Όταν αναφερόμαστε στην Ορθοδοξία στην Αφρική, έχουμε μπροστά μας - σύμφωνα με τον μητροπολίτης Ζιμπάμπουε και Αγκόλας κ. Σεραφείμ, δύο ιστορικές πραγματικότητες.

Η πρώτη ιστορική πραγματικότητα είναι όταν αναφερόμαστε στους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού μέχρι τα νεώτερα χρόνια,  εννοούμε ότι  μία από τις πρώτες Αποστολικές Εκκλησίες που οργανώθηκαν κατά τον πρώτο αιώνα ήταν η Εκκλησία της Αλεξάνδρειας που η δράση της κάλυπτε περισσότερο την Βόρειο Αφρική και προς τα νότια το σημερινό Σουδάν, την Σομαλία και την Αιθιοπία.

Η δεύτερη ιστορική πραγματικότητα είναι ότι η εξάπλωση της Ορθοδοξίας στην υπόλοιπη Αφρικανική Ήπειρο πολύ μεταγενέστερα, κατά τα νεώτερα χρόνια, όταν οι συνθήκες το επέτρεψαν. Στην αρχή το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής έστελνε κληρικούς σε μακρινές χώρες της Αφρικής που δεν είχαν ακόμη οργανώσει Μητροπόλεις και Επισκοπές, όπου έφθαναν Έλληνες μετανάστες για μια καλύτερη ζωή. Μαζί μ' αυτούς έφθαναν και Ορθόδοξοι μετανάστες κι από άλλες Ορθόδοξες χώρες, όπως από Ρωσία, Λευκορωσία, Ουκρανία, Γεωργία, Σερβία, Βουλγαρία, Πολωνία και Ρουμανία.

Η ποιμαντική ευαισθησία του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας να αποστέλλει κληρικούς για τις λειτουργικές ανάγκες των μελών της Διασποράς ήταν μεγίστης σωτηριολογικής σημασίας. Ενώ στη περιοχή της Βορείου Αφρικής η Ορθοδοξία από τον έβδομο αιώνα και μετά έμεινε εγκλωβισμένη ανάμεσα στο Ελληνικό και Αραβικό στοιχείο λόγω της βίαιης παρουσίας του Ισλάμ, στις χώρες που αναπτύχθηκε η Ορθοδοξία κατά τα τέλη του 19ου αιώνα και περισσότερο κατά τον 20ον αιώνα, άρχισε να γίνεται γνωστή και ενδιαφέρουσα και για τους ιθαγενείς του τοπικού πληθυσμού. Η δυναμική παρουσία και γόνιμη ποιμαντική δράση της Ορθόδοξης Ιεραποστολής στην Αφρικανική Ήπειρο έγινε πλέον μέρος της σύγχρονης ιστορίας της Αλεξανδρινής Εκκλησίας.

Γι' αυτό ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας  κ. Θεόδωρος, αναφερόμενος στην Αλεξανδρινή Εκκλησία, τονίζει ότι «η Εκκλησία μας είναι κατ' εξοχήν Εκκλησία Ιεραποστολική και μ' αυτήν την προοπτική και πορεία προσανατολισμού προχωρεί και ριζώνει στα βάθη της ηλιόλουστης αφρικανικής γης» . Έχοντας ο ίδιος συνείδηση της Ιεραποστολικής πορείας που χάραξαν οι προκάτοχοι του Πατριάρχες και μάλιστα οι μακαριστοί Νικόλαος, Παρθένιος και Πέτρος με κάθε σαφήνεια τονίζει ότι «από την πρώτη στιγμή της, χάριτι Θεού, αναρρήσεώς μου στον Πατριαρχικό Θρόνο Αλεξανδρείας, μοναδικό και κύριο μέλημα μου είναι η προώθηση, η αύξηση, ο συντονισμός και η περαιτέρω οργάνωση του Ιεραποστολικού και ανθρωπιστικού έργου του Πατριαρχείου μας. Ενός έργου που συντελείται τόσο διακριτικά, αθόρυβα, σεμνά αλλά με καλή διάθεση, ένζηλη προσπάθεια για προσφορά προς τον συνάνθρωπο, ενός έργου που εμπλέεται από τη θυσιαστική αγάπη του Εσταυρωμένου και Αναστημένου Ιησού».

