Πως φθάσαμε στην Μικρασιατική Καταστροφή; Ποιος ο ρόλος των Μεγάλων Δυνάμεων και ποια τα δικά μας τραγικά λάθη; Ο ιστορικός Νίκος Ψυρούκης στο βιβλίο του “Η Μικρασιατική Καταστροφή”,έχει δώσει πειστικές και ρεαλιστικές απαντήσεις σ΄ αυτά τα ερωτήματα. Η διχόνοια μεταξύ “βενιζελικών” και “αντιβενιζελικών” ήταν ένα από τα λάθη. Ίσως το βασικό. Οι δουλοπρεπείς πολιτικοί που φοβόντουσαν να πουν όχι στις απαιτήσεις των ξένων για συνέχιση της εκστρατείας, φοβούμενοι ότι θα χάσουν την εξουσία ένας ακόμη λόγος που οδήγησε στην καταστροφή. Και φυσικά τα τεράστια οικονομικά συμφέροντα που παίζονταν με πιόνι την Ελλάδα.
Η κυβέρνηση της “Αγκυρας σ’ όλο τό διάστημα τής στασιμότητας των στρατιωτικών επιχειρήσεων προετοίμαζε με μεγάλη μυστικότητα την τελική στρατιωτική αναμέτρηση. Από άποψη δύναμης πύρος και αριθμού μαχητών ο ελληνικός στρατός δέν υστερούσε. Όμως η μαχητικότητα και το ηθικό του ήταν σε πολύ χαμηλό επίπεδο.
Η πολύμηνη αδράνεια στο μέτωπο, με την διαρκή παρενόχληση τών Τούρκων άνταρτων μεγάλωσε ακόμα πιο πολύ τήν κούρασή του. Καθημερινά εκδηλωνόταν όλο και πιο πολύ ή θέληση τών στρατιωτών για το σταμάτημα τού πολέμου. Η οξύτατη διαμάχη τών βενιζελικών καί αντιβενιζελικών στελεχών τού στρατού δημιουργούσε συνθήκες αποσύνθεσής του. Η κυβερνητική πολιτική της ευνοιοκρατίας προς τους αντιβενιζε-
λικούς αξιωματικούς και η σκανδαλώδικη διαγωγή καί ζωή των άξιωματικών στα μετόπισθεν δεν μπορούσαν να είναι παράγοντες εξάλειψης του πολιτικού διχασμού στον στρατό.
Αντίθετα, οδήγησαν τα πραγματα στά άκρα. Τόσο μεγαλη ήταν η σύγκρουση ανάμεσα στίς δύο παρατάξεις που είχε φτάσει μιά τουρική εφημερίδα, ή Ίλέρι («Εμπρός») νά δημοσιεύει φωτογραφία του τότε βενιζελικού συνταγματάρχη Γ. Κονδύλη μέ τον τίτλο «Ό συναγματάρχης Γ. Κονδύλης σύμαχος τού Κεμάλ». Ό “Αγγλος ύπατος αρμοστής στην Κωνσταντινούπολη, στρατηγός σερ Χ. Χάμπολτ, διαμαρτυρήθηκε επίσημα στον Οικουμενικό Πατριάρχη Μελέτιο γιατί μέ την δράση τήν δική του και των βενιζελικών αξιωματικών -αμυνιτών δημιουργούσαν δυσκολίες στό έργο της ελληνικής κυβέρνησης (δηλαδή της Αγγλίας).
