Του Χρήστου Γ. Κτενά

 

Ποιος είναι ο πληθυσμιακός πυρήνας του καθολικισμού σήμερα; Η Ιταλία; Η Νότια-Κεντρική Ευρώπη; Οι Ηνωμένες Πολιτείες; Τίποτε από όλα αυτά. Το μεγαλύτερο συγκεντρωμένο πλήθος πιστών της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας σήμερα βρίσκεται στη μακρινή Λατινική Αμερική και φθάνει το 40% του παγκόσμιου συνόλου. Ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι ότι η περιοχή (στην οποία περιλαμβάνεται η Κεντρική Αμερική, όπως και η Καραϊβική) αποτελεί ποσοστιαία και την πιο συμπαγή ομάδα χριστιανών σε όλο τον κόσμο. Αν συνυπολογίσει κανείς ότι εδώ και λίγα χρόνια ο καθολικισμός έχει (για πρώτη φορά) Λατινοαμερικανό Πάπα, θα μπορούσε να υποθέσει πως η περιοχή παραμένει προπύργιο του δόγματος. Είναι όμως έτσι ή έχουν αρχίσει να γίνονται ορατές πλέον ρωγμές σε μια τεράστια έκταση και σε ένα κοινό 425 εκατομμυρίων ρωμαιοκαθολικών;

 

Καθολικοί… τέως

Τα στατιστικά δεν είναι καλά για τον καθολικισμό, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτου Pew στις ΗΠΑ. Έτσι, ενώ μέχρι τη δεκαετία του ’60 το 90% του πληθυσμού της Λατινικής Αμερικής ήταν καθολικοί, σήμερα αυτό το ποσοστό έχει πέσει στο 69%. Η μεγάλη πτώση των σχεδόν 20 ποσοστιαίων μονάδων οφείλεται κυρίως στην εμφάνιση προτεσταντικών δογμάτων στην περιοχή. Έτσι, παρουσιάζεται το φαινόμενο να έχουμε σημαντικό αριθμό πιστών που, ενώ έχουν γεννηθεί και ανατραφεί ως καθολικοί, σήμερα να έχουν αλλάξει δόγμα και να δηλώνουν προτεστάντες. Αρκετοί ακόμη δηλώνουν απομακρυσμένοι από την Εκκλησία, κάτι που παγκοσμίως αποτελεί πρόβλημα για όλες τις χριστιανικές ομολογίες.

 

Γιατί όμως γίνεται αυτή η μεταστροφή και μάλιστα μέσα σε ελάχιστα (τα τελευταία) χρόνια; Σχετική δημοσκόπηση αποκαλύπτει 8 βασικούς λόγους, με τον πρώτο να είναι η αναζήτηση «μιας πιο προσωπικής επαφής με τον Θεό». Επίσης, το ότι οι πιστοί ακολουθούν το αίτημα «για ένα διαφορετικό στυλ λατρείας», η «έμφαση στην ηθική» αλλά και η αναζήτηση μιας «Εκκλησίας που βοηθά περισσότερο τα μέλη της». Ακόμη, αναφέρονται ζητήματα υγείας ή οικογενειακά και βέβαια το θέμα γάμου με έναν μη καθολικό, που οδηγεί και σε αλλαγή δόγματος τον καθολικό σύζυγο.

Οι λόγοι αυτοί που αναφέρονται στη μελέτη του Ινστιτούτου Pew αποκαλύπτουν έμμεσα και πολλά από τα σημερινά προβλήματα της Καθολικής Εκκλησίας. Για παράδειγμα, όταν οι πιστοί μιλούν για την «ηθική» ως κρίσιμο λόγο «εξόδου» από την πίστη τους, δεν μπορεί κανείς να μην τη συσχετίσει με το κύμα σκανδάλων παιδεραστίας αλλά και οικονομικής κακοδιαχείρισης που σαρώνει τον καθολικισμό τα τελευταία χρόνια.

 

 

Η ορμή των πεντηκοστιανών

Ειδικά η ιεραποστολική δράση των προτεσταντών είναι ιδιαίτερα εμφανής στη μεταστροφή των πιστών, καθώς εμφανίζεται ως ο πέμπτος κατά σειρά σημαντικότερος λόγος για την αλλαγή δόγματος. Μάλιστα, οι περισσότεροι από όσους αλλάζουν δόγμα το κάνουν πριν από τα 25 τους χρόνια, ενώ -από την έρευνα- δεν φανερώνεται κάποια σαφής διάκριση με κοινωνικοοικονομικά κριτήρια.

