Αρχική » Μητρ. Ναυπάκτου: Aπόφαση-κόλαφος καταδικάζει σε αποζημίωση τον π. Ιωάννη Διώτη για συκοφαντία

Μητρ. Ναυπάκτου: Aπόφαση-κόλαφος καταδικάζει σε αποζημίωση τον π. Ιωάννη Διώτη για συκοφαντία

από christina

Για απόφαση-κόλαφο που καταδικάζει σε αποζημίωση τον π. Ιωάννη Διώτη για συκοφαντία σε βάρος του Μητροπολίτη Ναυπάκτου και που «αποτυπώνει την αλήθεια για την περίπτωση της Μονής Μεταμορφώσεως, κάνει λόγο με μακροσκελή ανακοίνωση Τύπου η Μητρόπολη».

Αναλυτικά:

«Ἐκδόθηκε μια πολύ σημαντική Δικαστική ἀπόφαση, ἡ οποία ὄχι μόνον καταδικάζει έναν συστηματικό συκοφάντη καί ὑβριστή τοῦ Μητροπολίτη Ναυπάκτου, ἀλλά καί καταγράφει συστηματικά τήν αλήθεια –«τα πραγματικά περιστατικά»– γιά τήν ὑπόθεση Μονή Μεταμορφώσεως Ναυπάκτου.

Συγκεκριμένα, δημοσιεύθηκε τήν 21-8-2018 ἡ ὑπ’ ἀριθμ. 3342/2018 Ἀπόφαση τοῦ Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ἀθηνῶν κατά τοῦ πρεσβυτέρου Ιωάννου Διώτη γιά συκοφαντική δυσφήμιση καί ἐξύβριση, ἐπί τῆς ἀπό 3-2-2009 ἀγωγῆς τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου, ἡ ὁποία κατετέθη λόγῳ τῆς σκοπιμότητας του π.Ἰ.Διώτη καί τῆς ἀνεξέλεγκτης δράσης του, κατόπιν συμβουλῆς νομικῶν.

Τό Δικαστήριο ὑποχρεώνει τόν π. Ἰ. Διώτη νά καταβάλη ὡς ἀποζημίωση στόν Μητροπολίτη Ναυπάκτου τό ποσόν τῶν 30.000 εὐρώ νομιμοτόκως ἀπό τήν ἐπίδοση τῆς ἀγωγῆς καί τά δικαστικά ἔξοδα.

Τό συνολικό ποσόν πού θά κληθῆ νά πληρώση γιά ἀποζημίωση πιθανόν νά διπλασιασθῆ λόγῳ τῶν τόκων.

Ἐπίσης τόν ὑποχρεώνει νά δημοσιεύση τήν ἀπόφαση σέ Εφημερίδα πανελλήνιας κυκλοφορίας καί σέ τοπική Ἐφημερίδα τῆς Ναυπάκτου.

Τό σημαντικό τῆς ἀπόφασης εἶναι ὅτι καταδεικνύεται καί ὅλη ἡ ἀντιεκκλησιαστική καί ἀντικανονική κατάσταση τῆς Μονῆς Μεταμορφώσεως, τῆς ὁποίας ὁ π. Ἰ. Διώτης εἶναι φερέφωνο.

Η ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

Τό Δικαστήριο μελέτησε τήν ὑπόθεση σέ βάθος χρόνου, ἀφοῦ τά πραγματικά περιστατικά πού ἀποδείχθηκαν ἀφοροῦν τήν περιόδο μιᾶς 20ετίας (1998-2017). Τό ἀντικείμενο τῆς δίκης ἦταν δύο βιβλία τοῦ π.Διώτη κατά τοῦ Μητροπολίτη Ναυπάκτου (2006 καί 2008) καί μιά ἐπιστολή του (2008) στούς καθηγητές Πανεπιστημίου κατά τοῦ Μητροπολίτου.

Ὁ π. Ἰ. Διώτης στράφηκε ἐναντίον τοῦ Μητροπολίτη Ναυπάκτου καί ὑπερασπίστηκε τήν Μονή Μεταμορφώσεως καί ἰδιαιτέρως τόν πρώην ἡγούμενό της. Ἐπανέλαβε τίς πάγιες συκοφαντίες τῆς Μονῆς Μεταμορφώσεως, περί δῆθεν διωγμοῦ μοναχῶν καί ἰδίως τοῦ Σπυρίδωνα Λογοθέτη, περί δῆθεν ἐκζητήσεως ποσοστῶν, περί τοῦ τῶν οἰκονομικῶν τῆς Μονῆς, περί ἐμπαθείας κλπ.

