Του Χρήστου Γ. Κτενά
Μια μεγάλη πορεία Αφροαμερικανών, άνθρωποι ψύχραιμοι, κι ας βράζει το αίμα τους, καλοντυμένοι, με τα «κυριακάτικα τους», σε παράταξη βουβή, με πανό και πικέτες. Μια πορεία μέσα σε μια πόλη εχθρική, μια μικρή πόλη του αμερικανικού Νότου, βαμβάκι και μίσος τα κύρια προϊόντα της.
Η πόλη είναι η Σέλμα, η χρονιά είναι το 1965, είναι Μάρτιος, η χώρα λέγεται Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, αλλά κάθε άλλο παρά ενωμένη είναι. Μοιρασμένη σε χίλια κομμάτια από το φορτίο του ρατσισμού, εκείνου που σε μια τόσο νέα χώρα, όπου όλοι είναι μετανάστες, επιμένει να δίνει στο λευκό δέρμα μια άλλη αξία.
Πίσω στην πορεία διαμαρτυρίας, όπου στην κεφαλή της μια φιγούρα ξεχωρίζει. Με άμφια ορθόδοξα, με καλυμμαύχι, με αρχιερατική ράβδο, μια βυζαντινή μορφή μέσα στο πλήθος. Από ελληνική γενιά, Ίμβριος, τον λένε Ιάκωβο και είναι Αρχιεπίσκοπος Αμερικής. Και δίπλα του ένας μαύρος ιερέας, με αυστηρό κουστούμι, με όνομα μια απήχηση από τα παλιά, Μαρτίνος Λούθηρος, και επίθετο Κινγκ.
Οι πρωταγωνιστές
Είναι το 1965, ξαναθυμίζουμε, και ο αιδεσιμότατος Μάρτιν Λούθερ Κινγκ έχει πριν από τέσσερις μήνες πάρει το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης. Εμπνευσμένος από τον Γκάντι, είναι οπαδός της μη βίαιης, αλλά συστηματικής διαμαρτυρίας και διεκδίκησης για τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα της μαύρης κοινότητας στις ΗΠΑ. Ο ίδιος έχει κλείσει πάνω από 10 χρόνια πολιτικού ακτιβισμού, ξεκινώντας από την πόλη Μοντγκόμερι, πρωτεύουσα της Αλαμπάμα, λίγα χιλιόμετρα μακριά από τη Σέλμα. Έχει μαχαιρωθεί, έχει συλληφθεί δεκάδες φορές, το σπίτι του είχε δεχθεί βομβιστικές επιθέσεις, τον παρακολουθεί το FBI και του απομένουν μόλις τρία χρόνια ζωής μέχρι να δολοφονηθεί.
Ο Αμερικής Ιάκωβος, που στέκεται δίπλα του, έχει συμπληρώσει έξι χρόνια επικεφαλής της Ελληνικής Ορθόδοξης Αρχιεπισκοπής Αμερικής. Απόφοιτος της Σχολής της Χάλκης, στα 54 του είναι ένας κοσμογυρισμένος ιεράρχης, με στόχο την πλήρη ενσωμάτωση και ισότιμη παρέμβαση της Εκκλησίας του στην αμερικανική κοινωνία.
Το 1965 τον βρίσκει πρόεδρο του Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών, αντιπρόεδρο του Εθνικού Συμβουλίου των Χριστιανικών Εκκλησιών των ΗΠΑ, πρόεδρο της Μόνιμης Επιτροπής Κανονικών Ορθοδόξων Ιεραρχών Αμερικής και κήρυκα της κοινωνικής και πολιτικής ισότητας. Μια διαδρομή που στα διάφορα στάδια της τον έχει φέρει κοντά με τη μαύρη κοινότητα των ΗΠΑ, ενάντια στο πνεύμα της εποχής. Δεν είναι τυχαίο που ο Ιάκωβος υπερασπίζεται τους «νέγρους», καθώς αναγνωρίζει τον βαθύ ρατσισμό της αμερικανικής κοινωνίας, που, ακόμα και μεταξύ των λευκών, έχει στην κορυφή το προτεσταντικό αγγλοσαξονικό στοιχείο, ενώ Ορθόδοξοι και Καθολικοί συνωστίζονται στον «προθάλαμο». Και έχει μνήμες από την Τουρκία, των καταπιέσεων και των διώξεων των Χριστιανών, σε μια διαρκή εθνοκάθαρση, που λίγα χρόνια πριν έχει δώσει τα Σεπτεμβριανά.