Αυτό που εντυπωσιάζει είναι η κυριαρχία των πεντηκοστιανών στους μη καθολικούς χριστιανούς της Λατινικής Αμερικής. Με ποσοστά που κυμαίνονται από το 60% έως και το 80%, οι προτεστάντες της περιοχής δηλώνουν πεντηκοστιανοί, είτε ως ανήκοντες σε κάποια πεντηκοστιανή τοπική Εκκλησία είτε ως έχοντες μεγαλύτερη ταύτιση με τις σχετικές διδασκαλίες. Για να υπάρχει ένα μέτρο σύγκρισης, στις Ηνωμένες Πολιτείες μόνο το 18% των προτεσταντών δηλώνουν πεντηκοστιανοί (αν και ανάμεσά τους οι περισσότεροι είναι ισπανόφωνοι).

Αυτό που διαπιστώνεται από τη μελέτη του Pew είναι ότι η φύση του πεντηκοστιανισμού, με την έμφαση που δίνει στην προσωπική σχέση του πιστού με το Άγιο Πνεύμα, η διδασκαλία περί άμεσων θαυμάτων και χαρισμάτων που αυτό προσφέρει (όπως, π.χ., η θεραπεία από κάποια ασθένεια), όπως και η ιδιαίτερα έντονη σε συμμετοχή τελετουργία βρίσκουν επαφή με τη λατινοαμερικανική κουλτούρα και παράδοση, ανοίγοντας τον δρόμο για τη μεταστροφή πολλών καθολικών.

Τα «χαρισματικά» κηρύγματα των πεντηκοστιανών έχουν μάλιστα και μεγάλη επιρροή εντός των τοπικών καθολικών εκκλησιών, όπου τα τελευταία χρόνια αναδεικνύονται χαρισματικά κινήματα, με σημαντικό ποσοστό των καθολικών να δηλώνουν «χαρισματικοί». Έτσι, πεντηκοστιανά στοιχεία, π.χ. η ενθουσιώδης συμμετοχή του πιστού στη Θεία Λειτουργία με φωνές, κραυγές, χειροκρότημα κ.λπ., εμφανίζονται όλο και περισσότερο στην καθολική πρακτική (π.χ. το 65% των καθολικών της Κολομβίας αναφέρει ότι βλέπει συχνά κάτι τέτοιο μέσα σε έναν ιερό ναό).

Με βάση αυτά τα στοιχεία, δεν είναι παράξενο το ότι οι νεοφώτιστοι προτεστάντες της Λατινικής Αμερικής δηλώνουν σε μεγάλα ποσοστά ότι έχουν προσωπική εμπειρία (είτε οι ίδιοι είτε ως θεατές) από πεντηκοστιανές χαρισματικές πρακτικές. Για παράδειγμα, το 56% των Βραζιλιάνων προτεσταντών δηλώνουν ότι έχουν δει εξορκισμό, αλλά και το 69% των Μεξικανών καθολικών δηλώνουν ότι «ο Θεός θα προσφέρει πλούτο και υγεία στον πραγματικό πιστό», μια αντίληψη που ταυτίζεται με τις πεντηκοστιανές φιλοσοφίες.

Στην περίπλοκη αυτή εικόνα πρέπει να συμπεριλάβουμε και τη μεγάλη ισχύ των τοπικών παραδόσεων και θρησκειών (κυρίως στην Καραϊβική και τη Βραζιλία), που επηρεάζουν τη θρησκευτική συμπεριφορά. Έτσι, το ένα τρίτο των πιστών σε όλη τη Λατινική Αμερική πιστεύει στο «κακό μάτι» και ένας στους πέντε στη μαγεία και τη μετενσάρκωση. Ακόμη, το 60% των Μεξικανών προσφέρουν φαγητό, λουλούδια και ποτά στα πνεύματα, τηρώντας παράλληλα την καθολική πίστη!

Συμπέρασμα; Η άνοδος του προτεσταντισμού και ειδικά της πεντηκοστιανής πρότασης στη Λατινική Αμερική δείχνει ιδιαίτερο δυναμισμό και έχει καταφέρει όχι μόνο να αποσπάσει πιστούς από την Καθολική Εκκλησία, αλλά και να επηρεάσει σε εμφανή βαθμό τη συμπεριφορά και την αντίληψη των καθολικών πιστών. Ενώ, την ίδια στιγμή, το σύνολο των χριστιανών της Λατινικής Αμερικής διατηρεί σε σημαντικό βαθμό τη σχέση του με τις ανιμιστικές παραδόσεις των προγόνων του, δημιουργώντας ένα ιδιότυπο και ρευστό θρησκευτικό πεδίο.

