Tου Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ

Στον κύκλο των Θεομητορικών εορτών περιλαμβάνεται και η εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου στο Ναό.

1. Η υπόθεση της εορτής αναφέρεται από το λεγόμενο Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου με τις πληροφορίες του οποίου καταβάλλεται προσπάθεια να καλυφθούν ορισμένα κενά των κανονικών Ευαγγελίων.

Στο Πρωτευαγγέλιο γράφεται, ότι οι ευσεβείς γονείς της Θεοτόκου, Ιωακείμ και Αννα, έπειτα από εικοσαετή έγγαμο βίο ήσαν άτεκνοι και παρακαλούσαν με θέρμη το Θεό να χαρίσει σ’ αυτούς τέκνο. Ο Αγγελος Κυρίου ανήγγειλε στην Αννα και τον Ιωακείμ ότι θα εκπληρωθεί η επιθυμία τους. Η Αννα πλήρης χαράς υποσχέθηκε να αφιερώσει το τέκνο, το οποίο θα αποκτούσε, στο Θεό.

Μετά τη συμπλήρωση εννέα μηνών η Αννα απέκτησε κόρη, τη Μαρία, την οποία ανέθρεψε μετά μεγίστης προσοχής «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου» μέχρι της ηλικίας των τριών ετών, οπότε μετά του Ιωακείμ και συνοδείας λαμπαδηφόρων κορασίων μετέβησαν στο Ναό και την παρέδωσαν στον Ιερέα, για να εκπληρώσουν την υπόσχεση που είχαν δώσει οι γονείς της στο Θεό.

Η Παρθένος Μαρία, παραμένουσα στο Ναό, μελετούσε την Αγία Γραφή, προσευχόταν και ησχολείτο με διάφορα εργόχειρα, τρεφόμενη από Αγγελο. Οταν έφθασε σε ηλικία δώδεκα ετών παρεδόθη από τους Ιερείς του Ναού κατόπιν σημείων στον Ιωσήφ, «προς τήρησιν», δηλαδή προς φύλαξη και όχι για να γίνει γυναίκα του.

Ο Ιωσήφ ο δίκαιος για να αποφύγει τα σχόλια της ιουδαϊκής κοινωνίας και για να την προστατεύσει, την ονόμασε μνηστή του (Constantinus Tischendorf Evangelia Apocrypha, Lipsiae Avenarius et Mendelssohn, MDCCCLIII, 1853, §V- X, σελ. 10-20).

Η διήγηση αυτή του Πρωτευαγγελίου δεν είναι πρωτότυπη, αφού στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη συναντάμε κι άλλες παρόμοιες προς αυτή.

2. Η εορτή των Εισοδίων της Παρθένου Μαρίας στο Ναό με τον χαρμόσυνο χαρακτήρα της, προετοιμάζει πνευματικά τους πιστούς για την εορτή των Χριστουγέννων. Καλούνται ο ουρανός, η γη, οι άγγελοι και οι άνθρωποι να μετάσχουν στην οικουμενική αυτή χαρά. Η εορτή έχει παγκόσμιο και ουράνιο χαρακτήρα, διότι με την είσοδο της Παρθένου Μαρίας στο Ναό αρχίζει η πραγματοποίηση των προαιωνίων βουλών του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων.

Η Υμνολογία της Εκκλησίας μας στο απολυτίκιο της εορτής που ψάλλεται στις Ιερές Ακολουθίες αναφέρει τις αιτίες της πνευματικής χαράς μας,  διότι η εορτή αποτελεί:

 

α’. Το προοίμιο της ευδοκίας του Θεού

Με την Παρθένο Μαρία αρχίζει να εκδηλώνεται η ευδοκία δηλαδή η ευμενής διάθεση, η εύνοια, η αγαθή προαίρεση του Θεού για τους ανθρώπους. Αυτή η ευμένεια του Θεού προς το ανθρώπινο γένος διακηρύχθηκε από τους Αγγέλους που τη νύχτα της κατά σάρκα γεννήσεως του Κυρίου Ιησού Χριστού έψαλαν το «δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία» (Λουκά β’, 14).

Του θαυμαστού αυτού έργου προοίμιο αποτελεί η είσοδος της Παρθένου Μαρίας στο Ναό.

