Γράφει ο Μ. Γ. ΒΑΡΒΟΥΝΗΣ
Καθηγητής Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης
Η διαδικασία της εισαγωγής, αναπαραγωγής και διάδοσης πολιτισμικών προτύπων από άλλες πολιτισμικές ενότητες, κυρίως από χώρες του εξωτερικού, αποτελεί πραγματικότητα με ολοένα αυξανόμενη επίδραση στην ελληνική κοινωνία, ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα. Με αφετηρία τα αστικά κέντρα, τα πρότυπα αυτά άρχισαν να υιοθετούνται και να διαδίδονται σταδιακά στον ελληνικό πολιτισμικό χώρο, διαμορφώνοντας μια νέα εθιμική πραγματικότητα. Ετσι, συνήθειες όπως η επικράτηση του άσπρου νυφικού ως παραδοσιακού ενδύματος της νύφης, η χρήση του στολισμένου χριστουγεννιάτικου δένδρου και της γλυκιάς -αντί της παραδοσιακής πίτας ή του αντίστοιχου τελετουργικού άρτου του εορταστικού τραπεζιού-βασιλόπιτας κατά τα έθιμα του Δωδεκαημέρου, οι ανθοστολισμοί των ναών και της κολυμβήθρας κατά τη βάπτιση, το γάμο ή την κηδεία κ.λπ. αποτέλεσαν επιδράσεις οθνείες, που εισήλθαν πρώτα στην εθιμοταξία των κατοίκων των αστικών κέντρων, για να εξαπλωθούν αργότερα διά τηςμιμήσεως και στον υπόλοιπο ελληνικό χώρο και να αποτελούν σήμερα τον εθιμικό κανόνα, σε ανάλογες εθιμικές περιστάσεις.
Η ταχύτητα της εξάπλωσης και διάχυσης των νέων αυτών πολιτισμικών προτύπων, είναι ευθέως ανάλογη της ταχύτητας της επικοινωνίας και της κυκλοφορίας και διάχυσης της πληροφορίας. Μέσα από τα περιοδικά μόδας και ευρείας κυκλοφορίαςκαι τις έντυπες διαφημίσεις του ημερήσιου και περιοδικού Τύπου στην αρχή, μέσα από τον κινηματογράφο, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση στη συνέχεια, διά του διαδικτύου και των ηλεκτρονικών υπολογιστών, του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κατόπιν και τέλος διά των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των αντίστοιχων αναρτήσεων σε δημοφιλείς λογαριασμούς του facebook, του twitter κ.λπ., τα νέα πολιτισμικά πρότυπα διαδίδονται πλέον σε ελάχιστο χρόνο και επιδρούν πάνω στο σύνολο σχεδόν του ελληνικού πληθυσμού, ανεξαρτήτως της αποστάσεως που χωρίζει τον τόπο κατοικίας τους από την πρωτεύουσα ή τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας.
Παρατηρείται έτσι το φαινόμενο της πολιτισμικής ομογενοποίησης και της βαθμιαίας απάλειψης των τοπικών διαφορών, των επιμέρους παραλλαγών και εκφάνσεων στις τοπικές εκδηλώσεις του λαϊκού πολιτισμού, το οποίο επί χρόνια διαμόρφωνε το πρόσωπο του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού και προσδιόριζε τη μελέτη του από την επιστήμη της λαογραφίας. Σήμερα οι εκδηλώσεις είναι σχεδόν ενιαίες παντού κι αυτό επειδή εξέλειπε η συνθήκη της απομόνωσης των παραδοσιακών κοινοτήτων, την οποία σωστά ο Μ. Γ. Μερακλής είχε αναγνωρίσει ως γενεσιουργό αιτία των τοπικών πολιτισμικών παραλλαγών στις παλαιότερες εκδοχές του ελληνικού παραδοσιακού πολιτισμού.
Καθώς τη δυσκολία επικοινωνίας λόγω του γεωγραφικού αναγλύφου και των νησιών γεφύρωσε η τεχνολογία, οι ομογενοποιητικές διαδικασίες άρχισαν να αποτελούν τον κύριο παράγοντα διαμόρφωσης του σύγχρονου λαϊκού πολιτισμού. Αυτό βεβαίως είναι φαινόμενο που συμβαδίζει με την προϊούσα εκκοσμίκευση των εκδηλώσεων της λαϊκής θρησκευτικότητας, υπό την έννοια της μετακίνησης της βάσης των εκδηλώσεών της από την υπερφυσική, μεταφυσική και εν πολλοίς δεισιδαίμονα πίστη, στην κοινωνική λειτουργικότητα και στην ψυχαγωγική θεαματικότητα, όπως τις παρατηρούμε σήμερα. Ολη δε αυτή η διαδικασία εντάσσεται στα πλαίσια του φαινομένου της πολιτισμικής παγκοσμιοποίησης, για το οποίο πολλά έχουν ήδη γραφείκαι το οποίο αποτελεί σήμερα τον κύριο παράγοντα διαμόρφωσης και προσδιορισμού των επιμέρους εκδηλώσεων της σύγχρονής μας λαϊκής παράδοσης.
Οσα προαναφέρθηκαν αποτελούν βεβαίως τις βασικές προϋποθέσεις και αρχές των φαινομένων αυτών, που επιδρούν σε πολλές -στο σύνολο σχεδόν- των εκδηλώσεων του σύγχρονου λαϊκού πολιτισμού, με τον έντονα αστικό χαρακτήρα. Πάνω στη γενική αυτή βάση στηρίζονται τα επιμέρους ανάλογα φαινόμενα της λαϊκής θρησκευτικότητας, στα πλαίσια μιας προσπάθειας να κατανοήσουμε τις βασικές αρχές που διέπουν τόσο τις σύγχρονες τελετουργίες, όσο και την επεξεργασία των παλαιότερων τελετουργικών μορφών, που καθημερινά μεταλλάσσονται και μετεξελίσσονται, συναπαρτίζοντας το εθιμικό πρόσωπο της σύγχρονής μας κοινωνίας.