Μέσα στὸ πλῆθος τῶν ἀνθρώπων ποὺ περιστοιχίζουν τὸν Χριστὸ γιὰ νὰ ἀκούσουν τὴ διδασκαλία του ἀκούγεται ἡ ἱκετευτικὴ φωνὴ ἑνὸς τυφλοῦ: «Ἰησοῦ υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». Τὸ πλῆθος ἐνοχλημένο ἀπ’ αὐτὴ τὴ φωνὴ προσπαθεῖ νὰ τὴν σταματήσει, γιατὶ δὲν θέλει νὰ χάσει τὴν ὡραία διδασκαλία. Ἀλλ’ ὁ τυφλὸς ἐπιμένει νὰ κραυγάζει ἀκόμη δυνατότερα καὶ νὰ ζητᾶ ἔλεος.
Εἶναι ἡ δυστυχία του ποὺ τὸν ὠθεῖ στὸ αἴτημα καὶ μάλιστα μὲ ἐπιμονή; Ἢ μήπως εἶδε καλύτερα ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν μάτια τὸν Μεσσία καὶ ἀνεγνώρισε τὴ δύναμή του; Τὸ δεύτερο φαίνεται πιθανότερο ἀπὸ τὴ συνέχεια τῆς διηγήσεως μας.
Ἕνα πλῆθος ἀπὸ ἐμπόδια στάθηκαν ἀνάμεσα στὸν τυφλὸ καὶ στὸν Μεσσία: Ἡ ἀρρώστιά του, ἡ τύφλωσή του, ὁ πολὺς κόσμος, ἡ ἱερότητα τῆς ὥρας τῆς διδασκαλίας, οἱ ἐπιπλήξεις τοῦ κόσμου γιὰ νὰ σωπάσει. Κανένα ὅμως ἀπὸ τὰ ἐμπόδια αὐτὰ δὲν ἀποδείχθηκε ἀνυπέρβλητο. Ὁ πόθος του νὰ συναντήσει τὸ Χριστό, νὰ βρεῖ τὸ φῶς του, ξεπέρασε κάθε φραγμό. Ἐνῶ πολλοὶ προσπαθοῦν νὰ καταπνίξουν τὴ φωνὴ τοῦ δυστυχισμένου γιὰ νὰ μὴν ἐνοχλοῦνται, ὁ Χριστὸς σταματᾶ, καλεῖ τὸν τυφλὸ κοντά του, τοῦ δίνει τὸ φῶς ἐπαινώντας τὴν πίστη του.
Ὁ Χριστός ἀποκαλύπτει τό Θεό καί τή βασιλεία του μέ συναρπαστικούς λόγους καί ὡραῖες παραβολές. Συνάμα ὅμως δείχνει καί ἔμπρακτα τή δύναμη τῆς βασιλείας, τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τό ἐνδιαφέρον του γιά τούς ἀνθρώπους. Ἕνας Θεός μέ ὑψηλές καί βαθιές διδασκαλίες ἀλλά χωρίς ἀγάπη γιά τήν ἀνθρώπινη δυστυχία δέν θά προκαλοῦσε κανένα ἐνδιαφέρον. Ὁ Θεός ὅμως πού φανερώνει στόν κόσμο ὁ Χριστός εἶναι Θεός ἀγάπης μέ κατ΄ ἐξοχήν ἐκδήλωσή της τό σταυρό καί τή θυσία. Δύο σημεῖα προκαλοῦν ἰδιαίτερα τὴν προσοχή μας ἀπὸ τὸ σημερινὸ εὐ-αγγελικό ἀνάγνωσμα: Ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ ἡ πίστη καὶ ἐπιμονὴ τοῦ τυφλοῦ ποὺ ξεπέρασε κάθε ἐμπόδιο γιὰ νὰ φτάσει στὴν ποθητὴ συνάντηση, κι ἀ-πὸ τὴν ἄλλη μεριὰ ἡ προτεραιότητα ποὺ ἔδωσε ὁ Χριστὸς στὸ ἔλεος στα-ματώντας τὴ διδασκαλία.
Ἡ Ὀρθοδοξία χωρὶς ὀρθὴ πράξη εἶναι νεκρή, κατά τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ καί μπορεῖ νὰ σταθεῖ ἐμπόδιο στὸν καλοδιάθετο ἄνθρωπο ποὺ θέλει νὰ συναντήσει τὸν Χριστό.