Ἀρχιμ. Φωτίου Ἰωακεὶμ
Γεώργιος ὁ μεγάλαθλος καὶ πολύαθλος καὶ πανένδοξος τοῦ Χριστοῦ πολυνίκης στρατιώτης καὶ στρατιάρχης, ἀγαπητοὶ ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί, συνεκάλεσε τὴ σημερινὴ κοσμοχαρμόσυνη ὁμήγυρη μαζὶ καὶ πανήγυρη, καὶ ὡς καλὸς ἑστιάτορας ἐπιδαψιλεύει στοὺς πιστοὺς τὸ νέκταρ τῆς χάριτος·
Γεώργιος, ὁ δοξασμένος ἀριστέας τοῦ μεγάλου βασιλέως καὶ Θεοῦ· Γεώργιος, ὁ ταχὺς εἰς βοήθειαν καὶ πολὺς εἰς τὰ θαύματα· Γεώργιος, τὸ γλυκὺ στοὺς εὐλαβεῖς Χριστιανοὺς καὶ πράγμα καὶ ὄνομα· Γεώργιος, ὁ μέγας στεφανίτης τῶν μαρτύρων καὶ τροπαιοφόρος κατὰ τοῦ διαβόλου μαχητής, τοῦ ὁποίου ἡ μνήμη ἡ λαμπρὰ κατελάμπρυνε τὸ σκυθρωπὸ τοῦ Φθινοπώρου μὲ τὴ λαμπρότητα τῶν ὑπέρλαμπρων ἄθλων του καὶ μᾶς συνεκάλεσε στὸν παλαίφατο τοῦτο ναό του, γιὰ νὰ τὸν μεγαλύνουμε μὲ ἤχους καὶ ὕμνους λαμπρούς, μεγαλύνοντας τὸν ἀγωνοθέτη καὶ στεφοδότη του Χριστόν, «τὸν ἐνδοξαζόμενον ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ», καὶ νὰ συλλαμπρυνθοῦμε ὡς τέκνα φωτὸς καὶ ἀναστάσεως.
Πατρίδα ἐπίγεια τοῦ οὐρανοπολίτη τούτου ἁγίου Γεωργίου ὑπῆρξε ἡ ἁγιοτρόφος καὶ περιλάλητος Καππαδοκία, ἄκμασε δὲ κατὰ τοὺς χρόνους τῆς βασιλείας τοῦ μεγάλου διώκτη τῶν Χριστιανῶν Ρωμαίου αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ(284-305). Οἱ γονεῖς τοῦ ἁγίου ὑπῆρξαν εὐγενεῖς καὶ λαμπροὶ κατὰ κόσμον, ἀλλὰ καὶ κατὰ Θεόν. Καί, καθὼς λέγει ὁ Χριστὸς στὸ Εὐαγγέλιον, «ἀπὸ τὸν καρπὸ γνωρίζεται τὸ δένδρο», δηλαδὴ ἡ ποιότητα καὶ ἡ ἀξία του, ἔτσι καὶ μὲ τὸν τρισμακάριο Γεώργιο.
