Toυ Μητροπολίτη Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Ιερεμία

2 Ο Θεός, εν τοις ωσίν ημών ηκούσαμεν, και οι πατέρες ημών ανήγγειλαν ημίν έργον, ο ειργάσω εν ταίς ημέραις αυτών, εν ημέραις αρχαίαις. 3 Η χείρ σου έθνη εξωλόθρευσε, και κατεφύτευσας αυτούς, εκάκωσας λαούς και εξέβαλες αυτούς. 4 Ου γαρ εν τη ρομφαία αυτών εκληρονόμησαν γην, και ο βραχίων αυτών ουκ έσωσεν αυτούς, αλλ’ η δεξιά σου και ο βραχίων σου και ο φωτισμός του προσώπου σου, ότι ηυδόκησας εν αυτοίς. 5 Συ ει αυτός ο Βασιλεύς μου και ο Θεός μου ο εντελλόμενος τας σωτηρίας Ιακώβ·

6 εν σοι τους εχθρούς ημών κερατιούμεν και εν τω ονόματί σου εξουδενώσομεν τους επανισταμένους ημίν. 7 Ου γαρ επί τω τόξω μου ελπιώ, και η ρομφαία μου ου σώσει με· 8 έσωσας γαρ ημάς εκ των θλιβόντων ημάς και τους μισούντας ημάς κατήσχυνας. 9 Εν τω Θεώ επαινεθησόμεθα όλην την ημέραν και εν τω ονόματί σου εξομολογηθησόμεθα εις τον αιώνα. (διάψαλμα). 10 Νυνί δε απώσω και κατήσχυνας ημάς και ουκ εξελεύση, ο Θεός, εν ταίς δυνάμεσιν ημών. 11 Απέστρεψας ημάς εις τα οπίσω παρά τους εχθρούς ημών, και οι μισούντες ημάς διήρπαζον εαυτοίς.

12 Εδωκας ημάς ως πρόβατα βρώσεως και εν τοις έθνεσι διέσπειρας ημάς· 13 απέδου τον λαόν σου άνευ τιμής, και ουκ ην πλήθος εν τοις αλαλάγμασιν αυτών. 14 Εθου ημάς όνειδος τοις γείτοσιν ημών, μυκτηρισμόν και χλευασμόν τοις κύκλω ημών· 15 έθου ημάς εις παραβολήν εν τοις έθνεσιν, κίνησιν κεφαλής εν τοις λαοίς. 16 Ολην την ημέραν η εντροπή μου κατεναντίον μου εστι, και η αισχύνη του προσώπου μου εκάλυψέ με 17 από φωνής ονειδίζοντος και καταλαλούντος, από προσώπου εχθρού και εκδιώκοντος. 18 Ταύτα πάντα ήλθεν εφ᾿ ημάς και ουκ επελαθόμεθά σου και ουκ ηδικήσαμεν εν τη διαθήκη σου, 19 και ουκ απέστη εις τα οπίσω η καρδία ημών και εξέκλινας τας τρίβους ημών από της οδού σου.

20 Οτι εταπείνωσας ημάς εν τόπω κακώσεως, και επεκάλυψεν ημάς σκιά θανάτου.21 Ει επελαθόμεθα του ονόματος του Θεού ημών και ει διεπετάσαμεν χείρας ημών προς Θεόν αλλότριον, 22 ουχί ο Θεός εκζητήσει ταύτα; Αυτός γαρ γινώσκει τα κρύφια της καρδίας. 23 ότι ένεκά σου θανατούμεθα όλην την ημέραν, ελογίσθημεν ως πρόβατα σφαγής. 24 Εξεγέρθητι· ινατί υπνοίς, Κύριε; Ανάστηθι και μη απώση εις τέλος. 25 Ινατί το πρόσωπόν σου αποστρέφεις; Επιλανθάνη της πτωχείας ημών και της θλίψεως ημών; 26 Οτι εταπεινώθη εις χούν η ψυχή ημών, εκολλήθη εις γην η γαστήρ ημών. 27 Ανάστα, Κύριε, βοήθησον ημίν και λύτρωσαι ημάς ένεκεν του ονόματός σου.

1. Ο 43ος Ψαλμός εκφράζει τον πόνο και τα συναισθήματα ενός θερμού πατριώτου, αλλά και βαθειά θρησκευομένου Ιουδαίου, ο οποίος παρακαλεί τον Θεό Γιαχβέ να τιμωρήσει τον εχθρό, που επιτέθηκε εναντίον του έθνους του, και έτσι να τους απαλλάξει απ’ αυτόν.

2. Το έθνος φαίνεται να έχει στρατιωτικές δυνάμεις (στιχ. 6.7), αλλά έστρεψε τα νώτα προ του εχθρού και λαφυραγωγήθηκε και αιχμαλωτίστηκε από τους νικητές και πωλήθηκε στις αγορές και διασκορπίστηκε (στιχ. 10 εξ.). Η Ιουδαία έγινε όνειδος στους γειτονικούς λαούς (στιχ. 15) και αυτό χωρίς να παραβεί τη διαθήκη του με τον Θεό του Γιαχβέ. Ολα αυτά είναι στοιχεία που φαίνονται από όλο τον ψαλμό. Με βάση, λοιπόν, τα στοιχεία αυτά σε ποια εποχή θα χρονολογήσουμε τον ψαλμό μας; Πολλοί ερμηνευτές τοποθετούν τον ψαλμό στην Μακκαβαϊκή εποχή, όταν οι Ιουδαίοι υπέφεραν φοβερά παθήματα από τον φρικτό Αντίοχο τον Επιφανή και ο Θεός φαινόταν σαν να εγκατέλειπε τον λαό Του. Αλλά πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν ότι από τον ψαλμό 41-42 βρισκόμαστε στο β’ βιβλίο των Ψαλμών, το οποίο συνολικά λαμβανόμενο, είναι πολύ αρχαιότερο των Μακκαβαϊκών χρόνων. Θα ήταν, λοιπόν, ακατανόητο, πως ο ψαλμός αυτός, δημιούργημα μιάς πολύ μετέπειτα εποχής, της Μακκαβαϊκής, καταχωρήθηκε σε πολύ αρχαιότερη συλλογή.

