Αρχική » Μεσσηνίας: Οσμή λαϊκισμού οι δηλώσεις Μπαλαούρα

Μεσσηνίας: Οσμή λαϊκισμού οι δηλώσεις Μπαλαούρα

από kivotos

Λαϊκισμό καταλόγισε ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος στον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Μάκη Μπαλαούρα, ο οποίος χαρακτήρισε περιττή δαπάνη και παγανιστικό κατάλοιπο τη μεταφορά του Αγίου Φωτός με έξοδα του κράτους.

Μιλώντας στον Alpha 989, ο κ. Χρυσόστομος είπε χαρακτηριστικά: «Έχουν μια έντονη οσμή λαϊκισμού όλα αυτά και δεν εξυπηρετούν σε τίποτα παρά μια αντίδραση θεολογική απέναντι σε αυτό που γίνεται αιώνες τώρα. Δεν πρέπει να τα ισοπεδώνουμε όλα. Κάποια πράγματα δεν αξιολογούνται με το κόστος αλλά με το κατά πόσο τα αποδέχεται η συνείδηση του κόσμου», τονίζοντας πως «ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ δεν αμφισβήτησε την ουσία του γεγονότος αλλά το φαίνεσθαι. Οι κύριοι αυτοί έχουν ξεχάσει ότι ο παγανισμός έχει περάσει. Αν είχαν δει την κοσμοσυρροή στον Πανάγιο Τάφο κι είχαν επικοινωνήσει με τον κόσμο που περιμένει το Άγιο Φως, θα αξιολογούσαν διαφορετικά τα πράγματα ακόμα και με τα δικά τους δεδομένα, θα είχαν αναθεωρήσει πολλά από όσα έχουν εκφράσει».

«Είναι πολύ θετικό ότι η κυβέρνηση στήριξε την προσπάθεια της αποκατάστασης του Ιερού Κουβουκλίου του Παναγίου Τάφου και (παρέστη) ο πρωθυπουργός μαζί με ένα μεγάλο κυβερνητικό κλιμάκιο. Πολλές φορές βρίσκονται οι άνθρωποι αυτοί ανάμεσα σε ένα δίλημμα. Στο πραγματικό του φαινομένου και τί αυτό εξυπηρετεί και στην ρομαντική αντίληψη μιας ιδεολογίας. Το εκκλησιαστικό γίγνεσθαι έχει μεγάλη αποδοχή αυτή τη στιγμή, όσο και αν δεν θέλουν να το παραδεχτούν και αν συνεχίσουν αυτή τη διγλωσσία θα υπάρξουν άλλες συνέπειες, όχι με την έννοια της απειλής αλλά αποδεικνύεται μέσα από την ιστορία. Ό, τι αφορά την Εκκλησία δεν πρέπει να το αποδυναμώνουν έτσι γιατί δεν μπορούν να το κάνουν», τόνισε ο κος Χρυσόστομος.

Έκανε λόγο για «πολυφωνία, πολυδιάσταση και πολυδιάσπαση γνωμών και απόψεων στον ΣΥΡΙΖΑ».

Ερωτηθείς για τις δηλώσεις του Νίκου Φίλη, ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας απάντησε πως «αυτά που απορρέουν μέσα από όλα αυτά τα ιδεολογήματα έχουν να κάνουν με την κομματική πλατφόρμα αλλά δεν έχουν να κάνουν με την κυβέρνηση. Ο κος Φίλης ήταν περισσότερο ρομαντικός και λιγότερο ρεαλιστής ως υπουργός Παιδείας. Θεωρούσε ότι οι απόψεις του ήταν ορθές. Στο επίπεδο της υλοποίησης δεν ήταν ρεαλιστικές».

