Στην ακύρωση του διατάγματος του 1935 που όριζε το καθεστώς της Αγίας Σοφίας ως μουσείο προχώρησε το Συμβούλιο της Επικρατείας της Τουρκίας.
Όπως μεταδίδει το τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu, με την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου ανοίγει ο δρόμος για τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί. Eιδικότερα, οι Τούρκοι δικαστές έκριναν πως το διάταγμα του 1934 με υπογραφή του Κεμάλ Ατατούρκ, βάσει του οποίου η Αγία Σοφία απέκτησε το καθεστώς μουσείου, δεν ήταν σύννομη.
To πενταμελές δικαστήριο κόντρα στην πρόταση του Εισαγγελέα απεθάνθη οτι η απόφαση του Κεμάλ το 1935 μετα από 85 δεν είναι σύννομη.Τώρα πλέον το θέμα περνάει στον Ερντογάν ο οποίος θα αποφασίσει τα επόμενα βήματα .
Η τουρκική προεδρία έχει το δικαίωμα να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης σε αυτό το χρονικό διάστημα, κάτι που ωστόσο δεν αναμένεται, καθώς ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν το επιθυμεί.
Πριν ανακοινωθεί η απόφαση ο γαμπρός του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και υπουργός Οικονομικών έκανε ένα tweet χρησιμοποιώντας τον στίχο του ποιητή Necip Fazıl Kısakürek: «Υπομονή νέοι μου! Δεν ξέρω αν θα γίνει σήμερα ή αύριο αλλά η Αγιά Σοφιά θα ανοίξει».
Νωρίτερα, σαφές μήνυμα στην Τουρκία πως η Αγία Σοφία πρέπει να παραμείνει μουσείο έστειλε η UNESCO. Σε κάθε περίπτωση, διεμήνυσε, ό,τι κι αν γίνει, η Τουρκία θα πρέπει να την ενημερώσει εκ των προτέρων.
Η UNESCO πρέπει να ειδοποιηθεί για οποιαδήποτε μετατροπή στο μουσείο της Αγίας Σοφίας, για την οποία πιθανόν θα πρέπει να υπάρξει νέα αξιολόγηση από πλευράς της Επιτροπής Παγκόσμιας Κληρονομιάς, ήταν το μήνυμα που έστειλε την Πέμπτη (09.07.2020) η Εκπαιδευτική, Επιστημονική και Επιμορφωτική Οργάνωση των Ηνωμένων Εθνών στην Τουρκία.
Η UNESCO τόνισε στο Reuters ότι η Αγία Σοφία έχει ενταχθεί στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς ως μουσείο, γεγονός που συνεπάγεται ότι το κράτος όπου βρίσκεται έχει συγκεκριμένες δεσμεύσεις και νομικές υποχρεώσεις. Αυτό σημαίνει πως το κράτος οφείλει «να διασφαλίζει ότι καμία μετατροπή δεν θα υπονομεύσει την εξέχουσα οικουμενική αξία κάθε μνημείου που έχει περιληφθεί στον κατάλογο στην επικράτειά του», εξήγησε η υπηρεσία του ΟΗΕ.
Έντονο διπλωματικό παρασκήνιο
Τα τελευταία 24ωρα υπήρχε έντονο διπλωματικό παρασκήνιο στο τρίγωνο Αγκυρας – Ουάσιγκτον και Μόσχας σχετικά με την Αγία Σοφία, αλλά και ανταλλαγή ανακοινώσεων για την απόφαση των ΗΠΑ να εντάξουν την Κυπριακή Δημοκρατία σε πρόγραμμα στρατιωτικής εκπαίδευσης.
Χθες, το πρακτορείο Reuters μετέδωσε ότι Τούρκοι αξιωματούχοι εκτιμούν ότι ακόμη και σήμερα είναι πιθανή η λήψη απόφασης για μετατροπή της Αγίας Σοφίας από μουσείο σε τζαμί.
