«Ο οραματισμός μου είναι οι άνθρωποι, ειδικότερα οι νέοι και οι νέες μας, που ζητούν να νιώσουν ελπίδα και ασφάλεια στη μοναξιά και την ανασφάλεια της σύγχρονης ζωής. Γι’ αυτό ξεκίνησα προ ενός μήνα να επισκέπτομαι συστηματικά τα σχολεία και να επικοινωνώ με τα παιδιά και τους εκπαιδευτικούς. Με τους άξιους συνεργάτες μας, τους ιερείς και τους λαϊκούς, τους μοναχούς και τις μοναχές, προσπαθούμε να οργανώσουμε την ποιμαντική διακονία της Μητρόπολης, ώστε να έχουμε λόγο σύγχρονο και παρουσία στη ζωή της κοινωνίας, με δράσεις, ομιλίες, έργα, project και, φυσικά λατρευτική ζωή, ενοριακή ζωντάνια και παρουσία ως κοινότητα». Αυτά ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο Μητροπολίτης Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας κ. Ειρηναίος, ο οποίος μίλησε στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας».
Ο κ. Ειρηναίος, με την επιστημοσύνη και πνευματικότητα του λόγου του, αναφέρθηκε στα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ενορία, στη θέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας απέναντι στην κλιματική αλλαγή, ενώ έκανε ιδιαίτερη αναφορά στους αρχιερατικούς και ποιμαντικούς του στόχους στην μητροπολιτική του περιφέρεια, που έχουν κέντρο τη νεότητα και την έκφραση αγάπης προς όλους, αλλά και τους σχεδιασμούς του, μεταξύ των οποίων είναι ένα υπερσύγχρονο Γηριατρικό Κέντρο και Μονάδα Νοσηλείας ασθενών με Alzheimer στην Πτολεμαΐδα, καθώς και μητροπολιτικό Πνευματικό Κέντρο, αλλά και η ανέγερση Ναού αφιερωμένου στον τοπικό Άγιο Νεομάρτυρα Αγαθάγγελο, κάτι το οποίο απουσιάζει σήμερα από τη μητρόπολη.
-Κ.τ.Ο.: Ο γεροντισμός, χωρίς αμφιβολία, πλήττει σήμερα την ορθόδοξη ενορία. Ποια είναι η αντιμετώπιση του φαινομένου;
-κ. Ειρηναίος: Κατ’ αρχάς, σας ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση να συζητήσουμε και να επικοινωνήσουμε μαζί σας και με τους αναγνώστες της εφημερίδας «ΚΙΒΩΤΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ». Πρωτίστως πρέπει να κατανοήσουμε την έννοια γεροντισμός. Η λέξη γέροντας προέρχεται από τη λέξη γέρων της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας και σημαίνει τον άνδρα μεγάλης ηλικίας. Στην εκκλησιαστική γλώσσα, γέροντας ονομάστηκε ο Ηγούμενος μιας μονής, ο Δικαίος (επικεφαλής) μια σκήτης, ο πρώτος σε ένα κελλί. Όλοι αυτοί είχαν από την Εκκλησία την εντεταλμένη διακονία της καθοδήγησης και της πνευματικής καλλιέργειας των μοναχών τους. Έτσι, ο γέροντας αποτελούσε και αποτελεί το πρόσωπο που μεριμνά για την πνευματική πορεία κάθε μοναχού. Όμως, ο Ηγούμενος καθίσταται «γέροντας» με την εκλογή του από την αδελφότητα και, πρωτίστως, συνοδεύεται