Ἀποδείχθηκε ὅτι ὁ Μητροπολίτης εἶχε δίκαιο καί κινήθηκε ἀπό νόμιμο ἐνδιαφέρον. Εἶχε δίκαιο γιά τίς ἐνέργειές του κατά τῶν μοναχῶν, γιά τήν ἄρνησή του νά ὑπογράφη τούς προϋπολογισμούς-ἀπολογισμούς, γιά τό ὅτι οἱ μοναχοί ἀρνοῦνται τόν ἔλεγχο τῆς Μονῆς, γιά τίς διαχειριστικές της ἀνωμαλίες, γιά τήν πρόκληση ἐνασχόλησης καί ἄλλων ἐκκλησιαστικῶν, κρατικῶν καί οἰκονομικῶν ἀρχῶν μέ τό ζήτημα τῆς Μονῆς.

Ὁ π. Διώτης ἐνοχοποίησε τόν Μητροπολίτη γιά πράξεις γιά τίς ὁποῖες ἦταν ἀναρμόδιος καί ἀνεύθυνος, ὅπως γιά τίς ἀποφάσεις τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί τῶν Συνοδικῶν Δικαστηρίων, γιά θέματα εὐθύνης τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου κλπ.

Ὁ π.Διώτης χρησιμοποίησε τά θεολογικά θέματα ὡς πρόφαση γιά νά ἐξυβρίση καί μειώση τόν Μητροπολίτη.

Γνώριζε καλῶς ὅτι ὁ Μητροπολίτης εἶχε δίκαιο καί γνώριζε καλῶς ὅτι οἱ ἰσχυρισμοί του (τοῦ Διώτη) ἦταν ἀναληθεῖς καί ἐξυβριστικοί.

Ὁ π. Ἰ.Διώτης συνέχισε καί μετά τήν ἔγερση τῆς ἀγωγῆς τήν ἴδια τακτική.

Ὁ π.Ἰ.Διώτης ἐνήργησε μέ σκοπιμότητα καί ἀπό δόλο.

Ἀνάμεσα στά ἄλλα προσπάθησε ἀνεπιτυχῶς νά ματαιωθῆ ἡ ἀνακήρυξη τοῦ Μητροπολίτη σέ ἐπίτιμο Διδάκτορα τῆς Θεολογίας.

Τό ὕφος τῶν κειμένων τοῦ π. Ἰ.Διώτη γενικά εἶναι λίαν ἐμπρηστικό καί ἐξυβριστικό. Δέν γίνεται ἀποδεκτή ἀπό τό Δικαστήριο ἡ ἐπίκληση «δικαιολογημένου ἐνδιαφέροντος».

Διάφορα εἰδικά θέματα πού ἀντιμετώπισε τό Δικαστήριο:
–Τό πρόβλημα τῆς Μονῆς ὑφίσταται καί πρίν τήν ἔλευση τοῦ Μητροπολίτη Ἱεροθέου. –Τό πρόβλημα τῆς Μονῆς δέν ἀφορᾶ μόνον διαφορές μέ τόν Μητροπολίτη, ἀλλά καί μέ τήν Ἐκκλησία καί μέ τήν Πολιτεία. –Ἡ Ἱερά Σύνοδος προειδοποίησε τόν τότε ἡγούμενο καί τήν Μονή γιά τήν λήψη μέτρων ἀπό τό 2001. –Σημαντικές οἱ ἀποφάσεις τῶν Συνοδικῶν Δικαστηρίων κατά τοῦ Σπ. Λογοθέτη. –Περί ἀρνήσεως τοῦ ἐλέγχου ἀπό τόν πρ. ἡγούμενο καί τούς μοναχούς. –Μέχρι σήμερα δέν ἔχει τελεσφορήσει ὁ ἁρμόδιος διαχειριστικός ἔλεγχος τῶν ὀργάνων τοῦ Κράτους. –Ἄκυρη ἡ τυχόν αὐτοσύμβαση μεταξύ Μονῆς καί Σωματείου. –Τεράστια τά διαχειριστικά προβλήματα τῆς Μονῆς καί τά ληξιπρόθεσμα χρέη, ἀσχέτως τῆς ποινικῆς εὐθύνης τους. –Ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀποφάσισε τήν διάλυση τῆς Μονῆς λόγῳ ἀρνήσεως τοῦ ἐλέγχου καί λόγῳ τῶν διαχειριστικῶν προβλημάτων. –Ἡ διάλυση τῆς Μονῆς ἀκυρώθηκε, γιά τόν λόγο ὅτι ἐξέλιπε ἡ βούληση τῆς Συνόδου. –Περί π. Ἀρσενίου Κομπούγια. –Περί Γέροντος Σωφρονίου (Σαχάρωφ).

