Αρχική » Σιάτιστα: Τρία μοναστήρια με βαριά ιστορία

Σιάτιστα: Τρία μοναστήρια με βαριά ιστορία

από kivotos

Τα μοναστήρια της Μητρόπολης Σισανίου και Σιατίτσης είναι από εκείνα τα οποία τιμώνται από όλη την Ελλάδα ως σημαντικά κέντρα της Ορθοδοξίας. Σε αυτά, ο επισκέπτης φτάνει σχετικά εύκολα, απολαμβάνοντας παράλληλα ένα ξεχωριστό φυσικό περιβάλλον, όπου κυριαρχούν τα δάση καρυδιάς και καστανιάς. Τα περισσότερα από αυτά είναι ενεργά, παρά το γεγονός ότι Τούρκοι, Βούλγαροι κομιτατζήδες και Γερμανοί τα έχουν πυρπολήσει σε αντίποινα για τη δράση εκεί πατριωτικών ομάδων.

 

Αγιος Αθανάσιος Ζηκοβίστας

Η Μονή Αγίου Αθανασίου Ζηκοβίστης βρίσκεται ανάμεσα στα χωριά Σπήλιος (Ζηκόβιστη), Κερασώνα και Άγιος Ηλίας του Νομού Καστοριάς και στη Δαμασκηνιά του Νομού Κοζάνης. Θεωρείται ως ένα από τα πλέον αξιόλογα μνημεία των Καστανοχωρίων της Δυτικής Μακεδονίας και απέχει 24 χιλιόμετρα από το Άργος Ορεστικό και 26 από το Τσοτύλι. Συνδέεται οδικώς με το επαρχιακό οδικό δίκτυο Άργους Ορεστικού-Τσοτυλίου στη θέση Προφήτης Ηλίας του χωριού Αϊ -Λιας.

Σε παλαιότερες περιόδους, όπως αναφέρει ο κ. Βασίλειος Δημόπουλος, που έχει γράψει την ιστορία της μονής σε παλαιότερες περιόδους, ανήκε στη Μητρόπολη Καστοριάς, η οποία, με τη σειρά της, υπαγόταν στην Αρχιεπισκοπή Αχριδών, η οποία διαλύθηκε το 1967. Από το 1928 όλες οι ενορίες των χωριών γύρω από τη μονή και η ίδια η μονή υπάγονται στη Μητρόπολη Σισανίου και Σιατίστης.

Το μοναστήρι στη Ζηκόβιστα κτίστηκε το 1629. Η αγιογράφηση του καθολικού (τύπου μονόκλιτης θολοσκέπαστης βασιλικής) έγινε το 1785 και το 1787 από δύο λαϊκούς αγιογράφους: Τον Δημήτριο από το Επταχώρι Καστοριάς και τον Μιχαήλ από τους Χιονάδες Κονίτσης. Το έργο των δύο λαϊκών αγιογράφων χαρακτηρίζεται από τη σημασία που δίνουν στις λεπτομέρειες, οι οποίες εκφράζουν μια τάση ζωγραφικής που μοιάζει απλοϊκή, αλλά στην ουσία πρόκειται για την τέχνη δύο ανθρώπων που σημάδεψε την περιοχή. Η μονή στην ακμή της είχε στην ιδιοκτησία της χωράφια και δάση στη γύρω περιοχή και έναν νερόμυλο στο χωριό Ζηκόβιστα, καθώς και πολλά ζώα. Μάλιστα την περίοδο 1872-1885 εδώ λειτουργούν σχολείο και οικοτροφείο, όπου φοιτούν μαθητές από τα γύρω χωριά.

Τη νύχτα της 18ης προς τη 19η Μαρτίου του 1905 κομιτατζήδες, όπως και στις περισσότερες περιοχές της Μακεδονίας, έβαλαν φωτιά στο μοναστήρι με την αιτιολογία ότι αποτελούσε ορμητήριο ελληνικών ανταρτικών ομάδων. Από τη φωτιά καταστράφηκαν τα κελιά και άλλα κτίσματα της μονής, ενώ σώθηκε το καθολικό. Στη συνέχεια, τα κελιά ξανακτίστηκαν, όμως στη διάρκεια του εμφυλίου η μονή εγκαταλείφθηκε, με αποτέλεσμα να καταρρεύσουν τα κελιά και να υποστούν μεγάλες ζημιές οι αγιογραφίες του καθολικού από τα νερά που έτρεχαν από τη στέγη.

