O Mητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως κ. Άνθιμος για μια ακόμη φορά, σε μια πληθωρική συνέντευξη το “Ράδιο Ελπίδα 96,1”, ανοίγει διάπλατα την πόρτα στους πιστούς να προσεγγίσουν τα θέματα της Ορθοδοξίας και του Χριστιανισμού, στηριζόμενοι στον Θείο λόγο και τις γραφές.
Μιλάει για όλα και θέτει το δάκτυλο επί τον τύπο των ήλων, σε μια περίοδο όπου ο άνθρωπος αλλά και η ίδια η Εκκλησία έχουν περιοριστεί στα της πανδημίας. Αυτή την περίοδο ο κ. Άνθιμος επέλεξε να μιλήσει για όλα εκείνα που απασχολούν τον πιστό και να τον φέρει πιο κοντά στις αλήθειες, που κάποιοι τις θολώνουν ανάλογα με τις περιστάσεις.
Η προσευχή
-Τεράστια δύναμη. Η προσευχή κάνει τον άνθρωπο να αντέχει τις δυσκολίες ή να ξεπερνάει τις δυσκολίες, χωρίς να τον κατεδαφίζουν. Όποιος γονατίζει, αυτός ξέρει το μεγαλείο της δυναμικής που έχει ο άνθρωπος μέσα του, όχι μόνος του ο άνθρωπος, αλλά όταν συνεταιρίζεται με τον Θεό, τότε γίνεται παντοδύναμος.
Η Εκκλησία για όλους
-Η Εκκλησία θεωρώ ότι πρέπει να απευθύνεται σε όλους. Κανέναν να μην θεωρεί ότι είναι δικός μου και ο άλλος δεν είναι δικός μου. Δικοί μας είναι όλοι. Θυμάμαι αυτό που λένε τα ευαγγέλια, ότι ο Χριστός κανέναν δεν έδιωξε. Αν θεωρούσε ο Χριστός ότι θα μιλήσει μόνο στους δικούς του, θα μίλαγε μόνο στους Εβραίους. Δεν θα θεράπευε ποτέ το παιδί του εκατοντάρχου, δεν θα πήγαινε ποτέ στην κόρη της Χαναναίας, η οποία ήταν Συρικοφοίνισσα, Ελληνίδα δηλαδή, ή Κύπρια ή Κρητικιά ήταν, στην Τύρο και στη Σιδώνα. Δηλαδή, δεν θα έβγαινε από τα όρια του Ισραήλ και μάλιστα στη συνέχεια να στέλνει τους μαθητές του στα έθνη. Σε όλους πρέπει να απευθυνόμαστε.
Το διαφορετικό
– Υπάρχουν και άνθρωποι που έχουν υγιέστατες αρνητικές απόψεις. Ή προβληματισμούς πολύ σωστούς, λογικούς που δεν είναι σύμφωνους με την εκκλησιαστική εμπειρία. Οφείλουμε να τους σεβαστούμε και αυτούς.
Ο Χριστός γεννήθηκε την Άνοιξη
– Το λέει και ο ίδιος ο Χριστός. Κοιτάξτε, η αυτοσυνειδησία που είχε ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, δεν ήταν η αυτοσυνειδησία ενός δασκάλου που δίδασκε κάποια πράγματα διαφορετικά με έναν τρόπο αλλιώτικο. Ήταν η αυτοσυνειδησία ενός Θεού που επισκέπτεται τον κόσμο. Αυτό φαίνεται απ’ αρχής. Βλέπετε ότι ο Χριστός δεν θέλει να κάνει οπαδούς. Διδάσκει πράγματα που δεν είναι εύκολα αποδεκτά. Αυτά δεν τα κάνει ένας ηγέτης, αν θέλει κάποιος να γίνει ηγέτης, όπως λέμε απλά χαϊδεύει τα αυτιά των οπαδών του. Του λένε οι μαθητές, να τον προλάβουν, μην τα λες έτσι αυστηρά γιατί να, κάποιοι φεύγουν. Και αυτός γυρίζει και τους λέει, μήπως θέλετε και εσείς να πάτε; Φύγετε, διότι εγώ δεν ενδιαφέρομαι να κάνω οπαδούς. Εγώ σας λέω την αλήθεια. Και εγώ είμαι η αλήθεια που ήρθε στον κόσμο. Εκεί, λοιπόν, στο ίδιο σημείο