από θεολογία, αγιοπνευματική εμπειρία και πράξη. Όπως, βιώνουμε σήμερα αυτό το φαινόμενο, ο γεροντισμός είναι η πνευματική σχέση και επικοινωνία πιστών με μοναχούς και ιερομονάχους (δυστυχώς, εσχάτως, παρατηρείται και με πρεσβυτέρους), η οποία γίνεται με λανθασμένο τρόπο και χωρίς πνευματικά κριτήρια. Στις ημέρες μας, πολλοί μοναχοί και ιερομόναχοι, εντός ή εκτός μοναστηριών, δρουν αυθαίρετα και προσκολλούν σε αυτούς πιστούς, οι οποίοι αναπτύσσουν πνευματική σχέση μαζί τους, αλλά στο μόνο που δεν στοχεύουν είναι η ωφέλεια του εξομολογούμενου. Προσπαθούν να εξουσιάσουν και να κατευθύνουν τις ζωές των ανθρώπων, νιώθοντας ότι, πλέον, οι ίδιοι είναι «ηγούμενοι» και «γέροντες» ανθρώπων που ζουν εκτός των μοναστηριών. Για να αντιληφθείτε τον κίνδυνο αλλά και το μέγεθος του ζητήματος, σκεφτείτε ότι κάποιοι γέροντες τίθενται κεφαλή μιας οικογένειας και κατευθύνουν τη ζωή του ζευγαριού. Παύουν οι σύζυγοι να υπακούουν ο ένας στον άλλο, για να υπακούουν μόνο στον γέροντα. Αυτό αποτελεί θεολογική και πνευματική εκτροπή. Αυτές οι προβληματικές σχέσεις βασανίζουν τους πιστούς και ταλαιπωρούν την ενότητα των οικογενειών, των ενοριών και τη σχέση των πιστών με τον ιερέα της ενορίας. Η λύση στο πρόβλημα είναι να γνωρίζουν οι πιστοί μας ότι το πνευματικό έργο και η εν Χριστώ ζωή γίνεται με τη μέριμνα των Επισκόπων και, κατ’ επέκταση, των κληρικών μας που διακονούν στις πόλεις και τα χωριά. Οι πιστοί μας πρέπει να συνδεθούν με την ενορία, που είναι η κοινότητα των αδελφών, και, φυσικά, με τον ιερέα της ενορίας. Ξέρετε κάτι; Το ζητούμενο δεν είναι η πνευματική καθοδήγηση και ο ασκητισμός. Η άσκηση είναι η πολύπαθη ζωή μας: οι ανησυχίες των γονέων, η βιοπάλη, το βάρος της ασθένειας, οι προβληματισμοί των νέων. Το ζητούμενο είναι η ειλικρινής συναίσθηση και η ομολογία της αμαρτωλότητας και της αδυναμίας μας, ώστε μαζί με τον ιερέα, δυναμικά, ρεαλιστικά και ανθρώπινα, να οδηγούμαστε στον Χριστό. Η σχέση εξομολόγου και εξομολογούμενου -πρέπει να- καθρεφτίζεται: οφείλει, δηλαδή, ο ιερέας να ελέγχεται από τις αδυναμίες των πιστών και να συμπορεύεται μαζί τους. Ο αγώνας είναι κοινός, όπως και η ωφέλεια. Δεν υπάρχει σχέση εξουσίας. Εξομολόγηση σημαίνει δύο πράγματα: ταπείνωση και συμπόρευση. Ο ιερέας στηρίζει τον πιστό και ο πιστός τον ιερέα. Στην Ορθοδοξία δεν έχουμε μυστική πνευματικότητα ούτε δικανικό πνεύμα στην εξομολόγηση ούτε την αντίληψη «έγκλημα και τιμωρία». Στην Ορθοδοξία έχουμε ειλικρινή, γεμάτη χαρά και αναστάσιμο φως εν Χριστώ πορεία. Αμαρτωλοί και άγιοι, ιερείς και λαϊκοί καλούμαστε να συμπορευτούμε στα έσχατα στηρίζοντας ο ένας τον άλλο. «Ομοθυμαδόν επί το αυτό».