Δεν είναι τυχαίο που ο Ιάκωβος υπερασπίζεται τους «νέγρους», καθώς αναγνωρίζει τον βαθύ ρατσισμό της αμερικανικής κοινωνίας, που, ακόμα και μεταξύ των λευκών, έχει στην κορυφή το προτεσταντικό αγγλοσαξονικό στοιχείο, ενώ Ορθόδοξοι και Καθολικοί συνωστίζονται στον «προθάλαμο»
Η πορεία προς… και από τη Σέλμα
Πώς, όμως, οι δύο αυτοί θρησκευτικοί ηγέτες βρέθηκαν μαζί στην κεφαλή μιας πορείας σε μια μικρή πόλη του αμερικανικού Νότου;
Η ιστορία ξεκινά από το κίνημα των μαύρων στις ΗΠΑ, όπου από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 έχει επικεντρωθεί στη διεκδίκηση του δικαιώματος συμμετοχής τους στις εκλογές. Αν και όλοι οι πολίτες έχουν δικαίωμα ψήφου, στις πολιτείες του αμερικανικού Νότου, τοπικές νομοθεσίες επιβάλλουν, για να μπορέσει να γραφτεί κάποιος στους εκλογικούς καταλόγους, να περνά από κάποιο τεστ γραμματικών γνώσεων ή να πληρώνει φόρους. Μόνο που τα τεστ τα βάζουν ρατσιστές, ενώ όπου ο μαύρος ψηφοφόρος επιμένει επιστρατεύεται ωμή βία παρακρατικών οργανώσεων για να «συνετίσει» τον απείθαρχο «νέγρο». Αποτέλεσμα; Στην πολιτεία της Αλαμπάμα το 1965, και ειδικότερα στην κομητεία Ντάλας με πρωτεύουσα τη Σέλμα, από τους 15.000 ενήλικους Αφροαμερικανούς με δικαίωμα ψήφου μόλις 130 (ούτε το 1%) είναι εγγεγραμμένοι στον εκλογικό κατάλογο. Ο αποκλεισμός τους έχει πολλαπλές επιπτώσεις. Αν δεν ψηφίζουν, δεν μπορούν να διορισθούν ένορκοι, να εκλεγούν στην τοπική αυτοδιοίκηση, να μετέχουν σε κάθε είδους δημόσια δράση. Με απλά λόγια, σε πολιτείες που μπορεί το μαύρο στοιχείο να είναι η πλειονότητα, αυτοί που ψηφίζουν, δικάζουν και κυβερνούν σε κάθε επίπεδο είναι αποκλειστικά λευκοί…
Οι μαύροι ηγέτες είχαν αποφασίσει να επικεντρώσουν τις προσπάθειες τους για μαζική διαμαρτυρία στη Σέλμα. Όχι μόνο γιατί εκεί εμφανιζόταν μια τόσο εξωφρενική καταπίεση, αλλά υπήρχε ενεργό για πολλά χρόνια ένα τοπικό κίνημα μαύρων. Ταυτόχρονα, η πόλη ήταν έδρα του σερίφη Jim Clark, ενός φανατικού ρατσιστή, που είχε σχηματίσει απόσπασμα «βοηθών» του, με μέλη της Κου Κλουξ Κλαν, ενώ ιδιαίτερα εχθρικός ήταν και ο κυβερνήτης της Αλαμπάμα George Wallace. Και η επιλογή του χρόνου δεν ήταν τυχαία. Ήδη από τον Ιούλιο του 1964 είχε εγκριθεί από το Κογκρέσο ο ιστορικός νόμος περί «Πολιτικών Δικαιωμάτων», που καταργούσε μια σειρά από ρατσιστικές διακρίσεις. Ένας νόμος κληρονομία του Τζον Κένεντι, που προώθησε και πάλεψε για την έγκρισή του ο διάδοχος του, πρόεδρος Λίντον Τζόνσον. Ένας νόμος, όμως, που, παρά την ψήφιση του, παρέμενε σε μεγάλο βαθμό ανενεργός.
