Δανιήλ Παναγιωτόπουλος: Ο δεσπότης της προσφοράς
O μητροπολίτης Τριπολιτσάς Δανιήλ Παναγιωτόπουλος ήταν και αυτός μεταξύ των αρχιερέων και προκρίτων που συνέλαβαν προληπτικά οι Τούρκοι πριν την έναρξη της επανάστασης. Ο ίδιος αργότερα έλεγε: «Υποφέρομε το μαρτύριον της φυλακής για την πίστιν του Χριστού και την Ελευθερία της Ελλάδος».
Ο Δανιήλ, πρώτος εξάδελφος του Οικουμενικού Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄, γεννήθηκε στη Δημητσάνα το 1765 και πέθανε στην Τρίπολη το 1831. Ηταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας και πήρε μέρος στην Επανάσταση του 1821. Φυλακίστηκε μαζί με άλλους αρχιερείς και προκρίτους στην Τριπολιτσά το Μάρτιο του 1821. Πριν την έναρξη της επανάστασης φυλακίστηκε, υπέφερε, άντεξε και προσέφερε πολλά στον αγώνα για την παλιγγενεσία.
Ο μητροπολίτης Πατρών κ. Χρυσόστομος έχει γράψει με αφορμή την Αλωση της Τριπολιτσάς στις 23 Σεπτεμβρίου του 1821:
“Ομως ο Θοδωράκης πρέπει να τρέξη. Τον περιμένουν. Θα ζουν άραγε; Είναι στην φοβερή φυλακή του Σεραγιού του Πασά. Από τον Μάρτη είναι στα κάτεργα, από δε τον Απρίλιο τους έχουν δεμένους σε ένα κούτσουρο με αλυσίδα «ως οκάδες εκατόν» (Ιωσήφ Ανδρούσης). Γιά να κινηθή ένας, έπρεπε όλοι να γυρίζουν δεμένοι στο απαίσιο ξύλο. Νηστικοί, μέσα στις λάσπες και τις ακαθαρσίες. «Την Κυριακήν του Θωμά, 17 Απριλίου 1821, μετεφέρθησαν εις το κάτω μέρος του Σεραγίου, εις δεινοτάτην και φρικτοτάτην ειρκτήν των καταδίκων… Αυτή δε η ειρκτή περιωρισμένη εις εν δωμάτιον έκειτο υπό το Σεράγιον επί του εδάφους… και εδέθησαν όλοι εις το φοβερόν κούτσουρον, εις τας οπάς του οποίου εισήρχοντο οι πόδες των βασανιζομένων… Εισελθόντες δε εις ταύτην την φυλακήν, συνέδεσαν διά μακράς αλύσεως τους Αρχιερείς και Προύχοντας την εσπέραν εκείνην… ώστε ουδέ τους πόδας ηδύναντο να εκτείνωσιν, αλλά νυχθημερόν καθήμενοι διελέγοντο και ούτως διήλθον επί πέντε ολοκλήρους μήνας, μη δυνάμενοι να ανακλιθώσι… Αέναος ιδρώς έρρεε ποταμηδόν εκ των σωμάτων αυτών, εξ ου τα ενδύματα αυτών εσάπησαν…» (Διάκονος Ιωσήφ Ζαφειρόπουλος).
Ο Δανιήλ, ο Δεσπότης της Τριπολιτσάς, πρώτος εξάδελφος του Αγίου Εθνοιερομάρτυρος Γρηγορίου του Ε΄ – αλήθεια, τι σόγια ήταν αυτά, τι φύτρα, τι καρδιές! – έφυγε πάμπτωχος από τον κόσμο αυτό και μόνος. Πλούτος του, η αγάπη για την Πατρίδα”.
Γρηγόριος Ναυπλίου: Ο άγιος της επανάστασης
Ο Γρηγόριος Καλαμαράς ήταν Μητροπολίτης Αργους και Ναυπλίου (1810 – 1821 μ.Χ.) και ανιψιός του προκατόχου του Γρηγορίου (1800 – 1810 μ.Χ.).
