Μονή Αγίου Ιωάννου: το μοναστήρι του Μακρυγιάννη

 

Η Παλαιά Ιερά Μονή του Αγίου Ιωάννου του Τιμίου Προδρόμου βρίσκεται σε απόσταση περίπου 6 χιλιομέτρων Ν.Α. της Δεσφίνας.

Εχει κτιστεί σε δύσβατη τοποθεσία που λέγεται «Δρυμώνας», σε μία απρόσιτη και αθέατη χαράδρα, κατά τους χρόνους των Παλαιολόγων (επί Ανδρονίκου 1376-1379) τον 13ο ή 14ο αιώνα.

Κατά την περίοδο της Εθνικής Επανάστασης του 1821, το μοναστήρι αποτέλεσε καταφύγιο και παράλληλα εκκολαπτήριο μεγάλων μορφών του Αγώνα.

Εδώ πρωτοεμόνασε ο εθνεγέρτης της Ρούμελης Δεσπότης Ησαΐας, Επίσκοπος Σαλώνων και φιλοξένησε στις μοναχικές τάξεις σε νεαρά ηλικία τον ηρωικό Αθανάσιο Διάκο.

Σε αυτό το μοναστήρι αφιέρωσε την “καντήλα” του ο στρατηγός Μακρυγιάννης, όπως αναφέρει στα απομνημονεύματά του. Ο Μακρυγιάννης είχε συγγενείς και επισκεπτόταν συχνά την περιοχή. Ο ιερός χώρος της Μονής τού ήταν πολύ οικείος αλλά και η σχέση του με τον Τίμιο Πρόδρομο υπήρξε καθοριστική στη ζωή του... γι’ αυτό και λέγεται και “μοναστήρι του Μακρυγιάννη”!

Σε μία από τις πρώτες ήδη σελίδες των Απομνημονευμάτων του, ο Μακρυγιάννης παρουσιάζει ένα χαρακτηριστικό γεγονός των παιδικών του χρόνων. Γεγονός που εκφράζει εύγλωττα τους δύο πόλους γύρω από τους οποίους θα στραφεί όλη του η ζωή: τη ζωντανή πίστη του στον Θεό και την αγνή φιλοπατρία του.

«... Εγινα ως δεκατέσσερων χρονών και πήγα εις έναν πατριώτην μου εις Ντεσφίναν... Στάθηκα με εκείνον μία ημέρα. Ηταν γιορτή και παγγύρι τ’ Αγιαννιού. Πήγαμεν εις το παγγύρι·μόδωσε το ντουφέκι του να το βαστώ. Εγώ θέλησα να το ρίξω, ετζακίστη. Τότε μ’ έπιασε σε όλον τον κόσμο ομπρός και με πέθανε εις το ξύλο. Δεν μ’ έβλαβε το ξύλο τόσο, περισσότερον η ντροπή του κόσμου. Τότε όλοι τρώγαν και πίναν και εγώ έκλαιγα...

Αυτό το παράπονο δεν ηύρα άλλον κριτή να το ειπώ να με δικιώση, έκρινα εύλογον να προστρέξω εις τον Αι-Γιάννη, ότι εις το σπίτι του μόγινε αυτείνη η ζημία και η ατιμία...

Μπαίνω τη νύχτα μέσα εις την εκκλησιά του και κλειώ την πόρτα κι αρχινώ τα κλάματα με μεγάλες φωνές και μετάνοιες: “τ’ είναι αυτό οπούγινε σε μέναν, γομάρι είμαι να με δέρνουν;”...

Και τον περικαλώ να μου δώση άρματα καλά κι ασημένια και δεκαπέντε πουγγιά χρήματα και εγώ θα του φκιάσω ένα μεγάλο καντήλι ασημένιον...

Με τις πολλές φωνές κάμαμεν τις συμφωνίες με τον άγιον...».

Πέρασαν χρόνια κι ο μικρός Μακρυγιάννης ανδρώθηκε και “έκανε κατάστασιν” (απέκτησε χρήματα), όμως δεν ξέχασε “τις συμφωνίες με τον αληθινόν φίλον του”:

«Τότε έφκιασα ντουφέκι ασημένιον, πιστιόλες κα άρματα και ένα καντήλι καλό. Και αρματωμένος καλά και συγυρισμένος, το πήρα και πήγα εις τον προστάτην μου και ευεργέτην μου και αληθινόν φίλον, -τον Αι-Γιάννη, και σώζεται ως την σήμερον- έχω και τόνομά μου γραμμένο εις το καντήλι...

