Συνέρχεται την Τετάρτη 8η και την Πέμπτη 9η Μαρτίου 2017, σε έκτακτη Σύγκλησή Της, η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος στην αίθουσα των Συνεδριών του Συνοδικού Μεγάρου. Το πρωί της Τετάρτης,ξεκίνησαν οι εργασίες της Συνεδριάσεως με εναρκτήρια Ιερά Ακολουθία στο Μέγα Συνοδικό.

Στη συνέχεια ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, Πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας, προσεφώνησε  τους Σεβασμιωτάτους Συνοδικούς Συνέδρους και απένειμε  το Δίπλωμα και τα Διάσημα του Παρασήμου του Αποστόλου Παύλου της Εκκλησίας της Ελλάδος στον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Καρυστίας και Σκύρου κ. Σεραφείμ, με την ευκαιρία της επικειμένης συμπληρώσεως πεντηκονταετίας αυτού στην Αρχιερωσύνη.

Το βιογραφικό σημείωμα του τιμηθέντος Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καρυστίας και Σκύρου κ. Σεραφείμ ανέλαβε να συντάξει και να εκφωνήσει ο Μητροπολίτης Φθιώτιδος κ. Νικόλαος, Αντιπρόεδρος της Δ.Ι.Σ., το οποίο έχει ως εξής:

 

   Μακαριώτατε ἅγιε Πρόεδρε.

   Σεβασμιώτατοι ἀδελφοί Ἀρχιερεῖς.

   Ὁ σήμερον ὑπό τῆς Σεπτῆς Ἱεραρχίας τιμώμενος, Ἀντιπρόεδρος Αὐτῆς, Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Καρυστίας καί Σκύρου κύριος Σεραφείμ (κατά κόσμον Σωκράτης) Ρόρρης ἐγεννήθη τό ἔτος 1929 στό χωριό «Κοσμᾶς» Κυνουρίας, ὑπό γονέων εὐσεβῶν καί πολυτέκνων.

   Ὁ Σωκράτης ἦταν τό πέμπτο κατά σειράν ἀπό τά ἑπτά παιδιά τοῦ Γεωργίου καί τῆς Θεοδώρας. Ἀνετράφει μέ δύσκολες συνθῆκες λόγῳ οἰκονομικῶν δυσχερειῶν, ἀλλ΄ ἐν παιδείᾳ καί νουθεσία Κυρίου. Τά ἐγκύ­κλια μαθήματα διήκουσε στή γενέτειρά του καί τά Γυμνασιακά εἰς τό Λεωνίδιο. Τό 1950 εἰσήχθη εἰς τήν Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, ἀπό τήν ὁποία ἀπεφοίτησε τό 1955 μέ βαθμό «Λίαν Καλῶς».

   Ἀπό τήν παιδική του ἡλικία διεκρίνετο διά τήν ἀγάπη καί προσήλωσή του πρός τήν Ἐκκλησία καί τήν ἀδιάκοπη συμμετοχή του στή Θεία Λατρεία τῆς ἐνορίας του καί τῶν τόπων, ὅπου ἐσπούδασε.

   Ἐμφανής ἦταν ἡ ὑπεροχή τοῦ χαρακτῆρος του ἔναντι τῶν ἄλλων παιδιῶν τοῦ χωριοῦ, τήν ὁποία οἱ χωρικοί χαρακτηρίζοντες ἔλεγαν εἰς τόν πατέρα του: «Αὐτό τό παιδί νά τό κάνεις δάσκαλο». Καί ὁ πατέρας προφητικά ἀπαντοῦσε: «Αὐτό τό παιδί, ὅταν θά πηγαίνει νά μπεῖ στήν Ἐκκλησία, θά κτυπᾶνε οἱ καμπάνες».

   Μετά τό Πανεπιστήμιο ἐξεπλήρωσε τίς στρατιωτικές του ὑπο­χρεώ­σεις ὑπηρετήσας τήν Πατρίδα ὡς Ἔφεδρος Ἀνθυπολοχαγός Πυρο­βο­λι­κοῦ σέ διάφορες Στρατιωτικές Σχολές καί Μονάδες καί στό Γ.Ἐ.Σ..