Γεννήθηκε το 1769 μ.Χ. στην Αλαγονία Καλαμάτας. Χρημάτισε μητροπολίτης Ερυθρών και κατόπιν Πατρών (1780 – 1799 μ.Χ.). Υπό την ιδιότητα του «πρώην» εκλέχθηκε μητροπολίτης Ναυπλίου και Αργους (1810 μ.Χ.).
Το έτος 1819 μ.Χ. μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία από τον Δανιήλ Παμπούκη, ηγούμενο της Μονής του Βράχου Νεμέας. Ο ίδιος δε, έκαμε Φιλικούς τους προκρίτους της επαρχίας του, όπως τον Ιωάννη Ιατρού και τους αδελφούς Παπαλεξοπούλου στο Ναύπλιο, τον Ιωάννη Περούκα, τον Σταμάτη Αντωνόπουλο, τους αδελφούς Βλάσση στο Αργος, τον Ιερέα Γεώργιο Βελίνη στο Πλατανίτι, τον Θεοδόσιο Μπούσκο στο Τζαφέραγα, τον Γεώργιο Κακάνη στο Χώνικα, τον αρχιδιάκονό του Αθανάσιο Σολιώτη, τον Ιερέα παπα – Κωσταντή στον Αχλαδόκαμπο.
Η προεπαναστατική εθνική δραστηριότητα του Γρηγορίου έγινε αντιληπτή από τους Τούρκους και γι’ αυτό, με διαταγή του καϊμακάμη της Τρίπολης, κλείστηκε μαζί με άλλους αρχιερείς στις φυλακές της πόλης και υπέφερε τα πάνδεινα, μέχρις ότου από τις κακουχίες, την ασιτία και τα πολύμηνα μαρτύρια πέθανε στις 18 ή 21 Σεπτεμβρίου 1821 μ.Χ. Η Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο.
Κορίνθου Κύριλλος: Η φωνή υπέρ της ενότητας
Η καταγωγή του ήταν από τη Βυτίνα της Καρύταινας. Βρέθηκε κλεισμένος στην Τριπολιτσά μετά την άλωση της πόλης, και έγινε μέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας.
Έτρεφε σπάνια φιλία με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη ο οποίο τον σεβόταν. Οταν ο Κολοκοτρώνης μετά την πολιορκία των Πατρών ήταν εξοργισμένος με την απόφαση της Πελοποννησιακής Γερουσίας να ματαιώσουν την πολιορκία, ο Κύριλλος μεσολάβησε και καταπράυνε τον Κολοκοτρώνη, αποτρέποντας και μεγαλύτερη πολιτική σύρραξη. Πολλά στοιχεία για τη ζωή και τη δράση του δεν υπάρχουν. Ωστόσο φαίνεται να υπηρέτησε στη μητρόπολη από το 1819 έως το 1836.
Η έναρξη της επανάστασης βρίσκει τον κορινθιακό λαό χωρίς τους τοπικούς ηγέτες, αφού ο τοπικός άρχοντας και ο μητροπολίτης Κύριλλος μαζί με τον Τούρκο μπέη της περιοχής, τον συνετό πάμπλουτο Κιαμήλ, έχουν πάει στην Τρίπολη.
Το 1823 με την απελευθέρωση της Κορίνθου, ο Κύριλλος τέλεσε επίσημη δοξολογία.
Μητροπολίτης Ωλένης Φιλάρετος
Ο Ωλένης Φιλάρετος – κατά κόσμον Αναγνώστης Αρβανίτης – καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη και παρέμεινε στον επισκοπικό θρόνο της Ωλένης για περίπου 20 χρόνια. Πριν αναλάβει την Επισκοπή Ωλένης, ο Φιλάρετος υπηρέτησε την Εκκλησία από τη θέση του Πατριαρχικού Αρχιμανδρίτη στο Φανάρι εξαιτίας μάλιστα της ανώτερης μόρφωσής του, σύμφωνα με τον ιστορικό πρωτοσύγκελλο Αμβρόσιο Φραντζή. Το 1802 ο Φιλάρετος διαδέχεται τον Χριστόφορο στην Επισκοπή Ωλένης και ξεκινά η σημαντική του δράση στην Ηλεία σε μία μάλιστα τόσο κρίσιμη χρονικά στιγμή. Ο Φιλάρετος φρόντισε να αποκτήσει εξ αρχής πολύ καλές σχέσεις με το ποίμνιό του, με τους Ελληνες αλλά και με τους Τούρκους της περιοχής του. Ο Βύρων Δάββος αναφέρει πως κάθε φορά που ο χριστιανικός πληθυσμός της Ηλείας επαναστατούσε (πριν το 1821), οι αγάδες της περιοχής ζητούσαν εξηγήσεις τόσο από τους Αυγερινούς όσο και από τον Φιλάρετο επειδή τον θεωρούσαν έμπιστό τους, αλλά και έμπιστο των χριστιανών. Και οι εκπρόσωποι των Ελλήνων φρόντιζαν να καθησυχάσουν τις τουρκαλβανικές αρχές ώστε να μην υπάρχει αιματοκύλισμα.