Το μονοπάτι του αίματος
Σε αυτό το σκηνικό έντασης, η Σέλμα, η μικρή πόλη στον αχανή αμερικανικό Νότο, γίνεται σταδιακά το κέντρο των ΗΠΑ, καθώς όλοι στρέφουν προς τα εκεί την προσοχή τους. Οι πρώτες διαμαρτυρίες και συγκεντρώσεις στην περιοχή καταστέλλονται βίαια, αλλά οι μαύροι επανέρχονται. Στις 17 Φεβρουαρίου έχουμε τον πρώτο νεκρό, ένα μαύρο Βαπτιστή διάκονο, τον Jimmie Lee Jackson, που δολοφονείται στην γειτονική πόλη Μάριον.
Οι αρχηγοί της μαύρης κοινότητας αποφασίζουν τότε να διοργανώσουν μια πορεία στη μνήμη του, που θα ξεκινήσει από τη Σέλμα και θα φτάσει στο Μοντγκόμερι, την πρωτεύουσα της Αλαμπάμα, μια απόσταση πάνω από 80 χιλιόμετρα. Η πορεία ξεκινά την Κυριακή στις 7 Μαρτίου, με 600 διαδηλωτές. Όταν, όμως, προσεγγίζουν στην άκρη της πόλης μια γέφυρα που περνά πάνω από τον ποταμό Αλαμπάμα, τους περιμένει η τοπική και η πολιτειακή αστυνομία. Η διαδήλωση διαλύεται με απίστευτη βιαιότητα. Έφιπποι αστυνομικοί ξυλοκοπούν τους μαύρους, τα δακρυγόνα γεμίζουν τον δρόμο, ενώ παρακρατικοί και «βοηθοί» του τοπικού σερίφη χτυπάνε γυναίκες και παιδιά, στέλνοντας πάνω από 50 άτομα στα νοσοκομεία.
Η βία, όμως, έχει το αντίθετο αποτέλεσμα. Τηλεοπτικά συνεργεία και δεκάδες δημοσιογράφοι θα καταγράψουν τα γεγονότα και το βράδυ ο μέσος Αμερικάνος αστός θα μείνει άναυδος μπροστά στην τηλεόρασή με αυτά που αντικρίζει. Η «ματωμένη Κυριακή» θα μείνει στην ιστορία, καθώς εκεί, σε μια γέφυρα και σε έναν σκονισμένο επαρχιακό δρόμο, οι μαύροι θα πάψουν να είναι «νέγροι» και θα γίνουν το σύμβολο μιας χώρας που πρέπει να αλλάξει.
Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ θα ζητήσει δημόσια τη στήριξη ηγετικών προσωπικοτήτων από κάθε δόγμα και οργάνωση. Στη Σέλμα τις επόμενες μέρες αρχίζουν να καταφθάνουν εκατοντάδες υποστηρικτές, ανάμεσα τους πολλοί ιερωμένοι, μόνο και μόνο για να χυθεί κι άλλο αίμα. Το βράδυ της 9ης Μαρτίου τρεις ιερείς ξυλοκοπούνται άγρια από ομάδες λευκών ρατσιστών. Ένας, ο 38χρονος –λευκός– πάστορας James Reeb θα μεταφερθεί στο νοσοκομείο του Μοντγκόμερι για να ξεψυχήσει δύο μέρες μετά.
Η χώρα είναι πλέον σε κατάσταση έκρηξης. Οι μαύρες κοινότητες διαδηλώνουν, οι μετριοπαθείς λευκοί αναρωτιούνται πώς μπορεί να δολοφονούνται ιερωμένοι γιατί συντάχθηκαν με ένα ειρηνικό κίνημα πολιτικής διαμαρτυρίας. Ο πρόεδρος Τζόνσον θα βγει στην τηλεόραση προσπαθώντας να ηρεμήσει τα πνεύματα, την ίδια ώρα όμως οι μαύροι ηγέτες τον πιέζουν να προωθήσει στο Κογκρέσο ακόμα ένα νομοσχέδιο περί εκλογικής νομοθεσίας, ανοίγοντας τον δρόμο σε εκατομμύρια έγχρωμους πολίτες να μετέχουν στις εκλογές.