Αυτή την εικόνα της αποσύνθεσης παρουσίαζε ό ελληνικός στρατός όταν στις 26/8/1922 ό Κεμάλ τηλεγραφουσε άπό τό ‘Εσκί Σεχίρ στην κυβέρνηση του και στην Μεγάλη Εθνοσυνέλευση της Τουρκίας: «Ή επίθεση άρχισε στις 4 μ.μ σέ όλο τό μέτωπο. Ό Θεός βοηθός». Τήν γενική επίθεση την διεύθυνε ό ίδιος ό Κεμάλ. “Αρχισε μέ κύρια κατεύθυνση τό Άφιόν Καραχισάρ και γρήγορα εξελίχθηκε σέ μιά ραγδαία προέλαση τού τουρκικού στρατού προς τή Σμύρνη. Ή υποχώρηση του ελληνικού στρατού στό Τουλού Μπουνάρ υπήρξε ή αρχή τής γενικής κατάρρευσης τού μετώπου. Ένας απλός Έλληνας αξιωματικός, ό Ιωάννης Σιμιτόπουλος, μάς δίνει στ΄ απομνημονεύματα του τήν πάρα κάτω εικόνα τής ελληνικής υποχώρησης:
«Όλοι οι γύρω μας κάμποι, τα υψώματα, αι χαράδραι. είναι γεμάτα άπό φάλαγγας πεζικού, πυροβολικού, μηχανικού, αυτοκινήτων και άλλων πολλών σχηματισμών. Όλαι αύται αι φάλαγγες υποχωρούν ατάκτως πρός Σμύρνην. Εις κάποιαν στιγμήν ήλθεν ό Στρατηγός τής XII Μεραρχίας και συνωμίλησεν με τον Συνταγματάρχην μας έπί πέντε λεπτά περίπου καί κατόπιν άνεχώρησε. Ολοι οι αξιωματικοί κατά την διάρκειαν τής ολιγόλεπτου συνομιλίας τού Στρατηγού μετά τού Συνταγματάρχου ευρισκόμεθα εις άδημονιαν νά μάθωμεν τι διαμείβεται μεταξύ των. Μετά τήν άναχώρησιν τού Στρατηγού, μάς πλησιάζει αυτός ό πραγματικός ήρωας Συνταγματάρχης και μάς λέει έπί λέξει: “Κύριοι συνάδελφοι (καί οι οφθαλμοί του έπλημμύρισαν άπό δάκρυα). Κοιτάξετε δεξιά καί αριστερά καί παρατηρήσατε τας φάλαγγας τού στρατού μας πώς φεύγουν πανικόβλητοι καί εγκαταλείπουν τα μέρη αυτά τά οποία μέ τόσον αίμα έχουν ποτίσει. Και τα εγκαταλείπουν σχεδόν αμαχητί». Σέ συνέχεια ό Ί. Σιμιτόπουλος μάς λέει ότι «τό σχέδιον τού Κεμάλ ήτο στρατηγικώτατον, ή δέ βλακεία τον Έπιτελείον του Στρατού μας χαρακτιριστικωτάτη”.
Επίσης επιγραμματικός είναι ό Ι. Σιμιτόπουλος όταν περιγράφει τήν στάση τών φαντάρων: «Υβρίζουν», μάς λέει, «καπηλικώτα τους ανωτέρους Αξιωματικούς δια την αμαθειάν των καί τους κατωτέρους δια τήν δειλίαν των».
Η διάλυση τού ελληνικού στρατού μέσα σέ λίγες μέρες ήταν ή λογική συνέπεια μιας κουραστικής περιπέτειας τριών καί πάνω χρόνων,περιπέτειας πού όλοι ήξεραν πολύ καλά ότι δέν είχε σχέση μέ τά πραγματικά εθνικά συμφέροντα των Ελλήνων.
«Βλάκες» οί ανώτεροι αξιωματικοί, «δειλοί» οί κατώτεροι, «βλάστημοι καί πανικόβλητοι» οι στρατιώτες, όλες αυτές οι ιδιότητες ανήκουν στους μισθοφορικούς στρατούς και όχι στους πατριωτικούς.
Πραγματική τραγωδία γιά τον ελληνικό στρατό, πού οι ηρωϊκές ,πατριωτικές του παραδόσεις τόν είχαν αναδείξει στους εθνικο-απελευθερωτικούς πολέμους σέ πραγματικά αξιοθαύμαστο. Ή μικρασιατική πείρα έρχεται ν’ αποδείξει ότι οί μεγάλες μαχητικές πατριωτικές παραδόσεις δέν μπορούν ν’ αξιοποιηθούν σέ πολέμους πού γίνονται γιά λογαριασμό ξένων καί σέ βάρος άλλων χωρών.
Η άτακτη υποχώρηση τού ελληνικού στρατού στό μικρασιατικό μέτωπο δημιούργησε πρωτοφανή πανικό καί στους κυβερνητικούς κύκλους της Αθήνας.Ο στρατηγός Χατζανέστης ανακλήθηκε καί στη θέση του διορίσθηκε ο στρατηγός Ν. Τρικούπης, ό οποίος όμως δέν πρόλαβε νά αναλάβει τά νέα του καθήκοντα γιατί πιάστηκε αιχμάλωτος μαζί μέ όλη του τήν φάλαγγα, πού συμπεριλάμβανε δύο στρατηγούς διοικητές Σωμάτων Στρατού, ένα μέραρχο, 190 αξιωματικούς καί 4.500 οπλίτες.
