Oι μαθητές θέλουν να τους αφήσουν να κοινωνήσουν ,αναφέρει η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων ( ΠΕΘ) σε «επιστολή της προς τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.Οι μαθητές σύμφωνα με τους θεολόγους διατυπώνουν πέντε ερωτήματα για τον τρόπο που έχει αντιδράσει η κυβέρνηση στο θέμα των ναών και ζητούν το ανοιγμά τους τις ημέρες των γιορτών .
Η επιστολή
Ανάμεσα σε αυτά που διδάσκουμε στους/στις μαθητές/τριες μας, ως Θεολόγοι καθηγητές/τριες στο σχολικό μάθημα των Θρησκευτικών είναι ότι ο άνθρωπος είναι διφυής ψυχοσωματική ύπαρξη και, επομένως, εκτός από την ικανοποίηση των υλικών αναγκών του σώματος, έχει επίσης και ψυχικές ανάγκες, τις οποίες καλύπτει, ως Χριστιανός, κυρίως συλλογικά, με τη συμμετοχή του στη λατρευτική και μυστηριακή ζωή της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας.
Οι ψυχικές αυτές ανάγκες πολλαπλασιάζονται, σε περιόδους δοκιμασιών, κρίσεων ή πανδημιών, στις οποίες αναζητούνται, άνωθεν, ιδιαίτερα πνευματικά αντίδοτα και στηρίγματα.
Μόνον αυτός ο τρόπος υπάρχει για να διατηρείται ο Χριστιανός σε μια ψυχοσωματική αρμονία και οντολογική ισορροπία, διότι, όταν φροντίζει μονομερώς το σώμα και δεν φροντίζει παράλληλα και την ψυχή, η ψυχή του αρχίζει να αισθάνεται μειωμένη, παραμελημένη και ζημιωμένη.
Αποτέλεσμα μιας τέτοιας ψυχικής ασιτίας είναι να βιώνει ο ψυχικός του κόσμος μια απέραντη δυσανεξία, ανασφάλεια και έλλειψη ψυχικής πληρότητας, που αποβαίνει σε βάρος και αυτής της ίδιας της σωματικής υγείας και ευεξίας.
Πρόκειται για αυτό που είπε ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός: «τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον, ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;» (Μάρκ. 8, 36).
Οι μαθητές/τριές μας ζουν μαζί μας, εντός της Κοινωνίας μας και γνωρίζουν, κατανοούν και συμμερίζονται την αγωνία, την ανησυχία και τις υπεράνθρωπες προσπάθειες που κάνει η Ελληνική Πολιτεία, με όλους τους λειτουργούς της, προκειμένου να τιθασευτεί ο ιός, που απειλεί την υγεία και τη ζωή όλων μας, μικρών και μεγάλων, αλλά και να αντιμετωπιστεί, -παράλληλα και επιτυχώς- η εξ’ ανατολών επιθετικότητα, η οποία, μάλιστα, έχει ενταθεί τον τελευταίο καιρό.
