Αρχική » Η Παναγία είναι το πέρασμα προς τον ουρανό

Η Παναγία είναι το πέρασμα προς τον ουρανό

από christina

 

 

Μέσα από τήν υμνολογία τής Εκκλησίας μας, η οποία δανείζεται εκφράσεις καί βασίζεται σέ γεγονότα τής Παλαιάς Διαθήκης, προεικονίζεται καί προτυπώνεται τό μυστήριο τής Υπεραγίας Θεοτόκου. Μεταξύ άλλων, οι υμνογράφοι τίς αποδίδουν τέσσερα μοναδικά χαρακτηριστικά. Τήν αποκαλούν κατοικητήριον τού Θεού, σκηνήν επουράνιον, έμψυχον ναόν τού Θεού καί πύλην του ουρανού.

Κατοικητήριο τού Θεού σημαίνει ότι τό πρόσωπό της φανερώνει τήν παρουσία τού Θεού, αφού η ίδια τόν φιλοξένησε στή μήτρα της καί ο Κύριος τήν αγίασε. Υπάρχει γιά νά δείχνει τίς συνεταγμένες τού Θεού, τόν τόπο Του, τήν παρουσία Του, καί όπως φαίνεται από τή φωτισμένη υπόδειξή της στήν Κανά τής Γαλιλαίας «ό,τι άν λέγη υμίν ποιήσατε» (Ιω. β΄ 5), υπάρχει γιά νά μάς προτρέπει στήν υπακοή τού Υιού της. Όποιος τήν βλέπει, βλέπει τόν Θεό.

Αποκαλείται όμως καί σκηνή τού Θεού, πού σημαίνει όχι απλώς τόπος διαμονής ή φανέρωσης τής παρουσίας τού Θεού, αλλά τόπος αναπαύσεώς Του. Τόπος πού πραγματικά ευαρέστησε στόν Θεό, ικανοποίησε τήν προαιώνια βουλή Του καί εξέφρασε τήν άπειρη αγάπη Του καί τό αιώνιο θέλημά Του.

Χαρακτηρίζεται επίσης καί ναός τού Θεού, πού σημαίνει ότι διά τής Θεοτόκου ο Θεός αποκαλύπτει τό μυστήριο, τά σημεία καί τά θαύματά Του, αυτά πού ξεπερνούν τή λογική μας, αυτά πού καταργούν τήν παχύτητα καί τή μικρότητά μας, αυτά πού φανερώνουν τήν άλλη λογική καί αποκαλύπτουν τήν άλλη ζωή, καταδεικνύουν έναν άλλον κόσμο από τόν κόσμο τής πτώσεως, έναν αληθινό κόσμο πέραν από τόν πραγματικό κόσμο, έναν κόσμο στόν οποίο καλείται ο καθένας μας νά μπεί μέσα καί νά ζήσει. Αυτό σημαίνει ότι στό πρόσωπό της εμπιστεύεται ο Θεός τά μυστικά του, καί αυτή τά μοιράζεται μέ τούς ανθρώπους.

Η Παναγία λοιπόν δείχνει τήν παρουσία τού Θεού, εκφράζει τό θέλημά Του καί αποκαλύπτει τό μυστήριό Του. Αυτά όλα δέν αποτελούν όμως προνόμια ή έστω δώρα πρός αυτήν, τά οποία αυτή τά κρατάει γιά τόν εαυτό της, αλλά χαρίσματα πού τά μοιράζεται μέ τήν Εκκλησία, δηλαδή μέ τόν κόσμο όλον, πού τής δόθηκαν γιά νά τά δίνει. Συνεπώς κάθε ένας πού μπορεί νά αποκαταστήσει μιά πνευματική σχέση καί επικοινωνία μέ τό πρόσωπο τής Θεοτόκου δέν γνωρίζει μόνον τήν Παναγία, αλλά κυρίως εισέρχεται στόν γνόφο τής παρουσίας, τού θελήματος καί τού μυστηρίου τής Τριαδικής θεότητος.