Το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής σήμερα αποτελείται, εκτός από την Αρχιεπισκοπή Αλεξανδρείας, όπου είναι η έδρα του Πατριαρχείου μας, από 22 Μητροπόλεις και πέντε επισκοπές. Σε 13 Μητροπόλεις του Πατριαρχείου Καμπάλας, Κένυας, Ζιμπάπουε, Ιωαννουπούλεως και Πρετορίας, Καλής Ελπίδος, Ζιμπάπουε, Ειρηνουπόλεως, Καλής Ελπίδος, Μουάντζας, Νιγηρίας, Κεντρώας Αφρικής, Γκάνας και Ζάμβιας και σε τέσσερις Επισκοπές Μαδαγασκάρης, Κανάγκας, Μπουρούντι και Μοζαμβίκης ασκείται σήμερα Ιεραποστολή όπου μεταξύ αυτών υπηρετούν δύο ιθαγενείς επίσκοποι και 600 ιθαγενείς ιερείς και διάκονοι. Σε περισσότερες από 24 χώρες της Αφρικής υπάρχει σήμερα η παρουσία Ορθόδοξης Ιεραποστολικής δράσης και σε άλλες τόσες υπάρχει θετική προοπτική για το μέλλον. Το ποίμνιον του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας αποτελείται από περίπου πέντε εκατομμύρια. Γύρω στα 4,7 εκατομμύρια είναι πιστοί από τον τοπικό πληθυσμό των λαών της Αφρικής και 300.000 χιλιάδες Έλληνες, Άραβες, Ρώσοι, Σέρβοι, Ρουμάνοι, Βούλγαροι, Ουκρανοί κι άλλοι Ορθόδοξοι από Ανατολικές χώρες.

Με τη συνεργασία των  Ορθοδόξων Εκκλησιών παραχωρούνται Ορθόδοξοι κληρικοί από τα Πατριαρχεία Ρωσίας, Σερβίας, Ρουμανίας και Βουλγαρίας που διακονούν κάτω από την εκκλησιαστική δικαιοδοσία του τοπικών Μητροπόλεων και Επισκοπών του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας χρησιμοποιώντας μαζί με την αγγλική και την εθνική τους γλώσσα, τόσο στη λειτουργική ζωή της ενορίας όσο και στην ποιμαντική. Η διατήρηση της εθνικής ταυτότητας και της ορθόδοξης πίστης των μελών της Διασποράς είναι και ποιμαντική ευθύνη της Εκκλησίας. Ο καθηγητής Αθανάσιος Δεληκωστόπουλος τονίζει ότι «η διασπορά αύτη εκλήθη να αντιμετωπίσει δημιουργικά το δυτικό κόσμο και το πολιτισμό του. Ησθάνθη, όμως ότι θα έπρεπε για να επιβιώσει πνευματικά να διατηρήσει τη μητρική γλώσσα και το πολιτιστικό χαρακτήρα των χωρών της καταγωγής κάθε ομάδος, παρά την προοδευτική αφομοίωση των γενεών με το περιβάλλον των νέων πατρίδων τους». Για να πετύχει και να ενισχυθεί το έργο της ποιμαντικής τόσο στο χώρο της Ορθοδόξου Διασποράς όσο και στο χώρο της Εξωτερικής Ιεραποστολής, χρειάζεται η στήριξη της ποιμαντικής της τοπικής Εκκλησίας στα μετόπισθεν τόσο με την καλλιέργεια του Ιεραποστολικού φρονήματος όσο και με τη δημιουργία στελεχών και την μέριμνα της τοπικής Εκκλησίας για τους νέους εφημερίους της Διασποράς όσο και για τους Ιεραπόστολους με την πνευματική, ηθική και υλική στήριξη τους. Πολλές φορές οι εφημέριοι της Διασποράς λειτουργούν και ως Ιεραπόστολοι.

