Στο προσκύνημα του οσίου Γεωργίου του Καρσλίδη, που βρίσκεται σε κουφάλα δέντρου τέλεσε την Θεία Λειτουργία ο μητροπολίτης Δράμας Παύλος.

Σύμφωνα με το συναξάριο του αγίου Γεωργίου, στην κουφάλα του δένδρου πού βρίσκεται το προσκύνημα, εμφανίστηκε στον άγιο ο προφήτης Ἠλίας.

 Όσιος Γεώργιος Καρσλίδης ο Ομολογητής (κατά κόσμον Αθανάσιος Καρσλίδης) γεννήθηκε στην Αργυρούπολη του Πόντου το 1901. Όπως αναφέρει ο Γεώργιος Σ. Λιόλιος στο έργο του «Φως μέσα από τα ερείπια του 20ού αιώνα» (Θεσσαλονίκη, 2015), έμεινε ορφανός από μικρός και μεγάλωσε με τη γιαγιά του. Σε ηλικία 18 χρόνων έγινε μοναχός στη Γεωργία, αλλά εκεί συνελήφθη από τους κομμουνιστές στα πρώτα χρόνια της επανάστασης, φυλακίστηκε και σε δίκη-παρωδία καταδικάστηκε σε θάνατο διά τουφεκισμού. Τουφεκίστηκε, αλλά σώθηκε και το 1925 χειροτονήθηκε ιερέας. Τέσσερα χρόνια αργότερα, ήρθε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στο χωριό Σίψα της Δράμας.

Το 1941, την περίοδο της τριπλής κατοχής στη Μακεδονία, καταδικάστηκε από τους Βούλγαρους σε θάνατο, αλλά και πάλι ως εκ θαύματος σώθηκε, συνεχίζοντας να είναι δίπλα στον απλό άνθρωπο. Όπως περιγράφουν οι ντόπιοι, ήταν ιδιαίτερα προικισμένος κληρικός, ο οποίος είχε το χάρισμα, όταν έβλεπε έναν άνθρωπο, να γνωρίζει ποιος ήταν και τι ήθελε.

Εκοιμήθη στις 4 Νοεμβρίου 1958 και η αγιοκατάταξή του έγινε το 2008.

Η ζωή του οσίου συγκλονίζει. Μετά τον θάνατο της γιαγιάς του, τα προβλήματα πολλαπλασιάστηκαν για τον ίδιο και την αδελφή του, Άννα, η οποία πέθανε έπειτα από λίγα χρόνια. Μετά, την ευθύνη για την ανατροφή του ανέλαβε ο παππούς του (χαλκωματάς στο επάγγελμα), ο οποίος μετακόμισε στον Καύκασο. Μετά και τον θάνατο του παππού του, ζούσε με τον μεγαλύτερο αδελφό του και τη νύφη του, αλλά, επειδή η συμπεριφορά τους δεν ήταν καλή, εγκατέλειψε το σπίτι του. Περιπλανήθηκε αρκετές ώρες στην ερημιά, με αποτέλεσμα να αποκοιμηθεί στα χιόνια. Για καλή του τύχη, από την περιοχή περνούσε ένα καραβάνι καμηλιέρηδων, οι οποίοι τον πήραν μαζί τους και αφού πέρασαν στην Τουρκία τον άφησαν σε έναν Τούρκο, ο οποίος τον κράτησε ως βοσκό. Κι εκεί ο μικρός Αθανάσιος στάθηκε τυχερός. Ο Τούρκος ήταν κρυπτοχριστιανός και μάλιστα είχε κτίσει μια μικρή εκκλησία κάτω από το σπίτι του.

Σύμφωνα με μαρτυρίες, ο Αθανάσιος μια μέρα είδε τρεις άντρες να ψέλνουν. Όταν όμως κινήθηκε προς το μέρος τους, αυτοί εξαφανίστηκαν.

Όταν επέστρεψε σπίτι του και διηγήθηκε στον αφεντικό του το περιστατικό, εκείνος τον πήγε στην εκκλησία. Ο Αθανάσιος, βλέποντας τις εικόνες, αναγνώρισε σε αυτή των Τριών Ιεραρχών τα πρόσωπα των ανδρών που έψελναν. Ο Τούρκος κρυπτοχριστιανός, αξιολογώντας τη στάση του παιδιού, τον συνόδευσε έως την Τιφλίδα. Εκεί ο Αθανάσιος συναντήθηκε με έναν θείο του, που ήταν επίσκοπος στην περιοχή.

