Στη Μαίρη Ορφανίδη

 

«Το θέμα της εκκλησιαστικής περιουσίας, που είναι ένας μύθος, όπως και το θέμα του λεγομένου “χωρισμού Εκκλησίας και Πολιτείας” τα χρησιμοποιούν διάφοροι κομματικοί μηχανισμοί για να διαφοροποιούνται ιδεολογικά, όταν σε όλα τα άλλα θέματα -κοινωνικά, πολιτικά, ευρωπαϊκά- δεν μπορούν να τεθούν διαχωριστικές γραμμές από τις κεντροδεξιές και κεντροαριστερές πολιτικές δυνάμεις». Τη θέση αυτή διατυπώνει σε συνέντευξή του στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας» ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος. Παράλληλα, για το θέμα της ανέγερσης τζαμιού επισημαίνει ότι «κανείς δεν μπορεί να απαγορεύσει στους πιστούς μιας γνωστής θρησκείας, όπως είναι το Ισλάμ, να ασκούν ελεύθερα τα θρησκευτικά τους καθήκοντα».

 

Σε ποιες δράσεις έχει προχωρήσει η Μητρόπολή σας στο πλαίσιο της οικονομικής κρίσης, που μαστίζει τη χώρα μας;

Η Ιερά Μητρόπολή μας, όπως και όλες οι Ιερές Μητροπόλεις, δεν περίμενε την οικονομική κρίση που ενέσκηψε τα τελευταία χρόνια για να δραστηριοποιηθεί, αλλά πάντοτε είμαστε ευαίσθητοι στον ανθρώπινο πόνο και ανταποκρινόμαστε όσο μπορούμε στην αγωνία των ανθρώπων.

Στο πλαίσιο αυτό ιδρύσαμε εδώ και 20 χρόνια τους Συνδέσμους Αγάπης σε βασικούς Ιερούς Ναούς της Μητροπόλεως, στους οποίους δραστηριοποιούνται οι γυναίκες των ενοριών και οι οποίοι Σύνδεσμοι προσφέρουν πολλά στον φιλανθρωπικό τομέα, ιδιαίτερα τον τελευταίο καιρό. Πάντοτε υπάρχουν οικονομικά ενδεείς.

Οι ανάγκες με τις οποίες έρχονται αντιμέτωποι οι Σύνδεσμοι Αγάπης των Ενοριών της Ναυπάκτου είναι πολλές, ποικίλες και κάποιες φορές μεγάλες. Οι λεπτομερείς απολογισμοί του έργου τους γίνονται στις αρχές κάθε έτους. Εδώ να σημειώσουμε απλώς ότι συνεχίζεται σε καθημερινή βάση η προσφορά τους σε ανθρώπους και οικογένειες που χρήζουν άμεσης βοήθειας και στήριξης. Έτσι, παρασκευάζουν φαγητά, φροντίζουν ηλικιωμένους και ανήμπορους στα σπίτια τους, πληρώνουν ανεξόφλητους λογαριασμούς και φροντιστήρια παιδιών από άπορες οικογένειες, διεκπεραιώνουν υποθέσεις ανθρώπων που αδυνατούν να κάνουν κάτι τέτοιο κ.λπ.

Η λειτουργία τους βασίζεται κυρίως σε προσφορές των μελών τους, που γνωρίζουν το έργο τους και δραστηριοποιούνται σε αυτό. Μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας, το έργο τους ενισχύεται κατά περίσταση και από διαφόρους οργανισμούς και εταιρείες.

Οι Σύνδεσμοι διαθέτουν πλήρη στοιχεία των οικογενειών που ενισχύουν με δικά τους αποθέματα, όπως ακριβώς προαναφέρθηκε, ή μέσω των εκτάκτων ενισχύσεων και προγραμμάτων.

Επίσης, λειτουργεί το Γενικό Φιλόπτωχο Ταμείο της Μητροπόλεως και το Ταμείο Ευποιίας του Μητροπολίτου, που προσφέρουν βοήθεια σε συνανθρώπους μας που καθημερινά ζητούν βοήθεια και σε φοιτητές. Για παράδειγμα, πρόσφατα αναλάβαμε άμεσα, χωρίς διατυπώσεις, ως Μητρόπολη τη σίτιση νεαρών κρατούμενων προσφύγων στη Ναύπακτο για τους οποίους δεν επαρκούσε το προβλεπόμενο κρατικό σιτηρέσιο.