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

• Παρανομίες στήν Μονή Μεταμορφώσεως

«Στην πραγματικότητα η άρνηση των μοναχών να συμμορφωθούν με τις νόμιμες εντολές του Μητροπολίτη και της Ιεράς Συνόδου και να συνεργαστούν με τις αρχές είναι τόσο επίμονη που μέχρι σήμερα δεν έχει καταστεί δυνατό να διενεργηθεί πλήρης οικονομικός και διαχειριστικός έλεγχος των οικονομικών της μονής. … Κατόπιν τούτου και επί σειρά ετών δεν κατέστη δυνατό να πραγματοποιηθεί έλεγχος ούτε από όργανα του Ελληνικού Δημοσίου, λόγω άρνησης των εκάστοτε ηγουμένων, ηγουμενοσυμβουλίων αλλά και των ίδιων των μοναχών να συνεργαστούν» (φ.5β).

«Διαπιστώθηκε όμως ότι είχε δημιουργηθεί ξεχωριστή και αυτοτελής διαχείριση εσόδων και εξόδων με τήρηση ξεχωριστών βιβλίων διαχείρισης, ακριβώς όπως είχε καταγγείλει αρχικά ο νυν ενάγων Μητροπολίτης, χωρίς να εντάσσονται τα αντίστοιχα πόσα στους προϋπολογισμούς και απολογισμούς του ν.π.δ.δ. της μονής ή στα σχετικα βιβλία του ν.π.ι.δ. και συνεπώς η διαχείριση ήταν εξωταμειακή και μη νόμιμη στο σύνολό της» (φ.6-6β).

«Σημειώνεται δε από τον ελεγκτή ότι οι καταβολές αυτές προς το σωματείο όχι μόνο δεν προβλέπονται, όπως και οι υπόλοιπες, στον προϋπολογισμό, αλλά επιπλέον δεν δικαιολογούνται από οποιαδήποτε σύμβαση μεταξύ αυτού και του ν.π.δ.δ της μονής, αλλά επιπλέον και σε αντίθετη περίπτωση θα ήταν προϊόν αυτοσύμβασης των ίδιων προσώπων ως εκπροσώπων τόσο του σωματείου όσο και της μονής, δηλαδή άκυρης σύμβασης» (φ. 6β).

«Άλλωστε, ασχέτως όσων αποκαλύφθηκαν από τους ελέγχους που διενεργήθηκαν μετά την συγγραφή των ενδίκων βιβλίων και την άσκηση της αγωγής, και ασχέτως της ποινικής ή όχι ευθύνης των μοναχών για υπεξαίρεση, σε απλώς διοικητικό επίπεδο οι φορολογικές παραβάσεις είναι δεδομένες, ήταν προφανείς στον ενάγοντα ήδη από το έτος 1998, οπότε δεν προσκομίστηκαν τα νόμιμα παραστατικά μαζί με τους προϋπολογισμούς και απολογισμούς της μονής και αυτές μόνες αρκούν για να δικαιολογήσουν όλες τις ενέργειες του» (φ.7).

• Οἱ παρανομίες διαπιστώθηκαν ἀπό ἁρμόδια ὄργανα

«Πέραν των ως άνω, όμως, η αντικανονική διαχείριση των οικονομικών της μονής διαπιστώθηκε και από τα αρμόδια όργανα του Ελληνικού Δημοσίου … Διαπιστώθηκαν διάφορες παρατυπίες για τις οποίες επιβλήθηκαν πρόστιμα, ότι η μονή εισέπραττε κατά τα έτη 1994-1999 παρανόμως ποσά πολλών εκατομμυρίων δραχμών ως επιστροφή ΦΠΑ, τα οποία έπρεπε να επιστραφούν … διαπιστώθηκε ότι κακώς είχε εγκριθεί επιχορήγηση και έπρεπε τα εισπραχθέντα ποσά να επιστραφούν» (φ.5-5β).