Και τον προσκύνησα με δάκρυα από μέσα από τα σπλάχνα μου, ότι θυμήθηκα όλες μου τις ταλαιπωρίες οπού εδοκίμασα...».



 

Τα Βοιωτικά Μοναστήρια στην Επανάσταση του 1821

 

Την περίοδο της Τουρκοκρατίας τα Βοιωτικά Μοναστήρια αναδεικνύονται σε κινητήριες δυνάμεις του αγώνα των υπόδουλων Ρωμιών εναντίον των Τούρκων κατακτητών.

Από το μεγαλόπρεπο βασιλομονάστηρο του Οσίου Λουκά ξεκινάει η φλόγα της Επανάστασης στη Ρούμελη το 1821 και στο ταπεινό μικρομονάστηρο του Αγίου Νικολάου Υψηλάντη το 1829, υπογράφεται η λήξη του εννεαετούς πολέμου με τους Τούρκους, μετά την ήττα των Τούρκων στη Μάχη της Πέτρας υπό τον Δημήτριο Υψηλάντη. Ο Ανδρέας Βερούσης, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ο Αθανάσιος Διάκος, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης και πολλοί άλλοι οπλαρχηγοί συνδέονται με τα μοναστήρια της περιοχής, όπως του Οσίου Λουκά, της Ιερουσαλήμ, του Οσίου Σεραφείμ, της Λυκούρεση, της Ευαγγελίστριας Ζαγαρά, του Αγίου Νικολάου, της Μακαριώτισσας, και τα κάνουν ορμητήρια του επαναστατικού αγώνα. Εκεί συγκεντρώνουν τους επαναστατημένους Ρωμιούς, προετοιμάζουν και εφοδιάζουν τον στρατό τους με πυρομαχικά και τροφές που μαζεύουν οι μοναχοί και ξεχύνονται στη μάχη κατά του εχθρού για τη λευτεριά της πατρίδας. Μετά την κήρυξη της Επανάστασης στην Πελοπόννησο, σειρά έχει η Ρούμελη.

Στην Ιερά Μονή του Οσίου Λουκά την 27η Μαρτίου 1821, κηρύσσεται η Επανάσταση στη Ρούμελη με επικεφαλής τον Δεσπότη των Σαλώνων Ησαΐα, τον Αθανάσιο Διάκο και τον εκπρόσωπο της Φιλικής Εταιρείας Αθανάσιο Ζαρείφη· στο Καθολικό της Μονής γίνεται δοξολογία, ευλογούνται τα όπλα και όλοι, κλήρος και λαός ξεχύνονται στον αγώνα υπέρ πίστεως και πατρίδος.

Ο Αθανάσιος Διάκος ξεκινάει για να καταλάβει τη Λιβαδειά, ο Ησαΐας Σαλώνων φεύγει για την Αμφισσα, μεταφέροντας το μήνυμα της Επανάστασης στη Δωρίδα και τη Λοκρίδα, ενώ οι μοναχοί της Μονής, εκατό τον αριθμό, μαζί με τους κατοίκους των γύρω χωριών κατευθύνονται στο Δίστομο, όπου συλλαμβάνουν τον Αστυνόμο του Διστόμου και αδελφό του βοεβόδα της Λιβαδειάς με τη συνοδεία του.

Ο Οσιος Λουκάς γίνεται ορμητήριο των επαναστατημένων και διατρέφει τα στρατεύματα που καταλύουν στο μοναστήρι. Οταν το 1823 ο στρατός του Μπερκόφτσαλη καταστρέφει τα πάντα στο διάβα του, αρπάζοντας τις τροφές και καίγοντας τα χωριά, το Μοναστήρι γίνεται τροφός και καταφύγιο των υπόδουλων Ρωμιών.

Το Μοναστήρι σύμφωνα με έγγραφα που έχουν σωθεί, προμηθεύει με τρόφιμα και χρήματα τον αγώνα και τους οπλαρχηγούς Διάκο, Ανδρούτσο, Γκούρα, Κριεζώτη, Τζαβέλλα, Καραϊσκάκη, κ.ά.

 

Αναλυτικά έδωσε:

Από 27 Μαρτίου μέχρι 6 Απριλίου του 1821 διέτρεφε όλο τον στρατό του Διάκου. Επίσης, έδωσε στην Εφορία της Λιβαδειάς 300 γρόσια για την επανάσταση.