 

Ποια είναι η άποψή σας για το θέμα που προέκυψε με το μάθημα των Θρησκευτικών και πώς σκέφτεται η Εκκλησία να κινηθεί στον διάλογο που έχει ξεκινήσει;

Το θέμα του μαθήματος των Θρησκευτικών αποτέλεσε αφορμή παραπληροφόρησης. Όμως, και εσείς λέτε ότι είναι μάθημα Θρησκευτικών και όχι μάθημα εκκλησιαστικό ή κατηχητικό ή ομολογιακό. Το μάθημα όπως διδασκόταν μέχρι τώρα ήταν γνωσιολογικό, πολιτιστικό με θρησκειολογική προοπτική και όχι κατηχητικό. Εγώ απορούσα που άκουγα τον τότε υπουργό να ισχυρίζεται ότι το μάθημα που διδασκόταν μέχρι τώρα οι μαθητές ήταν κατηχητικό-ομολογιακό.

Επίσης, το νέο Πρόγραμμα Σπουδών που εισήχθη στα σχολεία με υπουργική απόφαση δεν είναι θρησκειολογικό, αλλά κυρίως διαθρησκειακό, και άλλοι το χαρακτηρίζουν συγκρητιστικό. Δεν έχει μια ιστορική διάρθρωση, δεν εκτίθενται τα θέματα με επαγωγικό και επιστημονικό τρόπο κ.λπ. Σε μερικές περιπτώσεις είναι βιωματικό και ομοιάζει με «κατηχητικό» όλων των θρησκειών.

Ήδη συγκροτήθηκε Επιτροπή Διαλόγου από πλευράς Εκκλησίας και θα καθορίσει την όλη στρατηγική, για αυτό δεν γνωρίζω ακόμη τι θα γίνει. Πάντως, η ομόφωνη απόφαση της Ιεραρχίας είναι ότι πρέπει να γίνουν διορθώσεις στο παλαιό αναλυτικό πρόγραμμα και να προστεθούν περισσότερα θρησκειολογικά στοιχεία, χρησιμοποιώντας και τα καλά στοιχεία του νέου προγράμματος.

 

Ποια είναι η θέση σας για την ανέγερση μουσουλμανικού τεμένους, ένα θέμα που φαίνεται να δημιουργεί κάποιες τριβές ακόμη μέσα στην ίδια την Ιεραρχία.

Η Εκκλησία έχει αποφασίσει για το θέμα αυτό στο παρελθόν (3/4/2006): «Κανείς δεν μπορεί να απαγορεύσει στους πιστούς μιας γνωστής θρησκείας, όπως είναι το Ισλάμ, να ασκούν ελεύθερα τα θρησκευτικά τους καθήκοντα. Άλλωστε, η ελευθερία της λατρείας αποτελεί ειδικότερη έκφανση συνταγματικά κατοχυρωμένης θρησκευτικής ελευθερίας. Ζούμε σε μια δημοκρατική χώρα, η οποία οφείλει να δείχνει -και δείχνει- σεβασμό και ανοχή στη διαφορετικότητα. Εάν και εφόσον η Πολιτεία, διά των αρμόδιων φορέων της, θέσει στην Εκκλησία το ζήτημα της χωροθέτησης του ισλαμικού τεμένους, η Εκκλησία θα εκφέρει τη γνώμη της. Όμως, το όλο ζήτημα είναι σαφώς ζήτημα της αποκλειστικής αρμοδιότητας της Πολιτείας».

Τελευταία, με τα όσα γίνονται με τους πρόσφυγες -ή μάλλον τους μετανάστες- υπάρχει έντονος προβληματισμός σε πολλά μέλη της Εκκλησίας. Η Εκκλησία προσφέρει την αγάπη της σε όλους τους ανθρώπους, κάθε φυλής, θρησκείας και γλώσσας, γιατί κάθε άνθρωπος είναι δημιούργημα του Θεού. Κανένας άνθρωπος δεν είναι δημιούργημα κάποιου κατώτερου Θεού. Είμαστε αντιρατσιστές. Άλλωστε, η Εκκλησία απλώνεται σε όλο τον κόσμο.

Ο προβληματισμός για το θέμα αυτό πρέπει να είναι προβληματισμός της Πολιτείας, μήπως μέσα από τη βίαιη μετακίνηση των πληθυσμών προωθούνται η βία, ο φανατισμός, ο κοινωνικός και θρησκευτικός ρατσισμός. Σε μια Δημοκρατία πρέπει να συνδυάζεται η ελευθερία με την υπευθυνότητα, γιατί ελευθερία χωρίς υπευθυνότητα εξελίσσεται σε αναρχία.