Στα μέσα της δεκαετίας του ’70, το μοναστήρι χαρακτηρίστηκε διατηρητέο μνημείο και ξεκίνησαν εργασίες για την αναστήλωσή του. Ανακατασκευάστηκε η σκεπή, ενισχύθηκαν τα θεμέλια, χτίστηκαν εκ νέου κελιά και καθαρίστηκε ο περιβάλλοντας χώρος.

 

Αγία Παρασκευή

Μία εκ των σημαντικότερων μονών της Μητρόπολης Σιατίτσης είναι αυτή της Αγίας Παρασκευής Δομαβιστίου, που είναι κτισμένη σε υψόμετρο 950 μ. στους πρόποδες του Ασκίου Όρους. Ιδρύθηκε στις αρχές του 14ου αιώνα, σύμφωνα με επιγραφή αφιέρωσης εικόνας που βρέθηκε στη μονή και φέρει τη χρονολογία 1329.

Ο πρώτος ναός, σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, καταστράφηκε και στη θέση του κτίστηκε ο δεύτερος, που σώζεται μέχρι σήμερα, στις αρχές του 1500. Πρόκειται για το παλαιότερο μοναστήρι της επαρχίας Βοΐου και της Μητροπόλεως Σισανίου και Σιατίστης, μεταξύ των χωριών Νάματα και Πελεκάνος. Οι τοιχογραφίες που σώζονται είναι έργα αγιογράφων από το Λιανοτόπι του Γράμμου, χρονολογούνται στις αρχές του 1600. Επίσης την ίδια εποχή είναι φιλοτεχνημένο και το ξυλόγλυπτο, επιχρυσωμένο τέμπλο, έργο Ηπειρωτών μαστόρων.

Το μοναστήρι καταστράφηκε πολλές φορές από τους Τούρκους κατακτητές. Αξίζει να αναφερθεί ότι μόνο από το 1800 έως και το 1840 κάηκε και λεηλατήθηκε τέσσερις φορές, ενώ το 1875, μετά την επιδρομή των Τούρκων στρατιωτών του Σεμσή μπέη από τη Νεάπολη και την καταστροφική πυρκαγιά που υπέστη, εφονεύθησαν και οι εν αυτώ κατοικούντες μοναχοί. Η ιστορία της μονής τελειώνει στις 27 Νοεμβρίου του 1944, όταν τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής για ακόμη μία φορά λεηλάτησαν και πήραν μαζί τους τα εναπομείναντα κειμήλια και μαζί με αυτά και το ανυπολόγιστης αξίας χειρόγραφο Ευαγγέλιο, που φυλάσσονταν στη μονή.

Με ενέργειες του μακαριστού Μητροπολίτου κ. Αντωνίου το μοναστήρι επανιδρύθηκε το 2001 με την πολύτιμη βοήθεια και προσφορά του δωρητή και ευεργέτη κ. Μιχαήλ Ν. Γκάνα από τα Νάματα.

 

Παναγιά Μικροκάστρου

Το μοναστήρι της Παναγίας Μικροκάστρου, αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου, θεωρείται το κέντρο της πνευματικής και κοινωνικής δραστηριότητας της Μητροπόλεως Σισανίου και Σιατίστης. Είναι κτισμένο 12 χιλιόµετρα νοτιοδυτικά της Σιάτιστας, στον εθνικό δρόµο Koζάνης-Καστοριάς, σε απόσταση 500 περίπου µέτρων από το χωριό Μικρόκαστρο, σε ύψωµα πάνω από τον Αλιάκµονα.

Είναι γνωστό ως «ιερά Μονή της Παναγίας εν Τσιαρουσίνω», άµεσα συνδεδεµένη µε το χωριό Τσιαρούσινο, σήµερα Μικρόκαστρο, του οποίου αρχικά αποτελούσε παρεκκλήσιο ή προσκυνηµατικό ναό. Το χωριό αναφέρεται στους κώδικες της Ιεράς Μονής Ζάβορδας και Μητροπόλεως Σισανίου και ως οικισμός ανάγεται σε παλιά εποχή. Σήμερα αποτελεί μία από τις ανθούσες και παραγωγικές κοινότητες της επαρχίας Βοΐου.