Θέλουμε, ωστόσο, με όλον τον σεβασμό που έχουμε απέναντί σας, να σας θέσουμε τα έντονα υπαρξιακά ερωτήματα, που θέτουν οι μαθητές στους εκπαιδευτικούς Θεολόγους όλης της χώρας τις τελευταίες ημέρες και μας μεταφέρονται μέσω των Παραρτημάτων της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων:
1. Ερωτούν οι μαθητές μας, γιατί, εφόσον μελετώνται και βρίσκονται ικανοποιητικές λύσεις για όλες σχεδόν της δράσεις της Πολιτείας και της Κοινωνίας δεν μπορεί να βρεθεί εύλογη λύση και στο άνοιγμα των Εκκλησιών, σε συνεργασία της Πολιτείας με τη Διοικούσα Εκκλησία –λύση ασφαλής ως προς τα υγειονομικά μέτρα- έτσι ώστε να κάνουμε εορτές με ανοικτές και λειτουργούσες τις Εκκλησίες μας;
2. Ερωτούν οι μαθητές μας, γιατί δεν λαμβάνεται υπόψη η θετική εμπειρία του χρονικού διαστήματος, από τον Μάιο έως και τον Οκτώβριο, όπου άνοιξαν και λειτούργησαν οι Ναοί μας, άψογα από υγειονομικής πλευράς και μετά πολλών επαίνων εκ μέρους της Πολιτείας;
3. Ερωτούν οι μαθητές μας, γιατί δεν λαμβάνονται υπόψη τα παραδείγματα άλλων χωρών, όπως η Βουλγαρία και η Εσθονία, όπου οι κυβερνήσεις τους δεν έκλεισαν τις Εκκλησίες, κατά τη διάρκεια της πανδημίας και, μάλιστα, αποφάσισαν να μη τις βάλουν στο ίδιο επίπεδο με τους κινηματογράφους, τα μπαρ και άλλους χώρους εστίασης και διασκέδασης και να τις αφήσουν ανοιχτές σε όλο το διάστημα της πανδημίας;
Σημειώνουν ακόμη ότι, σύμφωνα με τις ειδήσεις που διαβάζουν, η Ορθόδοξη Εκκλησία της Βουλγαρίας, ευχαρίστησε την κυβέρνηση της χώρας της, τονίζοντας, μεταξύ άλλων ότι: «Οι άνθρωποι ενίσχυσαν πραγματικά τις ελπίδες τους, ερχόμενοι στην Εκκλησία, επικοινωνώντας με τον Θεό και τους κληρικούς και, έτσι, ξεπέρασαν ευκολότερα τις δυσκολίες και τις δοκιμασίες τόσο τις σωματικές όσο και τις πνευματικές».
4. Οι μαθητές/τριες, σκέπτονται και προβληματίζονται, βλέποντας την των πραγμάτων αλήθεια, δηλαδή, το φθαρτό και ευάλωτο της ζωής μας και το γεγονός ότι τόσοι συνάνθρωποί μας μολύνθηκαν ή και απεβίωσαν, από τη μια στιγμή στην άλλη, τόσο ξαφνικά αλλά και τόσο γρήγορα.
5. Στο πλαίσιο αυτό, μάλιστα, είναι παρήγορο το γεγονός ότι θεωρούν την περιπέτεια με τον κορωνοϊό, εκτός των άλλων, ως μια παιδαγωγική δοκιμασία, που ζητά από όλους μας μια επανεκτίμηση και ανακαίνιση των προτεραιοτήτων που βάζουμε στη ζωή μας, που δεν μπορεί να γίνει, χωρίς, τη συλλογική και «εν Εκκλησίαις» απάντηση και προϋπάντηση του Θεανθρώπου, που έρχεται και γεννιέται στις ψυχές μας, για να τις αναγεννήσει, να τις φωτίσει και να τις υψώσει, όπως τονίζεται στην πρώτη Καταβασία των Χριστουγέννων: «Χριστὸς γεννᾶται· δοξάσατε. Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν· ἀπαντήσατε. Χριστὸς ἐπὶ γῆς· ὑψώθητε».
6. Ένας μαθητής, μάλιστα, από την Κρήτη, ρώτησε πρόσφατα την Θεολόγο του, στο διαδικτυακό μάθημα των Θρησκευτικών: Κυρία, έγιναν τόσες προσπάθειες και τόσα πειράματα για να εφευρεθεί το εμβόλιο του κορωνοϊού και να μπορούμε να εμβολιαστούμε και να προστατέψουμε το σώμα μας.
Το εμβόλιο της ψυχής, όμως, που το λαμβάνουν, εδώ και 20 αιώνες οι Χριστιανοί, ως επιτυχές φάρμακο και αντίδοτο του μη αποθανείν, θα μας αφήσουν να πάμε στις Εκκλησίες μας, τις άγιες ημέρες που έρχονται για να το λάβουμε;
Εμείς, ως Θεολόγοι Καθηγητές/τριες, μεταφέροντάς σας τα ως άνω ερωτήματα, τους υπαρξιακούς προβληματισμούς και τις ανησυχίες των μαθητών μας, παρακαλούμε για τις δικές σας έμπρακτες απαντήσεις και ενέργειες.