-Κ.τ.Ο.: Εκκλησία και Πολιτεία: ποια είναι τα όρια και έως πού μπορεί να παρεμβαίνουν οι εκκλησιαστικοί ηγέτες και ποιμένες;
-κ. Ειρηναίος: Σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας. Είναι ένα θέμα το οποίο απαιτεί ρεαλιστική συζήτηση, ολιστική προσέγγιση, επιστημοσύνη και νηφαλιότητα. Όποιοι τόλμησαν να το προσεγγίσουν επιπόλαια ή ιδεοληπτικά -πολιτικοί ή ποιμένες- προκάλεσαν κρίσεις. Επί του ζητήματος έχει γράψει και αναφέρει σημαντικές πτυχές σπουδαίοι ιεράρχες, όπως ο πρ. Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμος, και ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπός μας Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. κ. Ιερώνυμος. Εγώ είμαι από τους νεότερους αρχιερείς της Εκκλησίας μας και θα ήθελα να αρκεστώ μόνο σε μία σκέψη. Είναι αναγκαίο να συνειδητοποιήσουμε ότι τα όρια μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας είναι θεσμικά και συνταγματικά κατοχυρωμένα. Το Κράτος νομοθετεί. Η Εκκλησία έχει πνευματική αποστολή. Θέλω να πω ότι τα όρια είναι φυσικά και όχι τεχνητά. Οι διαφορετικές ταυτότητές μας και οι αποστολές μας δεν επιτρέπουν ούτως ή άλλως την υπέρβαση των ορίων. Να θυμάστε, όμως, ότι η Εκκλησία έχει ανάγκη την αυτοσυνειδησία της, τον αυτοπροσδιορισμό και την ταυτότητά της, ώστε να δρα χωρίς έλεγχο ή απολογούμενη στο Κράτος. Αυτό είναι ένα όριο το οποίο πρέπει να λυθεί, ώστε να μην περιορίζει ούτε την Εκκλησία ούτε το Κράτος. Όμως, οι κινήσεις και τα βήματα προς την αυτοσυνειδησία της Εκκλησίας διαρκούν πολύ και απαιτούν ευαίσθητη προσέγγιση, καθώς οι σχέσεις της Εκκλησίας με το Κράτος είναι ιστορικές και αμοιβαίου σεβασμού, συμπόρευσης και συνεργασίας. Να τονίσω ότι αυτοσυνειδησία σημαίνει η Εκκλησία να έχει ταυτότητα και τη δυνατότητα να ρυθμίζει τα ζητήματά της χωρίς κρατική επιβεβαίωση ή συγκατάθεση, όποτε αυτό σήμερα χρειάζεται. Οι σχέσεις δεν θα επηρεαστούν, αλλά θα αποκτήσουν δυναμική και προοπτικές. Σχετικά με την παρέμβαση εκκλησιαστικών ηγετών και ποιμένων. Εάν στην εκκλησιαστική μας διακονία χρησιμοποιήσουμε το ρήμα παρεμβαίνω, τότε ούτε διακονούμε ούτε θεολογούμε ούτε σκεπτόμαστε την ωφέλεια των πιστών. Η Εκκλησία, διά των αρχιερέων και των ιερέων της, εκφράζει το βίωμα, την αλήθεια, το Ευαγγέλιο και την εμπειρία της. Δεν φιλοσοφεί, δεν αυθαιρετεί, δεν παραγοντίζεται, δεν νομοθετεί. Για παράδειγμα, όταν η Εκκλησία προασπίζεται το δικαίωμα του αγέννητου παιδιού στη ζωή και τεκμηριώνει την προστασία του αντιτιθέμενη στην άμβλωση, δεν παρεμβαίνει στη νομοθετική, την εκτελεστική ή τη δικαστική εξουσία, η οποία, με το άρθρο 304 του Ποινικού Κώδικα (αναθεώρηση με τον Ν. 4619/2019), αναγνωρίζει ως νόμιμη τη διαδικασία της άμβλωσης. Η Εκκλησία εκφράζεται και καταθέτει τη θεολογία και το βίωμά της, με διάλογο, αξιοπρέπεια και ευγένεια, κατανοώντας, διδάσκοντας και αγαπώντας. Η Εκκλησία συνοδοιπορεί με τον κάθε άνθρωπο· δεν τον στιγματίζει. Διαφωνεί όποτε πρέπει, αλλά δεν παύει ποτέ να αγαπά. Διαλέγεται. Ακριβώς όπως πρώτος ο Κύριος διαλέχτηκε με τη Σαμαρείτισσα γυναίκα στο πηγάδι του Ιακώβ, όπου την άκουσε, την κατανόησε, τη σπλαχνίστηκε και την προστάτευσε από την κοινωνική κατακραυγή. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, πως όταν ό λόγος μας έχει στοιχεία παρέμβασης ή ισοπέδωσης προσωπικοτήτων ή δεν έχει αγαπητική ορμή προς τον άνθρωπο, τότε ο λόγος αυτός κρίνεται και κατακρίνεται δημόσια από όλους μας. Οφείλουμε να είμαστε συγκυρηναίοι στον πόνο των ανθρώπων, καθώς αυτοί είναι οι δικοί μας συγκυρηναίοι στον κόπο της εκκλησιαστικής διακονίας. Άλλωστε, «Ουκ ήλθον διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι».
-Κ.τ.Ο.: Έχει σήμερα, λόγο, η Εκκλησία μπροστά στην κλιματική αλλαγή;
-κ. Ειρηναίος: Η κλιματική αλλαγή είναι ένα ξυπνητήρι που βίαια ξύπνησε την ανθρωπότητα από την οικολογική νάρκη της. Λίγοι άνθρωποι είχαν οικολογική συνείδηση και ανησυχία για το μέλλον του πλανήτη. Η φύση μάς προειδοποιούσε, όμως, εμείς, με την ψευδαίσθηση της παντοδυναμίας μας, προσπαθούσαμε να τη φιμώσουμε, να την υποτάξουμε και να την κυριεύσουμε. Τα αποτελέσματα είναι πλημμύρες, φωτιές, υψηλές θερμοκρασίες, λειψυδρία, πείνα, φτώχεια, καταστροφή της πανίδας και της χλωρίδας, ασθένειες και άλλα πολλά. Σε αυτήν την κρίση που αντιμετωπίζουμε πρωτοστάτης είναι ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης μας κ. κ. Βαρθολομαίος, ο οποίος είναι άγρυπνος φρουρός στα θέματα της οικολογίας και αγωνίζεται για τη συμβολή της Εκκλησίας και της Ορθόδοξης Θεολογίας στη θεραπεία των οικολογικών προβλημάτων και την καλλιέργεια της οικολογικής συνείδησης. Τονίζει συχνά ότι ο άνθρωπος είναι, σύμφωνα με τον μακαριστό Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα, «ο ιερέας της κτίσεως». Ο άνθρωπος έχει την ιερή αποστολή να φροντίσει και να παραδώσει στον Δημιουργό ακέραιη και όχι κατεστραμμένη τη δημιουργία. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος χαρακτηρίζει την προστασία της φύσης ως ευχαριστιακή δοξολογία και προσφορά στον Θεό. Και συνεχίζει τη σκέψη του Αγίου ο Οικουμενικός Πατριάρχης, χαρακτηρίζοντας το οικολογικό πρόβλημα ως ηθικό. Αυτό μας αποκαλύπτει ως θεραπεία μία σύγχρονη τάση της ψυχιατρικής, η οποία εισέρχεται στο βάθος της ψυχής του ανθρώπου και προσπαθεί να θεραπεύσει όχι αυτό που φαίνεται, αλλά αυτό που είναι κρυμμένο και δημιουργεί το πρόβλημα. Η κλιματική αλλαγή, λοιπόν, είναι συνέπεια, αποτέλεσμα και κατάσταση. Μας αποκαλύπτει τη ρυπωμένη ψυχή μας. Γι’ αυτό η θεραπεία στοχεύει στην πνευματική και ψυχική υπόσταση του ανθρώπου. Η λύση της οικολογικής κρίσης είναι η εν Χριστώ ζωή και η ταύτισή μας με τη δημιουργία του Θεού. Καλούμαστε να ενδοσκοπήσουμε βαθιά στην ύπαρξή μας, να συντρίψουμε το «εγώ» μας, να αμφισβητήσουμε την αυτοαναφορικότητά μας, να βιώσουμε τον Χριστό, να αγαπήσουμε τον συνάνθρωπο και, με αυτόν τον τρόπο, το πλεόνασμα της αγάπης και της αρετής μας να θεραπεύσει τη φύση και το περιβάλλον.