λέει ο Χριστός, εγώ είμαι το φως του κόσμου. Όποιος με ακολουθεί δεν θα περπατάει στο σκοτάδι, αλλά θα περπατάει στο φως της ζωής. Καταλαβαίνετε ότι αυτή την αυτοσυνειδησία δεν την είχε κανένας άλλος από τους άλλους που λέμε ιδρυτές θρησκειών, γι’ αυτό και ο Χριστός δεν θεωρείται ιδρυτής του Χριστιανισμού, θεωρείται ότι αποκάλυψε την Εκκλησία στον κόσμο. Η Εκκλησία που υπήρχε με τη σχέση των προσώπων της Αγίας Τριάδας μεταξύ τους. Πράγματι, λοιπόν, η έννοια του φωτός υπάρχει και στον αρχαίο κόσμο, γιατί ήταν κάτι που το αναζητούσαν οι άνθρωποι. Δεν είναι τυχαίο ότι η Εκκλησία έβαλε τη γέννηση του Χριστού, ο Χριστός την Άνοιξη γεννήθηκε, η Εκκλησία έβαλε τη γέννηση στις 25 Δεκεμβρίου γιατί εκεί στις 23-25 Δεκεμβρίου, με την αλλαγή του ηλιοστασίου, ο ήλιος μπαίνει στον Αιγόκερο, αυτή την εποχή αρχίζει το ηλιοστάσιο το χειμερινό και αυτή την εποχή τοποθετούσαν οι αρχαίοι τη γέννηση του θεού Μίθρα, που ήταν θεός που φέρνει το φως.
Από πότε υπάρχει Θεός;
Ο ίδιος ο Χριστός λέει, μάλιστα να πάω ακόμη παλαιότερα στην Παλαιά Διαθήκη, αναφέρεται σε κάποια σημεία των Προφητών να μιλάει ο ίδιος και να λέει ότι όταν δημιουργούσε τα αστέρια, τον ουράνιο θόλο το σύμπαν και τα πάντα, εγώ ήμουνα μαζί του. Διαβάζουμε αυτή την προφητεία την περίοδο των Χριστουγέννων, εγώ ήμουνα μαζί του και έπαιζα μπροστά του, λέει το δεύτερο πρόσωπο. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπήρχε χρονική περίοδος που ο Χριστός δεν υπήρχε. Από πότε ο Θεός υπήρχε, αυτό είναι το μυστήριο του Θεού. Ο Θεός υπήρχε πάντοτε, λέει η Εκκλησία. Παραπάνω δεν έχει να αποκαλύψει, δεν ξέρει η Εκκλησία το χρόνο που ο Θεός δεν υπήρχε. Γι’ αυτό έχουμε όλα αυτά τα επίθετα αείδιος, ακατάλυπτος, απροσμέτρητος, αθάνατος για τον Θεό. Το ίδιο και για τον Υιό, το ίδιο και για το Άγιο Πνεύμα. Αυτό είναι το μυστήριο, το οποίο μας αποκαλύπτει ο Χριστός, ότι ο Θεός υπήρχε πάντοτε, προσέξτε σε μια κατάσταση έξω από το χώρο και έξω από το χρόνο. Ο χώρος και ο χρόνος του Θεού δεν είναι ο δικός μας. Υπάρχει ένας χώρος που είναι έξω από το σύμπαν και εκεί δεν υπάρχει χρόνος. Σε αυτό κατοικεί ο Θεός και αυτός είναι ο χωροχρόνος του Θεού. Όποτε θέλει ο Θεός μπαίνει μέσα στο σύμπαν, στο χώρο μας, μέσα και στο χρόνο μας, όπως μπαίνει και ο Χριστός και γεννήθηκε μέσα στους αιώνες, μέσα στα χρόνια, μέσα στην εποχή μας, στην πορεία του κόσμου αυτού. Αλλά συγχρόνως είναι και έξω. Άχωρος και άχρονος. Το ανθρώπινο μυαλό δεν μπορεί να κατανοήσει αυτές τις έννοιες πώς, τί υπάρχει έξω από το χώρο. Σαν είναι το σύμπαν όλο ένα μπαλόνι ας πούμε, απ’ αυτά που φουσκώνουμε, και αυτός που το βλέπει είναι έξω από τον χώρο τον συγκεκριμένο, τί είναι εκεί που δεν μπορούμε να το αντιληφθούμε. Τί είναι εκεί; Είναι ο χώρος του Θεού.
