Γράφει ο Μ. Γ. ΒΑΡΒΟΥΝΗΣ

Καθηγητής Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης

Υπάρχουν ορισμένες μορφές περιστασιακών εθίμων, δηλαδή λαϊκών θρησκευτικών εθιμοταξιών, που τελούνταν σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, ιδίως κατά το παρελθόν, που μερικώς επιβιώνουν και στις μέρες μας και παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, τόσο λαογραφικό, όσο και ποιμαντικό. Με δύο από αυτά τα έθιμα θα ασχοληθούμε στη συνέχεια, εξηγώντας το περιεχόμενο και τις συνθήκες τέλεσής τους.

Το πρώτο είναι γνωστό με τον όρο «εγκοίμηση», και προπαντός κατά το παρελθόν είχε εφαρμογή σε περιπτώσεις ασθενειών και αναζήτησης θαυματουργικής ίασης από τους πιστούς: πρόκειται για την τελετουργική διαμονή ανθρώπων μέσα στους ναούς, όπου κοιμούνται για ένα ή περισσότερα βράδια, συνήθως κάτω από την εικόνα του αγίου τον οποίο επικαλούνται, μετά από τάξιμο και με τον σκοπό να επιτύχουν τη θαυματουργική θεραπεία κάποιας ασθένειας που τους βασανίζει. Της εγκοιμήσεως συνήθως προηγείται η τέλεση παράκλησης στο ναό και έπεται η τέλεση θείας λειτουργίας, προς τιμήν του επικαλουμένου αγίου, στον ναό του οποίου συνήθως πραγματοποιείται η εγκοίμηση.

Η ίαση πιστοποιείται αν εμφανιστεί ο άγιος στον ύπνο του ασθενούς και του πει ότι γιατρεύτηκε, ή τον εγχειρήσει με τρόπο υπερφυσικό, θεραπεύοντάς τον στον ύπνο, οπότε όταν ξυπνάει καταλαβαίνει ότι έχει θαυματουργικά ιαθεί. Σε πολλές σχετικές παραδόσεις αναφέρονται παρόμοιες «εγχειρήσεις» που επιχειρούν οι άγιοι Ανάργυροι, ο άγιος Παντελεήμων ή η Παναγία, συχνά αφαιρώντας την ασθένεια με τη μορφή φιδιού ή σκουληκιού, κάτι που υποδηλώνει πίστη για τη δαιμονική προέλευση και υφή της ασθένειας.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο τρόπος ή οι μορφές με τις οποίες ο λαός αναφέρει ότι παρουσιάζονται οι εκάστοτε θαυματουργούντες ιαματικοί άγιοι. Στην Κύπρο μαρτυρείται και περίπτωση εγκοιμήσεως με στόχο να υποδειχθεί υπερφυσικά ο μελλοντικός σύζυγος σε κάποια κοπέλα. Αξίζει να αναφερθεί εδώ ότι παρόμοιες πρακτικές (incubatione) μαρτυρούνται και από την αρχαιότητα, με ανάλογες εγκοιμήσεις ασθενών στους ναούς του Ασκληπιού, μετά από την καθιερωμένη θυσία πετεινού, οπότε και με παρόμοιο τρόπο ο θεός ή άλλοι ήρωες, π.χ. οι Διόσκουροι, εμφανίζονταν στον ύπνο και με ανάλογο τρόπο γιάτρευαν τις ασθένειες, πιστοποιώντας τη θαυματουργική ίαση.

Το δεύτερο είναι γνωστό ως «περισχοινισμός» και τελούνταν μετά από τάξιμο προς έναν άγιο, με στόχο την εκπλήρωση ενός στόχου ή μιας επιδίωξης: με τον όρο αυτό εννοούμε ό,τι ο λαός ονομάζει «ζώσιμο» της εκκλησίας ή μιας εικόνας. Πρόκειται για τελετουργία δέσμευσης, που τελείται μετά από σχετικό τάξιμο, οπότε ζώνουν το ναό ή την εικόνα με απλό νήμα, ή νήμα κερωμένο, το οποίο έχουν επίσης τελετουργικά κατασκευάσει για τον σκοπό αυτό, μέσα σε μία ημέρα (μονομερίτικο). Κάποτε μάλιστα το ζώσιμο γίνεται τρεις επάλληλες φορές. Συνήθως μετά τον περισχοινισμό αφαιρούν το νήμα και με αυτό κατασκευάζουν κεριά, που προσφέρουν στον ναό. Αλλοτε αφήνουν το νήμα στη θέση του για ορισμένο χρονικό διάστημα, συνήθως τρεις ή έξι μήνες ή ένα χρόνο και κατόπιν το αφαιρούν.

Επίσης, ο περισχοινισμός συνηθιζόταν και σε περιπτώσεις επιδημιών λοιμωδών ασθενειών, με σκοπό την αποτροπή της ασθένειας και των θανάτων που αυτή προκαλούσε. Σε περιπτώσεις περισχοινισμού εικόνων, συνήθιζαν να μετρούν με ένα νήμα μία ή τρεις φορές τις διαστάσεις του εικονίσματος, και κατόπιν να δένουν το νήμα αυτό στη μέση τους, κοιμούνταν έτσι επί τρία βράδια και κατόπιν κατασκεύαζαν από αυτό κεριά για να «καεί η αρρώστια».

Πρόκειται για τελετουργικές πρακτικές δέσμευσης της υπερφυσικής δύναμης του αγίου, όπως αυτή ενυπάρχει στον ναό ή την εικόνα του, με στόχο κατόπιν αυτή να χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία ανθρώπινων ασθενειών και αδυναμιών. Στην ίδια κατηγορία μπορούν να ενταχθούν και τα τελετουργικά περιζώματα άτεκνων γυναικών ή όσων υποφέρουν από ορθοπεδικές ασθένειες της μέσης, με κορδέλες που πριν έχουν τοποθετηθεί και συμβολικά «καθαγιαστεί» στην Αγία Ζώνη της Παναγίας, που φυλάσσεται στη μονή Βατοπεδίου του Αγίου Ορους, ή σε εικόνες της Αγίας Ζώνης, σε ναούς και μονές της, που υπάρχουν σε διάφορες ελληνικές περιοχές.

Σε κάθε περίπτωση έχουμε εδώ δύο βασικές μορφές της ελληνικής λαϊκής θρησκευτικότητας με αρχέγονες ρίζες, που προσδιορίζουν την τελετουργική σχέση του λαϊκού ανθρώπου με το υπερφυσικό.