Το 1823 έδωσε 191 οκάδες λάδι.

Το 1824 έδωσε προς την Εφορία και τον στρατό του Οδυσσέα Ανδρούτσου, σύμφωνα με έγγραφο της Εφορίας Λιβαδειάς, 71 οκάδες λάδι, 461 οκάδες ψωμί, 20.250 οκάδες σιτάρι, 7.533 οκάδες κριθάρι, 1.450 αιγοπρόβατα, 3.200 οκάδες οίνο, 950 οκάδες τυρί, 3.250 οκάδες ελιές.

Το 1824 σε στράτευμα στο Δίστομο έδωσε ψωμί, 50 αιγοπρόβατα και 397 οκάδες λάδι.

Το 1826 έδωσε 900 οκάδες αλεύρι και 700 γρόσια.

Το 1828 έδωσε 80 οκάδες κρασί, 50 οκάδες ελιές και 20 λάδι.

Το 1829 έδωσε 1.540 οκάδες κρασί, 210 οκάδες ελιές, 230 οκάδες τυρί, 75 οκάδες σίτο, 140 οκάδες όσπρια, 450 οκάδες κριθάρι, 52 οκάδες λάδι, 12 αίγες, 10 οκάδες αραβόσιτο καθώς και 2.000 γρόσια. [Γεωργίου Κρέμου, Ιστορία της εν τη Φωκίδι Μονής του Οσίου Λουκά τουπίκλην Στειριώτου, τόμος Β΄, (Εν Αθήναις: Εκδ. Εκ του τυπογραφείου της Εφημερίδος των Συζητήσεων, 1880), σελ.108-109]. Αυτά και πολλά άλλα για τα οποία δεν έχουν σωθεί αποδείξεις, έδωσε το Μοναστήρι του Οσίου Λουκά για την Επανάσταση.

Κι όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ιστορικός της Μονής Γεώργιος Κρέμος: «Απερίγραπτοι αι θυσίαι αίματος, χρημάτων και τροφών, ας η μονή εποίησε κατά την επανάστασιν, ου ένεκα αυτή τε και οι μονασταί αυτής επτώχευσαν». (Γ. Κρέμου, όπ.π. σελ.109).

 

Μονή Ιερουσαλήμ

 

«Αυτό το μοναστήρι ήταν τόσο σφιχτοδεμένο με την Επανάσταση, που λες κι όλη του η ιστορία είναι ριγμένη σε κείνα τα χρόνια. Στο μεγάλο ξεσηκωμό, η Ιερουσαλήμ έλαβε ενεργά μέρος όσο λίγα...» [Τάκη Λάππα, Βοιωτικά Μοναστήρια, (Λιβαδειά: Εκδ. Πνευματικό Κέντρο Δήμου Λεβαδέων, 1999), σελ.49]. Τούτα τα λόγια του ιστορικού της Ρούμελης Τάκη Λάππα, συνοψίζουν με δύο λέξεις όλη τη συμβολή της Μονής στον αγώνα του ’21. Η Μονή καθίσταται κέντρο του αγώνα στην περιοχή και ανεφοδιάζει τα στρατεύματα των επαναστατημένων, δίνοντας όλα τα εισοδήματά της για τον αγώνα και την επιβίωση των υπόδουλων οικογενειών.

Πυρπολείται και λεηλατείται από τους Τούρκους, μα στέκεται όρθια και συμβάλλει στη σημαντική για τη συνέχεια του αγώνα νικηφόρα μάχη της Αράχωβας, το Νοέμβριο του 1826 υπό τον Γεώργιο Καραϊσκάκη. Με μήνυμα που έστειλε η Μονή στον Καραϊσκάκη σχετικά με το σχέδιο κινήσεως των τουρκικών στρατευμάτων που σκόπευαν να διαβούν μέσω της Αράχωβας στα Σάλωνα, κατάφερε ο αρχιστράτηγος της Ρούμελης να προετοιμαστεί και να διαλύσει τα πολυάριθμα τουρκικά στρατεύματα μόλις έφτασαν στην Αράχωβα.

 

Μονή Οσίου Σεραφείμ

 

Εκεί, ένεκα του απόμερου της θέσεως της Μονής, προετοιμάζονταν και εκπαιδεύονταν τα παλληκάρια για την Επανάσταση. Από τούτο το Μοναστήρι πέρασε πολλές φορές ο Αρχιστράτηγος της Ρούμελης Γεώργιος Καραϊσκάκης, μα πέρασε και το Νοέμβρη του 1826 σαν πήγαινε στη Ράχωβα για τη γνωστή Μάχη, και μπροστά στην εικόνα του Αη Σεραφείμ ζήτησε τη βοήθειά του.