Η βάπτιση σε μεγάλη ηλικία
-Η Εκκλησία επέβαλε και αποδέχθηκε τον νηπιοβαπτισμό, σαν μια φυσική συνέχεια των γονιών που ζουν κατά Χριστόν. Λοιπόν, όπως ο γονιός –λένε κάποιοι να μην δώσω στο παιδί μου θρησκεία, να το αφήσω να μεγαλώσει και μετά να επιλέξει ποια θρησκεία θα πάρει– μια σκέψη ήταν αυτή γι’ αυτό δεν βάπτισαν τα παιδιά τους τις προηγούμενες δεκαετίες, και ο ακροατής μας που είναι 19 χρονών. Καλό είναι αυτό σαν ελεύθερη επιλογή, αλλά όμως δεν κάνουμε το ίδιο στη γλώσσα, στην υπηκοότητα, στις γνώσεις. Δίνουμε στο παιδί μας και γνώσεις και γλώσσα και υπηκοότητα και το ντύνουμε και το ταΐζουμε και όταν μεγαλώσει όλα αυτά μπορεί να αλλάξει, ελεύθερα σκεπτόμενο και αποφασίζοντας. Το ίδιο λοιπόν έλεγαν οι γονείς, θέλουμε αυτή τη ζωή του Χριστού που την ζούμε, να την δώσουμε και στο παιδί μας. Έτσι επικράτησε ο νηπιοβαπτισμός. Φτάνει, όμως, κάποιος για διαφόρους λόγους, να είναι 19 χρονών, λέτε, και να μην είναι βαπτισμένος. Γιατί να επιλέξει την Εκκλησία; Εγώ, εδώ θέλω να ρωτήσω και να μείνω. Γιατί να επιλέξει τον Χριστό και όχι μια οποιαδήποτε άλλη θρησκεία; Εφόσον, εάν είναι 19 χρονών έχει το δικαίωμα να επιλέξει. Αν θα ’ρθει να με ρωτήσει τί να επιλέξει, τί είναι ο Χριστιανισμός, γιατί είναι ο καλύτερος, εσείς είστε παππάς μου λέτε είναι ο καλύτερος. Αν πήγαινα σε έναν Χότζα θα μου έλεγε το ίδιο για το Ισλάμ ή σε έναν ραβίνο, θα μου έλεγε τα ίδια για την ιουδαϊκή θρησκεία ή για την αθεΐα ή για τον βραχμανισμό ή για οτιδήποτε άλλο. Προσέξτε, εμείς αυτό που έχουμε, αυτό θα δώσουμε. Αυτό θα προτείνουμε. Τί μας προτείνει ο Χριστός, γιατί ακολουθούμε την ζωή κατά Χριστόν. Πρώτον: Γιατί απελευθερώνει τον άνθρωπο από τη μοίρα, την ειμαρμένη, τα ζώδια και οποιεσδήποτε άλλες κλωστές που κάνουν τον άνθρωπο να αισθάνεται πιόνι, σαν κουκλάκι που το παίζει κάποιος με τα νήματα από πάνω. Είναι ελεύθερος ο άνθρωπος. Δεύτερον: Η ζωή κατά Χριστόν είναι, κατά πάντα, μια φυσιολογική ζωή. Ο Χριστός δεν μας ζητάει να ζήσουμε έξω από τον κόσμο ή παράλληλα με τον κόσμο, μακριά από τον κόσμο, αλλά να ζήσουμε μέσα στον κόσμο. Αλλά να ξέρουμε ότι σε αυτόν τον κόσμο είμαστε όπως όταν πάμε σε μια πόλη και νοικιάζουμε και μένουμε στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου. Υπάρχει κι άλλος κόσμος πριν, υπάρχει κι άλλος κόσμος μετά. Όταν κάνουμε λάθη, για τον Χριστό κανένα λάθος δεν είναι ασυγχώρητο. Ο άνθρωπος που κάνει τα λάθη δεν πρέπει με τίποτε –λάθη αμαρτίες εννοώ– να φορτωθεί με ενοχές και τύψεις. Άλλο πράγμα οι ενοχές, άλλο οι τύψεις. Πρέπει να παραμείνει ρωμαλέος, δυνατός, παλικαρίσια, δυναμικά απέναντι στα λάθη του και να κοιτάξει να τα διορθώσει με την τεράστια ικανότητα που μας δίνει ο Θεός και που λέγεται μετάνοια. Και όταν ζούμε σε αυτόν τον βίο μας ο Χριστός δεν μας υπόσχεται ότι θα ζήσουμε ζωή χαρισάμενη, δεν μας υπόσχεται ότι δεν θα πονέσουμε ότι δεν θα δακρύσουμε. Θα επιμένει. Επιμένει: Σηκώστε τον σταυρό σας και ακολουθήστε με και τότε να ξέρετε ότι εγώ θα ’ρθω να τον σηκώνω και να τον ελαφραίνω για χάρη σας. Στο τέλος αυτού του δρόμου που είναι η ζωή κατά Χριστόν, που είναι η ζωή ενός