 

Οι σχέσεις μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας σήμερα;

Τα λεγόμενα θέματα Εκκλησίας και Πολιτείας δυστυχώς χρησιμοποιούνται κατά καιρούς για ιδεολογικούς και πολιτικούς λόγους. Ήδη από τη δεκαετία του ’80 συγκροτήθηκε κοινή Επιτροπή Διαλόγου Εκκλησίας και Πολιτείας, προκειμένου να οριοθετηθούν καλύτερα οι σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας, και ύστερα από 36 πολύωρες συνεδριάσεις αποφασίσθηκε ένα σχέδιο νόμου με πολύ καλές προοπτικές. Αλλά αυτό παραμένει σε κάποια υπουργικά συρτάρια, δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Αυτό μπορεί να βρεθεί και να συζητηθεί. Είναι αποτέλεσμα συναποφάσεως Εκκλησίας και Πολιτείας. 

Εμείς δεν φοβόμαστε την καλύτερη οριοθέτηση των σχέσεων μεταξύ εκκλησιαστικής και πολιτικής διοίκησης, αλλά προβληματιζόμαστε για την προσπάθεια διάσπασης έθνους και Εκκλησίας, που προέρχεται από διάφορους κύκλους, την προσπάθεια αλλοιώσεως του πολιτισμού της χώρας μας και την κατά συνέπεια διατάραξη του κοινωνικού ιστού, για χάρη ιδεολογικών σκοπών. Αυτό είναι όντως τραγικό.

Δεν φοβόμαστε την καλύτερη οριοθέτηση των σχέσεων μεταξύ εκκλησιαστικής και πολιτικής διοίκησης, αλλά προβληματιζόμαστε για την προσπάθεια διάσπασης έθνους και Εκκλησίας

Τι απαντάτε σε αυτούς που σε τακτά χρονικά διαστήματα ανοίγουν το θέμα της εκκλησιαστικής περιουσίας και τι κινήσεις κάνει η Εκκλησία προκειμένου να μπορέσει να εκμεταλλευτή η ίδια την περιουσία της;

Η Εκκλησία, άλλοτε με τη θέλησή της, άλλοτε παρά τη θέλησή της, έχει στερηθεί για κοινωνικούς και εθνικούς σκοπούς το 96% της περιουσίας της. Από το 4% που διαθέτει σήμερα, το 3% είναι κατά διαφόρους τρόπους δεσμευμένο και δεν μπορεί να το αξιοποιήσει. Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος γνωρίζει πολύ καλά το θέμα αυτό και έχει δώσει ικανά επιχειρήματα, καταγεγραμμένα σε βιβλία, τα οποία δυστυχώς δεν εισακούονται.

Φαίνεται ότι το θέμα της εκκλησιαστικής περιουσίας, που είναι ένας μύθος, όπως και το θέμα του λεγόμενου «χωρισμού Εκκλησίας και Πολιτείας» τα χρησιμοποιούν διάφοροι κομματικοί μηχανισμοί για να διαφοροποιούνται ιδεολογικά, όταν σε όλα τα άλλα θέματα -κοινωνικά, πολιτικά, ευρωπαϊκά- δεν μπορούν να τεθούν διαχωριστικές γραμμές από τις κεντροδεξιές και κεντροαριστερές πολιτικές δυνάμεις.

 

Ποια είναι η γνώμη σας για την εκπαίδευση των προσφυγόπουλων;

Αυτό είναι έργο της Πολιτείας, η οποία έχει καθήκον να προσφέρει παιδεία στα παιδιά που βρίσκονται στην Ελλάδα, για να αναπτυχθούν. Υπάρχουν στενοί δεσμοί μεταξύ Δημοκρατίας και μορφώσεως. Χωρίς προσφορά μορφώσεως, δεν υπάρχει αληθινή Δημοκρατία. Όταν, όμως, κάνουμε λόγο για Πολιτεία, εννοούμε μια Πολιτεία που έχει όραμα και σκοπό, μέθοδο και προγραμματισμό και όχι μια Πολιτεία που ενεργεί ευκαιριακά.

Κάθε δημοκρατικό πολίτευμα δεν διακρίνεται μόνον για την ελευθερία και την προσφορά ουσιαστικής βοήθειας σε βασανισμένους ανθρώπους, αλλά ενισχύει και το ανοσολογικό σύστημα του οργανισμού της κοινωνίας μας, ώστε να μην αποδομηθεί η ίδια η κοινωνία.

Πάντως, τα προσφυγόπουλα είναι θύματα των Μεγάλων Δυνάμεων και χρειάζονται προστασία, ώστε να μη γίνονται θύματα και των ομοεθνών τους, ούτε να εξελιχθούν σε αυριανούς θύτες των δημοκρατικών κοινωνιών, γιατί έτσι αναπαράγεται η βία.