   Ἐπιστέψας στήν γενέτειρά του ὑπηρέτησε αὐτοπροαιρέτως ὡς διδά­σκα­λος στά Σχολεῖα τῆς περιοχῆς καί ἐν συνεχείᾳ διορίσθηκε Καθη­γη­τής τῆς Θεολογίας Μέσης Ἐκπαιδεύσεως στά Γυμνάσια Πέτρας Λέσβου καί Κάτω Κλειτορίας Καλαβρύτων. Ὡς Καθηγητής Θεο­λογίας ἀνέπτυξε πλούσια ἱεραποστολική δράση διδάσκων εἰς τά Κατη­χητικά Σχολεῖα, ὀργανώνων ἑσπερινά κηρύγματα καί ὁμιλίες κοινωνικοῦ καί ἐθνικοῦ περιεχομένου, συγκροτῶν δανειστικές βιβλιοθῆκες καί ἱδρύων συσσίτια διά τούς ἀπόρους μαθητάς.

   Παρ΄ὅτι ἡ θέση καί ἀποστολή τοῦ Καθηγητοῦ τῆς Θεολογίας τοῦ προσέφερε πολλές δυνατότητες καί εὐκαιρίες πρός τήν μαθητιῶσα νεολαία, ἐν τούτοις ἡ ψυχή του ἀναζητοῦσε τί τό ὑψηλότερον καί τελειώτερον. Ἔτσι τό 1962 ἐγκατέλειψε τήν ἕδρα τοῦ Σχολείου καί προσῆλθε εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Παναγίας Ἔλωνας, ὅπου ἐκάρη Μοναχός λαβών τό ὄνομα Σεραφείμ.

   Τήν 10ην Αὐγούστου εἰς τόν Ἱερόν Ναόν τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων Κοσμᾶ ἐχειροτονήθη Διάκονος ὑπό τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου Μαντινείας καί Κυνουρίας Γερμανοῦ καί τήν 14ην Ὀκτωβρίου εἰς τόν Ἱερόν Μητροπολιτικόν Ναόν τοῦ Ἁγίου Βασιλείου Τριπόλεως ἐχειρο­το­νήθη Πρεσβύτερος ὑπό τοῦ ἰδίου Μητροπολίτου, λαβών καί μετ΄ ὀλίγας ἡμέρας, ἤτοι τήν 25ην Ὀκτωβρίου 1962, τό ὀφφίκιον τοῦ Ἀρχιμανδρίτου καί τήν Εὐχήν τοῦ Ἐξομολόγου εἰς ἡλικίαν μόλις 33 ἐτῶν.

   Ἡ θητεία του ὡς Ἱεροκήρυκος τῆς ἱστορικῆς Μητροπόλεως Μα­ντι­νείας καί Κυνουρίας ἦταν γόνιμος καί λίαν καρποφόρος.

   Ἔχων τήν ἐμπιστοσύνην καί ἀγάπην τοῦ Γέροντός του Μητρο­πο­λί­του Γερμα­νοῦ καί τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ ἀνέπτυξε πλουσιωτάτην καί μεγά­λην δραστη­ριό­τητα εἰς ὅλους τούς τομεῖς τῆς ἀρμοδιότητός του. Διηκόνησε μετ΄ αὐταπαρνήσεως τήν Θείαν Λατρείαν εἰς τίς πόλεις καί εἰς τά ἀπομε­μακρυ­σμένα χωριά τῆς Μητροπόλεως, τήν Ἱερά Ἐξομολό­γη­ση καί τό θεῖον Κήρυγμα.

   Τήν ἴδια περίοδο ἐδίδαξεν τό Μάθημα τῆς Θρησκειολογίας καί τῆς Ἑρμηνείας τῆς Καινῆς Διαθήκης εἰς τήν Παιδαγωγική Ἀκαδημία Τριπό­­λεως μέ τούς σπουδαστάς τῆς ὁποίας συνεδέθη πνευματικά καί πολλούς συνέδραμε εἰς τά προσωπικά τους προβλήματα καί τίς οἰκονο­μι­κές ἀνάγκες τους, μέ ἀποτέλεσμα νά εἰσπράττει τόν ἀπόλυτο σεβασμό καί τήν ἀγάπη συναδέλφων του καθηγητῶν καί σπουδαστῶν.