Τον Μάιο του 1995 ο σεισμός της Κοζάνης και των Γρεβενών έπληξε και την Ιερά Μονή και η Αδελφότητα, που µε τη βοήθεια της Κυρίας Θεοτόκου ταχύρρυθμα αυξήθηκε, επιδόθηκε άμεσα στην αποκατάσταση των ζημιών των κτιρίων και ευθύς αμέσως στη θεμελίωση της νέας πτέρυγας. Η νέα πτέρυγα περιλαμβάνει παρεκκλήσιο του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, τα κελιά των Αδελφών, το Συνοδικό, την παραδοσιακή Τράπεζα, τα εργαστήρια και τους βοηθητικούς χώρους. Με όλες αυτές τις ανακαινιστικές και εκ θεμελίων συντελεσθείσες εργασίες, μαζί µε τη συγκρότηση της Αδελφότητας, τη λατρευτική οργάνωση, την τήρηση του προγράμματος, την καθιέρωση μοναστικής Τάξης, το ιερό Προσκύνημα μεταποιήθηκε όντως σε μοναστήρι.

Ο ναός στο κέντρο του συγκροτήματος είναι τρίκλιτη βασιλική µε υπερυψωμένο νάρθηκα – γυναικωνίτη και δίρριχτη στέγη µε τις γνωστές απολήξεις. Αρχιτεκτονικός τύπος ενοριακού ναού και όχι μοναστηριακού. Σήμερα, όμως, µε τις κατά καιρούς κατασκευαστικές επεμβάσεις, έχει πάρει άλλη όψη. Είναι ένα ορθογώνιο (23,65 χ 12,18 µ.) χωμένο κατά το ήμισυ στο έδαφος, όπως αυτό φαίνεται στη νότια πλευρά, όπου και η κυρία είσοδος, ενώ στη βόρεια πλευρά µε εκσκαφή ανέβηκε το ελεύθερο ύψος και η είσοδος που ανοίχτηκε βρίσκεται στο ίδιο σχεδόν υψομετρικό επίπεδο του δαπέδου του ιερού. Στο ανατολικό μέρος, προεξέχει η ημικυκλική κόγχη και στο νοτιοανατολικό υπάρχει, ενσωματωμένο µε το ναό, πυργοειδές κωδωνοστάσιο, ύψους 15 μέτρων, που κτίστηκε μεταγενέστερα, το 1923.

Στο νότιο μέρος, στη θέση του παλιού περιστώου (χαγιατιού), κτίστηκε νέος χώρος µε παρεκκλήσιο του Αγίου Αντωνίου και τοποθετήθηκε σύστημα καπνοσυλλέκτου για την προστασία των τοιχογραφιών του καθολικού. Στο μέσον της στέγης υψώνεται εξαγωνικός τρούλος, που δεν διατηρεί τη δομική του ιδιότητα, αλλά απλώς δίνει φως στον ναό.

Το καθολικό του μοναστηριού αγιογραφήθηκε, με εξαιρετικής τέχνης τοιχογραφίες, το 1797 από Ηπειρώτες Καπεσοβίτες ζωγράφους. Εξαιρετικό είναι το ξυλόγλυπτο επιχρυσωμένο τέμπλο, στο οποίο ακολουθείται η τέχνη του «τρυπητού», δηλαδή με διαμπερή κενά ανάμεσα στα θέματα.

Η εικόνα της βρεφοκρατούσας Θεοτόκου θεωρείται θαυματουργή και είναι η παλαιότερη των άλλων, με πιθανή χρονολογία το 1603 ενώ μία πρόσφατη έρευνα τη χρονολογεί στον 13ο αιώνα. Ολόκληρη η εικόνα φέρει ασημένια επένδυση, η δε ιλαρότητα των προσώπων τόσο της Παναγίας Μητέρας όσο και του Ιησού είναι αυτή που συγκινεί κάθε προσκυνητή, ειδικά όταν φτάνουν έως εδώ στις 15 Αυγούστου. Τον Δεκαπενταύγουστο, πιστοί από όλα τα μέρη της Ελλάδας, επισκέπτονται το μοναστήρι, περιμένοντας επί ώρες να έλθει η σειρά τους για να προσκυνήσουν την πάντιμη εικόνας Της, να αντλήσουν τη Χάρη Της, να ενισχύσουν την πίστη τους, να βρουν απάντηση στα ποικίλα προβλήματα της ζωής τους.


ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