Του πρωτοπρεσβύτερου Δημητρίου Θεοφίλου M.D., PhD Student ΕΚΠΑ

 

Αρχές της δεκαετίας του ’80, ο μακαριστός π. Αλέξανδρος Σμέμαν έγραψε το βιβλίο «Η αποστολή της Εκκλησίας στον σύγχρονο κόσμο», όπου αναφέρει με «προφητικό» τρόπο πως «το τελικό νόημα της σημερινής μας κρίσης είναι ότι ο κόσμος μέσα στον οποίο πρέπει να ζήσει σήμερα η Ορθόδοξη Εκκλησία, είτε στην Ανατολή είτε στη Δύση, δεν είναι ο κόσμος της, ούτε, ακόμα περισσότερο, κάποιος “ουδέτερος” κόσμος, αλλά ένας κόσμος που την προκαλεί στην ουσία και την ύπαρξή της, ένας κόσμος που προσπαθεί ασυνείδητα ή συνειδητά να τη μετατρέψει και να τη μειώσει σε αξίες, φιλοσοφίες ζωής και κοσμοείδωλα τελείως διαφορετικά, αν όχι και αντίθετα προς τα οράματά της και την εμπειρία της για τον Θεό, τον άνθρωπο και τη ζωή. Αυτό κάνει τη σημερινή κρίση άπειρα πιο ριζική και αποφασιστική από αυτήν που προέκυψε με την πτώση του Βυζαντίου το 1453». Η έμπειρη θεολογική οξυδέρκεια του π. Αλεξάνδρου αισθητοποιεί με σαφήνεια και επικεντρώνει με ακρίβεια τον θεολογικό του λόγο και προβληματισμό, αρκετά χρόνια πριν, στην οντολογική κρίση που φαινόταν ήδη από το 1980 πως πλησιάζει.

Σήμερα, 35 χρόνια μετά, η Εκκλησία βρίσκεται σε μια χαοτική απροσδιοριστία και, ενώ βάλλεται από Ανατολή και Δύση, αδυνατεί να βρει τον εσχατολογικό της βηματισμό, παραπαίοντας ανάμεσα στην εκκοσμίκευση και τον φονταμενταλισμό.

Η αποστολή της Ορθόδοξης Εκκλησίας σε έναν μετα-χριστιανικό κόσμο, ο οποίος διακρίνεται για τον αμοραλισμό του, τη χρήση του ανθρώπου από συστήματα και μηχανές, τον έλεγχο του ανθρώπινου εγκεφάλου, την επιδίωξη θανάτωσης της ανθρώπινης ψυχής, την εντελώς, δίχως όρια επιβολή της τεχνοκρατίας, όλα αυτά και πλήθος άλλα που συνιστούν μια απίστευτη νέα Βαβέλ, είναι εξαιρετικά δύσκολη και ουτοπική, στον βαθμό που δεν αναζητεί να ξαναβρεί την ευαγγελική της ταυτότητα και την εσχατολογική προοπτική της αιώνιας Βασιλείας της, ως ευχαριστιακών γεγονότων του τώρα, που ανάγονται σε ένα διηνεκές και ατελεύτητο μετά.

Σε λίγο χρόνο από τώρα, η Ορθόδοξη Εκκλησία θα βρεθεί στο σημείο zero, για να αναμετρηθεί με τον εαυτό της. Η πανορθόδοξη σύνοδος τον Μάρτιο του 2016 αποτελεί μια εξαιρετική ευκαιρία να αναδειχθεί ό,τι καλό και φωτεινό κουβαλά μέσα στον χρόνο αυτή η δισχιλιετής ζωντανή παράδοση ή το πόσο έχει αφήσει τον χρόνο, τη συνήθεια και τη λαγνεία της εξουσίας να σαρακιάσει τον όποιο πνευματικό της ιστό και να ναρκοθετήσει τη μελλοντική της πορεία, τόσο με φυσικούς ιστορικούς όρους όσο και με μεταφυσικούς εσχατολογικούς. Ο εθνοφυλετισμός στην Ορθόδοξο εκκλησία ίσως έφτασε η στιγμή να λάβει τέλος, αφού δεν υπάρχει η πολυτέλεια, ούτε του χρόνου αλλά ούτε και των συνθηκών.