Η άφιξη του Ιακώβου
Στις 14 Μαρτίου ο Αρχιεπίσκοπος Ιάκωβος βρίσκεται στην Νέα Υόρκη. Οι κληρικοί και λαϊκοί σύμβουλοί του τον αποτρέπουν από το να πάει στη Σέλμα. Άλλοι φοβούνται για τη ζωή του, άλλοι εκτιμούν ότι μια τέτοια κίνηση θα αντιμετωπιστεί αρνητικά από τους πιστούς. Ο ίδιος δεν υποχωρεί και την επομένη, στις 15 του μήνα, θα πετάξει με ένα μικρό αεροπλάνο, με συνοδεία 20 εκπροσώπους άλλων ομολογιών και τον βοηθό του, π. Γεώργιο Μπακόπουλο. Το αεροπλάνο θα προσγειωθεί σε ένα χωράφι κοντά στη Σέλμα και όχι στο αεροδρόμιο, καθώς ο πιλότος φοβάται ότι εκεί μπορεί να τους περιμένουν λευκοί ρατσιστές.
Ο Ιάκωβος με τη συνοδεία του θα κατευθυνθεί στον ιερό ναό όπου έχει συγκεντρωθεί ένα μεγάλο πλήθος για να παρακολουθήσει τη δέηση για τον νεκρό πάστορα Reeb. Στην ομιλία του μπροστά σε περίπου 4.000 συγκεντρωμένους που έχουν γεμίσει ασφυκτικά την εκκλησία και τον περίβολο θα πει χαρακτηριστικά: «Η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία μας ποτέ δεν δίστασε να παλέψει –όταν έκρινε ότι ήταν απαραίτητο– για τα δικαιώματα της ανθρωπότητας… Η θέληση του Θεού δεν μας αποκαλύπτεται πάντα, αλλά σίγουρα η επιλογή Του ώστε αυτός ο αφοσιωμένος ιερέας να γίνει θύμα ρατσιστικού μίσους και ήρωας του αγώνα ώστε να κερδηθούν αναμφισβήτητα συνταγματικά δικαιώματα για αυτούς τους Αμερικανούς αδελφούς μας που τους τα αρνούνται και να πεθάνει στο πεδίο της μάχης στο όνομα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και ισότητας δεν ήταν κάτι τυχαίο… Προσευχή και ελπίδα μας είναι ότι θα μας δοθεί δύναμη, ώστε να δείξουμε στον Θεό με έργα και πράξεις –και όχι μόνο με λόγια– ότι, όπως και ο αιδεσιμότατος James Reeb, έτσι και εμείς, είμαστε μαχητές σε ένα αγώνα στο οποίον πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι να διακινδυνεύσουμε το είναι μας».
Η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία μας ποτέ δεν δίστασε να παλέψει –όταν έκρινε ότι ήταν απαραίτητο– για τα δικαιώματα της ανθρωπότητας
Στη συνέχεια, Ιάκωβος και Κινγκ μπαίνουν στην κεφαλή της πορείας προς το δικαστικό μέγαρο της Σέλμα. Και εκεί, στα σκαλοπάτια του μεγάρου, ο μαύρος ακτιβιστής ιερέας με το κοστούμι και ο ρασοφόρος Ορθόδοξος αρχιερέας θα μιλήσουν ξανά στο πλήθος. Μια συνάντηση, μια εικόνα, μια στιγμή, που σε λίγες μέρες θα γίνει ένα ιστορικό σήμερα εξώφυλλο του περιοδικού «Life». Ένα περιοδικό που αγοράζεται σε εκατομμύρια αντίτυπα και αποτυπώνει ακριβώς μια κρίσιμη καμπή της πολιτικής και κοινωνικής αφήγησης των ΗΠΑ στον 20ό αιώνα.
