Είπε Γέρων:
«Άνθρωπέ μου, για σένα γεννήθηκε ο Χριστός, γι’ αυτό ήρθε ο Υιός του Θεού, για να σωθείς εσύ.
Και έγινε παιδί, και μεγάλωσε ως άνθρωπος, ενώ ήταν Θεός.
Κάποια φορά έκανε τον αναγνώστη, πήρε το ιερό βιβλίο μες στη συναγωγή και διάβασε:
«Το Πνεύμα του Κυρίου είναι και μένει σε μένα, γιατί μ’ αυτό με έχρισε».
Άλλη φορά ως υποδιάκονος έκαμε φραγγέλιο από σχοινί και τους έβγαλε όλους έξω από το ιερό και τα πρόβατα και τα βόδια και όλα τ’ άλλα.
Άλλοτε πάλι ως διάκονος, ζώστηκε την πετσέτα και έπλυνε τα πόδια των μαθητών του, δίνοντας εντολή να πλένουν κι αυτοί τα πόδια των αδελφών τους, ως Ιερέας, κάθισε ανάμεσα στους ιερείς και δίδασκε τον λαό.
Κι άλλη φορά ως επίσκοπος, πήρε άρτο, τον ευλόγησε και τον έδωσε στους μαθητές του.
Μαστιγώθηκε εξαιτίας σου και συ γι’ αυτόν δεν σηκώνεις ούτε μία προσβολή, ενταφιάστηκε και αναστήθηκε ως Θεός.
Όλα για μας με τη σειρά, το ένα κατόπιν του άλλου τα υπέστη, για να μας σώσει.
Ας είμαστε λοιπόν νηφάλιοι, ας είμαστε άγρυπνοι, ας περνούμε τον καιρό μας προσευχόμενοι, ας κάνουμε όσα είναι ευάρεστα σ’ Αυτόν».