• Τό πρόβλημα τῆς Μονῆς προϋπῆρχε τοῦ νῦν Μητροπολίτη

«Ανακεφαλαιώνοντας, η Ιερά Σύνοδος αναφέρει … τα προβλήματα με τη γενικότερη λειτουργία της ένδικης μονής είχαν εκκινήσει ήδη πριν αναλάβει ως Μητροπολίτης ο ενάγων, και έκτοτε διαιωνίζονται, με αποτέλεσμα πλέον οι μοναχοί να αρνούνται να συμμορφωθούν με όλες τις εντολές της Συνόδου και του Μητροπολίτη …» (φ.5)

• Δικαιώνονται κατά πάντα οἱ ἐνέργειες τοῦ Μητροπολίτη

«Στην πραγματικότητα, όμως, οι κατηγορίες που απηύθυνε ο ενάγων [Μητροπολίτης] στους μοναχούς και τον ηγούμενο της μονής ήταν αληθείς, και ο ενάγων αναγκάστηκε να προκαλέσει την εμπλοκή της Ιεράς Συνόδου και των αρχών λόγω επανειλημμένης άρνησης του ηγουμένου Σπυρίδωνα Λογοθέτη να συμμορφωθεί με νόμιμες εντολές, τούτα ήταν δε γνωστά στον εναγόμενο [π.Ἰ.Διώτη]» (φ.4).

«Από όλα τα ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι ο ενάγων [Μητροπολίτης] είχε εξαρχής δίκαιο, όχι μόνο ως προς την επίδειξη απείθειαςκαι καταφρόνησης από τους μοναχούς προς τον ίδιο και την Ιερά Σύνοδο, αλλά ιδίως και ως προς τα οικονομικά της μονής, καλώς αρνήθηκε από το έτος 1998 και μετά να εγκρίνει τους προϋπολογισμούς και απολογισμούς της μονής, και καλώς προκάλεσε την εμπλοκή των εκκλησιαστικών και κρατικών οικονομικών αρχών, δεν ενήργησε δε από εμπάθεια όπως ισχυρίστηκε ο εναγόμενος, αλλά από νόμιμο καθήκον (φ.7).

• Ἀποφάσεις τῆς Ἱερᾶς Συνόδου

«Όπως αναφέρει η Ιερά Σύνοδος στο υπ’ αρ.πρωτ 1634/9-5-2003 έγγραφό της, απαντώντας σε σχετική επιστολή του ηγουμένου, αυτός δεν είχε συμμορφωθεί, αλλά αντιθέτως μεταξύ άλλων εξακολουθούσε να μην επιτρέπει τον οικονομικό έλεγχο ισχυριζόμενος οτι κακώς ενεργούσε ο ενάγων [Μητροπολίτης], επέμενε σε διάφορες αβάσιμες κατηγορίες κατά αυτού» (φ.4).

«Ανακεφαλαιώνοντας, η Ιερά Σύνοδος αναφέρει στην υπ’ αρ. πρωτ. 103/10-1-2017 εγκύκλιό της, την οποία απέστειλε στον ενάγοντα, ότι πέραν των οικονομικών αδικημάτων που διαπίστωσαν οι αρχές (βλ. κατωτέρω), τα προβλήματα με τη γενικότερη λειτουργία της ένδικης μονής είχαν εκκινήσει ήδη πριν αναλάβει ως Μητροπολίτης ο ενάγων, και έκτοτε διαιωνίζονται, με αποτέλεσμα πλέον οι μοναχοί να αρνούνται να συμμορφωθούν με όλες τις εντολές της Συνόδου και του Μητροπολίτη…» (φ.5).

• Ἀνυπόστατα μυστήρια καί σχίσμα

«…Να τελούν [οι μοναχοί] ανυπόστατα μυστήρια, όπως βαπτίσεις, ενώ τους έχει επιβληθεί ακοινωνησία, και γενικά να επιδεικνύουν περιφρόνηση των εκκλησιαστικών και πολιτειακών νόμων, με αποτέλεσμα η κατάσταση να εξελίσσεται σε ένα ιδιότυπο εν δυνάμει σχίσμα» (φ.5).