Στις 9 τού Σεπτέμβρη ό κεμαλικός στρατός έμπαινε στην Σμύρνη. Σέ όλη τή Μικρά Ασία διαδραματίζονταν σκηνές φρίκης. Ό ελληνισμός καταστρεφόταν, ό ελληνικός στρατός πανικόβλητος υποχωρούσε από παντού. Η κυβέρνηση Πρωποπαπαδάκη αναγκάστηκε νά παραιτηθεί καί ύστερα άπό μεγάλες προσπάθειες τής Αυλής έγινε δυνατό νά σχηματισθεί νέα κυβέρνηση, μ’ επικεφαλής τόν Ν. Τριανταφυλλάκο (10/9/1922).
Στο μεταξύ, η Δεξιά κατατρομαγμένη προσπάθησε να βρεί εξιλαστήρια θύματα γιά τήν καταστρεπτική πολιτική της. Στίς 9 τού Σεπτέμβρη ό φρούραρχος Αθηνών αποφάσιζε νά εκτελέσει τους ηγέτες τού Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (Κομμουνιστικού) πού ήταν δεσμώτες.
Ήταν μια εκδήλωση αχαρακτήριστου θράσους, πού πάντα εκδηλώνεται τήν ώρα τής κρίσης των μεγάλων ένοχων τής Ιστορίας. Οι ηγέτες αυτοί ήταν τελείως αθώοι. Ή πολιτική τους επιρροή δέν ήταν τότε αποφασιστική, ύστερα απ’ τήν αρχή τάχθηκαν ενάντια στον μικρασιατικό πόλεμο καί επανειλημμένα είχαν ζητήσει τήν έγκαιρη κα τάπαυση του.
Η πολιτική τους είχε απήχηση στό λαό, γι’ αυτό καί ό Ι.Μεταξάς, πού κινήθηκε γιά νά σώσει τήν Δεξιά, θέλησε αντί τού φυσικού θανάτου νά επιβάλει τόν πολιτικό θάνατο στην ηγεσία της νεαρής Αριστεράς. Επισκέφθηκε στις 13 τού Σεπτέμβρη τους φυλακισμένους ηγέτες καί τους πρότεινε όπως συμμετάσχουν στην κυβέρνηση. Η συμμετοχή τους στην κυβέρνηση θά έδινε από την μια την δυνατότητα στην Δεξιά να παρουσιάσει κάποιο λαϊκό χαρακτήρα, ενώ από την άλλη θά χρεωκοπούσε και την Αριστερά, που ο λαός θα την έβλεπε να συμμετέχει σε κυβέρνηση των ενόχων της εθνικής τραγωδίας και θα την καταδίκαζε στη συνειδησή του.
Οι συνέπειες τής καταστροφής ήταν τρομερές. Ό μικρασιατικός ελληνισμός διώχτηκε από την πατρική του γη. Ο Γάλλος ιστορικός Driault ανεβάζει σε δεκάδες χιλιάδες τους σφαγμένους από τα τουρκικά πογκρόμ που επακολούθησαν, θεωρεί την μικρασιατική καταστροφή μεγαλύτερη και χειρότερη από την πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Τα όνειρα για την αναστήλωση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας θάβονταν κάτω από τά ερείπια του πολιτισμού πού δημιούργησε ο μόχθος και η δουλειά των Ελλήνων τής Μικράς Ασίας. Τους πολιτικούς τυχοδιωκτισμούς της ελληνικής ολιγαρχίας τους πλήρωνε μέ τήν ζωή καί τήν αξιοπρέπεια του το ελληνικό έθνος.
Οι πρωταίτιοι της τραγωδίας στην Εγγύς Ανατολή μετά τόν πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, οι δυνάμεις τής Άντάντ απαθέστατα καί μέ κυνική βιασύνη τακτοποιούσαν τους λογαριασμούς τους. Η Αγγλία από τις αρχές Αυγούστου γύρεψε νά τήν πληρώσει ή όφειλέτιδα Ελλάδα τα χρέη της.
