Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Καστορίας κ. Σεραφείμ
Ποιος είναι ο λεβέντης;
Τι είναι η λεβεντιά;
Ποιος διαθέτει λεβεντιά;
Είναι κάποια από τα ερωτήματα που πολλές φορές απασχολούν τους ανθρώπους. Η λεβεντιά είναι συνώνυμη με την ψυχική ελευθερία. Και η ελευθερία πηγάζει από την πνευματική περιουσία που διαθέτει κανείς μέσα στο χώρο της καρδιάς του. Για να είναι κανείς λεβέντης χρειάζεται να είναι άνθρωπος ελεύθερος, όπως τον έφτιαξε ο Θεός, χωρίς να υποκύπτει στους πειρασμούς και τις δυσκολίες και χωρίς να δίνει το δικαίωμα σε κανέναν να αλλοιώσει ή να αφαιρέσει την ταυτότητά του. Γιατί όπως έχουν γράψει χαρακτηριστικά : «Τον άνθρωπο μπορείς να τον παιδαγωγήσεις, να τον αλλοιώσεις, και να τον καταστρέψεις. Δεν μπορείς όμως να τον καταργήσεις ποτέ. Τον καταργείς μόνο όταν τον κάνεις σκλάβο στην ψυχή».
Ένας τέτοιος λεβέντης που έδωσε τον εαυτό του για την πατρίδα είναι και ο Παύλος Μελάς, ο οποίος άφησε την τελευταία του πνοή στις 13 Οκτωβρίου του 1904 στο χωριό Στάτιστα της Καστοριάς που μετονομάστηκε πλέον σε «Μελάς».
Λεβέντης στην καρδιά. Άνθρωπος με αισθήματα αγάπης και θυσίας για τον συνάνθρωπο. Όταν ήταν 16 χρονών, τον Αύγουστο του 1886, έγραφε στο ημερολόγιό του. «Εκλέγων το στάδιον αυτό (του αξιωματικού), δεν υπήκουσα παρά εις μίαν ιδέαν, να φανώ χρήσιμος εις τον πλησίον και εις τον τόπον μου… Αυτή είναι όλη μου η φιλοδοξία· και όπως κάθε καλός στρατιώτης θέλω να υπηρετήσω την πατρίδα μου και δι’ αυτήν να αποθάνω. Καμία δυσκολία δεν θα με σταματήση… Δεν θα υποχωρήσω ποτέ προ των εμποδίων. Προς το παρόν άλλως τε δεν θα υποστώ εις την Στρατιωτικήν Σχολήν παρά πειθαρχίαν ολίγον σκληράν και μερικάς στερήσεις»1.
Λεβέντης ως προς το φρόνημα. Άφησε την Αθήνα, την θαλπωρή της οικογένειάς του, τη σύζυγο και τα παιδιά του, το ευρύτερο οικογενειακό περιβάλλον και όλα όσα θα μπορούσε να του χαρίσει το κλεινόν άστυ και με μοναδικό στόχο την ελευθερία της Μακεδονίας, ξεκίνησε τον τιτάνιο αυτόν αγώνα. Θεωρούσε τον εαυτό του υποχρεωμένο στην ιερή αυτή υπόθεση. Έγραφε από τη Λάρισα στις 21 Αυγούστου 1904 : «Αναλαμβάνω αυτόν τον αγώνα με όλην μου την ψυχήν και με την ιδέαν ότι είμαι υποχρεωμένος να τον αναλάβω. Είχον και έχω την ακράδαντον πεποίθησιν ότι δυνάμεθα να εργασθώμεν εν Μακεδονία και να σώσωμεν πολλά πράγματα. Έχων δε την πεποίθησιν ταύτην, έχω και υπέρτατον καθήκον να θυσιάσω το παν»2.
Λεβέντης στην πίστη. Πίστευε στο Θεό και ζητούσε πάντοτε τη βοήθειά Του προκειμένου να ανταπεξέλθει στο δύσκολο αυτό εγχείρημα. Ζητούσε τις ευλογίες της Εκκλησίας, την προσευχή των Ποιμένων της Εκκλησίας, κοινωνούσε των Αχράντων Μυστηρίων και μάλιστα το συνιστούσε και στα παλικάρια του, ασπαζόταν τα χέρια των Κληρικών και έφερε μετά καυχήσεως τόσο στο σκουφί του όσο και στο στήθος του το σύμβολο του Τιμίου Σταυρού. Έγραφε στις 8 Μαρτίου 1904 στη γυναίκα του τα εξής : «Ναι, Νάτα μου, επιστεύσαμεν όλοι, με όλην την ψυχήν μας, ότι ο Θεός εκείνην την στιγμήν ευλόγει το έργον μας και δια των αστέρων του εφώτιζε τον δρόμον μας. Η πεποίθησις αύτη μας έδωκε δυνάμεις υπερανθρώπους και, χωρίς να το εννοήσωμεν σχεδόν, εβαδίσαμεν επί 9 ώρας, έκαστος φέρων βάρος 15-20 οκάδων» . Και σε ένα άλλο γράμμα του λίγο πιο μετά αναφέρει : «Εις όλους έκαμεν εντύπωσιν το θέαμα του αγαπητού γέροντος· και μας εφάνη ότι βλέπομεν την Εκκλησίαν μας, τον αντιπρόσωπον του Χριστού, χειραγωγούντα ημάς εις το υψηλόν έργον το οποίον ηρχίσαμεν χθες»4.
