Πρόκειται για δύο αγίους που έζησαν σε τελείως διαφορετικές χρονικές περιόδους, μα η Εκκλησία μας αναγνώρισε κάτι κοινό σε αυτούς: ο μεν Ονήσιμος ανέπτυξε σημαντικό έργο στις φυλακές, όπου κρατούνταν, ενώ ο Αγάπιος είχε δραπετεύσει από τον άρχοντα στον οποίο είχε πουληθεί ως δούλος. Έτσι, και οι δύο ανακηρύχτηκαν από την επίσημη Εκκλησία ως προστάτες των φυλακισμένων και των δραπετών.
Ονήσιμος, ο δούλος που γνώρισε τον Απόστολο Παύλο
Ο Άγιος Ονήσιμος είναι ένας από τους εβδομήντα αποστόλους που μαθήτευσαν κοντά στον Απόστολο Παύλο. Δεν γνωρίζουμε την ακριβή χρονολογία της γέννησής του, μα σύμφωνα με τον βίο του ζούσε στις Κολοσσές της Μικρά Ασίας. Ήταν ειδωλολάτρης και εργαζόταν ως δούλος στο σπίτι ενός πλουσίου, που τον έλεγαν Φιλήμονα. Μια μέρα ο Ονήσιμος αποφάσισε να φύγει κρυφά από τον κύριο του και να πάει στη Ρώμη. Εκεί τα πράγματα ήταν αρκετά δύσκολα για εκείνον, αφού δεν γνώριζε κανέναν, δεν μπορούσε να βρει πουθενά δουλειά και δεν είχε καθόλου χρήματα. Εκείνη την περίοδο, βρισκόταν στη Ρώμη και ο Απόστολος Παύλος, ο οποίος είχε φυλακιστεί από τον αυτοκράτορα. Ο Ονήσιμος, που ήδη είχε γνωρίσει τον Απόστολο στο σπίτι του Φιλήμονα, αποφάσισε να τον επισκεφτεί και να ζητήσει τη βοήθειά του. Με τις συμβουλές και την πατρική στοργή του, ο Ονήσιμος αναγνώρισε το λάθος του και μετάνιωσε. Αποφάσισε, μάλιστα, να ασπαστεί τον Χριστιανισμό και να βαπτιστεί.
Πράγματι, ο Απόστολος, αφού τον βάπτισε, έστειλε μια επιστολή στον Φιλήμονα, με σκοπό να συγχωρέσει τον δούλο του: «Τέτοιος που είμαι, εγώ, ο Παύλος ο ηλικιωμένος και τώρα φυλακισμένος του Ιησού Χριστού, σε παρακαλώ για το παιδί μου, τον Ονήσιμο, ο οποίος άλλοτε σου ήταν άχρηστος, τώρα, όμως, είναι χρήσιμος και σε εσένα και σε εμένα. Σου τον αποστέλλω πάλι και συ δέξου αυτόν που είναι η καρδιά μου. Θα ήθελα να τον κρατήσω κοντά μου, για να με υπηρετεί, αντί σου, στη φυλακή όπου είμαι χάριν του Ευαγγελίου, αλλά δεν ήθελα να κάνω τίποτε χωρίς τη δική σου συγκατάθεση, για να μη γίνει η αγαθή σου πράξη αναγκαστικά, αλλά με τη θέλησή σου. Ίσως γι’ αυτό αποχωρίσθηκε προσωρινά από εσένα, για να τον έχεις παντοτινά, όχι πλέον σαν δούλο, αλλά περισσότερο από δούλο, σαν αδελφό αγαπητό, ιδιαίτερα για μένα, πόσο μάλλον για σένα και σαν άνθρωπο και σαν Χριστιανό. Εάν, λοιπόν, με θεωρείς φίλο, δέξου τον σαν να ήμουν εγώ».
Πράγματι, ο άγιος επέστρεψε στον αφέντη του και δούλεψε κοντά του για πολλά χρονιά. Αργότερα, όμως, ξαναπήγε στη Ρώμη, με σκοπό να βοηθήσει τον Απόστολο, ο οποίος ακόμα ήταν φυλακισμένος. Εκείνος τον χειροτόνησε Επίσκοπο και Απόστολο της Αγίας Πίστεως. Έπειτα, όμως από το τελευταίο μαρτύριο του Αποστόλου, ο τότε έπαρχος της Ρώμης, Τερτύλλος, αποφάσισε τη σύλληψη του Ονήσιμου και την εξορία του στους Ποτιόλους της Ιταλίας. Ακόμα και κάτω από αυτές τις συνθήκες, ο άγιος συνέχισε το αποστολικό του έργο και είχε αποκτήσει αρκετούς θαυμαστές. Κάποια στιγμή, όμως, ο έπαρχος, θέλησε να επισκεφτεί το μέρος για να μάθει τι έκανε ο άγιος. Όταν πληροφορήθηκε τις δράσεις του υπέρ του Χριστιανισμού, εξοργίσθηκε και διέταξε να συλληφθεί ξανά και να βασανιστεί. Τα βασανιστήρια που υπέστη ήταν πάρα πολύ σκληρά και τελικά έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου. Τα λείψανα του αγίου παρέλαβε και ενταφίασε μια πλούσια Χριστιανή της Ρώμης. Ο πρώτος ναός προς τιμήν του χτίστηκε κατά τον 10ο αιώνα στην Κωνσταντινούπολη.