Με την κατάρρευση του μετώπου και την απασχόληση των Τούρκων στην εκδίωξη και σφαγή των Ελλήνων, οι “Αγγλοι ανενόχλητα τον Οκτώβρη του 1922 στέλνουν στρατιωτικά τμήματα αραβικού στρατού της Μεσοποταμίας και καταλαμβάνουν την Μοσούλη. Στις 10/10/1922 η Αγγλία έκλεινε συμφωνία με τό Ιράκ από 18 άρθρα, σύμφωνα με την οποία σταθεροποιούνταν η αγγλική Κηδεμονία και επιρροή στη Μεσοποταμία.
Ο ΄Αγγλος υπουργός των Εξωτερικών λόρδος Κώρζον είχε πραγματοποιήσει την επιθυμία του. Ο Κώρζον της Turkish Petroleum ησύχασε. Τα πετρέλαια της Μοσούλης ήταν στα χέρια της αγγλικής αποικιοκρατίας. H επιχείρηση κόστισε στην Έλλάδα πολύ ακριβά, στην Αγγλία όμως τίποτα. “Οχι μόνο έπαιρνε την Μοσούλη αλλά είχε να εισπράττει από την Ελλάδα, για τα έξοδα της μικρασιατικής εκστρατείας, χρέη με τόκους και επιτόκια. Οι Αμερικανοί πάλι εισέπρατταν τό αντίτιμο τής «φιλίας» τους προς την κεμαλική Τουρκία. Ο Γ. Δαφνής αναφέρει ότι πρίν ακόμα καί από τήν υπογραφή της συνθήκης της Λωζάννης «οι Αμερικανοί ανέλαβαν εν Τουρκία μεγάλα έργα, σιδηροδρόμους, λιμένας, ανοικοδομήσεις».
Στις 24 τού Σεπτέμβρη 1922 ό Σοβιετικός υπουργός τών Εξωτερικών γύρεψε όπως συγκληθεί αμέσως διεθνής διάσκεψη μέ τήν συμμετοχή της Σοβιετικής Ρωσίας, της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας της Ελλάδας, της Τουρκίας, της Γιουγκοσλαβίας, της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας καί της Αιγύπτου.
Σκοπός τής διάσκεψης θά ήταν να ρυθμισθούν τα οξύτατα προβλήματα που δημιουργήθηκαν στην Εγγύς Ανατολή καί στην περιοχή τών Στενών μέ βάση τά συμφέροντα τών λαών της περιοχής. Η σοβιετική πρόταση απόβλεπε στό νά εμποδίσει τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις να εκμεταλλευθούν το χάος που δημιουργήθηκε προς όφελός τους. Η πρόταση γινόταν πρίν από την ανακωχή στα Μουδανιά καί την κατάληψη από τους “Αγγλους της Μοσούλης. Είναι φανερό ότι μια τέτοια διεθνής διάσκεψη θα διευκολύνε κατά πολύ την ελληνική θέση. Η κεμαλική Τουρκία θά είχε ανάγκη της ελληνικής υποστήριξης για να μην χάσει την Μοσούλη και η Ελλάδα την τουρκική διαλλακτικότητα για να ρυθμίσει, όσο πιο καλά μπορούσε, τό πρόβλημα των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και της Θράκης. Αυτό που έγινε στην Λωζάννη με την συμφωνία Βενιζέλου – Ινονού, τον Σεπτέμβρη του 1922 θα μπορούσε να είχε γίνει με καλύτερα αποτελέσματα και για τις δυο πλευρές. Η σοβιετική όμως πρόταση συνάντησε την κατηγορηματική άρνηση της Άνταντ και τα πράγματα τράβηξαν τον δρόμο που οι αποικιακές δυνάμεις επιθυμούσαν.
Με την κατάρρευση του μετώπου και το ξερίζωμα του μικρασιάτικου ελληνισμού δημιουργήθηκε στην Ελλάδα επαναστατική κρίση. Ο ελληνικός λαός. οργισμένος και ασυγκράτητος, γύρευε τήν παραδειγματική τιμωρία των ενόχων της συμφοράς του και την δημιουργία εγγυήσεων οτι στο μέλλον δεν πρόκειται να ξαναπέσει θύμα τυχοδιοκτισμών.