Εν τω μεταξύ, ο βοηθός υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Ματ Πάλμερ, εξέφραζε την έντονη ανησυχία της Ουάσιγκτον για τη δραστηριοποίηση της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, επισημαίνοντας πως η Αγκυρα έχει γίνει κοινωνός των αμερικανικών θέσεων. Ως προς το πρόγραμμα Διεθνούς Στρατιωτικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης, στο οποίο εντάχθηκε η Κυπριακή Δημοκρατία, μετά και ανακοινώσεις του ίδιου του υπουργού Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, ο κ. Πάλμερ επισήμανε ότι δεν σηματοδοτεί κάποια αλλαγή στις αμερικανικές θέσεις περί επίλυσης του Κυπριακού.
«Αυτό που μάλλον κάνουμε είναι να υποστηρίξουμε τις προσπάθειες του γ.γ. του ΟΗΕ και του αντιπροσώπου του για να δουν πού είμαστε, τον εντοπισμό κοινών σημείων και για τη σύνταξη των όρων αναφοράς που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως βάση για έναν ανανεωμένο διάλογο», είπε ενδεικτικά. Είχε προηγηθεί η αντίδραση του εκπροσώπου του υπουργείου Εξωτερικών της Τουρκίας Χαμί Ακσόι, ο οποίος δήλωσε ότι «τέτοια βήματα δεν συμβάλλουν στην επίλυση του Κυπριακού και εντείνουν τη σκληρή στάση των Ελληνοκυπρίων».
Σημειώνεται, τέλος, ότι χθες πραγματοποιήθηκε κοινή άσκηση έρευνας και διάσωσης στα νότια της Λεμεσού, με τη συμμετοχή μέσων του Πολεμικού Ναυτικού, της εθνικής φρουράς, μιας γαλλικής και μιας ιταλικής φρεγάτας.
Καλίν: Και τζαμί και μουσείο
Χθες, σε συνέντευξη στο τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu, ο Ιμπραχίμ Καλίν υπογράμμισε πως η μετατροπή της σε τζαμί δεν αφαιρεί από την αξία της.
Αφιερώνοντας ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της συνέντευξης σε αυτό το θέμα, ο Καλίν είπε μεταξύ άλλων ότι «το άνοιγμα της Αγίας Σοφίας σε τζαμί δεν αφαιρεί από την αξία της Αγίας Σοφίας ως ιστορικό μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς», ενώ έσπευσε να ξεκαθαρίσει πως «περισσότεροι άνθρωποι θα μπορούν να την επισκέπτονται».
Ανέφερε, δε, ότι τόσο το Μπλε Τζαμί, όσο και το Τζαμί Φατίχ και το Σουλεμανιγέ λειτουργούν τόσο ως τζαμιά, όσο και ως μουσεία, ενώ είπε ότι και ο καθεδρικός ναός της Παναγίας των Παρισίων λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο, τόσο ως εκκλησία όσο και ως μουσείο.
«Ρωτήστε τους εκπροσώπους των χριστιανικών και εβραϊκών κοινοτήτων μας, θα σας πουν ότι δεν υπάρχει διάκριση στην Τουρκία εναντίον κανενός» είπε παρακάτω.
Η εκκλησία της Αγίας Σοφίας στη Πόλη μετατρέπεται στις 24/1/1935 από την τουρκική κυβέρνηση, από τέμενος σε Μουσείο.
Ο Βυζαντινός Ναός της Ύπατης Σοφίας του Ένσαρκου Λόγου του Θεού, περισσότερο γνωστή ως Αγία Σοφία ή Αγιά-Σοφιά, γνωστός και ως Ναός της Αγίας του Θεού Σοφίας ή απλά Η Μεγάλη Εκκλησία, ήταν από το 360 μέχρι το 1453 ορθόδοξος καθεδρικός ναός της Κωνσταντινούπολης, με εξαίρεση την περίοδο 1204 – 1261 κατά την οποία ήταν ρωμαιοκαθολικός ναός, ενώ μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης μετατράπηκε σε τέμενος, μέχρι το 1934.