 

Το 1917 εκάρη μοναχός στην Ιερά Μονή Ζωοδόχου Πηγής (Γεωργία), παίρνοντας το όνομα Συμεών, ενώ, όταν χειροτονήθηκε ιερομόναχος, ονομάστηκε Γεώργιος. Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, το μοναστήρι λεηλατήθηκε και καταστράφηκε, οι δε μοναχοί, όσοι δεν αρνήθηκαν την πίστη τους, θανατώθηκαν. Ο άγιος επίσης συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο. Αντιμετώπισε το εκτελεστικό απόσπασμα και σώθηκε εκ θαύματος, γιατί οι πρώτες σφαίρες στάθηκαν σε ένα εγκόλπιο με την εικόνα της Παναγίας που φορούσε στο στήθος, ενώ οι επόμενες, καθώς είχε πέσει κάτω, τον βρήκαν στα πόδια.

Την άλλη μέρα, οι παρ’ ολίγον εκτελεστές του τον μετέφεραν μαζί με άλλους πέντε που δεν είχαν πεθάνει στο νοσοκομείο της περιοχής και αφού έγιναν καλά τους άφησαν ελεύθερους. Λίγο αργότερα, ο Αθανάσιος συνελήφθη, αλλά και πάλι αφέθηκε ελεύθερος. Για να αποφύγει νέες περιπέτειες, άρχισε να περιπλανιέται σε διάφορες περιοχές, για να καταλήξει το 1929 στη Δράμα, αφού πρώτα επισκέφθηκε την Κατερίνη και το Κιλκίς. Εκεί του παραχωρήθηκε μια μικρή έκταση, όπου ίδρυσε το Μοναστήρι της Αναλήψεως του Σωτήρος.

Σήμερα, στη μονή ζουν 30 καλόγριες, οι οποίες ασχολούνται κυρίως με την αγιογραφία φορητών εικόνων, που ακολουθούν τη βυζαντινή παράδοση. Άλλες προσπαθούν να συνεχίσουν την παράδοση του χρυσοκεντήματος με εργόχειρα. Επίσης, υπάρχει πλεκτήριο και κηροπλαστείο. Ηγουμένη είναι η μοναχή Πορφυρία. 

Η Ιερά Μονή Αναλήψεως του Σωτήρος βρίσκεται βόρεια της Δράμας, δίπλα στο βουνό Φαλακρό, στο 13ο χιλιόμετρο της οδού Δράμας-Σιδηρόνερου.

 

 

Ποιος είναι ο π. Γεώργιος Καρσλίδης; Ο π. Γεώργιος γεννήθηκε στη Γεωργία της πρώην Σοβιετικής Ενώσεως. Από μικρό παιδί άρχισε να γνωρίζει θλίψεις και πόνους στη ζωή του. Άλλος στη θέση του θα απογοητευόταν, θα παραπονιόταν και θα λογάριαζε ως συνυπεύθυνο για τον φόρτο της δοκιμασίας του τον Ύψιστο. Ο π. Γεώργιος Καρσλίδης όμως μέσα από πρωτόφαντους διωγμούς προσφυγιάς, σωματικούς τραυματισμούς, στερήσεις και πόνους δεν έπαυσε να αγαπά και να δοξολογεί τον Εσταυρωμένο Λυτρωτή μέσα από την καρδιά του. Τριών χρόνων έμεινε πεντάρφανος. Έξι χρόνων τον καταδίωξε βάναυσα ο αδελφός του. Έφυγε, εξορίστηκε σε μια σπηλιά γεμάτη χιόνι. Αλλά δεν βγήκε από το στόμα του λέξη βλάσφημη.