Στα 1815-1816 περνά από την περιοχή μας ο Γάλλος περιηγητής Πουκεβίλ, ο οποίος μεταξύ άλλων αναφέρει στα γραπτά του ότι στον Πύργο συνάντησε την οικία του επισκόπου Ωλένης, μία πληροφορία η οποία μας είναι χρήσιμη ώστε να τεκμηριώσουμε πως η έδρα του επισκόπου Ωλένης ήταν εκείνη την περίοδο στον Πύργο. Ο Φιλάρετος ήταν εκείνος που επέβλεπε τη διδασκαλία των μαθητών της περιοχής, στους οποίους παρεχόταν παράλληλα και κατήχηση, ενώ επίσης ο επίσκοπος συνεδρίαζε με τους χριστιανούς προύχοντες για την απονομή της δικαιοσύνης και τη συλλογή των φόρων.
Βέβαια, ένα από τα σημαντικότερα πράγματα για το οποίο έχει μείνει στην Ιστορία χαραγμένο το όνομα του Φιλάρετου είναι η ιδρυτική συμμετοχή του στην Ιερά – αργότερα Μεγάλη – Αδελφότητα. Πρόκειται για μία μυστική “εταιρεία” αποτελούμενη από επτά επισκόπους του ελλαδικού χώρου που στόχο είχε τη μετά τη μύηση στη Φιλική Εταιρία καλύτερη οργάνωση κυρίως της τοπικής κοινωνίας, για την επιτυχία του Αγώνα της ανεξαρτησίας.
Το τέλος όμως του Επισκόπου Ωλένης Φιλάρετου, συμπίπτει με την έναρξη της Επανάστασης το 1821. Λίγο μετά τη συνέλευση της Βοστίτσας, οι τούρκικες αρχές της Πελοποννήσου προσκαλούν στην έδρα του Μοριά στην Τριπολιτσά, άπαντες τους χριστιανούς άρχοντες και ιεράρχες της Πελοποννήσου ώστε να τους βεβαιώσουν οι τελευταίοι πως δεν επρόκειτο να ξεσπάσει κάποιο κίνημα κατά της οθωμανικής κυριαρχίας. Στην ουσία όμως οι Τούρκοι ήθελαν να κρατήσουν στην έδρα τους, η οποία φυλασσόταν καλά, όσους είχαν μεγάλη επιρροή στον χριστιανικό πληθυσμό, ώστε ο τελευταίος να μείνει ακέφαλος σε περίπτωση επανάστασης. Στην πρόσκληση αυτή, τον Φεβρουάριο του 1821, παρά τις έντονες διαφωνίες μεταξύ τους – ανταποκρίθηκαν πολύ λίγοι. Μεταξύ όσων έφτασαν στην Τριπολιτσά ήταν και ο Επίσκοπος Ωλένης Φιλάρετος, ο οποίος συνοδευόταν από τον διάκονό του, Ιωαννίκιο.
