Γράφει ο Σταύρος Γουλούλης
Ο εγκλεισμός των Ελλήνων στα σπίτια τους, μία εκδήλωση του αστικού τρόπου ζωής, δημιουργώντας τάσεις φυγής, μας δείχνει να καταλάβουμε τι προκαλούσε τις μετακινήσεις των λαών: λιμοί, λοιμοί, ομόηχα, συνώνυμα… Εμείς το ζούσαμε απλώς ρομαντικά: ως στροφή στις παραλίες, τα βουνά. Η θάλασσα, το Αιγαίο με το φως, από την αυγή της ιστορίας μας υμνήθηκε από τον Ελύτη, αλλά ο Βαλκάνιος Ελληνας τείνει και στην άλλη πλευρά της ύπαρξής μας, τη στεριά, τα βουνά. Από εκεί προερχόμαστε οι νεότεροι Ελλαδίτες. Τι σήμαινε το εθνωνύμιο «Αιολείς»; «Τα παιδιά του Αιόλου», θεού των ανέμων. Ανεμομαζώματα δηλαδή, φυλές που έφερε ο αέρας της ανάγκης για καλύτερη ζωή.
Βέβαια η σημερινή αστικοποιημένη Ελλάδα κατοικείται περισσότερο στις πόλεις της ανατολικής πλευράς της. Αλλά μέχρι αρχάς 20ου αιώνα η διασπορά οικισμών, δρόμων, εμπορίου, έπιανε την ορεινή ραχοκοκαλιά της ελλαδικής χερσονήσου. Στα ψηλά βουνά… Εκεί είχε αναπτυχθεί ένας σχεδόν ανεξάρτητος κόσμος. Οι μετακινήσεις γίνονταν σε ορεινούς δρόμους, με “καραβάνια” μουλαριών, τις καμήλες των βουνών μας. Η “εθνική οδός” τότε είχε αφετηρία το Ταίναρο και έφτανε μέσω Πίνδου στις Πρέσπες, το Μοναστήρι/Βίτολα, συνεχίζοντας προς Βορράν.
Την ίδια περίοδο, μέχρι τον 19ο αιώνα, τις πεδιάδες κατείχαν ως επί το πλείστον Οθωμανοί. Οι περισσότεροι Ελληνες έμεναν σε ορεινά χωριά που σήμερα αξιοποιούνται κυρίως στον τουρισμό, περισσότερο τον θερινό.
Ποιο ήταν το κινούν αίτιο της διαχρονικής καθόδου τους; Το πολυπόθητο Καλύτερο Αύριο. Οι Ορεινοί είναι άνθρωποι νευρώδεις, τραχείς, βιολογικά ισχυροί, κατακτητικοί στις διαθέσεις, δεν αφήνουν ευκαιρίες. Κάνουν όλες τις δουλειές, έχουν όρεξη για ζωή, αφού το βουνό υστερεί στο να παρέχει αφθονία και καλοπέραση. Ταυτόχρονα οι χωρικοί ως οικογένειες ή φάρες μένουν πολλά αδέλφια μαζί, όσο ζουν οι παππούδες, οπότε μπορούν να συνυπάρχουν τρεις γενιές κάτω από την ίδια στέγη. Είχα ακούσει κάποτε την περίπτωση να μένουν στο ίδιο δωμάτιο δύο οικογένειες αδελφών: στη μία γωνιά ο ένας αδελφός με τα κουτσούβελά του, στην άλλη ο άλλος αδελφός με τα δικά του! Φτώχια. Ανάγκη. Κατανόηση… Αλλά ως πότε; Οταν κατέβαιναν επομένως αυτοί οι άνθρωποι στις πόλεις, ο φόβος στο άγνωστο τούς έφερνε κοντά σε συγχωριανούς ή συντοπίτες. Ετσι σχηματίστηκαν συνοικίες π.χ. Βλάχων, Αγραφιωτών… Δεν μιλάμε για αυτές των προσφύγων.
Και ποιο είναι το κινούν αίτιο της επανόδου τους; Στην πόλη οι δεσμοί μεταξύ συγγενών και άλλων “ομοεθνών” αραίωσαν. Εδώ η ζωή επιβάλλει την πυρηνική οικογένεια, αφού οι περισσότεροι έγιναν μισθωτοί, έμποροι, επαγγελματίες χειρώνακτες, άρα αυτάρκεις. Αλλά η σχετική αστική απομόνωση δημιουργεί τάσεις επιστροφής εις τα ίδια…
Ολη η ιστορία της Νέας Ελλάδας μετά την κρίση του τέλους της Αρχαιότητας (6ος-9ος αιώνας) μέχρι και τον 20ό αιώνα, είναι πώς τα πληθυσμιακά ανεμομαζώματα των ορέων να γίνουν αστοί και αντιστρόφως.