Η Εκκλησία μας τιμά τον Απόστολο Ονήσιμο κάθε χρόνο στις 22 Νοεμβρίου και τον έχει ανακηρύξει επίσημα προστάτη των φυλακισμένων, αλλά και των δραπετών.
Ο Αγάπιος και οι Αγαρηνοί
Ο Όσιος Αγάπιος γεννήθηκε το 1710 στην κωμόπολη της Χαλκιδικής Γαλάτιστα. Εκείνη την εποχή, η Γαλάτιστα ήταν έδρα επισκοπής και ήταν ανεπτυγμένη σε πολλούς τομείς. Είχε πολλά και ονομαστά σχολεία, αλλά και πολύ σπουδαίους διδασκάλους. Έτσι, ο Όσιος Αγάπιος μαθήτευσε από πολύ μικρός και έλαβε την εγκύκλια μόρφωση. Σε νεαρή ακόμη ηλικία επισκέφτηκε τα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσει στους Αγίους Τόπους και τελικά αποφάσισε να μείνει εκεί για πάντα. Χειροτονήθηκε μοναχός και έγινε μέλος της Αγιοταφικής Αδελφότητος. Μάλιστα, χειροτονήθηκε και ιερεύς του Πανάγιου Τάφου από τον τότε Πατριάρχη Ιεροσολύμων Παρθένιο.
Σε σύντομο χρονικό διάστημα ο Αγάπιος εστάλη πίσω στη Θεσσαλονίκη ως οικονόμος του μετοχίου του Πανάγιου Τάφου στον Ναό της Νέας Παναγίας. Για όσο καιρό παρέμεινε εκεί, δίδασκε στην Αστική Σχολή Θεσσαλονίκης. Γρήγορα, όμως, έφυγε και πάλι με εντολή του Πατριάρχη Ιεροσολύμων, αυτήν τη φορά για τη Μόσχα. Το 1743, λοιπόν, ο Αγάπιος μετέβη στη Μόσχα για τη συλλογή εράνων προς εξόφληση του μεγάλου χρέους του Πανάγιου Τάφου προς τους δανειστές του Πατριαρχείου. Επέστρεψε, ύστερα από τέσσερα χρόνια, το 1747, έχοντας συλλέξει ένα ικανό ποσό για την εξόφληση του χρέους.
Στη Θεσσαλονίκη συνέχισε να διδάσκει στην Αστική Σχολή, αλλά και στην Αθωνιάδα Ακαδημία, η οποία βρισκόταν κοντά στη Μονή Βατοπεδίου. Τότε ήταν που ο Αγάπιος αποφάσισε να ασκητέψει στη Σκήτη της Κολιτσούς, μαζί με τον γέροντα του Κολέτιο. Από αυτή τη χρονική περίοδο και μέχρι τον θάνατό του δεν υπάρχουν συγκεκριμένες πληροφορίες. Σύμφωνα με την παράδοση, πάντως, μια μέρα που βγήκε από τη σκήτη του για να πάει στη θάλασσα αιχμαλωτίστηκε από πειρατές. Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει πως ήταν Σαρακηνοί και πως ο όσιος κατάφερε να τους μεταπείσει αλλά και να τους βαπτίσει Χριστιανούς. Άλλοι πάλι υποστηρίζουν πως οι πειρατές ήταν Αγαρηνοί, αιχμαλώτισαν τον Αγάπιο και τον πούλησαν ως δούλο σε κάποιον πλούσιο Αγαρηνό. Ο όσιος υπηρετούσε τον κύριό του για δώδεκα ολόκληρα χρόνια, υπομένοντας πολλά κακά, καθώς ο αφέντης του τον είχε συνεχώς αλυσοδεμένο και συγχρόνως τον χρησιμοποιούσε σε πολύ σκληρές και δύσκολες εργασίες. Μη αντέχοντας άλλο αυτές τις συνθήκες, ο Αγάπιος αποφάσισε να δραπετεύσει και να γυρίσει πίσω στη σκήτη του.
Όταν γύρισε στο Άγιο Όρος, ενημέρωσε το γέροντα του για όλα όσα συνέβησαν. Εκείνος, όμως, τον μάλωσε που δραπέτευσε και του είπε πως θα πρέπει να επιστρέψει στον αφέντη του και να ζητήσει συγγνώμη. Πράγματι, γύρισε πίσω στον σκληρό Αγαρηνό και του διηγήθηκε τα πάντα για την απόδρασή του, ζητώντας του να τον συγχωρέσει. Ο αφέντης του, ακούγοντάς τον, θαύμασε την αφοσίωση και την ειλικρίνειά του. Μάλιστα, του ζήτησε να μάθει τα πάντα για τη χριστιανική πίστη. Ο όσιος με τα λόγια του έπεισε τον Αγαρηνό, ο οποίος ζήτησε να βαπτιστεί αυτός και οι δύο γιοί του, όπως και έγινε. Ελευθέρωσε τον Αγάπιο και του επέτρεψε να γυρίσει στη μονή με τον όρο να πάρει και εκείνους μαζί του ως συνοδεία. Έτσι, μόνασαν όλοι μαζί στη σκήτη μέχρι την κοίμησή τους.
Η Εκκλησία μας τιμά τον Όσιο Αγάπιο και τους ακόλουθούς του κάθε χρόνο την 1η Μαρτίου και τον έχει ανακηρύξει άγιο προστάτη των δραπετών και των φυλακισμένων.