Γράφει ο Μ. Γ. ΒΑΡΒΟΥΝΗΣ

Καθηγητής Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης

Αν κανείς παρακολουθήσει τα ηλεκτρονικά πρακτορεία εκκλησιαστικών ειδήσεων, ιδίως κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, θα διαπιστώσει ότι είναι πολλές και ολοένα αυξανόμενες οι πολιτισμικές δράσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας, κυρίως σε επίπεδο ενοριών και Μητροπόλεων. Με αφορμή τοπικά πανηγύρια, εορτές αγίων, αλλά και λήξεις κατασκηνωτικών περιόδων ή των εργασιών κύκλων μελέτης της Αγίας Γραφής κ.λπ. συνήθως διοργανώνονται πολιτισμικές εκδηλώσεις, οι οποίες κατά κανόνα χαρακτηρίζονται από κοινή τυπολογία: ομιλίες πνευματικού ή ιστορικού περιεχομένου, παραδοσιακούς χορούς και τραγούδια, προσφορά κερασμάτων.

Σε σπανιότερες περιπτώσεις αυτά διανθίζονται με χορωδίες βυζαντινής και παραδοσιακής μουσικής, εκθέσεις βιβλίων και αγορές με ποικίλα εκκλησιαστικά και άλλα είδη ευσεβείας, εκθέσεις αγιογραφίας ή έργων που παράγονται σε καλλιτεχνικά εργαστήρια τα οποία η κάθε ενορία διατηρεί στη διάρκεια του χρόνου κ.τ.ό. Σε κάθε όμως περίπτωση η ποικιλία των μορφών και η αντίστοιχη θεματολογία είναι περιορισμένες σε άξονες που η Εκκλησία θεωρεί προνομιακά πεδία της δράσης της, και ενίοτε έτσι πράγματι είναι.

Χαρακτηριστική εν προκειμένω είναι η περίπτωση του λαϊκού πολιτισμού και των πλέον εμβληματικών εκδηλώσεών του, όπως είναι οι ενδυμασίες, τα τραγούδια και οι χοροί. Ενός πολιτισμού τον οποίο διάφοροι εκκλησιαστικοί παράγοντες και ανάλογοι πολιτισμικοί οργανισμοί θεωρούν οικείο και διαχειρίσιμο, καθώς και στις ελληνορθόδοξες κοινότητες του παρελθόντος παραπέμπει, αλλά και συναισθηματική αποδοχή έχει από μεγάλο μέρος του κοινού τέτοιων εκδηλώσεων, δεδομένου ότι παραπέμπει συμβολικά στα χρόνια της παιδικής ηλικίας καθενός και στις εκδηλώσεις αυτού που αναγνωρίζει ως «μικρή» ή «ιδιαίτερη» πατρίδα του, ώστε να ανακαλεί νοσταλγικές μνήμες και να αποτελεί τη βάση ανάλογων συναισθηματικού τύπου αντιδράσεων.

Εκείνο όμως που θα μπορούσε κανείς πρόχειρα να παρατηρήσει είναι ότι μεγάλο μέρος της αποτελεσματικότητας και της απήχησης που θα μπορούσαν να έχουν τέτοιες εκδηλώσεις ακυρώνεται λόγω της άκρατης γραφικότητας και του ερασιτεχνισμού που κατά κανόνα τις χαρακτηρίζει. Για να αναπαρασταθούν σκηνικά κομμάτια και εκδηλώσεις παλαιότερων μορφών του παραδοσιακού πολιτισμού δεν αρκούν καλές προθέσεις, εθελοντικές προσφορές και συναισθηματικές εξάρσεις. Χρειάζεται επίσης γνώση και εμπειρία, επαγγελματισμός -χωρίς αυτό απαραίτητα να συνεπάγεται και την καταβολή χρηματικών αμοιβών- και απουσία γραφικότητας, η οποία απλοποιεί και ταυτοχρόνως υπονομεύει τα πράγματα.

Φοβάμαι ότι παρόμοιες εκδηλώσεις δίνουν, κατά κανόνα, λάθος μηνύματα σε όσους τις παρακολουθούν, καθώς εγκλωβίζουν τα δεδομένα του παραδοσιακού πολιτισμού στα πλαίσια ενός επαρχιωτικού εθνοκεντρισμού, αν και υπάρχουν ευάριθμες λαμπρές εξαιρέσεις που δικαιώνουν πράγματι τον κόπο και τις προθέσεις των διοργανωτών τους. Και τούτο επειδή όσοι τις παρακολουθούν φεύγουν από αυτές συγκινημένοι ίσως, αλλά καθόλου σοφότεροι ως προς τι είναι τελικά ο πλήρως στις μέρες μας συμβολοποιημένος παραδοσιακός πολιτισμός, ποιες οι συνισταμένες και ποιο το ουσιαστικό του μήνυμα για την πολύπαθη εποχή μας.

Κατεξοχήν αυτό συμβαίνει και με τη χρήση δήθεν παραδοσιακών ενδυμασιών -στην πραγματικότητα πρόκειται για κακής ποιότητας και από ευτελή υλικά συνήθως αντίγραφα- για την παρουσία των οποίων σε ποικίλες εκκλησιαστικές πομπές και τελετουργίες έχουμε γράψει κατά το παρελθόν ειδικά άρθρα. Ο τρόπος που παρουσιάζονται αποτελεί μια «καθαγιασμένη» προβολή αντιγράφων των «καλών», των επίσημων φορεσιών, χωρίς καμία δυνατότητα να προωθηθεί η γνώση όσων παρακολουθούν για την πραγματική υπόσταση, τη λειτουργικότητα και τη μορφολογία τους. Και αυτό, ενώ υπάρχουν πολλοί και γνωστοί ευρέως τρόποι για να οργανωθεί η εκδήλωση χωρίς να είναι επιστημονική ή ακαδημαϊκή, αλλά με περίσκεψη και πρόγραμμα, ώστε πίσω από το ψυχαγωγικό και το θεαματικό να παρέχει, σε δεύτερο επίπεδο, και πληροφοριακό υλικό. Και υπάρχουν ειδικοί άνθρωποι, με σπουδές στους τρόπους διαχείρισης της παράδοσης που μπορούν να προσφέρουν τις σχετικές συμβουλές τους, αρκεί να αναζητηθούν και να τους δοθεί λόγος και βήμα σχετικό.

Χρειάζεται λοιπόν, πέρα από την καλή διάθεση, και γνώση και εμπειρία. Και μόνο έτσι οι εκκλησιαστικές πολιτισμικές εκδηλώσεις θα μπορέσουν να ξεφύγουν από τα όρια του γραφικού, για να δικαιώσουν τα οράματα των εμπνευστών και των συντελεστών τους.