Καὶ ὁ μὲν πατέρας του, Γερόντιος στὸ ὄνομα, ἦταν Καππαδόκης, ἡ δὲ μητέρα του Πολυχρονία καταγόταν ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη. Μετὰ τὸν μαρτυρικὸ γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ πίστη τοῦ Χριστοῦ θάνατο τοῦ πατέρα του, ὁ Γεώργιος, ποὺ τότε ἦταν δέκα ἐτῶν, μετέβη μὲ τὴ μητέρα του στὴν Παλαιστίνη, ὅπου ἐκοιμήθη καὶ ἐκείνη. Νὰ σημειώσουμε ἐδῶ, ὅτι ἀμφότεροι οἱ γονεῖς τοῦ ἁγίου Γεωργίου τιμῶνται ὡς ἅγιοι καὶ σώζονται γι᾽ αὐτοὺς παλαιὲς συναξαριακὲς ἀναφορὲς καὶ ἀρχαῖες εἰκόνες τους. Στὴν Παλαιστίνη ὁ ἅγιος ἐντάσσεται στὸν αὐτοκρατορικὸ στρατὸ στὰ δεκαοκτώ του ἔτη, ὅπου, γιὰ τὴν ἀνίκητη στὶς μάχες ἀνδρεία του, ἀνῆλθε σύντομα στὸ ὑψηλὸ ἀξίωμα τοῦ τριβούνου καί, κατόπιν, σ᾽ αὐτὸ τοῦ στρατηλάτου (ἐπάρχου). Ἐπιθυμώντας νὰ λάβει ἀπὸ τὸν βασιλέα ὑψηλότερα ἀξιώματα κι ἀφοῦ πώλησε τὴ μητρική του κληρονομία, μεταβαίνει κατὰ τὸ 303 στὴ Νικομήδεια, τότε ἕδρα τοῦ Ρωμαίου αὐτοκράτορα τῆς Ἀνατολῆς. Ἦταν τότε ἡ ἐποχὴ τοῦ μεγάλου διωγμοῦ, ποὺ εἶχαν ἐξαπολύσει κατὰ τῶν Χριστιανῶν ὁ αὐτοκράτορας τῆς Ἀνατολῆς Διοκλητιανὸς καὶ ὁ Καίσαρας Γαλέριος (ἡμέρα κήρυξης τοῦ διωγμοῦ ἡ 23η Φεβρουαρίου τοῦ 303).
Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ Διοκλητιανὸς εἶχε καλέσει τοὺς ἐπάρχους τῆς ἀνατολικῆς αὐτο-κρατορίας, γιὰ νὰ τοὺς ἀνακοινώσει τὰ κατὰ τῶν Χριστιανῶν διατάγματά του. Ὁ γνήσιος δοῦλος καὶ στρατιώτης τοῦ ἐπουρανίου βασιλέως Γεώργιος ἔκρινε τότε πὼς εἶχε ἔλθει ἡ ὥρα, ὄχι γιὰ νὰ λάβει ἀνώτερα ἐπίγεια ἀξιώματα, ἀλλὰ γιὰ νὰ ὁμολογήσει μὲ παρρησία τὴν πίστη του στὸν ἀληθινὸ Θεό, τὸν Ἐσταυρωμένον καὶ Ἀναστημένον Ἰησοῦν Χριστόν. Ἀφοῦ λοιπὸν διένειμε πρῶτα τὰ χρήματα ποὺ εἶχε στοὺς πτωχούς, παρουσιάσθηκε καὶ παρρησιάσθηκε ἀτρόμητος ἐνώπιον τοῦ Διοκλητιανοῦ, καὶ μὲ ἀκατάβλητο θάρρος τὸν ἐπέπληξε γιὰ τὴν ὠμότητά του ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, καθὼς καὶ γιὰ τὴν πλάνη τῶν εἰδώλων, ὅπου βρισκόταν βυθισμένος. Παραμένοντας