Όσοι γνωρίζουν στοιχειώδη ιστορία δέν μπορούν παρά νά συμφωνήσουν ότι ή λαϊκή δικαιοσύνη είναι παραδειγματική. “Οταν τό 1941 οι χιτλερικές ορδές καταχτούσαν την Ελλάδα, η οργή τού ελληνικού λαού στράφηκε προς τον κύριο υπεύθυνο της θεομηνίας, προς τον Γερμανό κατακτητή. Το 1922 όμως ο άμεσος υπεύθυνος δεν ήταν ο ξένος εισβολέας, αλλά οι Έλληνες κυβερνήτες του τόπου. Δεν γύρεψαν οι απλοί Έλληνες να φορτώσουν τις ευθύνες της εθνικής τους καταστροφής σε αθώους. Η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας και το ΣΕΚ (Κομμουνιστικό) γύρεψαν από κοινού την γενική πολιτική αμνηστία, την αποστράτευση και την αποζημίωση των θυμάτων του πολέμου.
Οι αποζημιώσεις θα δίνονταν από τα ποσά που θά συγκέντρωνε η βαριά φορολογία όλων εκείνων που είχαν θησαυρίσει στην διάρκεια της εκστρατείας. Οι εκπρόσωποι των εργαζομένων γύρευαν επίσης την διάλυση της Βουλής και την διενέργεια ελεύθερων εκλογών, το μοίρασμα της γης των μεγαλοκτηματιων και την αποκατάσταση των συνταγματικών ελευθεριών.
Η κατάσταση ήταν εκρηκτική. Στις 24 του Σεπτέμβρη ξεσπά στρατιωτικό κίνημα στη Χίο και στη Λέσβο. Επικεφαλής του κινήματος ήταν οι συνταγματάρχες Ν. Πλαστήρας καί Σ. Γονατάς και ο αντιπλοίαρχος Δ. Φωκάς. Η κυβέρνηση ανατράπηκε και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος στίς 27 του Σεπτέμβρη εκθρονιζόταν και έφευγε από τήν Ελλάδα. Οί επαναστάτες στρατιωτικοί γίνονταν κυρίαρχοι της κατάστασης.
Οι Άγγλοι προσπάθησαν στο μεταξύ νά πετύχουν την παράταση της παρουσίας τους στην περιοχή των Στενών. Γύρευαν από τα τουρκικά στρατεύματα να μην παραβιάσουν την «ουδέτερη» ζώνη των Στενών, δηλαδή την περιοχή που αυτοί κατείχαν. Η κυβέρνηση της Άγκυρας κατηγορηματικά αρνήθηκε νά ικανοποιήσει τις αγγλικές απαιτήσεις. Τελικά, με την μεσολάβηση του Γάλλου διπλωμάτη Φρανκλίν Μπουγιόν, δόθηκε συμβιβαστική λύση. Οι Άγγλοι προσωρινά θα έμεναν στην περιοχή των Στενών, με την προϋπόθεση ότι ο ελληνικός στρατός θα έφευγε από την Ανατολική Θράκη εθελοντικά ή και βιαίως. Μετά τόν συμβιβασμό έγινε δυνατό να συνέλθουν και οι εκπρόσωποι Αγγλίας, Γαλλίας, Ιταλίαα και Τουρκίας στα Μουδανιά για να συνάψουν ανακωχή. Στην διάσκεψη κλήθηκε και ή Ελλάδα.
Η ελληνική Αντιπροσωπεία αποτελούνταν από τον στρατηγό Α. Μαζαράκη και τους συνταγματάρχες Πλαστήρα και Σαρηγιάννη. Οι συνομιλίες άρχισαν στις 3 Οκτωβρίου 1922 και πριν την άφιξη της ελληνικής αντιπροσωπείας. Όταν παρουσιάστηκε, οι όροι της ανακωχής ήταν πια έτοιμοι. Οι Έλληνες εκπρόσωποι υπέβαλαν αντιπροτάσεις, χωρίς όμως και να τις λάβει κανείς υπόψη του. Όπως παρατηρεί ο Σοβιετικός ιστορικός Ά. Φ. Μίλλερ, οι σύμμαχοι της Άντάντ «έπαψαν πιά νά κρύβουν ότι εκείνοι στην πραγματικότητα και όχι η Ελλάδα διεξήγαγαν τον πόλεμο κατά της Τουρκίας». Η Ελλάδα τους ήταν πια άχρηστη και κατά συνέπεια δεν υπήρχε λόγος να της δίνει κανείς σημασία για πράγματα που αφορούσαν τους αποικιοκράτες. Η ελληνική αντιπροσωπεία διαμαρτυρήθηκε και στίς 11 Οκτώβρη ο αρχηγός της Ά. Μαζαράκης, μέ γραπτή του δήλωση, αρνήθηκε νά υπογράψει τήν ανακωχή.