Με τη δημιουργία Ιεραποστόλων κληρικών από τον τοπικό πληθυσμό, η Ιεραποστολή χρειάζεται εκτός από την συντήρηση των Ιεραποστολών, οικονομική στήριξη για την οικοδομική της ανάπτυξη με το κτίσιμο ναών, οικίας του νέου ιθαγενούς κληρικού, σχολείων, κλινικών, νηπιαγωγείων, αίθουσας εκδηλώσεων, κτιρίου διά την λειτουργία εκκλησιαστικού σεμιναρίου, ως επίσης και οικονομική στήριξη του εκδοτικού και του μεταφραστικού τομέα για την έκδοση και την μετάφραση κατηχητικών και λειτουργικών βιβλίων στις τοπικές διαλέκτους. Πάνω απ' όλα όμως, χρειάζονται φωτισμένοι Ιεραπόστολοι αφιερωμένοι που να διακρίνονται για την αγιότητα του βίου τους και να έχουν την πρέπουσα προετοιμασία προς τον σκοπό αυτό, άριστη θεολογική κατάρτιση, ευσεβή βίο, γνώση της ιστορίας και της γλώσσας του λαού που θα δραστηριοποιηθεί, υπακοή στην εκκλησιαστική του αρχή, ικανότητα για προσαρμογή σε νέα περιβάλλοντα πολιτιστικά και κλιματολογικά, ενθουσιασμό, θάρρος, αυταπάρνηση και βαθιά πίστη στο Θεό.

Για να μπορέσει να αποδώσει καλύτερα το έργο της σύγχρονης Ποιμαντικής της Διασποράς και της Ορθόδοξης Εξωτερικής Ιεραποστολής χρειάζεται ένας καλύτερος συντονισμός και μια στενότερη συνεργασία μεταξύ όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών και όσων φορέων έχουν ευαισθησία και δράση προς την κατεύθυνση αυτήν.

Όπως  έχει πει ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας κ. Αναστάσιος κατά την ενθρόνιση του Αλεξανδρινού Προκαθημένου κ. Θεοδώρου, «όλος ο Ορθόδοξος κόσμος έχει ιστορικό χρέος να συμπαρασταθεί όχι συμβολικά αλλά γενναιόδωρα με αποστολή προσώπων και με ουσιαστική οικονομική συμπαράσταση στο ιεραποστολικό έργο, ώστε να ανταποκριθεί η Ορθοδοξία στις τεράστιες ανάγκες της απέραντης Αφρικανικής Ηπείρου. Η Ιεραποστολική προσπάθεια εκτός των συνόρων της Ορθοδοξίας δεν είναι καθόλου απλή και εύκολη υπόθεση» .
Λόγω των διαφορών που έχουν προκύψει μεταξύ τοπικών αυτοκεφάλων Εκκλησιών έχουν σταματήσει οι Διορθόδοξες Συναντήσεις που θα μπορούσαν να προσεγγίζουν σύγχρονα προβλήματα με κοινές δράσεις και τοποθετήσεις, όπως είναι και το θέμα της Ιεραποστολής. Μια πρώτη καλή κίνηση για να φθάσουμε στην μόνιμη λειτουργία Διορθόδοξων Επιτροπών που να επιλαμβάνονται κοινών προβλημάτων είναι η υλοποίηση της προτάσεως του Προκαθημένου του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας κ. Θεοδώρου για την καθιέρωση της ετήσιας συνάξεως των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών για τη συζήτηση σοβαρών θεμάτων που αφορούν την σύγχρονη κοινωνία και που στην συνέχεια θα επεξεργάζονται οι μόνιμες Διορθόδοξες Επιτροπές.

Ειδικά για τα θέματα της Ποιμαντικής της Διασποράς και της Ορθόδοξης Εξωτερικής Ιεραποστολής χρειάζεται να συγκληθούν τοπικά Συνέδρια, στην συνέχεια περιφερειακά και μετά Πανορθόδοξο για να γίνει μια καταγραφή της υφιστάμενης πραγματικότητας, να υπογραμμισθούν τα υφιστάμενα προβλήματα και δυσκολίες και στην συνέχεια η κοινή δράση με την συνεργασία όλων των φορέων για την καλύτερη αντιμετώπισή τους. Χρειάζεται επίσης μια υπεύθυνη μόνιμη έκδοση ενός Ορθόδοξου εντύπου για την καταγραφή των δραστηριοτήτων στο χώρο της Διασποράς και της Ιεραποστολής.