Για την Συνταγματική Αναθεώρηση ο κος Χρυσόστομος είπε ότι «υπάρχει έντονος προβληματισμός με αφορμή και την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ. Όπως διαμηνύεται από την κυβέρνηση, θα μπει σε διαβούλευση αυτή η πρόταση και η Εκκλησία θα έχει ένα μερίδιο να καταθέσει τις προτάσεις της για το προτεινόμενο σχέδιο αναθεώρησης. Η χθεσινή συνεδρία της Ιεράς Συνόδου αποφάσισε μια σειρά ενεργειών ώστε να ενημερώσει και να ευαισθητοποιήσει τον κόσμο. Η αναθεώρηση δεν προτείνεται από την κυβέρνηση αλλά η κυβέρνηση κινεί την διαδικασία. Τα κόμματα μέρα στο Κοινοβούλιο καταθέτουν προτάσεις». 

Πάντως, εκτίμησε πως δεν υπάρχει συναινετικό κλίμα από όλα τα κόμματα της Βουλής επί της κυβερνητικής πρότασης.

Αναφερόμενος ιδιαίτερα στις σχέσεις Εκκλησίας-Κράτους, εκτίμησε πως καμία κυβέρνηση δεν θα τολμήσει να αγγίξει αυτό το θέμα, ότι η Εκκλησία δεν έχει να φοβηθεί τίποτα κι ότι το Κράτος πρέπει να σκεφτεί τί σχέση θέλει να έχει μαζί της:

«Η Εκκλησία δεν φοβήθηκε ποτέ να συζητήσει τη σχέση της με το Κράτος. Καμία κυβέρνηση μέχρι σήμερα δεν τόλμησε να θέσει το ζήτημα στην Εκκλησία. Ο τρόπος που προσεγγίζεται το θέμα δεν είναι σωστός. Η Εκκλησία όταν θα κληθεί στον διάλογο, θα καταθέσει προτάσεις για πολύ πιο ουσιαστικά ζητήματα. Το ζήτημα αυτό έχει δομηθεί από το 1850 μέχρι σήμερα. Η Εκκλησία δεν έχει να φοβηθεί τίποτα. Η εκάστοτε κυβέρνηση πρέπει να σκεφτεί με ποιες προϋποθέσεις θα το θέσει το θέμα», είπε χαρακτηριστικά.

Για την μισθοδοσία του κλήρου ο κος Χρυσόστομος είπε ότι «αφορά στην υποχρέωση της εκάστοτε ελληνικής κυβέρνησης ως αντιστάθμισμα του 80% της συνολικής περιουσίας της Εκκλησίας που πήρε το ελληνικό δημόσιο από το 1850 για να τη δώσει σε ακτήμονες ή προς όφελος του ελληνικού δημοσίου.

Αυτά που δίνει κάθε χρόνο το δημόσιο δεν αγγίζουν καν το ποσό από το 1850. Δεν μας κάνουν καμία χάρη».

Χαρακτήρισε «παραπληροφόρηση ή κατευθυνόμενη πληροφόρηση τα περί του αντιθέτου» τονίζοντας μάλιστα πως «την μισθοδοσία του κλήρου δεν την αμφισβήτησε καμία τρόικα…».

Χαρακτήρισε, επίσης, “μύθο” τα όσα ακούγονται για το ύψος της εκκλησιαστικής περιουσίας τονίζοντας πως «η Εκκλησία φορολογείται για τα ακίνητά της και τα έσοδά της με τον ίδιο τόπο που φορολογείται ο πολίτης και η επιχείρηση στη χώρα, χωρίς καμία εξαίρεση. Καθόλου δεν εξυπηρετείται από το Κράτος η Εκκλησία. Ούτε από τον ΕΝΦΙΑ δεν εξαιρέθηκε, μόνο στην περίπτωση που ακίνητο εξυπηρετεί κοινωφελείς σκοπούς».

