Αρχική » Υπατία: Μια δολοφονία που εξελίχθηκε σε μύθο

Υπατία: Μια δολοφονία που εξελίχθηκε σε μύθο

από kivotos

Του Γιώργη Μυλωνά

 

 

Ημερίδα για την Υπατία, τη φιλόσοφο, μαθηματικό και αστρονόμο πραγματοποιήθηκε πριν από το καλοκαίρι στην Αθήνα, όπου κλήθηκε να συμμετάσχει και ο διάσημος για τις αθεϊστικές του απόψεις Ρίτσαρντ Ντόκινς. Ο Βρετανός βιολόγος, γνωστός για το βιβλίο του «Η περί Θεού αυταπάτη», φέρει τον τίτλο του «ευαγγελιστή του αθεϊσμού», καθώς ταξιδεύει ανά τον κόσμο κηρύσσοντας ότι η θρησκεία είναι μια αρνητική δύναμη, που στέκεται εμπόδιο στον ορθολογισμό, στα ατομικά δικαιώματα και στην πρόοδο.

Η Μητρόπολη Πειραιά εξέδωσε σχετική ανακοίνωση διά του Γραφείου Αιρέσεων και Παραθρησκειών τόσο για την εκδήλωση όσο και για τον ξένο ομιλητή.

Ανεξάρτητα από την επιχειρηματολογία του εν λόγω βιολόγου, είναι σαφές ότι η Υπατία δεν τροφοδοτεί μόνο τη φιλολογία των νεο-ειδωλολατρών ή νεο-παγανιστών εναντίον του χριστιανισμού∙ πιο επικίνδυνο ακόμη είναι ότι έχει καταστεί ιδεολογική «σημαία» του μακραίωνου, δήθεν αγώνα που δίνει η Επιστήμη εναντίον της Πίστης. Έχει επικρατήσει στη συνείδηση του κοινού μια φαντασιακή εικόνα για την Υπατία, κυρίως μέσω της αυθαιρεσίας της λογοτεχνίας από δημιουργούς όπως ο Βολταίρος και πιο πρόσφατα από τη μεταφορά της στην κινηματογραφική ταινία «Agora». Δεν γράφεται όμως η Ιστορία με φανταστικές διηγήσεις. Γι’ αυτό ας δούμε τα γεγονότα, όπως τουλάχιστον αποκαλύπτονται μέσα από τις πηγές.

 

 

Έχει επικρατήσει στη συνείδηση του κοινού μια φαντασιακή εικόνα για την Υπατία, κυρίως μέσω της αυθαιρεσίας της λογοτεχνίας και πιο πρόσφατα από τη μεταφορά της στην κινηματογραφική ταινία «Agora»

 

 

 

Τεχνάσματα

Η Υπατία γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια τον 4ο αιώνα μ.Χ. και πέθανε στην ίδια πόλη το 415. Στη βιβλιογραφία, οι χρονολογίες γέννησης που συναντάμε είναι δύο: το 370, με πιο πιθανή την περίοδο 355/360 μ.Χ. Ένα από τα κύρια τεχνάσματα που χρησιμοποιήθηκαν από τους συγγραφείς ώστε να εγείρουν τη μέγιστη δυνατή συμπάθεια προς το πρόσωπό της ήταν να προβάλουν τη νεότητα, την ομορφιά ή τον υποτιθέμενο ερωτισμό της. Η πραγματικότητα όμως είναι πολύ διαφορετική.

Το έτος γέννησης που γίνεται αποδεκτό για την Υπατία, σε κάθε περίπτωση, φανερώνει ότι το 415 δεν μαρτύρησε ένα παιδί-θαύμα ή μια νεαρή κοπέλα, όπως αυτή που πρωταγωνιστεί στην ταινία, αλλά μια ώριμη κυρία. Όπως σημειώνει ο καθηγητής Στυλιανός Παπαδόπουλος, αν και η μυθιστορία «θέλει νέα και θελκτική την Υπατία», στην πραγματικότητα εκείνη «ήταν τότε εξήντα ετών και ζούσε λιτά, σχεδόν ασκητικά», έχοντας μάλιστα «αρνηθεί τη θηλυκότητά της ως εμπόδιο στην πνευματική της εργασία». 

 

Το έργο της

Κόρη του Αλεξανδρινού μαθηματικού και αστρονόμου Θέωνα, η Υπατία, σύμφωνα με τον σύγχρονό της, εκκλησιαστικό συγγραφέα Σωκράτη, «ανέλαβε τη νεοπλατωνική σχολή που είχε ιδρύσει ο Πλωτίνος και έδινε φιλοσοφικές διαλέξεις σε όλους εκείνους που ήθελαν να την ακούσουν». Και συνεχίζει: «Έφτασε σε τέτοια ύψη ευρυμάθειας, ώστε ξεπέρασε όλους τους φιλοσόφους της εποχής της».