Αυτή η ευδοκία οφείλεται στην αγαθότητα και τη φιλανθρωπία του Θεού. Απευθύνεται σε συγκεκριμένο πρόσωπο, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, ο Οποίος όπως διεκήρυξε ο Θεός Πατέρας είναι ο Υιός της ευδοκίας κατά τη δήλωσή Του εξ ουρανού, όταν βαπτίσθηκε στον Ιορδάνη και όταν μεταμορφώθηκε στο όρος «εν ω ηυδόκησα» (Ματθαίου 17, 5). Ως Υιός ευδοκίας συμφιλίωσε με τη σταυρική θυσία Του κάθε άνθρωπο με τον Επουράνιο Θεό εφ’ όσον πιστεύει και μετανοήσει. Τότε και ο Θεός Πατέρας χορηγεί το Αγιο Πνεύμα, που αποτελεί τη σφραγίδα, την επιβεβαίωση της δωρεάς του Θεού.

 

β’. Η προκήρυξη της σωτηρίας των ανθρώπων

Η θεολογία της Εκκλησίας μας θεωρεί ότι με την εορτή των Εισοδίων της Παρθένου Μαρίας προκηρύσσεται η σωτηρία των ανθρώπων, που πραγματοποιήθηκε με τη σάρκωση του Υιού του Θεού.

Η πανανθρώπινη ιστορία δονείται από τον πόθο της λυτρώσεως του ανθρώπου. Αυτός ο αγωνιώδης πόθος συναντάται κυρίως στην ιστορία του Ισραηλιτικού λαού, στον οποίο ο Θεός ανέθεσε ειδική αποστολή και ρόλο, αλλά και στην παράδοση άλλων ειδωλολατρικών λαών. Στον αρχαιοελληνικό κόσμο συναντάμε όχι μόνο έντονα, και διαυγέστατα την προσδοκία της λυτρώσεως στα έργα των Ελλήνων φιλοσόφων και συγγραφέων.

Οταν ο Αγγελος Κυρίου, που πληροφόρησε τον Ιωσήφ τον Μνήστορα

ότι η Παρθένος Μαρία συνέλαβε και κυοφορεί τον Λυτρωτή του ανθρωπίνου γένους, λέγοντάς της ως Σωτήρα και Λυτρωτή του λαού Του, τον εχαρακτήρισε: «αυτός γαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών» (Ματθαίου α’, 21). Ομοίως και ο Αγγελος στους Ποιμένες ανήγγειλε τη γέννηση του Σωτήρα τους (Λουκά β, 10-11).

Αυτή η σωτηρία προαναγγέλλεται με την είσοδο της Παρθένου Μαρίας στο Ναό.

 

γ’. Η εκπλήρωση της οικονομίας του Κτίστου

Ο Αγιος Μάξιμος ο Ομολογητής (580-662) διεκήρυξε ότι η ενσάρκωση του Υιού του Θεού πρέπει να θεωρηθεί σαν απόλυτος και πρωταρχικός σκοπός του Θεού στην πράξη της Δημιουργίας. Η φύση της ενανθρωπίσεως, της ενώσεως δηλαδή της θείας μεγαλωσύνης με την ανθρώπινη αδυναμία, είναι οπωσδήποτε ένα ανεξιχνίαστο μυστήριο, αλλά τουλάχιστο μπορούμε να συλλάβουμε ότι ο λόγος και ο σκοπός αυτού του υπερτάτου μυστηρίου ήταν κατά τον Αγιο Μάξιμο, αυτή η ίδια η ενσάρκωση, και μαζί μ’ αυτή η δική μας ενσωμάτωση στο Σώμα του Ενανθρωπήσαντος (βλ.  Μαξίμου  Ομολογητού, «ξ’ ερώτηση προς Θαλάσσιον).

Με την εορτή αρχίζει να εκπληρώνεται το σχέδιο του Κτίστου και Δημιουργού Θεού.

Η ενανθρώπηση του Υιού του Θεού ήτο μία απόρρητη προαιώνια απόφαση του Δημιουργού Θεού που ο Ιδιος φανέρωνε σταδιακά με τις ενέργειές Του. Με τη δημιουργία του κόσμου άρχισε ο Θεός να θέτει σε εφαρμογή αυτό το προαιώνιο σχέδιό Του, που στη γλώσσα της θεολογίας αποκαλείται μυστήριον της Θείας Οικονομίας και πρόκειται για την ενανθρώπιση του Υιού Του, όπως διδάσκει ο απόστολος Παύλος: «Οτι τα πάντα δι’ αυτού και εις αυτόν έκτισται» (Προς Κολοσσαείς α’, 16, Προς Εφεσίους α’, 9, γ’, 9).