Απάντησε στο ερώτημα που απευθύνουν κάποιοι επικριτικά: «πού είναι η Εκκλησία» λέγοντας ότι «είναι ένα σύνθημα που λειτουργεί πολύ καλά επικοινωνιακά, ειδικά όταν ένας είναι σε αγανάκτηση. Αυτό το σύνθημα δεν μπορεί να έχει μεγάλη διάρκεια. Είναι ένα ψέμα. Μέσα από το φιλανθρωπικό της έργο η Εκκλησία καλύπτει τα κενά του Κράτους και μπορεί και ανταποκρίνεται στα αιτήματα των πολιτών. Προσφέρεται σε όλους χωρίς διάκριση. Σέβεται αυτόν που ευεργετεί και βοηθά και δεν βγαίνει να δώσει λίστες ονομάτων που πήραν και τί πήραν. Λαϊκίζουν όσοι λένε ότι η Εκκλησία δεν προσφέρει τίποτα. Το πρόβλημα είναι ότι σε ένα τοπικό επίπεδο αντιλαμβανόμαστε ότι η Εκκλησία βοηθά στην κρίση». 

 Μέσα από το φιλανθρωπικό της έργο η Εκκλησία καλύπτει τα κενά του Κράτους και μπορεί και ανταποκρίνεται στα αιτήματα των πολιτών. Προσφέρεται σε όλους χωρίς διάκριση

Χαρακτήρισε εποικοδομητικό τον διάλογο με το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής για το μάθημα των Θρησκευτικών προσθέτοντας πως η αντιπαράθεση για το μάθημα δεν ήταν ιδεολογική:

«Είναι ιδεατή η προσέγγιση του άρθρου 16. Η ηγεσία του υπ. Παιδείας δέχεται την Εκκλησία ως συνομιλητή για το μάθημα των Θρησκευτικών. Να εξυπηρετεί τους σκοπούς για τους οποίους πρέπει να βρίσκεται μέσα στο πρόγραμμα (το μάθημα). Η Εκκλησία θεωρεί ότι το μάθημα των Θρησκευτικών για τη διαμόρφωση του παιδιού ως ολοκληρωμένη προσωπικότητα έχει ένα συγκεκριμένο πρότυπο ζωής. Η Εκκλησία δεν έχει πρόθεση να αλλοιωθεί για συγκεκριμένες σκοπιμότητες, γι’ αυτό αντέδρασε σε όσα ειπώθηκαν. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τον ρόλο της Εκκλησίας στη διαμόρφωση του ελληνικού κράτους. Η Εκκλησία προσέφερε για να μπορέσει να υπάρχει ηρεμία και συνοχή για το μέλλον της χώρας. Είδατε πόση ένταση δημιουργήθηκε για το μάθημα, φανταστείτε να συμβεί και για άλλα μαθήματα π.χ Ιστορία, Γεωγραφία. Είμαστε στην διαδικασία του διαλόγου με την ηγεσία του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, μεθοδολογικά τάξη προς τάξη και μέχρι αυτή τη στιγμή η πορεία του διαλόγου πάει καλά. Δουλεύουμε εποικοδομητικά για ένα καλό αποτέλεσμα».

Ο κος Χρυσόστομος αναφέρθηκε στα «άκρα» που πολλές φορές έχουν προσπαθήσει να εκμεταλλευτούν την Εκκλησία:

«Εμφανίστηκαν τάσεις ακραίου συντηρητισμού και ακραίου φιλελευθερισμού που προσπαθούσαν να εκμεταλλευτούν την Εκκλησία για να την έχουν με το μέρος τους. Η Ιεραρχία υιοθέτησε μια πρόταση που δεν δίνει σε κανέναν τη δυνατότητα να θεωρήσει ότι είναι ή δεν είναι μαζί μας. Όταν η Εκκλησία καλείται να τοποθετηθεί και να απαντήσει σε καίρια ζητήματα, δεν αποφαίνεται και εκφράζεται με μεμονωμένες φωνές Ιεραρχών, εκφράζεται μέσω της Συνόδου, μια ζύμωση απόψεων των 83 που είμαστε εκεί μέσα με κριτήριο το όφελος της Εκκλησίας και του λαού».