Στην διαμαρτυρία του ο Ά. Μαζαράκης έλεγε:
«Η ελληνική αντιπροσωπεία διαπιστοί ότι ουδεμία των παρατηρήσεων τας οποίας διετύπωσεν εις τας προηγούμενας αυτής δηλώσεις ελήφθη ύπ’ όψει, εν τη συντάξει του οριστικού κειμένου της στρατιωτικής συμβάσεως… Υπό τοιαύτας συνθήκας η ελληνική αντιπροσωπεία δεν θεωρεί εαυτήν εξουσιοδοτούμενην να υπογραψη το κείμενο της στρατιωτικής συμβάσεως»”.
Η στάση τής ελληνικής αντιπροσωπείας ήταν μιά ύστατη προσπάθεια για να σώσει τήν αξιοπρέπεια της Ελλάδας. Δυστυχώς όμως ήταν πολύ αργά. Αυτη έπρεπε νά εκδηλωθεί τότε που υπήρχαν οι δυνατότητες. Όταν η Άγκυρα επιζητούσε την προσέγγιση για να εξουδετερώσει την επίθεση της Ανταντ. Τότε όμως η ελληνική κυβέρνηση δεχόταν νά διεξάγει πόλεμο για λογαριασμό των ξένων, γι’ αυτό καί τώρα ήταν υποχρεωμένη να υποκύψει στον εξευτελισμό. Στίς 14 Οκτώβρη η ελληνική κυβέρνηση τηλεγραφούσε στους Συμμάχους της Αντάντ ότι αποδέχεται την ανακωχή των Μουδανιών.
Σύμφωνα με τους όρους της ανακωχής, η Τουρκία έπαιρνε την Ανατολική Θράκη. Ο ελληνικός στρατός έπρεπε νά την εκκενώσει μέσα σε 15 ημέρες και μαζί του έπρεπε επίσης νά αναχωρήσει όλος ο ελληνικός της πληθυσμός. Τά συμμαχικά στρατεύματα που ήταν στην περιοχή των Στενών θα έμεναν στις θέσεις τους μέχρι την σύναψη της τελικής συνθήκης ειρήνης.
Η ανακωχή στα Μουδανιά επισφράγιζαν την νίκη της τουρκικής εθνικιστικής επανάστασης. Η τελική συντριβή της ξένης αντεπαναστατικής επέμβασης ήταν ένα αναμφισβήτητο γεγονός. Το γεγονός αυτό διευκόλυνε την ολοκλήρωση των επαναστατικών μέτρων στην Τουρκία. Επηρέασε σοβαρότατα τις εσωτερικές εξελίξεις στην Ελλάδα και όξυνε τή διαμάχη τών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
Στίς 1/11/1922 κηρύχτηκε άπό την τουρκική Μεγάλη Έθνοσυνέλευση έκπτωτος ο σουλτάνος. Για την Τουρκία το μέτρο ήταν μεγάλης ιστορικής σημασίας. Ο σουλτάνος δεν αποτελούσε σύμβολο, αλλά αποφασιστικό θεσμό της οθωμανικής δεσποτικής φεουδαρχικής κοινωνίας. Η κατάργηση του σήμαινε και την οριστική νίκη της τουρκικής αστικής τάξης. Αυτή γινόταν τώρα ηγέτης της τουρκικής κοινωνίας.
Στίς 17/11/1922 καταργήθηκε και ο θεσμός του Χαλιφάτου. Σύμφωνα μ’ αυτόν, ανώτατος θρησκευτικός ηγέτης όλων τών μουσουλμάνων ήταν ο ίδιος ο σουλτάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η θεοκρατική βάση τουρκικής κοινωνίας εξαλειφόταν μια για πάντα και η Τουρκία μετατρεπόταν σε αστική Δημοκρατία, αν καί τυπικά αυτό έγινε λίγο αργότερα.