Στις 25 Μαρτίου του 1821 ξεκινά ο μεγάλος Αγώνας των Ελλήνων. Παράλληλα ξεκινά και το μαρτύριο των φυλακισμένων στην Τριπολιτσά. Υπό άθλιες συνθήκες κράτησης και έπειτα από πολλά βασανιστήρια μέσα στα κελιά του σαραγιού, οι περισσότεροι από τους κρατούμενους – μεταξύ αυτών και ο Φιλάρετος – αφήνουν την τελευταία τους πνοή και δεν προλαβαίνουν να δουν την πατρίδα ελεύθερη. Κάποιοι είχαν προηγουμένως αλλαξοπιστήσει και κάποιοι άλλοι είχαν δολοφονηθεί.
Εκεί, μέσα σε κλίμα βασανιστηρίων και κακουχιών η υγεία του κλονίστηκε. Απεβίωσε ελάχιστο χρόνο μετά την αποφυλάκισή του, τον Σεπτέμβριο του 1821.
Οπως αναφέρει ο Ιστορικός του Αγώνος, ο Αμβρόσιος Φραντζής (Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Χριστιανουπόλεως, της οποίας ο Ιεράρχης Γερμανός απεβίωσε έγκλειστος στις φυλακές της Τριπολιτσάς) στο βιβλίο του “Επιτομή της Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος”: «Οι Θεοδωράκης Δελιγιάννης, Ιωάννης Περρούκας, ο Επίσκοπος Ωλένης Φιλάρετος και ο Πανάγος Κυριακός ετελεύτησαν μετά δύω ημέρας, άμα ότε εξήγαγον αυτούς με τον κράββατον έσωθεν του τείχους της Τριπολιτσάς προ της εφόδου. Αιωνία η μνήμη των αξιομνημονεύτων αυτών αξιοσεβάστων Αρχιερέων και Προεστώτων, των συνεισενεγκόντων εαυτούς εκούσια θύματα, ως εις σφάγιον, χάριν της απελευθερώσεως της Φίλης Πατρίδος!!!».
Χριστιανουπόλεως Γερμανός
Ο Γερμανός Ζαφειρόπουλος (1760–1821) ήταν Ελληνας ιεράρχης και εθνομάρτυρας.
Γεννήθηκε στο χωριό Μεσορρούγι της επαρχίας Καλαβρύτων το 1760. Το κοσμικό όνομά του ήταν Γεώργιος. Προερχόταν από οικογένεια εύπορη, καταγόμενη από την Κωνσταντινούπολη. Ο πατέρας του ονομαζόταν Ζαφείρης Ζαφειρόπουλος και η μητέρα του Ευσταθία. Ηταν εξάδελφος του πρωτοσύγκελλου και ιστοριογράφου Αμβρόσιου Φραντζή. Σε πολύ νεαρή ηλικία έχασε τον πατέρα του όταν τον σκότωσαν οι Τούρκοι. Σε ηλικία εννέα ετών εισήλθε ως δόκιμος στην Ιερά Μονή Μεγάλου Σπηλαίου, εκάρη μοναχός λαμβάνοντας το όνομα Γερμανός και στη συνέχεια χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος.
Γύρω στα 1800 βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη όπου εργάστηκε για δύο χρόνια ως διδάσκαλος. Στη συνέχεια μετέβη στο Βελιγράδι όπου έδρασε ως δάσκαλος και προπαγάνδιζε τον ξεσηκωμό των Ελλήνων. Οι Τουρκικές αρχές τον εκδίωξαν από την πόλη και στη συνέχεια πήγε στη Ρουμανία. Εκεί έμεινε δύο χρόνια όπου έμαθε την βλάχικη γλώσσα. Τελικά διώχθηκε κι από εκεί από τις Τουρκικές αρχές λόγω της εθνικής δράσης του. Επέστρεψε στην μονή Μεγάλου Σπηλαίου και στη συνέχεια αναχώρησε για προσκύνημα στην Ιερουσαλήμ. Ακολούθως ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη στην οποία ήταν ήδη γνωστός για τη λογιοσύνη του. Η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου αρχικά τον εξέλεξε Επίσκοπο Σεβαστείας και αργότερα, επί Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ (1806-1808), τον Μάρτιο του 1807, Επίσκοπο Χριστιανουπόλεως (1793-1807).