• Συκοφάντης καί ὑβριστής ὁ π. Ἰ. Διώτης, γνώριζε τήν ἀλήθεια καί ἐνήργησε μέ δόλο καί σκοπιμότητα

«Κατ’ ουσίαν προσβάλει (ὁ Ἰ.Διώτης) με την επιχειρηματολογία του το σκεπτικό της ίδιας της απόφασης του Συνοδικού Δικαστηρίου, … αντί όμως να απευθύνει την κριτική του στο ίδιο το Συνοδικό Δικαστήριο, ή έστω να σχολιάσει το σκεπτικό, στρέφεται κατά του ενάγοντος, … του ζητεί δηλαδή να αιτιολογήσει αυτός την απόφαση του Συνοδικού Δικαστηρίου, και δη ενώ γνώριζε ότι το τελευταίο είχε λάβει υπόψην του τις αντιρρήσεις του ηγουμένου … Παραθέτει μάλιστα το σχετικό χωρίο της απόφασης στη σελ. 118 του βιβλίου, χωρίς όμως να το σχολιάσει, και κατευθύνει την προσοχή του αναγνώστη στην προσωπικότητα του ενάγοντα [Μητροπολίτη], και όχι στο γεγονός οτι εκρίθη αρμοδίως ότι ο τελευταίος είχε δίκιο» (φ.9).

«Γενικά πρέπει να σημειωθεί ότι πέραν της αναλήθειας των ισχυρισμών που περιέχονται στο βιβλίο, τούτο βρίθει εκφράσεων εμπρηστικών και προσβλητικών προς τον ενάγοντα [Μητροπολίτη]» (φ.9).

«Λαμβάνοντας ως δεδομένο οτι, όπως αποδείχθηκε, ο εναγόμενος [Διώτης] είχε άριστη γνώση της δικογραφίας του Συνοδικού Δικαστηρίου και γνώριζε την αναλήθεια των ισχυρισμών του, η χρήση τέτοιων φράσεων προσδίδει στο βιβλίο όχι μόνο συκοφαντικόαλλά και εξυβριστικό χαρακτήρα, αφού είναι πρόδηλη η πρόθεση να τρωθεί η υπόληψη του νυν ενάγοντος [Μητροπολίτη]» (φ. 9-9β).

«Παρομοίως είναι αναληθείς οι ισχυρισμοί που περιέχονται και στο β΄ βιβλίο, που εκδόθηκε το έτος 2008. Βεβαίως το Δικαστήριο δεν δύναται να κρίνει αν οι θεολογικές θέσεις του ενάγοντος ή του εναγομένου είναι ορθές, ούτε καν αν είναι σύμφωνες με την διδασκαλία της ορθόδοξης θεολογίας, αφού τούτο είναι ζήτημα που εκφεύγει της αρμοδιότητάς του. … Ωστόσο, είναι σαφές από το περιεχόμενο του β΄ ένδικου βιβλίου του εναγομένου ότι αυτό δεν αποσκοπεί μόνο σε θεολογική αντιπαράθεση, αλλά κυρίως αποτελεί αφ’ ενός προσωπική επίθεση και αφ’ ετέρου κριτική επί συγκεκριμένων ενεργειών του ενάγοντος, η δε θεολογική κριτική έχει στην πραγματικότητα χαρακτήρα υποβοηθητικό άλλων πραγματικών ισχυρισμών. Συγκεκριμένα, ήδη από την εισαγωγή του βιβλίου επαναλαμβάνονται συνοπτικά οι κατηγορίες που περιέχονται στο προηγούμενο βιβλίο, και δηλώνεται απερίφραστα ότι σκοπός του εναγομένου [Διώτη] είναι να προκαλέσει τον αυστηρό έλεγχο των θεολογικών απόψεων του νυν αντιδίκου ακριβώς επειδή αυτός εστράφη κατά των μοναχών και του ηγουμένου της Ι. Μονής της Μεταμορφώσεως και του ίδιου του εναγομένου» (φ.9.β).