ἀκλόνητος στὴν ὁμολογία τῆς πίστης του καὶ κατὰ τὴν ἐξέταση τοῦ ὑπασπιστῆ τοῦ αὐτοκράτορα, ὀνόματι Μαγνέντιου, καὶ ἀπορρίπτοντας μεγαλόψυχα τιμὲς καὶ ἀξιώματα ποὺ τοῦ πρότειναν ἂν θὰ θυσίαζε στὰ εἴδωλα, παραδίδεται στὴ συνέχεια σὲ σωρεία πολλῶν καὶ πικρῶν καὶ μεγάλων βασάνων. Τίποτα ὅμως δὲν στάθηκε ἱκανὸ νὰ σαλεύσει τὸν πύργο τῆς ψυχῆς του. Ἐφαρμόστηκε τέλεια καὶ σὲ τοῦτο τὸν μιμητὴ καὶ μάρτυρα «τῶν τοῦ Χριστοῦ παθημάτων» τὸ ἀποστολικὸ λόγιο: «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις ἢ στενοχωρία ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα;… ἀλλ᾽ ἐν τούτοις πᾶσιν ὑπερνικῶμεν διὰ τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς» (Ῥωμ. 8, 35, 37). Καί, ὄχι μόνο ὁ ἅγιός μας ὑπερενίκησε θαυμαστὰ τὰ πολυποίκιλα βάσανα, ἀλλὰ μέσα ἀπ᾽ αὐτὰ φανερώθηκε πλούσια ἡ ἐπέμβαση τῆς σωστικῆς θείας Χάρης:
Οἱ λόγχες, μὲ τὶς ὁποῖες ἄρχισαν νὰ τὸν κεντοῦν, στράβωσαν, σὰν νὰ ἦταν ἀπὸ κερὶ φτιαγμένες· ἡ βαρύτατη πέτρα στὸ στῆθος του ἔγινε ἐλαφριὰ σὰν πούπουλο· ὁ φοβερὸς ἐκεῖνος καὶ γεμάτος μαχαίρια κοφτερὰ τροχός, ὅπου τὸν ἔριξαν γιὰ νὰ κατακοπεῖ, διαλύθηκε μὲ ἐπιστασία ἀγγελικὴ καὶ ὁ Γεώργιος βρέθηκε σῶος καὶ ἀβλαβής. Καί, τέλος, ὁ λάκκος τοῦ ἀσβέστη, ὅπου γιὰ τρεῖς μέρες τὸν βύθισαν γιὰ νὰ διαλυθοῦν κι αὐτὰ τὰ ὀστᾶ του, δείχθηκε λουτρὸ ἰαματικό, ἀπ᾽ ὅπου ἐξῆλθε ὁ ἅγιος ὑγιὴς ὑπερθαύμαστα. Μὲ τὴν πλούσια θαυματουργικὴ χάρη, ποὺ ἐπάξια τῶν ἀθλητικῶν του ἀγώνων ἔλαβε ἀπὸ τὸν Δικαιοκρίτη Θεό, νεκρὸς ἀρχαῖος ἀναστήνεται ἀπὸ τὸ μνῆμα καὶ τὰ εἴδωλα τοῦ ἱεροῦ τοῦ Ἀπόλλωνα ἀπόλλυνται καὶ πέφτουν καὶ διαλύονται. Καὶ ὅταν, τέλος, ὁ παμμακάριστος Γεώργιος ἔλαβε στὶς 23 Ἀπριλίου τοῦ 303 τὴν διὰ ξίφους θανατικὴ ἀπόφαση, ἡ ἀκήρατη ψυχή του ἀνῆλθε φωτοειδὴς στὰ οὐράνια, τὸ δὲ πολύαθλο σῶμα του μεταφέρθηκε ἀπὸ τὸν πιστὸ ὑπηρέτη του Πασικράτη, σύμφωνα μὲ τὴν τελευταία του ἐπιθυμία, στὴν πατρίδα τῆς μητέρας του Λύδδα (ἀρχαία Διόσπολη) τῆς Παλαιστίνης, ὅπου εὐλαβῶς καὶ μὲ τιμὲς ἐνταφιάσθηκε.