Λόγω της φήμης του ο Αλέξανδρος Υψηλάντης τον όρισε ως έναν από τους 4-5 εφόρους της Φιλικής Εταιρείας, στην οποία είχε μυηθεί από το 1818. Συμμετείχε στη σύσκεψη της Βοστίτσας διαφωνώντας με τον εγκλεισμό του Παπαφλέσσα και παρεμβαίνοντας προς την κατεύθυνση αυτή. Κατά τον έρανο που πραγματοποιήθηκε προσέφερε 2.000 γρόσια. Επειδή οι κινήσεις των Αρχιερέων της Πελοποννήσου γέννησαν την υποψία των Τουρκικών αρχών, αυτές προέβησαν σε σειρά συλλήψεων. Ετσι τους κάλεσαν δήθεν για σύσκεψη στην Τριπολιτσά. Ανάμεσα στους φυλακισμένους ήταν και ο Γερμανός, ο οποίος έφτασε στην πόλη στις 8 Μαρτίου έχοντας αναχωρήσει από την Κυπαρισσία στις 5 Μαρτίου. Πέθανε λόγω των κακουχιών την κράτησής του στις 21 Σεπτεμβρίου 1821.
Γρηγόριος, Επίσκοπος Μεθώνης: Ο μάρτυρας αγωνιστής
Ο Γρηγόριος γεννήθηκε το 1770 μ.Χ. στο χωριό Αλβαινα της Ολυμπίας. Επίσκοπος Μεθώνης Ναυαρίνου και Νεοκάστρου (1816 – 1825 μ.Χ.) χειροτονήθηκε επί πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Κυρίλλου ΣΤ΄ (1813 – 1818 μ.Χ.).
Το 1817 μ.Χ. ταξίδεψε στη Ρωσία και παρουσιάστηκε ενώπιον του τσάρου, στον οποίο με σπάνια ευγλωττία, εξέθεσε τις κακουργίες των Τούρκων κατακτητών και την οικτρή κατάσταση των υπόδουλων Ελλήνων, και από τον οποίο ζήτησε συμπαράσταση και βοήθεια για το δούλο Γένος.
Στη Μεθώνη επέστρεψε το 1818 μ.Χ. με ρωσικό πολεμικό πλοίο. Τότε μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Αναγνωσταρά Παπαγεωργίου. Είναι ο πρώτος από τους αρχιερείς της Πελοποννήσου που μυήθηκε σ’ αυτήν, η δε είσοδός του χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη.
Από την έναρξη της Επανάστασης του 1821 μ.Χ., ο Γρηγόριος αναπτύσσει πολεμική δράση και πρωτοστατεί μαζί με τους οπλαρχηγούς Παπατσώρα, Γρηγοριάδη, Παπατσώνη, Ντούφα, Παπαζαφειρόπουλο, Κων. Πετρ. Μαυρομιχάλη κ.ά. στην πολιορκία των κάστρων της Μεθώνης και του Νεοκάστρου. Μετά από εξάμηνη πολιορκία του Νεοκάστρου οι Τούρκοι παραδόθηκαν και τη συμφωνία παραδόσεως υπέγραψε ο Γρηγόριος (7 Αυγούστου 1821 μ.Χ.).
Η απόβαση του Ιμπραήμ στη Μεθώνη και Κορώνη βρίσκει τον Γρηγόριο στην πρώτη γραμμή και υπερασπίζεται το Παλαιόκαστρο. Μετά την πτώση της Σφακτηρίας, τα χαράματα της 30ης Απριλίου 1825 μ.Χ., ο Γρηγόριος και οι υπερασπιστές του Παλαιοκάστρου αποφάσισαν ηρωική έξοδο. Ο Γρηγόριος τραυματίστηκε και συνελήφθη αιχμάλωτος. Αρνήθηκε να εξισλαμιστεί και να «προσκυνήσει», φυλακίστηκε στο Μπούρτζι της Μεθώνης, όπου υποβλήθηκε σε φρικτά μαρτύρια με αποτέλεσμα να πεθάνει στις 22 Οκτωβρίου 1825 μ.Χ.
Η Εκκλησία μας τον ανακήρυξε άγιο.