«Αντ’ αυτού ο εναγόμενος [Διώτης] στοχοποίησε τον ενάγοντα [Μητροπολίτη], επειδή, όπως είναι προφανές και από τους ισχυρισμούς του που περιέχονται στα δύο βιβλία και τις προτάσεις του, τον θεωρεί κύριο υπαίτιο της δίωξης της μονής. Προφανής δε και ομολογούμενος εμμέσως πλην σαφώς με την εισαγωγή του βιβλίου σκοπός του εναγομένου ήταν να πλήξει το κύρος του ενάγοντα ως Μητροπολίτη, να διαιωνίσει την αντίδραση εναντίον του … και να επηρεάσει την εξέλιξη των υποθέσεων της μονής ενώπιον της κοινής γνώμης και της Ιεράς Συνόδου (φ. 10).

«Τούτο είναι προφανές και από το ύφος με το οποίο είναι γραμμένο όλο το βιβλίο. Όπως και το α΄ βιβλίο έτσι και τούτο περιέχει μεγάλο αριθμό εκφράσεων εμπρηστικού χαρακτήρα» (φ. 10-10β).

«Πέραν της αναλήθειας των πραγματικών ισχυρισμών του εναγομένου [Διώτη] σχετικά με την υπόθεση της ένδικης μονής, την οποία όπως ανωτέρω εξετέθη ο εναγόμενος [Διώτης] γνώριζε, η χρήση τέτοιων εκφράσεων (απόδοση αίρεσης σε ιεράρχη), με τόση πυκνότητα και σε τέτοια έκταση στο κείμενο, καθιστά πρόδηλο όχι μόνο το συκοφαντικό αλλά και τον εξυβριστικό χαρακτήρα και αυτού του βιβλίου, το οποίο έχει ως προφανή σκοπό να σκανδαλίσει τους αναγνώστες και να τους εξεγείρει κατά του ενάγοντος[Μητροπολίτη]» (φ.11).

«Παρόμοιος ήταν και ο σκοπός της επιστολής του εναγομένου [Διώτη] προς τους καθηγητές του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. … Τελούσε, όμως, όπως ανωτέρω εξετέθη, εν γνώσει ότι τα βιβλία αυτά περιείχαν αναληθείς ισχυρισμούς, και είχε συνεπώς πρόθεση να προσβάλλει εκ νέου την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντος [Μητροπολίτη] ως ιεράρχη και ως θεολόγου» (φ.11).

«Το δικαστήριο, εκτιμώντας το είδος της προσβολής, τη βαρύτητα αυτής, την έκταση της βλάβης του ενάγοντος [Μητροπολίτη], τις συνθήκες τέλεσης αυτής της προσβολής, τη βαρύτητα του πταίσματος του εναγομένου [Διώτη] (δόλος), την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των μερών, αλλά και τη μετέπειτα επιδειχθείσα συμπεριφορά του υπαιτίου, ο οποίος εξακολουθεί μέχρι σήμερα να επαναλαμβάνει εν γνώσει του τους ίδιους αναληθείς ισχυρισμούς, κρίνει ότι …» (φ.11).

Συνεπῶς, μετά ἀπό δεκατρία χρόνια (2005-2018) ὁ π. Ἰ. Διώτης δρέπει τούς καρπούς τῆς ἀδικοπραγίας του καί τῆς ἀντικοινωνικῆς καί ἀντιεκκλησιαστικῆς δράσης του.

Ὅπως δρέπουν τούς καρπούς τῶν πράξεών τους ἄλλοι πέντε (5) στρατευμένοι συκοφάντες τοῦ Μητροπολίτη Ναυπάκτου πού προσφάτως καταδικάσθηκαν ἀπό τήν Δικαιοσύνη, ἄλλοι πρωτοδίκως καί ἄλλοι τελεσιδίκως, ἄλλοι σέ ποινές φυλάκισης ἄλλοι σέ ἀποζημιώσεις, στούς ὁποίους καί στίς ἄδικες πράξεις τους θά ἀναφερθοῦμε ὀνομαστικά μέ ἄλλο Δελτίον Τύπου.

«Μεγάλη ἡ ἀλήθεια καί ὑπερισχύει» (Α’ Ἔσδρας δ’, 41), καί εὐχόμαστε νά δώση ὁ Θεός νά ἰσχύση γρήγορα ἡ ρήση αὐτή καί γιά τόν ἐγκέφαλο τῆς διαβολῆς πού εὐθύνεται γιά τήν κακοδαιμονία στήν εὐλογημένη, κατά τά ἄλλα, Ἐπαρχία μας.»

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