Τέλος, η Παναγία είναι καί πύλη. Αυτό σημαίνει ότι είναι πέρασμα πρός τόν ουρανό. Ο πόθος τού κάθε πιστού είναι νά γίνει ουράνιος άνθρωπος, «ημών τό πολίτευμα εν ουρανοίς υπάρχει» (Φιλιπ. γ΄ 20), «τά άνω ζητούμεν, τά άνω φρονούμεν» (Κολ. γ΄ 1,2). Η πύλη διά τής οποίας κανείς εισέρχεται σέ αυτήν τήν ουράνια κατάσταση, στή βασιλεία τού Θεού, είναι τό πρόσωπο τής Υπεραγίας Θεοτόκου. Όπως γιά νά εισέλθουμε σέ έναν χώρο χρειάζεται οπωσδήποτε μία πόρτα, έτσι καί στό μυστήριο τού Θεού δέν εισερχόμεθα από τόν τοίχο τής λογικής, ούτε από τήν παγίδα τού εμπαθούς βίου αλλά από τήν κεντρική είσοδο τού Θεομητορικού προσώπου. Τό ηθικό πρότυπό της, η προσφυγή στή μητρική προστασία της, οι πρεσβείες της, η χάρις της, η μυστική σχέση μαζί της διευκολύνουν τήν ψυχή νά εισέλθει στόν χώρο τού Θεού.

Αυτή η σχέση μέ τό πρόσωπο τής Θεοτόκου εκφράζεται πληθωρικά μέσα από τίς τόσο δημοφιλείς στούς Ορθοδόξους ακολουθίες τών δύο Παρακλητικών Κανόνων καί τού Ακαθίστου Ύμνου. Οι δύο πρώτες υπογραμμίζουν τή μετοχή τής Θεοτόκου στίς καθημερινές ανάγκες τής ζωής, ενώ η άλλη αποτελεί δοξολογική προσευχή πού μάς βοηθεί νά γίνουμε κοινωνοί τής αιώνιας δόξας της. Οι Παρακλήσεις τήν φέρνουν κοντά μας, ενώ οι Χαιρετισμοί μάς ανεβάζουν κοντά της.

Στούς Παρακλητικούς Κανόνες εκφράζεται η αμεσότητα τής σχέσης τών πιστών μέ τήν Θεοτόκο καί η βαθειά της κατανόηση τής ανθρώπινης φύσης, η ανάγκη τής προστασίας της σέ περιστάσεις κινδύνων, θλίψεων, ασθενειών, αναγκών καί συμφορών. Η παράδοση καί εμπειρία τής Εκκλησίας επιβεβαιώνει τή δύναμη τών προσευχών καί τών πρεσβειών της, καθόσον «πολλά ισχύει δέησις Μητρός πρός ευμένειαν Δεσπότου». Οι πρεσβείες της στηρίζουν τόν αγώνα τής σωτηρίας μας όσο ίσως τίποτε άλλο, γι’ αυτό καί στίς λειτουργίες μας αυτές επικαλούμαστε, ψάλλοντας: «ταίς πρεσβείες τής Θεοτόκου, Σώτερ, σώσον ημάς».

Μέ τήν άκολουθία τών Χαιρετισμών, ομολογούμε τό μυστήριο τής εκ παρθένου γεννήσεως τού Χριστού, πού όμως ούτε νά τό κατανοήσουμε μπορούμε ούτε νά τό περιγράψουμε ούτε νά τό εξηγήσουμε «Ιλιγγιά δέ νούς άπας σού τόν τόκον νοείν». Αυτό όμως, αντί νά σκανδαλίζει τή σκέψη, ταπεινώνει τήν καρδιά καί γεννά θαυμασμό καί ευγνωμοσύνη πρός τόν Κύριο γιά τή σοφία, τήν αγάπη Του καί τήν άκρα συγκατάβασή Του. Μέ άλλα λόγια, ζώντας κανείς τό μυστήριο τής Υπεραγίας Παρθένου, ομολογεί τό μυστήριο Τού Τριαδικού Θεού.

Εύχομαι νά δώσει ο Θεός η Παναγία νά αποτελέσει καί τήν δική μας μητέρα στήν καθημερινή μας ζωή, τόν αρωγό τής σωτηρίας μας, τήν παραμυθία, τόν συμπαραστάτη καί ταυτόχρονα τό πρόσωπο αυτό πού θά μάς αποκαλύπτει διαρκώς τήν αλήθεια τού Θεού.

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