Σαν σήμερα 24 Ιανουαρίου 1935 η τουρκική κυβέρνηση αποφασίζει τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας από τέμενος σε μουσείο.
Ανήκει στις κορυφαίες δημιουργίες της βυζαντινής ναοδομίας, πρωτοποριακού σχεδιασμού, και υπήρξε σύμβολο της πόλης, τόσο κατά τη βυζαντινή όσο και κατά την οθωμανική περίοδο. Το παρόν κτίσμα ανεγέρθηκε τον 6ο αιώνα, επί βασιλείας του Ιουστινιανού Α’, από τους μηχανικούς Ανθέμιο από τις Τράλλεις (σημ. Αϊδίνιο) και Ισίδωρο από τη Μίλητο.
Στο ίδιο σημείο, επί του πρώτου λόφου της Κωνσταντινούπολης και σε κοντινή απόσταση από το Μέγα Παλάτιον και τον Ιππόδρομο της πόλης, είχαν χτιστεί παλαιότερα δύο ακόμα ναοί που καταστράφηκαν από πυρκαγιά.
Το οικοδόμημα ακολουθεί τον αρχιτεκτονικό ρυθμό της τρουλαίας βασιλικής και συνδυάζει στοιχεία της πρώιμης βυζαντινής ναοδομίας, σε πολύ μεγάλη κλίμακα.
Αρχιτεκτονικές επιρροές της Αγίας Σοφίας εντοπίζονται σε αρκετούς μεταγενέστερους ορθόδοξους ναούς αλλά και σε οθωμανικά τζαμιά, όπως στο τέμενος του Σουλεϊμάν και στο Σουλταναχμέτ τζαμί.
Εκτός από τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό της, η Αγία Σοφία ξεχωρίζει επίσης για τον πλούσιο εσωτερικό διάκοσμό της, που σε μεγάλο βαθμό καταστράφηκε στην πορεία του χρόνου.
Ιστορία
Μετά τα εγκαίνια της Κωνσταντινούπολης το 330, η ανέγερση ενός ναού της Αγίας Σοφίας υπήρξε τμήμα ενός ευρύτερου προγράμματος οικοδόμησης γύρω από το Μέγα Παλάτι. Η πρώτη Αγία Σοφία εγκαινιάστηκε το 360 επί της αυτοκρατορίας του Κωνσταντίου Β’ και μαζί με το ναό της Αγίας Ειρήνης αποτελούσε τον κύριο καθεδρικό ναό της πρωτεύουσας και έδρα του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης. Εικάζεται ότι επρόκειτο για ξυλόστεγη βασιλική, τρίκλιτη ή πεντάκλιτη. Καταστράφηκε από πυρκαγιά το 404 και χτίστηκε εξαρχής τα επόμενα χρόνια.
Ο νέος ναός εγκαινιάστηκε το 415 επί βασιλείας του Θεοδοσίου Β’. Αν και λίγα συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν ως προς την αρχιτεκτονική αξία του οικοδομήματος, οι ιστορικές πηγές μαρτυρούν πως στο εσωτερικό του φυλάσσονταν ιερά κειμήλια μεγάλης αξίας, από χρυσό ή ασήμι.
Σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες προσπάθειες αναπαράστασης του ναού, υποθέτουμε πως είχε εύρος 52 μ. αποτελούμενη από ένα κεντρικό κλίτος και τέσσερεις διακριτούς διαδρόμους. Κατά τη Στάση του Νίκα το 532, υπέστη μεγάλη φθορά και το κτίσιμο του ναού που διατηρείται ως σήμερα δρομολογήθηκε από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό Α’. Αρχιτέκτονες του ναού ήταν οι γεωμέτρες Ανθέμιος από τις Τράλλεις και ο Ισίδωρος από τη Μίλητο.