Στην πραγματικότητα, οι φιλόσοφοι του τέλους του 4ου και των αρχών του 5ου αιώνα που αναφέρονται στις πηγές φαίνονται να έχουν περάσει στην αφάνεια. Σύμφωνα με το λεξικό Σούδα, η Υπατία έγραψε σχόλια στην «Αριθμητική» του Διοφάντη του Αλεξανδρέως, στα «Κωνικά» του Απολλώνιου από την Πέργη και στον αστρονομικό κανόνα του Πτολεμαίου. Αυτά τα έργα χάθηκαν, αλλά οι τίτλοι τους, σε συνδυασμό με τις επιστολές του μαθητή της, Συνέσιου, ο οποίος τη συμβουλευόταν για θέματα όπως η κατασκευή ενός αστρολάβου, δείχνουν ότι είχε αφοσιωθεί ιδιαίτερα στην αστρονομία και στα μαθηματικά, ενώ η ύπαρξη κάποιων αυστηρά φιλοσοφικών έργων της είναι άγνωστη. Ο Δαμάσκιος από τη Δαμασκό διατύπωσε γι’ αυτήν κρίσεις μάλλον περιφρονητικές. Καθώς γνωρίζουμε ότι τα μαθηματικά έργα της Υπατίας είχαν μεγάλη δημοτικότητα μεταξύ των επόμενων γενεών των μαθητών της, στην αναφορά του για τη ζωή της ο Δαμάσκιος χρησιμοποιεί αυτό το γεγονός για να τη μειώσει ως διανοούμενη και να υπαινιχθεί ότι ήταν μια συνηθισμένη λογία.

 

Τι λένε οι πηγές

Η περίφημη θρησκευτική αντίθεση που διατυπώνεται στον θρύλο της Υπατίας δεν βρίσκει σοβαρά ερείσματα στις πηγές: «Οι χριστιανοί την εκτιμούσαν» και η διάσημη φιλόσοφος «απολάμβανε γενικής εκτίμησης και σεβασμού» («πάντες… αυτήν ηδούντο και κατεπλήττοντο»), ενώ «η παρθενία της Υπατίας τη φέρνει πλησιέστερα προς τις άγιες χριστιανές γυναίκες παρά στις παγανίστριες, που συνήθως παντρεύονταν». Ο χριστιανός Σωκράτης «επαινεί την Υπατία για την παιδεία της (…) όπως ο παλαιός μαθητής της, Συνέσιος», χριστιανός και αυτός.

Οι πληροφορίες λένε ότι η Υπατία έχαιρε εκτίμησης από τους χριστιανούς· «αν και εκτός εκκλησίας, συζητούσε πάντα ελεύθερα με τους αξιωματούχους της πόλης όταν τους συναντούσε καθώς διέσχιζε τους δρόμους ή όταν τους φιλοξενούσε στο σπίτι της. Κανένας άνθρωπος της εκκλησίας δεν την παρενοχλούσε σε αυτό το θέμα και δεν σχολίαζε τον τρόπο της ζωής της, ο οποίος ήταν γνωστός σε όλους. Η πολιτική ανεξαρτησία της, που εκδηλωνόταν καθαρά στα δημόσια μέρη, ήταν σεβαστή από όλους. Ο κόσμος ήξερε ότι η σοφία, η πολυμάθεια και οι ηθικές αρχές της έκαναν τους άρχοντες να επιζητούν τις συμβουλές της».

Σε κάθε περίπτωση, ο Άγιος Κύριλλος, επίσκοπος τότε Αλεξανδρείας, που έχει κατηγορηθεί ως ηθικός αυτουργός της δολοφονίας της, «ήταν δύσκολο να επιτεθεί ή να καταδιώξει την Υπατία με πρόσχημα τον παγανισμό της, επειδή, αντίθετα με τους συγχρόνους συναδέλφους της, δεν ήταν δραστήρια και αφοσιωμένη παγανίστρια. Δεν πήγαινε στα ειδωλολατρικά ιερά και δεν αντιδρούσε στη μετατροπή τους σε χριστιανικές εκκλησίες. Στην πραγματικότητα, συμπαθούσε τον χριστιανισμό και προστάτευε τους χριστιανούς μαθητές της. Με την ανεξιθρησκία της και την πλήρη αντίληψη των μεταφυσικών ερωτημάτων, τους βοηθούσε να επιτύχουν πνευματική και θρησκευτική πληρότητα. Δύο από αυτούς έγιναν επίσκοποι. Οι ειδωλολάτρες και οι χριστιανοί που σπούδαζαν μαζί της είχαν φιλικές σχέσεις μεταξύ τους».