   Ἀφοσιωμένος εἰς τό ἔργον του, περιτρέχων γῆν καί θάλασσαν διά τό Εὐαγγέλιον καί ἀπόλυτα ἱκανοποιημένος καί ἐφησυχασμένος μέ τό πολυσχιδές ἔργον τοῦ Ἱεροκήρυκος ἐδέχθη τήν κλῆσιν διά τό ὑψηλό ἀξίωμα τῆς Ἀρχιερωσύνης χωρίς νά τό ἐπιδιώξει καί χωρίς κἄν νά τό ὑποψιάζεται.

   Λέγει εἰς τόν χειροτονητήριον λόγον του: «Εἰς τήν ἀγωνίαν μου «ποῦ πορευθῶ» καί εἰς τήν σκέψιν μου «ποῦ φύγω ἀπό τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ» ἤκουσα τήν φωνήν τοῦ θείου Χρυσοστόμου λέγουσαν: «Εἰ πιστεύεις, ὅτι Θεοῦ ἐστιν ἡ ἐκλογή, μή ἀγανάκτει. Ἐκείνῳ ἀγανακτεῖς καί πρός Ἐκεῖνον παροξύνει. Ἐκεῖνος ἐστίν ὁ ἐκλεξάμενος...»». (Ἐκκλησία, 15 Δεκ. 1968, σ. 24).

   Ἔτσι ὁ Ἀρχιμ. Σεραφείμ Ρόρρης ἐγκατέλειψε τήν περιστεράν τοῦ ἄμβω­νος καί ἐπάτησεν ἐπί τῶν πτερύγων τοῦ ἀετοῦ. Ἡ εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονία του ἔγινε τήν 24ην Νοεμβρίου 1968 εἰς τόν Ἱερόν Μητρο­πο­λι­­τικόν Ναόν τοῦ Ἁγίου Βασιλείου Τριπόλεως προεξάρχοντος τοῦ Μητροπολίτου Ξάνθης Ἀντωνίου καί συνιερουργούντων τῶν Σε­βασμιω­τά­των Μητροπολιτῶν Γυθείου καί Οἰτύλου Σωτηρίου, Μαντιείας καί Κυνου­ρίας Θεοκλήτου, Ἀργολίδος Χρυσοστόμου καί τοῦ Θεοφιλε­στά­του Ἐπισκόπου Περιστερᾶς Ἠλία.

   Τήν Κυριακήν 8ην Δεκεμβρίου μετά πάσης ἐπισημότητος καί ἐνθου­σιώ­δους λαϊκῆς συμμετοχῆς ἔγινε ἡ ἐνθρόνιση τοῦ Μητροπολίτου Καρυστίας καί Σκύρου κ. Σεραφείμ εἰς τόν Μητροπολιτικόν Ναόν τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου Κύμης καί ἀπό τότε ἄρχισε ἕνα καινούργιο κεφάλαιο γιά τήν δική του ζωή καί γιά τήν ζωή τῆς Μητροπόλεως Καρυστίας καί Σκύρου.

    Δέν εἶναι τοῦ παρόντος νά περιγράψωμε λεπτομερῶς τά ἔργα καί τίς ἡμέρες τοῦ Μητροπολίτου κ. Σεραφείμ κατά τήν λαμπρά περίοδο τῆς Ἀρχιερατείας του.

    Ἔχων ὡς σύνθημα τῆς καρδιᾶς του τό τοῦ ἱεροῦ Ἀποστόλου: «ἡ ζωή ὑμῶν κέκρυπται σύν τῷ Χριστῷ ἐν τῷ Θεῷ• ὅταν ὁ Χριστός φανερωθῇ, ἡ ζωή ἡμῶν, τότε καί ὑμεῖς σύν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ» (Κολ.3,3).