Χριστιανού, περιμένει ένας θάνατος, όπως περιμένει όλους τους ανθρώπους. Ε, ο δικός σας θάνατος, όσοι πιστεύετε σε εμένα θα είναι ένας απλός ύπνος και θα σας φέρει στην πραγματικότητα της ζωής, λέει ο Χριστός. Τώρα, αυτά που σας είπα ότι τα λέει ο Χριστιανισμός και το Ευαγγέλιο, δεν τα λέει καμία θρησκεία. Οι άλλες θρησκείες, μπορούμε να τις αναλύσουμε, κανονικά είναι κοινωνικοπολιτικά συστήματα και οικονομικά μαζί, που βοηθούν τους ανθρώπους να ξεπερνούν τις δυσκολίες αυτού του κόσμου. Για την Εκκλησία αυτό δεν είναι το ζητούμενο. Το ζητούμενο είναι να ζήσει κανείς νικητής σε αυτόν τον κόσμο, πονεμένος, ματωμένος, γδαρμένος, αλλά και ο Χριστός να τον συντροφεύει στην αρρώστια και στον πόνο και στον θάνατο και στο τέλος ο θάνατος ένας απλός ύπνος. Σε αυτό διαφέρει η Εκκλησία και αυτό μας δίνει το Ευαγγέλιο. Όλα τα άλλα, συσσίτια, ιδρύματα, εθνικές αποστολές, εθνικός ρόλος, απελευθερωτικά για τα 200 χρόνια που γιορτάζουμε τώρα, οικονομικές παράμετροι, οτιδήποτε άλλο, κοινωνικά δεδομένα και αυτά τα βοηθάει η Εκκλησία, αλλά δεν είναι αυτός ο ρόλος μας. Ο ρόλος μας είναι ο προηγούμενος που είπα.
Κατ’ εικόνα
Αυτό που δημιούργησε ο Θεός είναι απόρροια της προσωπικότητός του, της δικής του εικόνος. Η εικόνα δεν είναι απλά μια φωτογραφία. Είναι ολόκληρη η προσωπικότητα. Και πώς αυτή η προσωπικότητα όταν μπορεί, όταν είναι στον κόσμο αμαυρώνεται. Θυμάστε όταν λέει η «Γένεση», αυτό το καταπληκτικό βιβλίο, μακάρι να είχαμε τη δυνατότητα κάποτε να το αναλύσουμε. Λέει ότι ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο και τον άνθρωπο στο τέλος και όταν ο άνθρωπος αποφάσισε να ζήσει μακριά από τον Θεό, να φύγει, τότε ο Θεός τον έντυσε με τους δερμάτινους χιτώνες που έχουμε σήμερα. Δηλαδή το δέρμα μας, μάς το έδωσε μετά για να μπορέσουμε να αντέξουμε το κρύο, τον πόνο και τα γηρατειά. Πώς ήταν ο άνθρωπος πριν του φορέσει ο Θεός δερμάτινο χιτώνα, το δέρμα που έχουμε τώρα; Κάποιοι από τους Πατέρες λένε –σας τα λέω τώρα αυτά γιατί δεν ήξερα για τα ερωτήματα, μπορούσα να είχα και τα κείμενα μπροστά μου– ότι το σώμα του ανθρώπου τότε, ήταν περίπου όπως το νύχι του ανθρώπου. Και άφησε ο Θεός το νύχι στην άκρη των δακτύλων του για να θυμάται ο άνθρωπος πώς τον είχε δημιουργήσει πριν. Και μετά τον έντυσε με δερμάτινο χιτώνα για να τον προστατεύσει, αφού αποφάσισε να φύγει. Αν δεν έφευγε ο άνθρωπος από τον Θεό δεν θα χρειαζόταν αυτό το δέρμα, αυτή την φθορά, τα γηρατειά, τον πόνο, το χαράκωμα του σώματος με τον πόνο, με την αμαρτία και με την ηλικία. Και η αμαρτία χαράζει το σώμα, θυμηθείτε το έργο του Ίψεν «Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ», αλλά και τα γηρατειά. Λοιπόν, και πώς αυτός ο άνθρωπος που ξεπέφτει έτσι οντολογικά μπορεί να ομοιάσει ξανά με τον Θεό να επανέλθει στο αρχέτυπο κάλλος στην αρχική κατάσταση της δημιουργίας, το καθ’ ομοίωση, να γίνει σαν Θεός, κατά χάριν Θεός. Αυτό είναι η προίκα που δίνει ο Θεός στον άνθρωπο. Του λέει, δεν είσαι τυχαίος, εγώ σε έφτιαξα, το πρόσωπό μου, έχεις την προσωπικότητά μου, από μένα προήλθες και μπορείς αν ξεπέσεις να επανέλθεις σε μένα και να ομοιάσεις με μένα.