-Κ.τ.Ο.: Πώς μπορούμε σήμερα, μπροστά σε έναν κόσμο που φλέγεται από αδικίες και πολέμους, να μιλήσουμε για την ειρήνη του Χριστού;
-κ. Ειρηναίος: Σε λίγες ημέρες θα γιορτάσουμε το κοσμοσωτήριο και κοσμοχαρμόσυνο γεγονός της Γέννησης του Χριστού, της ενανθρώπισης του Λόγου του Θεού. Γιατί κοσμοσωτήριο και κοσμοχαρμόσυνο γεγονός; Η σάρκωση του Λόγου σημαίνει τη θυσία του Θεού για τον άνθρωπο και η γέννηση του Χριστού προαναγγέλλει τη σωτηρία. Με τη Γέννησή Του γεννιέται η ελπίδα της σωτηρίας του ανθρώπου και με τη σταύρωση και την Ανάστασή Του η ελπίδα γίνεται βεβαιότητα. Αυτή η βεβαιότητα προκύπτει από τον Σταυρό και την Ανάσταση. Η Γέννηση ως απαρχή της σωτηρίας μας είναι χαρμόσυνη και δίνει σε όλους τη χαρά· τη χαρά της αναδημιουργίας της ανθρώπινης φύσης, της κατάργησης του πόνου, της θλίψης, της κακίας, του θανάτου, της βίας. Όμως, ο άνθρωπος διαχρονικά προτιμά να έχει εγωισμό και να κερδίζει. Ο εγωισμός και το κέρδος γεννούν πολέμους, κακίες, έριδες, βία, εμπορευματοποίηση και εμπορία της ανθρώπινης ζωής. Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα τον πόνο και τον θάνατο. Γι’ αυτό, η Εκκλησία εύχεται και προσεύχεται κάθε άνθρωπος να οδηγηθεί στο φως και την αλήθεια. Τον Χριστό. Το λέει, άλλωστε, και ο ίδιος: «εγώ είμαι η ανάσταση, η ζωή, η αλήθεια, το φως, η χαρά, η οδός». Όποιος, λοιπόν, πορεύεται σ’ αυτήν την οδό ταυτίζεται με τον Χριστό και συμπορεύεται, συζεί και συνυπάρχει μαζί του. Τότε, δεν γνωρίζει ούτε θλίψη ούτε κακία ούτε βία ούτε πόλεμο ούτε πόνο. Ο άνθρωπος που βιώνει την αναστάσιμη χαρά, τη διαχέει παντού. Αλλά, ο σύγχρονος άνθρωπος κραυγάζει όπως ο παράλυτος: «άνθρωπον ουκ έχω». Είναι μόνος. Έχει αποκάμει. Και έχουμε ευθύνη γι’ αυτό. Όλοι μας. Διότι, αποστολή μας είναι η αγάπη. Η Ορθοδοξία είναι ζωντανή· όχι μυστικοπαθής. Δεν έχει αποκρυφισμό ούτε ηθικισμό· έχει πρόσωπα θεϊκά τα οποία επικοινωνούν με το πρόσωπο του αναστημένου Ιησού. Πρόσωπο. Δηλαδή, ύπαρξη. Ζωή. Όχι ζωή με συρρίκνωση και εσωστρέφεια. Αλλά, ζωή με δυναμική στα έσχατα, που ζει και ανανεώνεται μέσω της αγάπης, η οποία δεν είναι ιδέα, στόχος ή εντολή, αλλά ο ίδιος ο Χριστός. Γι’ αυτό, ο Χριστιανισμός έχει ρόλο παγκόσμιο και οικουμενικό, γιατί ο Χριστός μας είναι δοσμένος σε όλους. Γι’ αυτό ο Χριστιανισμός από ολιγομελής ομάδα