Η κατασκευή του ολοκληρώθηκε σε μικρό χρονικό διάστημα και τα εγκαίνιά του τελέστηκαν στις 27 Δεκεμβρίου του 537. Τότε, σύμφωνα με το θρύλο, ο Ιουστινιανός αναφώνησε «Δόξα τω Θεώ τω καταξιώσαντί με τοιούτον έργον επιτελέσαι. Νενίκηκά σε, Σολομών!», θέλοντας έτσι να εκφράσει το θαυμασμό του για το μνημείο το οποίο ήταν πιο θαυμαστό από τον Ναό του Σολομώντα στα Ιεροσόλυμα. Τριακόσια και πλέον εκατομμύρια χρυσών δραχμών, κατ΄ αντιστοιχία, είχαν δαπανηθεί για την ανέγερση αυτού του Ναού. Τα “θυρανοίξια” της Αγιάς Σοφιάς ακολούθησαν θυσίες χιλιάδων ελαφιών, βοών, προβάτων και ορνίθων και διανομή χιλιάδων μοδίων σίτου στους φτωχούς καθώς και πολυήμερη πανήγυρη.
Στο προαύλιο του ναού λέγεται πως υπήρχε κρήνη στην οποία ανεγράφετο η καρκινική φράση “ΝΙΨΟΝΑΝΟΜΗΜΑΤΑΜΗΜΟΝΑΝΟΨΙΝ”, (νίψον ανομήματα μη μόναν όψιν = ξέπλυνε δηλαδή τις αμαρτίες σου και όχι μόνο το πρόσωπό σου).
Η φράση αυτή, αν αναγνωσθεί ανάποδα (από δεξιά προς τα αριστερά) αποδίδει τις ίδιες λέξεις και επομένως και το αυτό νόημα.
Την εποχή του Ιουστινιανού, η Αγία Σοφία είχε χίλιους κληρικούς. Η νεαρά του Ηρακλείου, που βασίλεψε τον έβδομο αιώνα μας αναφέρει:
Πρεσβυτέρους … 80
Διακόνους … 150
Διακόνισσες … 40
Υποδιάκονους … 70
Αναγνώστες … 160
Ψάλτες … 25
Θυρωρούς … 75
Σύνολο: 600
Ο αριθμός των κληρικών είχε ελαττωθεί κατά τα τελευταία έτη του κράτους, όταν τα εισοδήματα της εκκλησίας αρκούσαν μόλις για την φωταψία του ναού.
Είκοσι χρόνια μετά τα πρώτα εγκαίνια, εξαιτίας των σεισμών του 557, ο τολμηρότατος στη σύλληψη και κατασκευή, για την εποχή του, θόλος κατέπεσε και συνέτριψε την αψίδα παρά τον ιερό άμβωνα, τον ίδιο τον άμβωνα, το κιβώριο και την Αγία Τράπεζα.
O ανιψιός του Ισιδώρου, ο Ισίδωρος ο νεότερος, ανέλαβε και έκτισε το νέο θόλο που υφίσταται μέχρι σήμερα. Μια περιγραφή του παραδίδεται από τον ιστορικό Αγαθία, από την οποία συμπεραίνεται πως ο αρχικός τρούλος ήταν μάλλον ευρύτερος και χαμηλότερος από το δεύτερο. Στις 24 Δεκεμβρίου του 563 υπό τον Πατριάρχη Ευτύχιο τελέστηκαν τα δεύτερα εγκαίνια παρουσία του Αυτοκράτορα και του λαού της Κωνσταντινούπολης.
Ο ναός αποτέλεσε σε όλη τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας την έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και υπήρξε ο σημαντικότερος ναός της Ορθόδοξης εκκλησίας.