Για την καύση νεκρών ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας είπε χαρακτηριστικά:

«Όταν η Εκκλησία μιλά με βάση τη θεολογία και την διδασκαλία της, δεν έχει την εντύπωση ότι βάζει ετικέτα «σκοταδισμός», όπως κυβερνητικό στέλεχος όταν μιλούσε για την αποτέφρωση. Το πρόβλημα της καύσης έχει να κάνει με το σώμα. Είναι δημιούργημα του Θεού. Το σώμα δεν ανήκει σε αυτόν που το έχει αλλά στην Εκκλησία. Υπάρχει συνειδησιακό υπόβαθρο. Εκεί τίθεται και το θέμα των μεταμοσχεύσεων. Η ζωή που δεν μοιράζεται, είναι ζωή χαμένη. Πρέπει να καταλάβουμε ότι με τα όργανα μπορεί να υπάρξει μια ζωή. Δεν μπορεί να λέει κάποιος ότι είναι στην Εκκλησία αλλά αυτό που διδάσκει η Εκκλησία είναι σκοταδισμός».

Για το θέμα της συμβίωσης ομόφυλων ζευγαριών ο κος Χρυσόστομος είπε πως:

«Δεν είναι απορριπτέοι αλλά η Εκκλησία δεν το δέχεται ως μορφή συμβίωσης. Τους καλούμε σε μετάνοια».

Για την θεματική εβδομάδα του Υπ. Παιδείας σχολίασε:

«Ο τρόπος με τον οποίον το Υπουργείο παρουσίασε το περιεχόμενο ήταν η αιτία για το πρόβλημα. Δεν πρέπει να καλλιεργείται στο παιδί ο ρατσισμός αλλά όχι να αποδεικνύω ότι ο ομοφυλοφιλισμός είναι τρόπος ζωής».

Ερωτηθείς για το δημογραφικό πρόβλημα αλλά και για το προσφυγικό, ο κος Χρυσόστομος είπε χαρακτηριστικά:

«Το να μιλάμε για δημογραφικό και να προσπαθούμε να κρυφτούμε πίσω από το δάκτυλό μας… θα έλεγα ότι είμαστε μη ρεαλιστές. Η οικονομική κατάσταση δεν επιτρέπει κάτι τέτοιο. Βρισκόμαστε σήμερα σε ένα αδιέξοδο, σε ένα φαινόμενο αύξησης της εγκληματικότητας, της παραβατικότητας. Δεν λύνεται το προσφυγικό πρόβλημα με το δημογραφικό. Ο άτακτος τρόπος υποδοχής στη χώρα μας έχει μεγάλο μερίδιο και στην οικονομική επιβάρυνση. Δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος και η Εκκλησία δεν μπορεί να το αντιμετωπίσει αλλά προσπαθεί να συμπαρασταθεί. Η εκάστοτε κυβέρνηση πρέπει να λύσει το πρόβλημα». 

Με αφορμή τις αποφυλακίσεις Τσοχατζόπουλου αλλά και των κακοποιών (με τον Νόμο Παρασκευόπουλου) που έκαναν την απόπειρα ληστείας στο Π. Φάληρο ο κος Χρυσόστομος είπε:

«Όταν συντρέχουν ανθρωπιστικοί λόγοι και λόγοι επιβίωσης, μπορεί να είναι εφικτό. Για τους τέσσερις που αποφυλακίστηκαν και λήστεψαν και σκότωσαν και αναζητούνται όμως, πώς δικαιολογείται; Υπό τη σημαία της αποσυμφόρησης των φυλακών; Όταν κινδυνεύει ολόκληρος ο κοινωνικός τους περίγυρος; Όταν είναι δολοφόνοι και εγκληματίες; Ας το κλείσουμε εδώ το θέμα». 

Ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας έκλεισε την συζήτηση με τον μήνυμά του για το Πάσχα επισημαίνοντας ότι «μετά τον Σταυρό έρχεται και η Ανάσταση».

 

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