Γρηγόριος Κορώνης: Ο δεσπότης που διαμέλισαν οι Τούρκοι
Ο μητροπολίτης Κορώνης Γρηγόριος γεννήθηκε στην Ανδρο και από τη στιγμή που εντάχθηκε στον κλήρο ξεχώρισε για το θάρρος και τις γνώσεις του.
Πριν την επανάσταση ο Γρηγόριος είχε αναπτύξει μεγάλη δράση κατά των Τούρκων σε όλα τα Βαλκάνια.
Οταν πάρθηκε το κάστρο της Καλαμάτας, ξεσηκώθηκαν οι κάτοικοι στα Βουνάρια Κολωνίδων με τους Καράπαυλο και Δαρειώτη. Ηταν τα πρώτα μικροεπεισόδια. Ομως και οι Τούρκοι της Κορώνης αντέδρασαν πονηρά: κάλεσαν τον επίσκοπο Κορώνης Γρηγόριο, αμέσως μετά την πανηγυρική Θεία λειτουργία της 25ης Μαρτίου 1821, να παρουσιαστεί στον αρχιαγά. Οταν ο επίσκοπος πήγε στο κάστρο, συνελήφθη μαζί με τον διάκο του και έναν ακόμα κληρικό ως όμηρος. Και όταν τα επεισόδια άρχισαν να γενικεύονται, οι Τούρκοι κατακρεούργησαν ζωντανό τον αρχιερέα και τους δύο κληρικούς που είχαν στο κάστρο. Τα πτώματά τους τα πέταξαν στα νότια βράχια του κάστρου, στο «ρεσάλτο», φωνάζοντας: “ελάτε μπρε Ρωμιοί να φάτε το κρέας του δεσπότη σας”.
Σε βιβλίο που εξιστορεί τα γεγονότα του πρωινού εκείνου αναφέρονται τα εξής: «… Τον Ιανουάριο του 1824, όλοι οι πρόκριτοι και οι καπεταναίοι της επαρχίας Κορώνης συγκεντρώθηκαν στα Βουνάρια, που ήταν η έδρα του επαρχείου της δημογεροντίας και αποφάσισαν να καταλάβουν το κάστρο με έφοδο. Συγκέντρωσαν δύναμη από 100 Κορωναίους, 205 έμμισθους Βουλγάρους υπό τον Κώστα Σέρβο, 50 Ρουμελιώτες υπό τον Γρίβα, στον οποίον οι πρόκριτοι υπεσχέθησαν μεγάλη αμοιβή και δώρα και λίγους Μανιάτες υπό τους Μαυρομιχαλαίους. Η έφοδος έγινε ίσως στις 14 Φεβρουαρίου. Πενήντα Κορωναίοι με ανεμόσκαλες ανέβηκαν στα τείχη και μπήκαν στο κάστρο. Κάλεσαν τότε τους συμμάχους να ανέβουν και αυτοί, αλλά υπό τον Γρίβα και τον Σέρβο δεν ακολούθησαν. Ο Γρίβας την κρίσιμη αυτή στιγμή ζήτησε εκατό χιλιάδες ρούβλια και παρά τις παρακλήσεις και υποσχέσεις του βουλευτή Ηλία Καράπαυλου, έφυγαν όλοι εκτός από τους Κορωναίους. Μόλις οι Κορωναίοι αντελήφθησαν αυτό, προσπάθησαν να κατέβουν από τα τείχη. Μερικοί όμως δεν μπόρεσαν, έμειναν ίσως 13 που οχυρώθηκαν σε ένα σπίτι επί τρείς ημέρες. Την Τρίτη ημέρα, οι Τούρκοι έριξαν λάδι και πίσσα στο σπιτάκι και του έβαλαν φωτιά και τα παλληκάρια έγιναν ολοκαύτωμα στον βωμό της Ελευθερίας. Τραγικός ο επίλογος της περίφημης εφόδου ή “ρεσάλτο”, όπως είναι γνωστή. Το όνομα αυτό φέρει και η θέση όπου έγινε το σκαρφάλωμα και η είσοδος στο κάστρο. Είναι η ίδια θέση όπου κατακρεουργήθηκε και πετάχτηκε ο τελευταίος επίσκοπος Κορώνης Γρηγόριος Μπίστης, τον Ιούλιο του 1821…».