Κατά την περίοδο των Σταυροφοριών και συγκεκριμένα κατά την περίοδο 1204-1261 ο ναός έγινε Ρωμαιοκαθολικός και μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος.
Ειδικότερα και κατά την διάρκεια της άλωσης από τους Φράγκους, η Αγία Σοφία υπέστη τεράστιες ζημιές. Επίσης κατά την περίοδο την Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έγιναν στο ναό σημαντικές καταστροφές στις τοιχογραφίες του ναού (ασβεστώθηκαν), αφού η απεικόνιση του ανθρώπινου σώματος θεωρείται βλασφημία για το Ισλάμ.
Ο ναός με την σπουδαία αρχιτεκτονική του αποτέλεσε πρότυπο για την κατασκευή και άλλων τεμενών όπως το Μπλε Τζαμί. To 1930 o Μουσταφά Κεμάλ, στα πλαίσια του εκσυγχρονισμού της Τουρκίας μετέτρεψε το τέμενος σε μουσείο.
Σήμερα ο ναός εξακολουθεί να είναι μουσείο, ενώ πραγματοποιούνται σε αυτόν πολιτιστικές εκδηλώσεις, αλλά και εκδηλώσεις που θεωρούνται από ορισμένους ότι δεν αρμόζουν στο χώρο, όπως επιδείξεις μόδας. Παράλληλα γίνονται προσπάθειες για τη διάσωση των ψηφιδωτών του ναού.
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ
Ο ναός είναι κτισμένος σε αρχιτεκτονικό ρυθμό βασιλικής με τρούλο. Ο κυρίως χώρος του κτίσματος έχει σχήμα περίπου κύβου.
Τέσσερις τεράστιοι πεσσοί, (κτιστοί τετράγωνοι στύλοι), που απέχουν μεταξύ τους ο ένας από τον άλλο 30 μ., στηρίζουν τα τέσσερα μεγάλα τόξα πάνω στα οποία εδράζεται ο τρούλος, με διάμετρο 31 μέτρων. Ο τρούλος δίνει την εντύπωση ότι αιωρείται εξαιτίας των παραθύρων που βρίσκονται γύρω στη βάση του (ο σύγχρονος ιστορικός Προκόπιος λέει: …δίνει την εντύπωση ότι είναι ένα κομμάτι ουρανού που κρέμεται στη γη…).
Γενικά ο ναός είναι ορθογώνιο οικοδόμημα μήκους 78,16 μ. και πλάτους 71,82 μ. κτισμένο στη ΝΔ. πλευρά του πρώτου λόφου της Πόλης με κατεύθυνση ΝΑ. Περιβάλλεται από δύο αυλές την βόρεια και την δυτική καλούμενη και αίθριο. Συνορεύει Ν με τα Πατριαρχικά κτίρια τα οποία συνδέονταν με το Αυγουσταίο, τη μεγάλη δηλαδή πλατεία που βρίσκοταν το λαμπρό από πορφυρό μάρμαρο άγαλμα της Αυγούστας Ελένης.
Εσωτερικά ο Ναός διαιρείται από δύο κιονοστοιχίες εξαρτώμενες από τους πεσσούς σε τρία κλίτη. Ο όλος Ναός αποτελείται από τα εξής μέρη:
Το αίθριο: υπαίθρια μαρμαρόστρωτη και περίστυλη αυλή στο μέσον της οποίας ήταν η “κομψή φιάλη” η μαρμάρινη κρήνη που έφερε την ονομαστή καρκινική επιγραφή “ΝΙΨΟΝ ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ ΜΗ ΜΟΝΑΝ ΟΨΙΝ”. Στο αίθριο επίσης φέρονται κάποια ίχνη οικοδομήματος.