Λεβέντης στο ήθος και στη συμπεριφορά. Αυτός που διαθέτει λεβεντιά, σέβεται την προσωπικότητα του άλλου. Αγαπά την πατρίδα του χωρίς να είναι ρατσιστής και ξενόφοβος. Δεν μισεί ούτε επιβουλεύεται την πατρίδα του άλλου. Αγαπά όλες τις μητέρες, αγαπά όμως ιδιαίτερα και τη δική του μητέρα. Εφαρμόζει στη ζωή του τον χρυσό κανόνα της Καινής Διαθήκης : «καθώς θέλετε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοίως»5. Απευθυνόμενος στους ανθρώπους της μακεδονικής γης έλεγε με πολύ σεβασμό στα πρόσωπά τους τα εξής : «Αδελφοί, ημείς που ήλθαμεν από τας Αθήνας δια να σας βοηθήσωμεν, εφέραμε μαζί μας μόνον αγάπην, πατριωτισμόν και παλληκαριά … Θα σας βοηθήσωμεν να υπερασπισθήτε κατά των ατιμιών των Βουλγάρων και, αν είναι ανάγκη, και κατά των ατιμιών των Τούρκων. Ημείς δεν θα σας βιάσωμεν να μας ακολουθήσετε, όπως σας έκαμαν οι Βούλγαροι. Αυτοί … το καλοκαίρι δια της βίας σας εσήκωσαν μόνον και μόνο δια να δείξουν εις την Ευρώπην ότι η Μακεδονία είναι βουλγαρική και ολόκληρος επανεστάτησε και … άφησαν τους Τούρκους και έκαψαν τα χωριά σας. Εμείς όπλα θα δώσωμεν δωρεάν εις όσους μας ζητήσουν. Αλλά και εκείνους που δεν θα μας ζητήσουν, θα τους αγαπώμεν και θα τους προστατεύωμεν … θα πολεμούμε στήθος με στήθος και πρώτα θα πέφτωμεν ημείς και έπειτα σεις»6.
Αυτός ο λεβέντης έπεσε μαχόμενος στις 5 το απόγευμα της 13ης Οκτωβρίου του 1904. «”Στη μέση με πήρε, παιδιά”. Μπήκε μέσα, κάθισε και φώναξε τον Πύρζα: “Νίκο πού είσαι;” Έβγαλε το σταυρό του απ’ το λαιμό και είπε: “Το σταυρό να τον δώσεις στην γυναίκα μου και το τουφέκι, όπως σου είπα, του Μίκη και να τους πεις ότι το καθήκον μου έκαμα”. Έβγαλε το πορτοφόλι με τις φωτογραφίες των παιδιών του και ξεζώθηκε. Τότε φάνηκαν αίματα και έπεσαν λίρες καταγής, γιατί είχε τρυπήσει το κεμέρι του η σφαίρα. Άρχισε να πονεί ο Παύλος κι έλεγε: «Σκοτώστε με, παιδιά πώς θα μ’ αφήσετε στους Τούρκους;” Όσο περνούσε η ώρα και πονούσε δυνατότερα, βογκούσε “πονώ”. Ύστερα είπε με δυνατή φωνή: “Νίκο, εσύ πώς θα με αφήσεις;” Ο Πύρζας γονάτισε, τον φίλησε και του είπε: “Κοντά σου είμαι, καπετάνιε• δε σε αφήνουμε”. Και τα χείλη του Παύλου ήταν ψυχρά. “Πονώ” έλεγε ο Παύλος και ονόμαζε τα παιδιά του. Και πάλι έλεγε: “Σκοτώστε με”. Δεν μπορούσε πια να κουνηθεί από τη θέση του. Και τα παιδιά του δεν τα ονόμαζε πια. “Πονώ” είπε σιγά και ξεψύχησε»7.
Με το θάνατό του προσυπέγραψε ό,τι ο ίδιος είχε διακηρύξει προηγουμένως : «Ενός ανδρός το αίμα αν ποτίση το χώμα της Μακεδονίας, θα εξυπνήσουν οι κοιμώμενοι, θα εγκαρδιωθώσιν οι τρομοκρατηθέντες, θα φυτρώσωσιν επί της ευγενούς γης εκδικηταί και σωτήρες».
Ο λεβέντης αυτός αναπαύεται τώρα στη μακεδονική γη, στο Βυζαντινό Ναό των Ταξιαρχών, προσμένοντας την ανάσταση των νεκρών. Και τώρα, μετά από 112 χρόνια, σαν βιγλάτορας μαζί με τον εθνεγέρτη Μητροπολίτη Καστορίας Γερμανό Καραβαγγέλη, στέλνουν συνεχώς μηνύματα ανδρείας και λεβεντιάς :
«Έλληνες, ας προβάλλουμε αντίσταση στην απόγνωση και τον ευτελισμό που επικρατεί στις ημέρες μας καθώς και στην αγνωμοσύνη όλων εκείνων που ευεργετήθηκαν από την Πατρίδα μας.
Ας σταθούμε στα πόδια μας και ας προχωρήσουμε ενωμένοι, γιατί έτσι θα κερδίσουμε.
Δεν μας χρειάζονται άλλα πρότυπα ζωής, παρά μόνο τα δικά μας. Αυτά με τά οποία έζησαν οι πρόγονοί μας, γι’ αυτό και μεγαλούργησαν.
Ας σταθούμε αξιοπρεπείς και ασυμβίβαστοι.
Ας προστρέχουμε στη βοήθεια του Θεού και τότε ασφαλώς θα νικήσουμε».
Αυτά είναι τα μηνύματα από τον τάφο ενός λεβέντη…
1. Ναταλίας Π. Μελά, «Παύλος Μελάς», έκδ. β’, Αθήνα 1964, σελ. 28-29
2. ο.π. σελ. 317
3. ο.π. σελ. 214-215
4. ο.π. σελ. 237
5. Λουκ. 6,31
6. ο.π. σελ. 241
7. ο.π. σελ. 413-414