Η επαναστατική κυβέρνηση της Άγκυρας δεν πήρε κανένα ριζικό μέτρο ικανοποίησης των αιτημάτων της επαναστατημένης αγροτιάς. Ο Κεμάλ, όσο κρατούσε η ξένη επέμβαση, δικαιολογούσε την πολιτική της κυβέρνησής του σαν αναγκαία για την διατήρηση της εθνικής ενότητας. Τώρα όμως αποδείκνυε ότι στην ουσία ήταν μια εκδήλωση σοβαρής αδυναμίας των Τούρκων αστών. Η διατηρηση των τσιφλικάδων στην τουρκική ύπαιθρο, έστω και κάτω από την ηγεσία της αστικης τάξης δεν μπορούσε πάρα να έχει τεράστιες αρνητικές συνέπειες ,για τον αστικό μετασχηματισμό της Τουρκίας. Οι ολέθριες συνέπειες του συμβιβασμού φάνηκαν στις επόμενες δεκαετίες της ιστορικής εξέλιξης της Τουρκίας…
Η νίκη της τουρκικής εθνικοαστικής επανάστασης είχε σοβαρή επίδραση στις εσωτερικές κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις της Ελλάδας. Η επαναστατική κυβέρνηση των στρατιωτικών είχε να αντιμετωπίσει την φτωχολογιά της υπαίθρου που σήκωνε το μεγαλύτερο βάρος της μικρασιατικής εκστρατείας και που τώρα γύρευε επιτακτικά να πραγματοποιηθούν τα αιτήματά της. Μπροστά στην επαναστατική άνοδο η κυβέρνηση αποφάσισε να προχωρήσει σέ αποφασιστικά μέτρα. Απαλλοτρίωσε τα μεγάλα κτήματα και άρχισε να τα μοιράζει στους ακτήμονες και στους πρόσφυγες αγρότες. Ενώ στο διάστημα 1918-1922 είχαν απαλλοτριωθεί 76 κτήματα, το 1923 απαλλοτριώθηκαν 642 και το 1924-25 άλλα 561. Δίνοντας τους πιο πάνω αριθμούς ο Ά. Σίδερης καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «ή αγροτική μεταρρύθμιση του 1922 ετεμαχισε πάντα σχεδόν τα μεγάλα τσιφλίκια».
Η κυβέρνηση των στρατιωτικών θέλησε να ικανοποιήσει και τα κατεστραμμένα από τον πόλεμο μεσαία αστικά στρώματα και τους εξαθλιωμένους εργάτες των αστικών κέντρων. Θέσπισε νόμο για την προστασία της ντόπιας βιομηχανίας και πήρε μερικά μέτρα για την καλυτέρευση της θέσης των εργατών.
Στον πολιτικό τομέα οι συνέπειες της νίκης της τουρκικής εθνικοαστικής επανάστασης εκδηλώθηκαν με την διαφοροποίηση στό χώρο της βενιζελικής παράταξης, την πολιτική συντριβή της Δεξιάς καί τήν καταδίκη καί εκτέλεση έξι ηγετών της. Η διαφοροποίηση στις γραμμές του βενιζελισμού οδήγησε στην ξέχωρη πολιτική εμφάνιση των ριζοσπαστών μικροαστών, με την μορφή του κόμματος «Δημοκρατική Ενωση», γεγονός που διευκολύνε την επιβολή του τότε λαϊκού αιτήματος για την κατάργηση τού θεσμού της μοναρχίας. Η επαναστατική στρατιωτική κυβέρνηση θέλησε να δώσει διέξοδο στήν λαϊκή αγανάκτηση με την παραδειγματική τιμωρία των ηγετών της Δεξιάς. Έτσι προσπάθησε να κλείσει και το τεράστιο θέμα της ενοχης για την μικρασιατική εκστρατεία και την εθνική καταστροφή της Ελλάδας. Οι τότε Ελληνες κυβερνήτες εκπροσωπούσαν μιά στρατιωτική εξέγερση με περιορισμένο κοινωνικό επαναστατικό χαρακτήρα Ήταν λοιπόν σ’ αυτούς αδύνατο ν’ αντιμετωπίσουν το πρόβλημα για τις ευθύνες της καταστροφής σ΄ όλο του το κοινωνικό βάθος. Το αντιμετώπισαν σαν πρόβλημα πολιτικό και μόνο.
Από δω ασφαλώς πηγάζει και το γνωστό ζήτημα της δίκης και καταδίκης των Εξι ηγετών της αντιβενιζελικής παρατάξης ζήτημα που μέχρι σήμερα απασχολεί πολλούς Έλληνες ιστορικούς.