Ἐπὶ δὲ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, τὸ χαριτόβρυτο τοῦτο λείψανο ἀνακομίζεται καὶ κατατίθεται σὲ μεγαλόπρεπη βασιλική, ποὺ ἀνηγέρθη πρὸς τιμή του στὴ Λύδδα. Καὶ εἶναι ἀκριβῶς τοῦτο τὸ γεγονὸς τῆς ἀνακομιδῆς τοῦ ἱεροῦ του λειψάνου, ποὺ ἑορτάζει σήμερα, στὶς 3 Νοεμβρίου, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία. Καὶ ἐπειδὴ στὴν Κύπρο συνέπιπτε παλαιότερα κατ᾽ αὐτὲς τὶς ἡμέρες νὰ γίνεται ἡ σπορὰ τῶν δημητριακῶν, ἔφερναν οἱ εὐλογημένοι μας πρόγονοι γεωργοὶ στὴν Ἐκκλησία σὰν σήμερα λίγους ἀπὸ τοὺς σπόρους ποὺ θὰ ἔσπερναν στοὺς ἀγροὺς γιὰ νὰ τοὺς εὐλογήσει πρῶτα ὁ παπᾶς καὶ νὰ ἐπικαλεσθοῦν τὴ βοήθεια τοῦ ἁγίου Γεωργίου (Γεώργιος-γεωργία-γεωργός), καὶ κατόπιν ἔκαναν τὴ σπορά τους. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἐπεκράτησε νὰ ἀποκαλεῖται ἡ σημερινὴ ἡμέρα «τοῦ ἁγίου Γεωργίου τοῦ σπόρου».
Ἡ τιμὴ τοῦ ἁγίου Γεωργίου, γιὰ τὰ ἀναρίθμητα ἀνὰ τοὺς αἰῶνες καὶ ἐξαίσια θαύματά του, ἐξαπλώθηκε ἐνωρίτατα στὰ πέρατα τῆς βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, καὶ κατεστάθη ἕνας τῶν λαοφιλεστέρων ἁγίων. Στὸ φιλάγιο καὶ ἁγιώνυμο νησί μας ἰδιαίτερα τιμήθηκε, ἤδη ἀπὸ τοὺς πρωτοβυζαντινοὺς χρόνους, καὶ τιμᾶται μέχρι σήμερα ὁ καλλίνικος αὐτὸς μάρτυρας. Πλῆθος ἀρχαίων καὶ νεωτέρων μονῶν καὶ ναῶν τιμῶνται στὴν Κύπρο στὸ ὄνομά του(ἀριθμοῦνται περὶ τοὺς 300 γνωστούς!), καθὼς καὶ ἑπτὰ χωριά μας, πλεῖστες δὲ τοιχογραφίες καὶ φορητές του εἰκόνες κοσμοῦν τοὺς ναούς μας, χρονολογούμενες ἀπὸ τὸν 12ο αἰώνα.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, «τιμὴ μάρτυρος, μίμησις μάρτυρος», κατὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο. Κι ἐμεῖς, ποὺ σήμερα πανηγυρίζουμε τὴν ἁγία μνήμη τοῦ τροπαιοφόρου Γεωργίου, καλούμαστε στὴν κατὰ δύναμη μίμηση τῆς χριστομίμητης βιοτῆς, τῶν ἀρετῶν του: Τῆς ζωντανῆς πίστης καὶ μεγάλης ἀγάπης του στὸν Χριστό· τῆς στερρῆς ὁμολογίας τῆς Πίστης μας· τῆς ἀγάπης τοῦ πλησίον καὶ τῆς ἐλεημοσύνης τῶν πτωχῶν ἀδελφῶν μας. Κι ἂν ἔτσι ἀγωνιζόμαστε μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ ζοῦμε μέσα στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ μετέχοντας στὰ ἁγιαστικά της Μυστήρια, καλλιεργώντας τὴ μετάνοια καὶ τὴν ταπείνωση, θὰ ἀξιωθοῦμε νὰ γίνουμε μέτοχοι τῆς λυτρωτικῆς Χάρης τοῦ ἀναστάντος Χριστοῦ μας καὶ συμμέτοχοι μὲ τοὺς ἀπ᾽ αἰῶνος δικαίους τῆς παραδείσιας ἐκείνης ἀπόλαυσης τοῦ Προσώπου τοῦ Θεοῦ, ὅπου καὶ διαλάμπει ὁ μέγας Γεώργιος, μὲ τὶς θεοπειθεῖς πρεσβεῖες αὐτοῦ καὶ ὅλων τῶν ἁγίων. Ἀμήν!