Η πανορθόδοξη σύνοδος τον Μάρτιο του 2016 αποτελεί μια εξαιρετική ευκαιρία να αναδειχθεί ό,τι καλό και φωτεινό κουβαλά μέσα στον χρόνο αυτή η δισχιλιετής ζωντανή παράδοση ή το πόσο έχει αφήσει τον χρόνο, τη συνήθεια και τη λαγνεία της εξουσίας να σαρακιάσει τον όποιο πνευματικό της ιστό

Ο Απόστολος Παύλος συνεχίζει στο διηνεκές να θυμίζει: «Το Πνεύμα μη σβέννυτε, προφητείας μη εξουθενείτε, πάντα δε δοκιμάζετε, το καλόν κατέχετε», που αυτό σημαίνει πως ο ρόλος και η αποστολή τόσο της Εκκλησίας όσο και της θεολογίας που αυτή εκφράζει καλούνται να μείνουν επικαιροποιημένα, στον βαθμό που η Εκκλησία επιθυμεί να μην αυτο-ταριχευθεί, στο μέτρο που επιδιώκει να μετέχει στις εξελίξεις του σήμερα και να μην αποκλειστεί εγκλωβισμένη σε ένα συντηρητικό και αραχνιασμένο χθες.

Οι μεταχριστιανικοί χρόνοι είναι προ των πυλών και το διακύβευμα είναι μεγάλο και τολμηρό. Η αποστολή της σύγχρονης θεολογίας στο τώρα είναι κομβικής αξίας και σημασίας, αφού καλείται να διεκπεραιώσει έναν ρόλο προφητικό και συνάμα εσχατολογικό. Η περιπέτεια της Ορθόδοξης θεολογίας μέσα στον κόσμο δεν τελείωσε μέσα σε δάφνες και ενδοκοσμικές ομφαλοσκοπικές αυτοϊκανοποιήσεις. Οι νέες προκλήσεις είναι εδώ μπροστά μας και ζητούν ανταπόκριση, με όρους επίκαιρους και λόγο συμβατό προς τις σύγχρονες προκλήσεις. Ο π. Σμέμαν αναφέρει: «Παρ’ όλα όσα σκέπτονται σήμερα πολλοί Ορθόδοξοι, αυτή είναι η ώρα της θεολογίας. Μόνο μια βαθιά, άφοβη και εποικοδομητική εκτίμηση αυτής της κατάστασης στο φως της γνήσιας παράδοσης της Εκκλησίας, μόνο μια δημιουργική επιστροφή σε αυτές τις πηγές των δογμάτων μας, των κανόνων και της λατρείας μας, μόνο μια ολοκληρωτική υποταγή στην Αλήθεια της Εκκλησίας μπορούν να μας βοηθήσουν να ξεπεράσουμε την κρίση και να τη μεταμορφώσουμε σε μια αναβίωση της Ορθοδοξίας. Ξέρω πως αυτό είναι δύσκολο καθήκον και πως μια μακρά παράδοση έχει διδάξει τους θεολόγους να αποφεύγουν τα καυτά ζητήματα και να μην “ανακατεύονται”. Ξέρω, ακόμα, πως μια ορισμένη παραδοσιακότητα, που δεν έχει τίποτε το κοινό με την παράδοση, έχει μετατρέψει στα μάτια των πολλών την αυτοκριτική και την πνευματική ελευθερία σε έγκλημα κατά της Εκκλησίας. Ξέρω πως το καλυμμένο συμφέρον πολλών εξουσιαστικών δομών είναι να μην επιτρέψουν κανένα ερώτημα, καμιά αναζήτηση, καμιά αναμέτρηση με την Αλήθεια. Οι δυνάμεις της αδράνειας, του ψευτο-συντηρητισμού και του ξεκάθαρου κυνισμού είναι τρομερές. Αλλά το ίδιο αληθεύει και για την εποχή του Μεγάλου Αθανασίου, του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου και του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή. Όσο για τα ζητήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα, δεν είναι λιγότερο σπουδαία από αυτά με τα οποία ασχολούνταν τότε αυτοί. Και εξαρτάται από εμάς να διαλέξουμε μεταξύ ενός ικανοποιητικού γοήτρου που χαρίζει η απλή ακαδημαϊκή ενασχόληση και μιας ανταπόκρισης στο θέλημα του Θεού».

Η αναμέτρηση του πνευματικού νοήματος της εκκλησίας, που αποπνέει ο τρόπος ζωής και ασκητικής που διδάσκει, με τον κόσμο και τα παράγωγά του (τεχνοκρατία, οικονομία, πολιτισμό, μόδα), είναι εδώ και από το αποτέλεσμα αυτής της αντιπαράθεσης θα κριθεί η ψυχοσωματική τύχη του ανθρώπου, για το αν θα πορευθεί από εδώ και πέρα στα δύο του πόδια ή θα επανέλθει στα τέσσερα, επιστρέφοντας πίσω, ξανά επάνω στα δένδρα.