Στο κάδρο της ιστορίας
Πόσο σημαντική ήταν αυτή η πράξη του Ιακώβου; Σήμερα είναι δύσκολο να κατανοήσουμε την απήχησή της, αλλά στο 1965, η Αμερική, όταν είδε να στέκονται πλάι-πλάι και για τον ίδιο σκοπό ένας μαύρος ακτιβιστής και ένας λευκός Χριστιανός Ορθόδοξος αρχιερέας, υποχρεώθηκε να αναρωτηθεί «γιατί;». Γιατί η χώρα –πλουσιότερη και ισχυρότερη του κόσμου– είναι σε τέτοιον διχασμό, γιατί εκατομμύρια πολίτες της, παρά την κατάργηση της δουλείας έναν αιώνα πριν, παραμένουν ακόμη σκλάβοι των προκαταλήψεων; Την ίδια μέρα, στις 15 Μαρτίου, ο πρόεδρος Τζόνσον θα κάνει μια ιστορική ομιλία στο Κογκρέσο, ανακοινώνοντας την κατάθεση ενός νόμου για το καθολικό δικαίωμα ψήφου χωρίς προϋποθέσεις. «Ό,τι έγινε στη Σέλμα είναι μέρος ενός πολύ μεγαλύτερου κινήματος που φθάνει σε κάθε τμήμα και πολιτεία της Αμερικής. Ο αγώνας των νέγρων πρέπει να γίνει και δικός μας αγώνας. Καθώς δεν είναι μόνο οι νέγροι, αλλά στην πραγματικότητα όλοι μας, που πρέπει να υπερνικήσουμε την παραλυτική κληρονομιά της μισαλλοδοξίας και της αδικίας», θα πει, αναγνωρίζοντας πως η Σέλμα και όλοι οι πρωταγωνιστές της, ανώνυμοι και επώνυμοι, συμβολίζουν την ώρα και την εποχή της άμεσης αλλαγής, της ανάγκης μιας κοινωνίας να αφυπνιστεί και να αντιμετωπίσει τον εαυτό της.
Ο Ιάκωβος, λοιπόν, δεν μετείχε απλώς σε μια διαδήλωση. Πέτυχε να αναδείξει και να αποδείξει ότι το χριστιανικό μήνυμα οφείλει να ακούγεται παντού, από τον άμβωνα στο δρόμο, με κάθε κόστος και κάθε κίνδυνο. Αλλά, ταυτόχρονα, πέτυχε να βάλει στο κάδρο της ιστορίας την Ελληνική Εκκλησία της Αμερικής, το σύνολο των πιστών της, να ταυτίσει τα δικά τους «πιστεύω» και ανάγκες με εκείνα εκατομμυρίων άλλων. Όπως αναφέρει ο νυν Μητροπολίτης Ντιτρόιτ Νικόλαος, «…ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ιάκωβος ήταν ο άνθρωπος που έβαλε την Εκκλησία μας, των Ελλήνων μεταναστών, στο επίκεντρο της μάχης για την ισότητα. Μπορεί να διαδήλωσε για τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων στις ΗΠΑ, αλλά διαδήλωσε επίσης για τα δικά μας πολιτικά δικαιώματα. Πια, δεν είμαστε οι άνθρωποι που μιλάγαμε μια διαφορετική γλώσσα μέσα στο σπίτι μας. Είμαστε πλέον μέρος της εθνικής συνείδησης (σ.σ.: των ΗΠΑ), με μια ιστορική, μα και παγκόσμια μαρτυρία του αιτήματος για ελευθερία και δικαιοσύνη για όλους. Αυτή η φιγούρα με το μαύρο καλυμμαύχι και τα ράσα που ανέμιζαν προκάλεσε τους δικούς του ανθρώπους να τον συντροφεύσουν στην πορεία της Σέλμα. Και μας θύμισε πως η φιλοσοφία και η σοφία των αρχαίων Ελλήνων προγόνων μας ήταν μια σοφία που αφορούσε όλο τον κόσμο».
Ο Ιάκωβος, πέτυχε να αναδείξει και να αποδείξει ότι το χριστιανικό μήνυμα οφείλει να ακούγεται παντού, από τον άμβωνα στο δρόμο, με κάθε κόστος και κάθε κίνδυνο
Η μοναξιά του Αρχιεπισκόπου
Τις επόμενες μέρες από τη Σέλμα, ο Ιάκωβος θα επισκεφθεί την ελληνορθόδοξη ενορία της Αγίας Τριάδος στο Τσάρλεστον στη Νότια Καρολίνα. Εκεί, θα δεχθεί δεκάδες απειλητικά τηλεφωνήματα, ενώ θα χρειαστεί να περάσουν χρόνια ώστε οι ομογενείς να κατανοήσουν το πόσο σημαντική ήταν η στάση του, για τη θέση και το κύρος της Ελληνικής Εκκλησίας στις ΗΠΑ.