Συχνά ακούγεται από στόματα απίστων και δυσπίστων μια αντίρρηση. Ναι, σου λένε, παλαιότερα υπήρχαν ιερείς φωτισμένοι και θαυματουργοί. Τώρα όμως υπάρχουν τέτοιοι; Η απάντηση της Εκκλησίας είναι ότι υπάρχουν, αλλά χρειάζεται ψάξιμο για να τους βρει κάποιος. Μαρτυρίες πνευματικών παιδιών του π. Γεωργίου αποδεικνύουν ότι ο π. Γεώργιος ήταν καλός ποιμήν, διότι τους έλεγε πράγματα που αποδείχθηκαν εκ των υστέρων προφητείες. Τους έλεγε, για παράδειγμα, ότι «θα έρθει καιρός που θα στείλει ο Κύριος αρρώστιες αθεράπευτες, ο κόσμος θα ψάχνει φάρμακα να θεραπευτεί και δεν θα βρίσκει».

Ο π. Γεώργιος ήταν ακόμη προικισμένος με πολλά θεϊκά χαρίσματα. Αυτό όμως δεν ήταν πιστευτό από όλους τους ιερείς. Ένας δε εξ αυτών, ο πνευματικός παπα-Χαράλαμπος, συνιστούσε στα πνευματικά του παιδιά να μην επισκέπτονται ούτε να συμβουλεύονται τον π. Γεώργιο. «Ήρθες επιτέλους, παπα-Χαράλαμπε;», του είπε κάποτε ο γέροντας μόλις τον αντίκρισε. Τότε ο παπα-Χαράλαμπος, έκπληκτος που τον γνώριζε χωρίς καν να τον έχει ξαναδεί και μετανοημένος για τη συμβουλή που είχε δώσει στα πνευματικά του τέκνα, έσκυψε και του φίλησε το χέρι (από το στόμα της Κλειώς Κων/δου).

Ο π. Γεώργιος, για να δυναμώνει την πίστη του ποιμνίου του, τους έλεγε ότι, αν έχουν πίστη, και στη φωτιά να πέσουν, δεν θα καούν, γιατί ο Θεός θα τους γλυτώσει. Μια Κυριακή πρωί, εθεάθη κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας να μην πατάει στη γη, αλλά να είναι μετάρσιος (από το στόμα του Περικλή Καζαντζίδη).

Ο π. Γεώργιος, ως Θεοφόρος και Θεόπτης, ήταν υπέρμαχος της Ορθόδοξης εκκλησιαστικής διδασκαλίας της εμψύχωσης του ανθρώπου «εξ άκρας συλλήψεως» (=δηλ. από την πρωταρχική στιγμή της συλλήψεως του ανθρώπινου εμβρύου υπάρχει σε αυτό ψυχή)· μιας διδασκαλίας που έχει διατυπωθεί δογματικά ως «Όρος Πίστεως» της Γ’ Οικουμενικής Συνόδου αναφορικά με τη Σύλληψη-Ενανθρώπηση του Θεανθρώπου Κυρίου. Γι’ αυτό και καταδικάζει το έγκλημα των αμβλώσεων.

Ο γέροντας, συμβουλεύοντας τα πνευματικά του παιδιά, τονίζει ότι πρέπει να νηστεύουν σωστά, γιατί η νηστεία είναι μια άσκηση για τον Χριστιανό. Είναι λάθος να νηστεύεις, έλεγε, μια εβδομάδα στην αρχή και μια εβδομάδα στο τέλος της νηστείας. Πάνω σ’ αυτό το θέμα ανέφερε μια μέρα και το εξής παράδειγμα: «Όταν είσαι πάνω σε μια γέφυρα και βρέχει δυνατά κι έχεις απλωμένο ένα σχοινί κι αρχίζεις να το μαζεύεις, επειδή βρέχεσαι, δεν το κόβεις για να φύγεις, αλλά περιμένεις να το μαζέψεις όλο, κι ας βρέχεσαι» (από το στόμα του Περικλή Καζαντζίδη).

Τόνιζε ακόμη ο π. Γεώργιος ότι οι ανάδοχοι δεν πρέπει να μαλώνουν και ότι ο κάθε Χριστιανός πρέπει να βαφτίσει το λιγότερο τρία παιδιά. Το καθήκον του νουνού, έλεγε, είναι να μαθαίνει στα βαφτιστικά του από μικρά να πηγαίνουν εκκλησία, να κοινωνούν τακτικά, να ακολουθούν τον σωστό δρόμο, να γίνουν καλοί άνθρωποι και Χριστιανοί (από το στόμα του Περικλή Καζαντζίδη).