Οι πιο πλούσιοι κάμποι της Ελλάδας, όπως της Θεσσαλίας, ερήμωσαν πολλές φορές. Πληθυσμοί κατέρχονται τον 7ο-6ο αιώνα π.Χ., αλλά τον 2ο-3ο μ.Χ. αιώνα, η ερημιά κυριαρχεί κυρίως λόγω μετανάστευσης στην Ανατολή. Αυτό κάνει τον Πλούταρχο να θρηνεί την παρακμή της ελληνικής λαϊκής θρησκείας. Με τις πανδημίες του 6ου αιώνα η Ελλάδα χάνει τους πληθυσμούς της, και μετά πάλι τον 14ο αιώνα για τον ίδιο λόγο. Σε όλες τις περιπτώσεις υπήρξαν διάφορες ιστορικές συγκυρίες, πανώλης, επιδρομές αλλοφύλων, παρακμή αστικής ζωής κ.τ.λ. Αλλόφυλοι από τον Βορρά κατέρχονταν να καλύψουν το κενό: Σλάβοι, Βούλγαροι, Αλβανοί, Οθωμανοί. Π.χ. τον 14ο αι. ήλθαν οι ποιμένες Κόνιαροι (όχι εξ Ικονίου όπως πιστεύεται) και βρήκαν άδειους κάμπους στη Θεσσαλία. Δεν ήταν αυτοί που έδιωξαν τους Ελληνες.
Η ταραχή που επικράτησε τον 14ο/15ο αιώνα είχε ως αποτέλεσμα πολλοί κάτοικοι να μεταφερθούν στα ορεινά ή τους πρόποδες των βουνών. Εκεί τότε συνάντησαν άλλους αγρότες, μία ελάχιστη μειοψηφία Σλαβόφωνων, ήδη Χριστιανών, Ρωμαίων πολιτών, οπότε έτσι εξηγούνται τα σλαβικά ονόματα των οικισμών των χωριών.
Ομως μετά από αιώνες ο πληθυσμός στα βουνά αυξήθηκε λόγω της Οθωμανικής ειρήνης, οπότε οι Ορεινοί άρχισαν να εγκαθίστανται στις παρυφές των πόλεων και τελικά να αστικοποιούνται. Ελληνόφωνοι και Βλαχόφωνοι προηγήθηκαν. Οι Σαρακατσάνοι ουσιαστικά γίνονται αστοί μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Ο κύκλος έκλεισε στον 20ο αιώνα με τις γνωστές ιστορικές περιπέτειες, τις βίαιες καταστάσεις. Ηλθαν και οι πρόσφυγες της Μ. Ασίας, έγινε κι ο Εμφύλιος και προσφυγοποίησε πρωτίστως τα ορεινά χωριά που μεταφέρθηκαν στις πόλεις…
Με το κριτήριο της εγκατάστασης είμαστε μία ανανεωμένη κοινωνία. Προερχόμαστε από ηπειρωτικές και παράλιες περιοχές, τις οποίες σήμερα απλώς τις έχουμε για διακοπές.
Αυτό βεβαίως εξηγεί γιατί δεν αποκτήσαμε αστικούς θεσμούς που είχαν και σέβονταν οι Αρχαίοι ημών πρόγονοι. Εκείνος ο κόσμος όμως διαλύθηκε ανάμεσα στον 6ο-9ο αιώνα, ενώ η κρίση του 14ου-15ου αιώνα έφερε νέα δεδομένα. Μία αναλαμπή υπήρξε στους Ορεινούς επί Τουρκοκρατίας: ο γαλαξίας των ελληνικών κοινοτήτων (μελέτι των Ρωμιών). Ούτε κι αγαπήσαμε ποτέ την πόλη, που δεν μας μαζεύει τον νου, έτσι όπως τη φτιάξαμε με άναρχη πολεοδομία, ακαλαίσθητη, με κυρίαρχο μόνο το εμπορικό (μεταπρατικό) κέντρο, χωρίς στίγμα πολιτισμού, καταστρέφοντας την ιστορική φυσιογνωμία της με το μπετόν. Κρίμα στον μόχθο της Εργατιάς μας. Οπότε επιστρέφουμε συνεχώς στη γη που μας γέννησε, βουνά και λαγκάδια.