ανθρώπων έγινε κοινότητα δισεκατομμυρίων. Δεν μένω στους αριθμούς, αλλά δείχνω τη δυναμική της εξάπλωσης. Αδάπανα και άκοπα μπορούμε να δοθούμε ολοκληρωτικά στους ανθρώπους και τον Θεό. Τότε θα βρούμε τον εαυτό μας· όταν χαθούμε στο πέλαγος της άπειρης αγάπης του Θεού. Δεν προσφέρουμε στον αδελφό μας, αλλά προσφερόμαστε ολοκληρωτικά σε αυτόν. Ο Χριστός δεν μας πρόσφερε με κάποιο τέχνασμα την αθανασία, αλλά πέθανε ο ίδιος, για να σωθούμε όλοι. Καλούμαστε να συντρίψουμε τον εαυτό μας, για να ενσωματωθούμε στο σώμα του Χριστού. Κλείνω, με ένα λόγο της σύγχρονης αγίας Γαβριηλίας: «όταν ο άνθρωπος αγαπά έχει χέρια διάπλατα ανοιχτά, για να χωρέσει στην αγκαλιά του όλη η ανθρωπότητα». Χωρίς κριτήρια, χωρίς απαιτήσεις, χωρίς αξιώσεις.
-Κ.τ.Ο.: Ποια τα σχέδια και οραματισμοί σας για το νέο έτος που αχνοφαίνεται μπροστά μας;
-κ.Ειρηναίος: Μετά από ένα συμπληρωμένο χρόνο στην Ιερά Μητρόπολη Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας, ο νους, η ματιά και οι δυνάμεις μου στρέφονται στο αύριο. Αν θέλετε, όχι μόνο το αυριανό έτος 2025, αλλά το μέλλον της τοπικής μας εκκλησίας, καθώς είμαστε διαχειριστές του παρόντος, προετοιμάζοντας το μέλλον της νέας γενιάς. Και, πιστέψτε με, η νέα γενιά θα είναι αυστηρή με όσα θα της παραδώσουμε. Αρχικά, δοξάζω τον Θεό για τις ευλογίες του στην Ιερά Μητρόπολη, στην οποία, με την ψήφο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας μας, βρίσκομαι ως Μητροπολίτης. Η πρώτη μου ευλογία είναι ο άγιος γέροντας Μητροπολίτης πρ. Φλωρίνης κ. Θεόκλητος, από του οποίου την αγιότητα αντλώ φως και χάρη. Η δεύτερη ευλογία μου είναι οι πιστοί και οι ιερείς των επαρχιών μας, της Φλώρινας, της Πτολεμαΐδας, του Αμυνταίου, των Πρεσπών και 5 χωριών της Έδεσσας. Οι άνθρωποι αυτοί είναι για εμένα ευλογία, καθώς αποδεικνύουν διαρκώς την αγάπη, τη θέρμη, την ευγένεια και τη χαρά τους προς την Εκκλησία και τον Επίσκοπο. Νιώθω το κύμα και την ορμή της αγάπης των ανθρώπων αυτών να αποκρούει κάθε δυσκολία, φόβο, πειρασμό και αποκαμό. Οι αδελφοί και οι αδελφές των επαρχιών μας είναι πηγή ελπίδας, δύναμης και υπομονής, ώστε να συνεχίζουμε το δύσκολο έργο μας στην τοπική εκκλησία. Πρωτίστως, λοιπόν, ο οραματισμός μου είναι οι άνθρωποι, ειδικότερα οι νέοι και οι νέες μας, που ζητούν να νιώσουν ελπίδα και ασφάλεια στη