    Ἐργάσθηκε ἐπί 50 χρόνια ἀθόρυβα καί ταπεινά, ἄνευ δημοσιότητος καί κομπορρημοσύνης, μέ σεμνότητα καί πατερική ἐσωστρέφεια χωρίς μεγαλόφρονας λογισμούς καί χωρίς νά ἀποβλέπει εἰς τήν ἀναγνώριση ὑπό τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά ὑπό τοῦ τά κρυπτά γινώσκοντος Θεοῦ.

    Καί ἐπειδή ἡ σχέσις τοῦ Ἐπισκόπου μετά τοῦ μεγάλου Ἀρχιερέως Χριστοῦ πρέπει νά εἶναι οὐσιαστική καί βιωματική, ὡς πρῶτον ἔθεσε τήν συμμετοχή του εἰς τήν Θεία Λατρεία.

   Ὅπως μαρτυροῦν οἱ στενοί συνεργάτες του ἀπ᾿ ἀρχῆς μέχρι σή­με­ρα ζεῖ ὡς Καλόγηρος, μέ τίς καθημερινές Ἱερές Ἀκολουθίες.

   «Ὀρθρίζει εἰς τάς αὐλάς τοῦ Κυρίου ἀπό φυλακῆς πρωΐας μέχρι νυκτός» (Καθηγ. Γεώργιος Σπανός) καί δέν παύει νά ἱερουργεῖ κατά τίς Κυριακές καί ἐνδιάμεσες ἑορτές στίς πόλεις καί στά χωριά μεταφέρων τόν λόγον τῆς ἀληθείας καί τέρπων τόν πιστό λαό μέ τόν μελίρρυτο λόγο του καί τήν μελωδική Βυζαντινή ψαλμωδία του.

     Τήν ἀναγνώριση τῆς ἁγιότητος τοῦ ἐκ τῆς Μητροπόλεώς του καταγομένου ἁγίου Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου, ἐθεώρησε ὡς μεγάλην εὐλογίαν τῆς Ἀρχιερατείας του, δι᾿ αὐτό καθιέρωσε μεγάλες πανηγυρικές ἐκδηλώσεις εἰς τήν γενέτειρα τοῦ Ἁγίου, Ἅγιον Ἰωάννην Ἀλιβερίου, μέ πολυαρχιερατικόν συλ­λεί­τουργον καί προγραματισθεῖσαν ἀνέγερσιν εἰς τιμήν τοῦ Ἁγίου μεγάλου Ναοῦ.

     Φιλομόναχος καί ἐραστής τοῦ φιλοσόφου βίου ἐφρόντισε διά τήν ἐπάνδρωσιν τῶν Ἱερῶν Μονῶν τῆς Μητροπόλεώς του, ὅπως τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Κύμης, Κοιμήσεως τῆς Θεοτό­κου ΄΄Μάτζαρη΄΄ στόν Ὀξύλιθο, Ἁγίου Χαραλάμπους Λευκῶν στό Αὐλω­νάρι, Τιμίου Προδρόμου Καρυῶν καί Ἁγίου Ἀντωνίου Ἀχλαδερῆς.

     Ἐπί 50 χρόνια ἀφοσιωμένος στήν Μητρόπολή του ποιμαίνει μετ᾿ ἐπιστήμης τό ποίμνιό του γινώσκων τά λογικά του πρόβατα καί γινωσκώμενος ὑπ᾿ αὐτῶν.

   Εἶναι πάντοτε παρών στά προβλήματα πού ἀνακύπτουν στίς μικρές κοινωνίες τῆς Ἐπισκοπῆς του καί παρεμβαίνει ἀποτελεσματικά σέ κοινωνικά, ἐργασιακά, ἐκπαιδευτικά θέματα.

   Συνοδοιπόρος τῶν ἀνθρώπων στίς συμφορές, στά ἀτυχήματα, στίς πυρκα­γιές, στά δυστυχήματα, στά ναυάγια, παρηγορεῖ καί συμπαρί­στα­ται, ὡς γνήσιος πατέρας.

   Γιά τήν περίθαλψη τοῦ γήρατος ἵδρυσε δύο Γηροκομεῖα στήν Κύ­μη καί στήν Κάρυστο, τά ὁποῖα προσφέρουν θαλπωρή στούς ἀπομά­χους τῆς ζωῆς.

