Η 1η Γενική Ιερατική Σύναξη της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος, για το νέο ιεραποστολικό έτος, πραγματοποιήθηκε στις 17 Οκτωβρίου στο Συνεδριακό Κέντρο Θεσσαλίας. Οι φετινές Συνάξεις θα στραφούν, με συστηματικό τρόπο, στην πράξη της ποιμαντικής τέχνης, διαμέσου της εμπειρίας, από την εφαρμογή πρωτότυπων και επιτυχημένων ποιμαντικών δράσεων.
Τον Αγιασμό της ενάρξεως των φετινών Συνάξεων τέλεσε ο Σεβ. Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος, ο οποίος αναφέρθηκε στη λογική των φετινών Συνάξεων, που θα έχουν περισσότερο πρακτικό – ποιμαντικό χαρακτήρα, ενώ παρουσίασε τον ομιλητή και περιέγραψε αδρά το περίφημο ενοριακό του έργο.
Ομιλητής της Συνάξεως ήταν ο Πρωτ. Ματθαίος Χάλαρης, Προϊστάμενος του Ιερού Ναού Αγίου Δημητρίου, του ομωνύμου Δήμου της Αττικής, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα «Θεία Λατρεία και Ενοριακή ζωή – Ενοριακή οργάνωση και συντονισμός στελεχών».
Ο ομιλητής αναφέρθηκε, εισαγωγικά στην πνευματική του σχέση με τον Σεβ. Ποιμενάρχη κ. Ιγνάτιο, η οποία εδράζεται στο πρόσωπο του αειμνήστου π. Μαρίνου Γεωργακοπούλου, που υπήρξε πνευματικός του Πατέρας και προκάτοχός του στην ενορία του. Στη συνέχεια τόνισε ότι «Η ενορία κατέχει σήμερα στην Ορθόδοξη Εκκλησία σημασία πολύ μεγαλύτερη από όση έτυχε σε οποιαδήποτε άλλη εποχή. Ποτέ άλλοτε δεν είχε το τοπικό ευχαριστιακό κέντρο τόση μεγάλη σπουδαιότητα στη ζωή της ορθοδοξίας, όση έχει σήμερα». Ακολούθως, ανέπτυξε την σχέση των όρων «Εκκλησία – Ευχαριστία – Ενορία», θέτοντας το ερώτημα «Ποιό είναι το νόημα της υπάρξεως της Εκκλησίας;». Σημείωσε ότι «Η απάντηση δεν είναι παρά μόνο μία: η Εκκλησία υπάρχει για να μας φέρει σωτηρία έν Χριστώ Ιησού, με συγκεκριμένη και ορατή μορφή, διά της τελέσεως της θείας λειτουργίας… Η θεία ευχαριστία είναι που δημιουργεί την Εκκλησία… Η Εκκλησία δεν είναι κάποιο κοινωνιολογικό κατασκεύασμα, αλλά ένας ευχαριστιακός οργανισμός, ο οποίος αποκτά οντότητα την ώρα που επικαλείται το Άγιο Πνεύμα να ενεργήσει πάνω στα τίμια δώρα… η θεία ευχαριστία – που είναι η πεμπτουσία της Εκκλησίας – βρίσκει την ορατή πραγμάτωσή της μόνον εν τη εννοία της τοπικής ενορίας ή της τοπικής μονής. Όταν, λοιπόν, κάνουμε λόγο για την Εκκλησία ως ευχαριστιακό οργανισμό, μιλούμε για την τέλεση της θείας ευχαριστίας σε κάθε ενορία… Η ενορία είναι το βασικό ευχαριστιακό κύτταρο χωρίς το οποίο δεν υπάρχει Εκκλησία… Μόνο μέσα στην ενορία υπάρχει δυναμική απόδειξη, ιστορική πραγμάτωση, αληθινή ελπίδα… Όπως ορθά έχει λεχθεί, μόνο η ζωή της ενορίας μπορεί να δώσει ιερατική διάσταση στην πολιτική, προφητικό πνεύμα στην επιστήμη, ανθρώπινο πρόσωπο στις οικονομικές σχέσεις και μυστηριακό χαρακτήρα στον έρωτα, γι’ αυτό, η ζωτικότητα της Εκκλησίας στο μέλλον θα εξαρτηθεί από την ζωντάνια των ενοριών μας».
Ολοκληρώνοντας αυτή την ενότητα, ο π. Ματθαίος συμπλήρωσε ότι «αυτός ακριβώς είναι και ο σκοπός κάθε ενορίας σήμερα: τα μέλη της να εκφράζουν την ενότητά τους εν Χριστώ Ιησού διά της από κοινού κλάσεως του άρτου στη θεία ευχαριστία. Όλες οι άλλες δραστηριότητες της ενορίας, κοινωνικές πολιτιστικές ή φιλανθρωπικές, πηγάζουν από την τέλεση της θείας λειτουργίας και είναι υπάλληλες σε αυτή».
Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στον ρόλο του Ιερέα – Ποιμένα και τόνισε ότι «αναλαμβάνει να γίνει ο τελετουργός της θείας ευχαριστίας και γενικά της λατρείας της Εκκλησίας… Πρωταρχικό, λοιπόν, καθήκον ή υποχρέωση αλλά και δικαίωμα του ιερέα-ποιμένα είναι να τελεί τη λατρεία στο ναό της ενορίας… Όταν η λατρεία της Εκκλησίας δεν γίνεται καθημερινά, ατονεί και στις συνειδήσεις των πιστών η έννοια του μυστηρίου της “συνάξεως”». Στο σημείο αυτό παρατήρησε μία συχνή παθογένεια: «Αυτή την ιστορική πραγματικότητα της παρουσίας του Χριστού με τη σύναξη των πιστών στη λατρεία της Εκκλησίας δεν την έχουμε κατανοήσει και εμείς οι κληρικοί τόσο καλά. Διότι, εάν την είχαμε κατανοήσει, όλο μας το διοικητικό έργο στην ενορία, όλο μας το ποιμαντικό έργο και όλα μας τα προγράμματα πνευματικής δραστηριότητος μέσα στην ενορία θα ξεκινούσαν από την λατρεία της Εκκλησίας και θα ήταν η συνέχεια, η επέκταση της λατρείας της Εκκλησίας στη ζωή της ενορίας. Πολλές φορές, όμως, συμβαίνει το αντίθετο: η πραγματοποίηση των διαφόρων προγραμμάτων ενοριακής πνευματικής δραστηριότητας να γίνεται εις βάρος της λατρείας της Εκκλησίας, με αποτέλεσμα, αντί να αυξάνει και να οικοδομείται η ενορία ως Εκκλησία – σώμα Χριστού, να μαραζώνει και να συρρικνώνεται».
Ακολούθως, ο ομιλητής αναφέρθηκε στις προεκτάσεις του Ευχαριστιακού ενοριακού ήθους στην κοινωνική ζωή, συνοψίζοντας τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης Ελληνικής αστικής κοινωνίας:
- Κοινωνία της πολυπολιτισμικότητας
- Κοινωνία της πληροφορίας
- Κοινωνία της επικοινωνίας
- Κοινωνία των εξαρτήσεων και εξαρτημένων ατόμων
- Κοινωνία των αναζητήσεων
- Κοινωνία της βίας και της διακινδυνεύσεως, κοινωνία της εκκοσμικεύσεως
- Κοινωνία της ιδεολογίας και της νέο ειδωλολατρίας.
Μιλώντας για την ενορία της πόλεως, παρατήρησε ότι «Η «αστικοποίηση», επιφανειακά εξεταζόμενη, θεωρείται συνήθως από τους εκκλησιαστικούς κύκλους, ως ένα αρνητικό φαινόμενο, που απειλεί τη ζωή και τις δομές της Εκκλησίας. Με την έννοια αυτή, οι λειτουργοί της Εκκλησίας, οι ιερείς – ποιμένες των αστικών ενοριών, οδηγούνται σε μία εσωστρέφεια και υπό την πίεση της αστικοποίησης, αποσύρονται από το σύγχρονο κοινωνικό γίγνεσθαι και εγκλωβίζονται αμυντικά εντός των τειχών του ιερού ναού. Ως εκ τούτου, η αστική ενορία οδηγείται σε μία κοινωνική και εγκληματική απομόνωση… Ωστόσο, η αστικοποίηση είναι και πρέπει να θεωρείται ως θετικό φαινόμενο και ως πρόκληση για μία ποιμαντική έξοδο της Εκκλησίας προς τον σύγχρονο αποίμαντο κόσμο…».
Αναφερόμενος στην αγροτική ενορία, σημείωσε ότι «Η σχέση των αγροτών με τη ζωή της Εκκλησίας, λόγω άγνοιας και έλλειψης χριστιανικής κατήχησης και αγωγής είναι σχετικά μικρή έως ελάχιστη, ενώ παρατηρείται «εθιμική» εκκλησιαστική ζωή… Γι’ αυτό η ποιμαντική φροντίδα της Εκκλησίας στις αγροτικές ενορίες θα πρέπει να στρέφεται γύρω από την οικογένεια και την κοινότητα. Η ποιμαντική επίσκεψη του εφημερίου στον οικογενειακό χώρο του σπιτιού, σε κατάλληλη εποχή, όταν η αγροτική οικογένεια είναι συγκεντρωμένη, είναι μια εξαίρετη ευκαιρία ποιμαντικής εργασίας». Όσον αφορά στις εκδηλώσεις κοινοτικού χαρακτήρα, κατέγραψε τις εξής: Α. Πρόσκληση εκτάκτων επισκεπτών. Β. Αξιοποίηση των θρησκευτικών και αγροτογεωργικών εορτών. Γ. Ενοριακή Βιβλιοθήκη. Δ. Αγροτική νεολαία. Ε. Παραθεριστές. ΣΤ. Σχολική ποιμαντική. Ζ. Διασύνδεση της ενορίας με αστική ενορία.
Στο τέλος, ο π. Ματθαίος μίλησε για το νεανικό έργο της ενορίας, με τις κάτωθι πτυχές: Θεία λατρεία. Πνευματική κατάρτιση. Πολιτισμός – Αθλητισμός. Εκπαίδευση. Ψυχαγωγία.
Ολοκληρώνοντας την ομιλία του, ο π. Ματθαίος αναφέρθηκε στην αξία των εθελοντών συνεργατών και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «η επιτυχής άσκηση ποιμαντικού έργου δεν εξαρτάται τόσο από τις δυνατότητες που παρέχονται στον ιερέα όσο από τον ίδιο τον ιερέα».
Το παρών στη Σύναξη έδωσε και ο Σεβ. Μητροπολίτης Σισανίου & Σιατίστης κ. Παύλος, ο οποίος έλαβε τον λόγο και επεσήμανε ότι «όπου υπάρχει σωστός Ποιμένας, γίνονται θαύματα. Ενοριακή κρίση δεν υπάρχει όταν οι Ποιμένες εργάζονται με αγάπη και επιμονή, έχοντας ως κέντρο της ζωής του την θεία Λατρεία».