Η λογική
– Σκοπός μας είναι των ιεροκηρύκων, το λέω και για τους ιεροκήρυκες και για όσους κάνουν κήρυγμα, τους θεολογούντες και αυτούς που μελετούν, να καταλάβουν το μεγαλείο του Θεού στα μέτρα μας, στη δική μας απλή λογική. Και απευθύνομαι στη λογική διότι η Εκκλησία τη λογική δεν την παραβλέπει. Πολλά δεν τα καταλαβαίνουμε. Άκουγα που έλεγαν για το εμβόλιο δεν μπορώ να τα καταλάβω, γιατρός δεν είμαι, βιολόγος δεν είμαι, δεν πειράζει το ακούω. Αλλά ότι μπορούμε ανθρωπίνως. Δεν καταργούμε τη λογική, το λέω γιατί μια κυρία μου έγραψε ένα γράμμα και μου λέει: γιατί Σεβασμιώτατε λέτε για την λογική. Η λογική λατρεία μας, λένε στην Εκκλησία. Η λατρεία μας δεν είναι λογική, είναι μυστήριο. Είναι μυστήριο από ένα μέρος και μετά. Η λογική δεν καταργείται. Ο άνθρωπος θέλει να καταλάβει με το μυαλό του και αλίμονο αν δεν καλλιεργήσουμε το μυαλό μας, ο Θεός μας το ’δωσε.
Η απώλεια των δικών μας
Είμαι απολύτως βέβαιος ότι όταν πάμε στον παράδεισο πρώτος ο αδελφός μου (τον είχε χάσει όταν ήταν 16 χρόνων) θα μου πει, με αγαπούσε ο Θεός αδελφέ και με πήρε. Ξέρει ο Θεός πότε παίρνει έναν άνθρωπο, ακόμα αν φύγει από τον κόσμο αυτό και ένας άνθρωπος με δικό του λάθος. Είμαι απολύτως, λοιπόν, βέβαιος ότι αυτό που σήμερα λέμε κακό και μας πονάει, στον παράδεισο δεν θα παραπονεθούμε στον Θεό. Όταν καταλάβουμε γιατί το έκανε, γιατί το επέτρεψε, γιατί μας πόνεσε, τότε γιατί μας προφύλαξε από κάτι άλλο, τότε μόνο ευχαριστώ θα του πούμε και τίποτε άλλο. Μόνο ευγνωμοσύνη θα του έχουμε για ό,τι κι αν ζήσαμε και αν πονέσαμε σε αυτή τη ζωή μας. Τώρα, είναι δύσκολο να το λέμε αυτό σε έναν άνθρωπο που έχασε κάποιον, σε κάποιον που αγαπάει, που τον στερείται πλέον. Είναι δύσκολο, αλλά ας εμπιστευτούμε τον Θεό, τελικά θα μας απαντήσει.
Η αλήθεια
-Mερικοί νομίζουν ότι η αλήθεια είναι το αποτέλεσμα μιας φιλοσοφικής διανόησης. Όχι, η αλήθεια κρύβεται, όπως το λέτε, πίσω από τα απλά πράγματα. Αυτό που λέω εγώ καμιά φορά ότι είμαστε απλοί Χριστιανοί Ορθόδοξοι, ξέρετε από πού θα φανεί; Όταν πάω στην καφετέρια να πιω καφέ, θα πάω στο σούπερ μάρκετ να ψωνίσω, όταν πάω στο νοσοκομείο ως ασθενής, όταν συμβεί ένα τρακάρισμα και κάποιος χτυπήσει το αυτοκίνητό μου και κατεβώ κάτω νευριασμένος, τότε θα φανεί πόσο Χριστιανός είμαι. Και πόσο το Ευαγγέλιο και ο Χριστός διαπότισε τη ζωή μου. Σε ένα γάμο, σε μια βάπτιση, σε ένα πρόβλημα, σε μια χαρούμενη σε μια δυσάρεστη στιγμή, τότε θα φανεί ο Χριστιανός.