μεν, συνταυτίσεις των παλαιών βαβυλωνιακών παραδόσεων με τις διηγήσεις της Βίβλου για τον αρχέγονο κόσμο, αλλά χρειάζεται προσοχή, γιατί οι ερμηνείες είναι διαφορετικές. Βλ. Sayce, Higher Criticism and the Monuments, σ. 101. Hastings’ Dict. of Bible, Arts. Eve and Fall. 

Σχετικά με τις πολυάριθμες προσπάθειες για την τοποθέτηση του Παραδείσου, ή τις προσπάθειες για να δειχθεί ότι η βιβλική ιδέα για τον κήπο της Εδέμ και την πτώση προσαρμόζεται με τις βαβυλωνιακές διηγήσεις για τον Παράδεισο, όπως το βλέπουμε στην εργασία του Frederic Delitzsch Wo lag das Paradies?, ο Dillmann (Genesis, σ. 110) παρατηρεί: «Κάθε ακριβές αντίστοιχο προς τον βιβλικό παράδεισο δεν είναι, μέχρι αυτόν τον χρόνο, αποδείξιμο μεταξύ κανενός άλλου λαού». Ως προς την πολυσυζητημένη σφραγίδα – βαβυλωνιακό κύλινδρο, κατά τον οποίο δυό καλά ενδεδυμένες μορφές, η μια με δυο κέρατα στο κεφάλι, η δε άλλη με ένα φίδι στεκόμενο ακριβώς πίσω από αυτή, καθήμενες και οι δυο έναντι του δένδρου της ζωής, ενώ κάθε μια ξαπλώνει το χέρι της σ᾿ αυτό, φαίνεται να σχετίζεται με την ιστορία της πτώσης, έχει όμως και τη φαντασία των δημιουργών της.