Στην πραγματικότητα, συμπαθούσε τον χριστιανισμό και προστάτευε τους χριστιανούς μαθητές της

Για την τελευταία πράξη του δράματος, τα αίτια της δολοφονίας και τους άμεσα υπεύθυνους, γράφει ο ιστορικός Σωκράτης: «Περνούσε (η Υπατία) πολλές ώρες μαζί με τον Ορέστη (διοικητή της πόλης) και αυτό προκάλεσε συκοφαντίες προς τους ανθρώπους της εκκλησίας, ότι εκείνη ήταν η αιτία που εμπόδιζε τον Ορέστη να δημιουργήσει φιλικές σχέσεις με τον επίσκοπο (Κύριλλο Αλεξανδρείας). Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξαν ορισμένοι από αυτούς που τη μισούσαν, τους οποίους κατηύθυνε κάποιος Πέτρος… Την παρακολούθησαν λοιπόν όταν γύριζε από κάπου, την τράβηξαν έξω από την άμαξά της και την έσυραν στην εκκλησία που ονομαζόταν Καισάρειον. Έσκισαν τα φορέματά της και μετά τη σκότωσαν με θραύσματα κεραμικών (όστρακα)».

 

«Ο Κύριλλος δεν είχε καμμίαν ανάμιξιν εις το επεισόδιον»

Σύμφωνα με την πλειονότητα των ερευνητών, τα αίτια ήταν καθαρά πολιτικά και ο φόνος της Υπατίας ήταν η τραγική κατάληξη μιας σύγκρουσης που «είχε να κάνει με την πολιτική ζωή της Αλεξάνδρειας». Η Υπατία δεν διώχθηκε για τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές της ιδέες. Η πόλη υπέφερε από τις έριδες και ο όχλος ήταν βέβαιος ότι η επιρροή της επιδείνωνε τη διαμάχη, ενώ πίστευε ότι, αν έβγαινε από τη μέση, θα μπορούσε να επιτευχθεί η συμφιλίωση.

Έτσι, τη δολοφόνησαν με δική τους πρωτοβουλία, όχι ως εχθρό της πίστης, αλλά ως ένα υποτιθέμενο εμπόδιο στην εύρυθμη λειτουργία της πόλης.

 

Ο φόνος της Υπατίας ήταν η τραγική κατάληξη μιας σύγκρουσης που «είχε να κάνει με την πολιτική ζωή της Αλεξάνδρειας»

Για τον καθηγητή Παναγιώτη Χρήστου, «είναι φανερόν ότι ο Κύριλλος δεν είχε καμμίαν ανάμιξιν εις το επεισόδιον, διότι, αν συνέβαινε κάτι παρόμοιον, και ο Σωκράτης θα το ανέφερε ρητώς και οι μετέπειτα αντίπαλοί του Νεστοριανοί δεν θα παρέλειπαν να το χρησιμοποιήσουν ως όπλον εναντίον του».

Το γεγονός στερείται κάθε ουσιαστικής αποδείξεως που να συνδέει άμεσα τον Άγιο Κύριλλο με το επεισόδιο, αποφαίνεται και ο Γεώργιος Φλορόφσκυ, ενώ ο J.M. Rist συμφωνεί: «Δεν φαίνεται να υπάρχει λόγος να εμπλακεί ο Κύριλλος στον φόνο αυτόν καθαυτό». Σύμφωνα με τον Στυλιανό Παπαδόπουλο, η ευθύνη του Κύριλλου, «αν υπάρχει, πρέπει να περιορισθεί στο ότι δεν κατόρθωσε ν’ απομονώσει ή ν’ αποθαρρύνει τους φανατικούς χριστιανούς».

Ίσως γι’ αυτό ο ιστορικός Σωκράτης εύστοχα κατηγορεί για στάσεις την πόλη και το εκρηκτικό της κλίμα συνολικά και όχι μόνο μια μερίδα του πληθυσμού. Ο όχλος της Αλεξάνδρειας δεν ευθύνεται μόνο για τον φριχτό θάνατο της Υπατίας, αλλά και για τον εξίσου φριχτό θάνατο του επισκόπου Γεωργίου επί βασιλείας Ιουλιανού, το 361, όπως και για τη δολοφονία του Πατριάρχη Προτερίου το 457. Σε όλες τις περιπτώσεις, «τα πτώματά τους, όπως έγινε και με την Υπατία, σύρθηκαν μέσα σε ολόκληρη την πόλη και μετά παραδόθηκαν στην πυρά», ενώ οι υπεύθυνοι διέφυγαν την τιμωρία, κάτι που «συμβαίνει συχνά σε περιπτώσεις ταραχών».

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