Γιατί, όμως, ο Ιάκωβος έκανε αυτή την επιλογή, παρά τις τόσο έντονες αντιδράσεις; Την απάντηση θα εκφράσει με λιτότητα –πολλά χρόνια αργότερα– η Κορέτα Σκοτ Κινγκ, χήρα του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, στο συλλυπητήριο μήνυμα της για τον θάνατο του Ιακώβου: «Σε μια εποχή όπου πολλοί από τους εξέχοντες θρησκευτικούς ηγέτες του έθνους παρέμεναν σιωπηλοί, ο Αρχιεπίσκοπος Ιάκωβος με θάρρος υποστήριξε το κίνημά μας για την ελευθερία και προχώρησε δίπλα στο Μ. Λ. Κίνγκ, ενώ συνέχισε να υποστηρίζει την ειρηνική κίνηση ενάντια στη φτώχεια, τον ρατσισμό και τη βία σε ολόκληρη τη ζωή του».
Για τον Ιάκωβο, λοιπόν, η στήριξη των Αφροαμερικανών στον αγώνα τους για ίσα δικαιώματα δεν ήταν μια επιλογή, αλλά μια προσωπική διαδρομή που ξεκινά από τα νιάτα του στην κεμαλική Τουρκία. Η περιθωριοποίηση, ο ρατσισμός (θρησκευτικός, φυλετικός, εθνικιστικός), η καταδίωξη, ο φόβος, η ανασφάλεια του να ζεις σε μια κοινωνία που σε θεωρεί πολίτη δευτέρας κατηγορίας, ήταν για τον Ιάκωβο μια ζώσα πραγματικότητα και όχι μια φιλοσοφική αφήγηση. Έτσι, προσωπικά βιώματα και θρησκευτική πίστη ταίριαξαν μέσα του σε ένα συμπαγή πυρήνα που κατέληγε στο εξής: «Οι Χριστιανοί της Αμερικής πρέπει να κατανοήσουν ότι έχουν ιδιαίτερη υποχρέωση στο να εργαστούν για ίσα δικαιώματα για όλους. Είναι μια πρόκληση για όλους μας να αποδείξουμε ότι το χριστιανικό πλήρωμα μπορεί στο όνομα Του να σταθεί υπέρμαχος αυτών των δικαιωμάτων, όποτε και όπου βρίσκονται σε κίνδυνο». (Δήλωση της Αρχιεπισκοπής Αμερικής στις 28 Σεπτεμβρίου του 1963).
Η περιθωριοποίηση, ο ρατσισμός, η καταδίωξη, ο φόβος, η ανασφάλεια του να ζεις σε μια κοινωνία που σε θεωρεί πολίτη δευτέρας κατηγορίας, ήταν για τον Ιάκωβο μια ζώσα πραγματικότητα και όχι μια φιλοσοφική αφήγηση
50 χρόνια μετά
Τον Μάρτιο φέτος γιορτάστηκε στις ΗΠΑ η 50ή επέτειος από τα γεγονότα της Σέλμα. Στην μικρή πόλη συγκεντρώθηκαν χιλιάδες Αφροαμερικανοί και σχεδόν το σύνολο των ηγετών των κοινοτήτων τους, για να βαδίσουν ξανά πάνω από τη γέφυρα της «Ματωμένης Κυριακής», αυτήν τη φορά χωρίς κανείς να τους εμποδίζει. Παρών ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Δημήτριος, σε εξέχουσα θέση, καθώς στο πρόσωπο του όλοι τιμούσαν την Ελληνορθόδοξη Εκκλησία και τον Ιάκωβο. Τον Δημήτριο αγκάλιασε ο πρόεδρος Ομπάμα, τονίζοντας πόσο σημαντική ήταν η θρησκευτική πίστη στο κίνημα πολιτικών δικαιωμάτων. Και ο Δημήτριος θύμισε πως «η προώθηση και η προστασία των πολιτικών δικαιωμάτων ξεπερνά την πολιτική πράξη, καθώς η δυνατότητα του να καθορίζει ο καθένας το μέλλον του είναι μια θεόσταλτη ευλογία».