O έξω και o κυρίως νάρθηκας: Πέντε πύλες από το αίθριο οδηγούν στον έξω νάρθηκα και απο αυτόν άλλες πέντε πύλες οδηγούν στον εσωτερικό νάρθηκα, από τις οποίες η μεσαία πύλη λέγεται και Μεγάλη ή Ωραία Πύλη. Από τον έσω νάρθηκα εννέα πύλες, τρεις ανά κλίτος οδηγούν στον κυρίως Ναό. Οι τρεις μεσαίες εξ αυτών καλούνται Βασιλικές πύλες επειδή εξ αυτών εισήρχετο ο Αυτοκράτορας στις επίσημες τελετές. Και οι δύο νάρθηκες καταλάμβάνουν περίπου το ίδιο πλάτος του Ναού με μικρό μήκος εισόδου ο καθένας. Εκατέρωθεν του νάρθηκα διασώζονται προσαρτήματα μεγάλης ιστορικής σημασίας. Το προς Ν. εκαλείτο Προπύλαιο του Νάρθηκα ή Ωραία Πύλη που από τον 10ο αιώνα ήταν η κύρια είσοδος στον Ναό. Δεξιά αυτού του προπυλαίου ήταν το αποδυτήριον (μητατώριον) όπου ο Αυτοκράτορας κατά την είσοδό του άλλαζε το τζιτζάκιο και φορούσε το σαγίο. Πάνω από τον έσω νάρθηκα είναι ο γυναικωνίτης, εξ ου και το όνομα “νάρθηξ γυναικωνίτιδος” η είσοδος στον οποίο οδηγούσε άλλο προαύλιο της Β. πλευράς (στο σχέδιο κάτω πλευράς).
Ο κύριος Ναός: Η είσοδος στον κυρίως Ναό όπως προαναφέρθηκε ήταν οι τρεις Βασιλικές πύλες και οι έξι, ανά τρεις εκατέρωθεν, του έσω νάρθηκα. Ο κυρίως Ναός χωρίζεται σε τρία κλίτη (στοές θα λέγαμε σήμερα) των οποίων το μεσαίο είναι διπλάσιου πλάτους των εκατέρωθεν. Το εσωτερικό σχέδιο είναι απλούν. Τέσσερις πεσσοί, κτιστοί στύλοι, συνδέονται μεταξύ τους με υπερώα τόξα στα οποία και φέρονται επιθόλια τόξα συναποτελώντας έτσι μια περιμετρική βάση επί της οποίας και εδράζει ο τεράστιος θόλος.
Η περιμετρική βάση φέρει πλήθος στυλιδίων υπό μορφή παραθύρων από τα οποία και ολόκληρος ο Ναός καταυγάζεται από το φως. Η όλη κατασκευή παρουσιάζει πράγματι την εντύπωση μια αρμονίας φωτός και αρχιτεκτονικής. Τα 100 αυτά παράθυρα, 40 επί της στεφάνης του θόλου και τα υπόλοιπα στα ημιθόλια,τις κόγχες και τους τοίχους προσδίδουν την εικόνα της ανακρέμασης του θόλου από τον ουρανό, οι δε ακτίνες του Ήλιου που εισέρχονται στο χώρο δίνουν την εντύπωση να άγονται από τους ουρανούς.
Γενικά τα τόξα, τα ημιθόλια και ο εκπληκτικός θόλος στηρίζονται στους τέσσερις πεσσούς οι λίθοι των οποίων φέρονται στερεομένοι με χυτό μόλυβδο και σιδερένιους μοχλούς. Στη δε κατασκευή του θόλου έχουν χρησιμοποιηθεί ελαφρόπετρες από την Ρόδο που φέρουν την επιγραφή “Μεγάλης Εκκλησσίας του Κωνσταντίνου”. Εξωτερικά και επί της κορυφής του θόλου φέροταν ο μέγας “ερυσίπτολις σταυρός” (=έρεισμα της πόλης), που έχει αντικατασταθεί με την ημισέληνο.
Μετά την μετατροπή του ναού σε μουσουλμανικό τέμενος προστέθηκαν τέσσερις μιναρέδες.