Το Νοέμβρη του 1826 οι Τούρκοι επιτίθενται στη Μονή την οποία υπερασπίζουν οι στρατιώτες του Καραϊσκάκη, ενώ τον Οκτώβρη του 1828 Τουρκαλβανοί ταμπουρώνονται στη μονή, όμως οι άνδρες του Δημητρίου Υψηλάντη πολιορκούν το μοναστήρι και αναγκάζουν τους Τουρκαλβανούς να παραδοθούν. Πολλές φορές οι Τούρκοι κατέλαβαν το μοναστήρι, το λεηλάτησαν και το πυρπόλησαν στα χρόνια της σκλαβιάς.

 

Μονή Λυκούρεση

 

Την 27η Μάρτη του 1821 ο Αθανάσιος Διάκος φεύγει από τη Μονή του Οσίου Λουκά και πηγαίνει στη Μονή Λυκούρεση στη Χαιρώνεια, όπου συγκεντρώνει στρατό από όλα τα γύρω χωριά και κινάει για τη Λιβαδειά, την οποία ελευθερώνει την 31η του Μάρτη. Την επομένη 1η Απρίλη, σύσσωμη η Λιβαδειά ελεύθερη πια, ευχαριστεί τον Θεό με δοξολογία στο Ναό της Αγίας Παρασκευής, παρόντος του ελευθερωτή της Αθανασίου Διάκου και του Σαλώνων Ησαΐα. Οι δύο άνδρες λίγες μέρες αργότερα θα πέσουν ηρωικά μαχόμενοι για την ελευθερία της πατρίδος. 23 Απριλίου, ανήμερα του Αη Γιωργιού, ο Ησαΐας πέφτει μαχόμενος στη Χαλκωμάτα και ο Διάκος συλλαμβάνεται στην Αλαμάνα.

 

Μονή Μακαριωτίσσης

 

Λόγω της θέσεώς της, ήταν πέρασμα μεταφοράς πολεμοφοδίων και στρατού μεταξύ Πελοποννήσου και Στερεάς. Το Νοέμβριο του 1826 Τουρκαλβανοί υπό τον Μουσταφάμπεη καταλαμβάνουν τη μονή και πυρπολούν τον Ναό.

 

Μονή Ευαγγελιστρίας

 

Πάνω από το μοναστήρι υπήρχε στρατόπεδο όπου εκπαιδεύονταν τα παλληκάρια. Η Μονή σύμφωνα με έγγραφο των Γενικών Αρχείων του Κράτους, το 1822 έδωσε για τον αγώνα 100 γρόσια.

 

Αγιά Σωτήρα Μαυροματίου

 

Στο μετόχι της Μονής Σαγματά, την Αγιά Σωτήρα Μαυροματίου, έγινε την 26η Οκτωβρίου 1825 η μάχη της Αγια-Σωτήρας, με αρχηγό τον Αθανάσιο Σκουρτανιώτη. Ο Σκουρτανιώτης με 70 παλληκάρια του θυσιάστηκε αντιμετωπίζοντας τους Τούρκους, οι οποίοι έριξαν αναμμένα κλαδιά με θειάφι και ρετσίνι μέσα στην εκκλησία της Αγια-Σωτήρας, όπου είχαν κλεισθεί οι Ελληνες. Μόνο ένας μοναχός ονόματι Πανάρετος γλύτωσε.

 

Μονή Αγίου Νικολάου Υψηλάντη

 

Στη Μονή υπεγράφη το τέλος του εννεαετούς αγώνα εναντίον των Τούρκων. Ο Δημήτριος Υψηλάντης την 28η Αυγούστου 1829 έστησε το στρατηγείο του στη Μονή Υψηλάντη διευθύνοντας από εκεί τη Μάχη της Πέτρας, όπου οι Τούρκοι υπέστησαν βαριά ήττα και αναγκάστηκαν να ζητήσουν σύναψη ειρήνης. Μέσα σε ένα κελί της Μονής του Αγίου Νικολάου, τη 13η Σεπτεμβρίου 1829, υπεγράφη η συνθηκολόγηση των Τούρκων και έληξε η επανάσταση των Ελλήνων ενάντια στην τεσσάρων αιώνων οθωμανική σκλαβιά.