Αλλά και το άλλο:Στον ψαλμό μας παρουσιάζει ο ποιητής το έθνος του να λέγει, «ου διεπετάσαμεν τας χείρας ημών εις Θεόν αλλότριον» (στιχ. 21), αλλά στο Α’ Μακ. 1,11 λέγεται ότι, παρά τα παραδείγματα των μαρτύρων, υπήρξαν και αποστασίες των Ιουδαίων από την πίστη. Επίσης, από το ότι ο ψαλμός ομιλεί περι αιχμαλωσίας (στιχ. 11-13) δεν μπορεί να τοποθετηθεί κατά τους χρόνους μετά την αιχμαλωσία, γιατί ο Ιουδαϊκός λαός μετά την αιχμαλωσία του το 586 π.Χ., δεν επέστρεψε πάλι στην πατρίδα του με θρησκευτική και εθνική ακμή και με αξιόλογο στρατό, όπως παρουσιάζεται στον ψαλμό μας. Τον ψαλμό ο Delitzsch (στη σειρά του μεγάλου υπομνήματός του) τον συνδέει ιστορικά με τον 59ο ψαλμό, ο οποίος συνετάχθη από τον Δαβίδ, «οπότε ενεπύρισε την Μεσοποταμίαν Συρίας και την Συρίαν Σωβάλ», όπως λέγει η επιγραφή του. Κατά την επιγραφή αυτή ο Δαβίδ ήταν απασχολημένος με τον κατά των Αμμωνιτών και των Σύρων πόλεμον. Ενώ δε αυτός απουσίαζε, οι Ιδουμαίοι, οι φοβεροί αυτοί εχθροί των Ισραηλιτών, ήλθαν εναντίον της Ιουδαίας και τηλεηλάτησαν και την αιχμαλώτισαν. Αλλά επιστρέψας ο Δαβίδ πάταξε τους Ιδουμαίους εις Γεβελέμ (βλ. Β’ Βασ. 8,13). Αλλά, η συμβάσα προηγουμένως ήττα των Ιουδαίων από τους Ιδουμαίους, έκανε ένα ευσεβή και θερμό πατριώτη να γράψει τον παρόντα 43ο ψαλμό.

3. Ολος ο ψαλμός χωρίζεται σε τρία μέρη: (α) Στο πρώτο μέρος, που το αποτελούν οι στιχ. 2-9, ο ψαλμωδός, από την ιστορία του έθνους του, όπως του την είπαν οι γονείς του και οι παπούδες του, θυμάται τα θαυμαστά έργα του Θεού υπέρ αυτών (στιχ. 2). Ο Θεός τους φύτευσε (στιχ. 3) και ξαπλώθηκαν και πολεμούσε με την θαυμαστή Του δύναμη τους εχθρούς Του υπέρ του λαού Του (στιχ. 4 εξ.). (β) Στο δεύτερο όμως μέρος (στιχ. 10-17) ο ποιητής θρηνεί την τωρινή κατάσταση του έθνους του.Τώρα («νυνί δε», στιχ. 10) οι εχθροί τους ταπείνωσαν, τους λεηλάτησαν, τους αιχμαλώτισαν (στιχ. 10-13) και έγιναν περίγελως στα γειτονικά έθνη (στιχ. 14-16). (γ) Και όλα αυτά, λέγει ο ψαλμωδός στο τρίτο μέρος (στιχ. 18-23), συνέβησαν χωρίς οι Ισραηλίτες να διαπράξουν κάποια άρνηση του Θεού και αποστασία απ’ Αυτόν (στιχ. 18 εξ.). Και όχι μόνον -λέγει στον Θεό ο ποιητής μας- δεν Σε αρνηθήκαμε, αλλά και μαρτυρούμε για Σένα και θυσιαζόμαστε για Σένα όλη την ημέρα: «Ενεκά σου θανατούμεθα όλην την ημέραν, ελογίσθημεν ως πρόβατα σφαγής» (στιχ. 23).

δ) Τέλος, στο τέταρτο και τελευταίο μέρος (στιχ. 24-27), ο ποιητής μας, παρακαλεί τον Θεό με τολμηρή έκφραση να «εγερθεί» και να τρέξει προς βοήθειαν του πολλά πάσχοντος δικού Του λαού. Πραγματικά, η τελευταία αποστροφή του ποιητή προς τον Θεό, «εξεγέρθητι! Ινατί υπνοίς, Κύριε;» (στιχ. 24), είναι τολμηρή, γιατί παριστάνει τον Θεό ότι κοιμάται! Αλλά ο Θεός, όπως λέγει άλλος ψαλμωδός, «ου νυστάξει, ουδέ υπνώσει ο φυλάσσων τον Ισραήλ». Αλλά με την έκφρασή του «ινατί υπνοίς, Κύριε» ο ψαλμωδός θέλει να εκφράσει τη μακροθυμία του Θεού υπέρ των εχθρών της πατρίδος του. Οθεν Τον παρακαλεί να εξεγερθεί και να σπεύσει να γίνει βοηθός και υπερασπιστής του λαού Του (στιχ. 27).