Οι Γούναρης ,Πρωτοπαπαδακης,Μπαλτατζής, Θεοτόκης και Χατζανέστης καταδικάστηκαν από έκτακτο στρατοδικείο σε θάνατο σαν υπαίτιοι της καταστροφής και στις 28/11/1922 εκτελέστηκαν στο Γουδί. Η εκτέλεση τους δεν έκλεισε φυσικά και το θέμα των ευθυνών, γι’ αυτό και μέχρι σήμερα είναι δυνατό να γίνονται συζητήσεις γιά το δίκαιο ή όχι τής εκτέλεσης. Ο Γιάννης Κορδάτος θεωρεί ένοχους για την καταστροφή τόσο τους αντιβενιζελικούς όσο και τους βενιζελικούς.
Αυτό είναι μιά σωστή γενική διαπίστωση.
Τό πρόβλημα είναι πολυσύνθετο. Στό διάστημα Νοέμβρης 1920 -Αύγουστος 1922 η κυβέρνηση των αντιβενιζελικών είχε όλη την δυνατότητα ν’ αποτρέψει την καταστροφή. Η διαρκής άνοδος της τουρκικής εθνικοαστικής επανάστασης, η άνοδος του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος στην Εγγύς Ανατολή, η εδραίωση της σοσιαλιστικής σοβιετικής εξουσίας στην Ρωσία, η διάσπαση του συνασπισμού της ‘Αντάντ, είχαν αλλάξει τον συσχετισμό δυνάμεων προς όφελος του αντιιμπερια-λιστικού στρατοπέδου. Αυτό δημιουργούσε ευνοϊκές συνθήκες για ν’ απαλλαγεί η Ελλάδα από τίς δεσμεύσεις της προς τήν Αντάντ και να χαράξει μια εθνική δική της πολιτική στην Εγγύς Ανατολή.
Η αλλαγή της κατάστασης εκδηλώθηκε καί μέ τήν αποσαφήνιση του τι επιδίωκαν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις με την επέμβαση τους στην Μικρά Ασία. Ό Ε. Βενιζέλος, καθώς μάς λέει ό Ι. Μπαλάσκας, από τότε έλεγε ότι «οι Σύμμαχοι μας γέλασαν». Αυτό το έβλεπαν και οι αντιβενιζελικοί ηγέτες. Όμως, όπως είδαμε, συνέχιζαν την εκστρατεία, γιατί διαφορετικά φοβόνταν ότι θά έχαναν τήν εξουσία. Το τι θά έκανε στη θέση τους ο Ε. Βενιζέλος είναι ένα ανύπαρκτο ζήτημα γιά τήν ιστορία. Από αυτή τήν πλευρά η ενοχη της Δεξιάς είναι μεγαλύτερη καί πιό άμεση. Η καταδίκη λοιπόν των έξι ηγετών της δεν μπορεί να βαραίνει την συνείδηση εκείνων που έβγαλαν την σκληρή απόφαση.
Αν όμως δούμε το όλο πρόβλημα πιο ουσιαστικά, οι έξι εκτελέσεις δέν αποτελούσαν λύση στό ζήτημα της ενοχής. Οι δυνάμεις της Αντάντ,οι εταιρείες των πετρελαίων, οι τραπεζίτες και χρηματιστές, ντόπιοι και ξένοι, όλοι αυτοί που «γέλασαν» τον Βενιζέλο και τους διαδόχους του, έμειναν όχι μόνο ατιμώρητοι αλλά με την δίκη των έξι κάλυψαν την ένοχή τους. Από αυτή την πλευρά οι έξι ήταν τα εξιλαστήρια θύματα των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και της ντόπιας ολιγαρχίας. Η δίκη δεν αποτελούσε παρά μιά διέξοδο για τους ενοχους. Η εκτέλεση τους ήταν μιά πρώτης τάξης ευκαιρία για την παραπέρα επέμβαση των ξένων στα εσωτερικά της Ελλάδας και για να ρίξουν σ’ αυτή όλα τα βάρη που θα δημιουργούσε η νέα συνθήκη ειρήνης με την νικήτρια Τουρκία.
ΝΙΚΟΣ ΨΥΡΟΥΚΗΣ
Η ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΙΓΑΙΟΥ-ΚΟΥΚΙΔΑ
Πηγή: Μilitaire