 

 

Φραγκίσκος, η «διαφήμιση του καθολικισμού»

Ο Αργεντινός καρδινάλιος Jorge Mario Bergoglio, που εκλέχθηκε Πάπας με το όνομα Φραγκίσκος το 2013, είναι φυσικό να έχει συναρπάσει μεγάλο μέρος του καθολικού λατινοαμερικανικού κοινού, το οποίο αισθανόταν σε κάποιο βαθμό αποκομμένο από την Ιεραρχία της Ρώμης, που σταθερά αναδείκνυε Ευρωπαίους στον παπικό θρόνο. Μάλιστα, οι καθολικοί της Λατινικής Αμερικής στην πλειονότητά τους (πάνω από τους μισούς) θεωρούν πως η εκλογή του είναι «σημαντική αλλαγή».

Η έννοια «αλλαγή» όμως δεν σταματά εδώ, καθώς οι Λατινοαμερικανοί πιστοί νιώθουν έτοιμοι για μεγάλες αλλαγές στις εκκλησιαστικές διδαχές και ίσως η κοινωνική αυτή πίεση να εξηγεί και πολλά από τα ανοίγματα του Φραγκίσκου σε θέματα «ταμπού» για τους καθολικούς. Έτσι, οι πιστοί πιστεύουν (κατά 60%) πως πρέπει να επιτρέπεται το διαζύγιο σε καθολικούς και το 72% η χρήση αντισυλληπτικών. Ακόμη, ένα 48% ζητά να επιτρέπεται ο γάμος στους ιερείς και το 42% δεν διαφωνεί με τη χειροτονία γυναικών! Παράλληλα, όμως, δηλώνουν ιδιαίτερα αρνητικοί σε ό,τι αφορά τον γάμο ομοφυλοφίλων, την άμβλωση και σχετικά αρνητικοί σε ό,τι αφορά το σεξ εκτός γάμου, δηλαδή συνολικά μια μικτή εικόνα κοινωνικών αντιλήψεων, που σε κάποια σημεία ξεπερνά τις απόψεις του καθολικισμού και σε άλλα τις ασπάζεται.

 

Θέλουν τον διαχωρισμό Εκκλησίας - κράτους

Εφόσον οι χώρες της Λατινικής Αμερικής έχουν τόσο ισχυρή καθολική πίστη, θα περίμενε κανείς ότι η σχέση κράτους και Εκκλησίας θα ήταν στενή - τουλάχιστον με βάση τη θέληση των πιστών. Η μελέτη του Pew όμως δείχνει πως στις περισσότερες χώρες οι Λατινοαμερικανοί επιθυμούν διαχωρισμό Εκκλησίας - κράτους (από την εναλλακτική «η κυβέρνηση να προωθεί θρησκευτικές αξίες»).

Από την άλλη πλευρά, το κοινό πιστεύει ότι οι θρησκευτικοί ηγέτες πρέπει να έχουν ρόλο στην πολιτική σκηνή! Μάλιστα, αυτή η αντίληψη είναι πλειοψηφική σε 8 χώρες (από τις 18 που μετρήθηκαν), ενώ σημειώνει μεγάλα ποσοστά σχεδόν παντού.

Μια εξήγηση αυτής της -φαινομενικά αντιφατικής- εικόνας ίσως είναι ότι οι πιστοί της Λατινικής Αμερικής έχουν -συγκριτικά πάντα- μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στη σταθερότητα της Εκκλησίας από ό,τι στο κράτος τους, οπότε επιθυμούν τον διαχωρισμό, ώστε να μην επιβαρυνθεί η Εκκλησία με τις αδυναμίες της Πολιτείας. Ταυτόχρονα, μιας και οι θρησκευτικοί ηγέτες απολαμβάνουν μεγαλύτερο κύρος και αντιπροσωπεύουν σχεδόν το σύνολο της κοινωνίας, θεωρείται πως πρέπει να έχουν λόγο στην πολιτική, ειδικά όταν η τελευταία είναι διεφθαρμένη και δυσλειτουργική.