Η Αγία Αναστασία γεννήθηκε από πατέρα ειδωλολάτρη και μητέρα Χριστιανή. Ο πατέρας Πρετέξτατος ήταν από τους ισχυρούς προύχοντες κατά τη ρωμαϊκή εποχή, ενώ η μητέρα της, Φλαβία, άνθρωπος χαμηλών τόνων και καλή Χριστιανή. Ήταν δε αυτή που έπαιξε σημαντικό ρόλο στο να βαπτιστεί η κόρη της Χριστιανή και να μεγαλώσει με τις αρχές του Χριστιανισμού. Η Αναστασία στάθηκε ιδιαίτερα τυχερή, αφού την ανατροφή της ανέλαβε ο μετέπειτα μάρτυρας Χρυσόγονος.

Όμως οι καλές μέρες πέρασαν όταν μεγάλωσε και ο πατέρας της την ανάγκασε να παντρευτεί τον Ρωμαίο ειδωλολάτρη Πόπλιο. Εκείνη απέφευγε να έχει κάθε σαρκική επαφή μαζί του, με τον Πόπλιο να ξοδεύει την περιουσία της χωρίς σκοπό και να την πιέζει να αλλάξει την πίστη της. Βλέποντας ότι η γυναίκα του δεν άλλαζε θρησκεία, την έκλεισε στη φυλακή, όπως και τον δάσκαλό της, τον Χρυσόγονο, τον οποίο φυλάκισε ο Διοκλητιανός στη Νικομήδεια. Όταν ο Πόπλιος πήγε στην Περσία ως πρέσβης, τον συνόδευσε και η Αναστασία. Όμως εκείνος πέθανε ξαφνικά, οπότε η Αναστασία ελευθερώθηκε.

Έχοντας καλή γνώση της φαρμακολογίας, ανέπτυξε πλούσια δράση. Η Εκκλησία για τον λόγο αυτό την ονόμασε Φαρμακολύτρια, επειδή θεράπευε τους πάσχοντες, οι οποίοι κατέφευγαν σε μάγισσες και κομπογιαννίτες. Η Αναστασία δεν ξέχασε ποτέ τον δάσκαλό της, Χρυσόγονο, ο οποίος προκάλεσε την οργή του Διοκλητιανού, καθώς μιλούσε στους φυλακισμένους και τους έφερνε κοντά στον Χριστό. Μετά από φρικτά βασανιστήρια, διέταξε να τον φέρουν μπροστά του και να τον αποκεφαλίσουν σε ερημική περιοχή, όπου ζούσε ο ιερομόναχος Ζωίλος. Το λείψανο του Χρυσόγονου το παρέλαβε η Αναστασία, αλλά μόλις αυτό έγινε γνωστό στον Διοκλητιανό, διέταξε να την ανακρίνουν.

Κατά την ανάκριση, η Αναστασία δεν υποχώρησε. Ο ανακριτής χρησιμοποίησε, σύμφωνα με την παράδοση, κάθε μέσο, με αποτέλεσμα στο τέλος να τυφλωθεί και λίγο αργότερα να πεθάνει μέσα σε φρικτούς πόνους. Μετά τον θάνατό του, η Αναστασία και πάλι αποφυλακίστηκε.

Από εκείνη τη στιγμή άρχισε με περισσότερο πάθος να επισκέπτεται τις φυλακές, να κηρύττει τον λόγο του Χριστού και να εμψυχώνει τους φυλακισμένους. Στήριξε δεκάδες κρατουμένους, όπως και τη μάρτυρα Θεοδότη, την οποία ο αυτοκράτορας βασάνισε και σκότωσε μαζί με τα παιδιά της.

Σειρά είχε τώρα η Αναστασία. Σε μια προσπάθεια να μεταπειστεί, έβαλαν σε μία βάρκα 20 συγκρατουμένους της ειδωλολάτρες και έναν Χριστιανό. Οι στρατιώτες τρύπησαν τη βάρκα, αλλά -σύμφωνα πάντα με την παράδοση- στο τιμόνι της βρέθηκε η Θεοδότη, η οποία την οδήγησε στον γιαλό. Οι ειδωλολάτρες πίστεψαν και μετά από αυτό ο έπαρχος διέταξε να τους αποκεφαλίσουν. Τη δε Αναστασία διέταξε να την κάψουν ζωντανή. Ηταν 22 Δεκεμβρίου.