Επιμύθιο; Υπάρχει και ξεπερνά συνολικά τον Ιάκωβο. Ο ίδιος, στην πορεία της ζωής του, αλλά και μετά θάνατον, θα επικριθεί για πολλές από τις αποφάσεις του και τις αντιλήψεις του. Για εκείνη, όμως, τη δύσκολη μέρα του Μαρτίου του 1965, για εκείνη την εικόνα που έδωσε σε όλη την Αμερική, για εκείνη την ουσιαστική απόδειξη του χριστιανικού λόγου περί αγάπης και ισότητας, για τη στιγμή που ένας μαύρος και ένας λευκός, ανεξάρτητα από ονόματα και καταβολές, στάθηκαν μαζί διαδηλώνοντας όχι μόνο για τα πολιτικά αλλά ουσιαστικά για τα ανθρώπινα δικαιώματα, οφείλει κανείς να του αναγνωρίσει το προφανές: πως έπραξε αυτό που ένιωσε και κήρυττε. Μια παρακαταθήκη, δηλαδή, που πολλοί θα ήθελαν να αφήσουν πίσω τους…
Το αρχιεπισκοπικό… εγχειρίδιο ακτιβισμού
Ο ίδιος ο Ιάκωβος στο βιβλίο του «Faith for a Lifetime: A Spiritual Journey» (Πίστη για μια ζωή: Ένα πνευματικό ταξίδι) σχολίασε την ανάμιξη του με τον πολιτικό ακτιβισμό ως εξής:
«Στη διάρκεια αυτή της περιόδου (της δεκαετίας του ’60) πολλοί με αντιμετώπισαν ως έναν άμυαλο φιλελεύθερο. Άλλοι –ανάμεσά τους μέλη της δικής μου Εκκλησίας– με στιγμάτισαν ως προδότη, καθώς πίστευαν πως είχα προδώσει τους ανθρώπους του αμερικανικού Νότου. Εγώ, όμως, συνέχισα τις διαδηλώσεις και τον πολιτικό ακτιβισμό, γιατί πίστευα τότε –και εξακολουθώ να πιστεύω– πως ένας Χριστιανός οφείλει να κάνει ό,τι η συνείδησή του του επιβάλλει. Αν νιώσω ότι ο Θεός με ωθεί προς με συγκεκριμένη κατεύθυνση και εγώ δεν ανταποκριθώ, τότε γίνομαι «κύμβαλον αλαλάζον», όπως αναφέρει ο Απόστολος Παύλος στην Προς Κορινθίους Α’ Επιστολή του.
Όταν μου παρουσιάζεται μια ευκαιρία για ακτιβισμό, συχνά θέτω στον εαυτό μου μια σειρά από ερωτήματα, τα οποία με βοηθούν να εστιάσω στο αν η σχεδιαζόμενη δράση θα είναι μια οδός για την υλοποίηση του θελήματος του Θεού στον κόσμο. Έτσι αναρωτιέμαι:
Τι εμπνέει αυτόν τον ακτιβισμό;
Είναι μια αόριστη φιλοσοφία ή πραγματική συμπόνια για τον άνθρωπο;
Ποιο είναι το κίνητρο πίσω από την όποια σχεδιαζόμενη διαμαρτυρία;
Όταν οργανώνουμε τις διαδηλώσεις μας, θα τις κάνουμε όπως πορευόμαστε σε πομπή το Πάσχα για να κηρύξουμε την Ανάσταση;
Θα διαδηλώσουμε ώστε να επικρατήσει κοινωνική δικαιοσύνη ή, μήπως, για να εξυπηρετήσουμε τα προσωπικά και εγωιστικά συμφέροντα των διαδηλωτών;
Θα διαδηλώσουμε ώστε να αποκατασταθεί η ανθρώπινη αξιοπρέπεια ή για να ικανοποιήσουμε τα εγώ των επικεφαλής και των οργανωτών της διαδήλωσης;
Θα διαδηλώσουμε με ενθουσιασμό ακόμα κι αν κανείς δεν μας δώσει σημασία; Ή, μήπως, –Θεός φυλάξοι– θα ικανοποιηθούμε μόνο αν μας προβάλουν στις εφημερίδες και στην τηλεόραση ώστε όλοι να μας προσέξουν;»