    Ἕνας τομέας, πού ἀπεκάλυψε τά κεκρυμένα χαρίσματά του εἶναι ἡ συμβολή του εἰς τά γενικά θέματα τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τῆς θέσεως τοῦ Ἀντιπροέδρου τοῦ Ἱεροῦ Σώματος τῆς Ἱεραρχίας καί τῶν ἀναθέσεων ὑπευθύνων καί μεγάλων ὑπο­θέ­σεων τῆς Ἐκκλησίας.

   Ὡς Τοποτηρητής τοῦ Ἀρχιεπισκοπικοῦ θρόνου τῶν Ἀθηνῶν, με­τά τήν κοίμησιν τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, ὀργά­νωσε τά τῆς κηδείας του μέ ἄψογον τρόπον, καθώς ἐπίσης καί τά τῆς ἐκλο­γῆς τοῦ νῦν Μα­κα­ριω­τάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν κ. Ἱερωνύμου τοῦ Β΄.

   «Ἔστι δέ καί ἄλλα πολ­λά», τά ὁποῖα «ἐπιλείψει γάρ με διη­γού­με­νον ὁ χρόνος» (Ἐβρ. 11, 32).

   Ἐάν θά ἠθέλαμε μονολεκτικῶς νά περιγράψωμε τήν προσω­πικό­τη­τά τοῦ τιμωμένου πολιοῦ Ἱεράρχου θά ἐλέγαμε: Ἱεροπρεπής, εὐθυ­τε­νής, εὐγενής, δυναμικός, λιτός, εὐέλικτος, σταθερός, μετρημένος, δί­καιος, διεκ­δικητικός, φιλακόλουθος, φιλομόναχος, ὀξυδερκής, θυσια­στι­­κός, συμπονετικός, ἀληθής ποιμήν, μιμητής τοῦ Ἀρχιποίμενος Χριστοῦ.

    Εἰς τό πρόσωπο καί τήν ζωή τοῦ Μητροπολίτου Καρυστίας κ. Σεραφείμ ἔχει ἀπόλυτη συμφωνία ὁ λόγος τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου διά τόν προφητάνακτα Δαβίδ:

«Δαβίδ ὁ ἐν παιδίῳ φιλόλογος,

ὁ ἐν ἡλικία φλόπονος,

ὁ ἐν τῷ γήρᾳ φιλόσοφος,

θεόφιλος ὤν».

           (Ι.Χ. Ὁμιλία εἰς τό ἐπίστευσα δι᾿ ὅ ἐλάλησα,

ΒΕΠ, τ. 96, σ. 282).

 

          Εὐτύχησεν ἡ μεγαλόνησος Εὔβοια μετά τόν Χαλκίδος Γρηγόριο Πλειαθό διανύσαντα Ἀρχιερατείαν ἡμίσεως αἰῶνος, νά ἔχει καί τόν Καρυστίας Σεραφείμ ἤδη προερτάζοντα τό χρυσοῦν ἰωβηλαῖον τῆς Ἀρχιερωσύνης του καί βαδίζοντα ἐπί τά ἡλικιακά ἴχνη τοῦ προπάππο του Ἐφημερίου τοῦ Κοσμᾶ, Παναγιώτου Κανάκη, ἀποθανόντος 105 ἐτῶν.

          Σεμνύνεται ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος διά τόν πολιόν Ἱεράρχην Μητροπολίτην Καρυστίας καί Σκύρου κ. Σεραφείμ καί εὐλαβῶς εὔχεται ὑπέρ αὐτοῦ εἰς τόν Κύριον:

«Γῆρας αὐτῷ τίμιον χαρίσαι,

μακροχρόνιον αὐτό διαφύλαξον

ποιμαίνοντα τόν λαόν σου ἐν πάσῃ

εὐσεβείᾳ καί σεμνότητι».

 

          (Εὐχή τῆς Θείας Λειτουργίας

τοῦ ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου)

 

 

† Ο ΦΘΙΩΤΙΔΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