μοναξιά και την ανασφάλεια της σύγχρονης ζωής. Γι’ αυτό ξεκίνησα προ ενός μήνα να επισκέπτομαι συστηματικά τα σχολεία και να επικοινωνώ με τα παιδιά και τους εκπαιδευτικούς. Με τους άξιους συνεργάτες μας, τους ιερείς και τους λαϊκούς, τους μοναχούς και τις μοναχές, προσπαθούμε να οργανώσουμε την ποιμαντική διακονία της Μητρόπολης, ώστε να έχουμε λόγο σύγχρονο και παρουσία στη ζωή της κοινωνίας, με δράσεις, ομιλίες, έργα, project και, φυσικά λατρευτική ζωή, ενοριακή ζωντάνια και παρουσία ως κοινότητα. Πρέπει, όμως, να αναφέρουμε ότι τέσσερα έργα είναι υπό εξέλιξη στην Ιερά Μητρόπολή μας, τα οποία είναι σημαντικά και αναγκαία. Πρώτον, στην Πτολεμαΐδα, σχεδιάζουμε ένα υπερσύγχρονο Γηριατρικό Κέντρο και Μονάδα Νοσηλείας ασθενών με Alzheimer και άνοια, το οποίο θα ανακουφίσει ασθενείς από όλη τη Δυτική Μακεδονία, θα απαλύνει τον πόνο τους και θα προσφέρει αξιοπρεπείς συνθήκες στην καθημερινότητά τους. Παράλληλα, ως δομή θα προσφέρει θέσεις εργασίας στους πολίτες της Πτολεμαΐδας και θα καταστήσει την πόλη ακόμα πιο σημαντική. Δεύτερον, στην ίδια πόλη, ετοιμάζουμε ένα Μητροπολιτικό και Πνευματικό Κέντρο, στο οποίο θα υπάρχει δυνατότητα υποδοχής επισκεπτών και πολιτών, γραφείο και χώρος διαμονής του Μητροπολίτη, ώστε να μπορώ να αφουγκράζομαι τους ανθρώπους της Πτολεμαΐδας συχνότερα και να βρίσκομαι κοντά τους, καθώς υπάρχει χιλιομετρική απόσταση από τη Φλώρινα. Αργότερα, θα ανεγερθεί και ναός, ο οποίος θα χρησιμοποιήσει το Μητροπολιτικό και Πνευματικό Κέντρο ως Ενοριακό Κέντρο. Τρίτον, στη Φλώρινα, αγωνιζόμαστε για την αποκατάσταση των τεράστιων ζημιών που προκλήθηκαν από τον σεισμό του 2022 στον Ιερό Ναό Αγίας Παρασκευής. Επίπονη, χρονοβόρα και κοστοβόρα η προσπάθεια, αλλά υπάρχει η βεβαιότητα του άριστου αποτελέσματος. Τέταρτον, προετοιμάζουμε τις διαδικασίες για την ανέγερση ενός νέου Ιερού Ναού, αφιερωμένου στον Άγιο Αγαθάγγελο, ο οποίος είναι τοπικός Άγιος, νεομάρτυρας, συμπατριώτης μας, αλλά δεν έχει Ναό. Ευελπιστούμε ότι οι φορείς και οι αρχές θα ξεκλειδώσουν άμεσα τις διαδικασίες και ένας χρόνιος πόθος των πιστών μας θα πραγματοποιηθεί. Όλα τα έργα, και όσα αναφέραμε και όσα δεν αναφέραμε, εξίσου σημαντικά, ωφελούν τους ανθρώπους μας, είναι έργα των χειρών τους και δικοί τους είναι οι καρποί και η χαρά της συμμετοχής σε αυτά.