Ο Κοσμάς ο Αιτωλός , ο ευρύτετα γνωστός ως πατρο-Κοσμάς απετέλεσε μία από τις πλέον φωτισμένες προσωπικότητες του Ελληνισμού, που έδρασαν στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Τον Αύγουστο του 1779, 42 χρόνια ριν την έναρξη της επανάστασης συνελήφθη στην Αλβανία και εκτελέστηκε. Εκείνος ο Αύγουστος ήταν που σημάδεψε τον Ελληνισμό αλλά και την μετέπειτα πορεία του έθνους …
Γεννήθηκε, έζησε και μαρτύρησε κατά τον 18ο αιώνα και συνέβαλε σημαντικά σε μία δύσκολη περίοδο για τον ελληνισμό, στη διατήρηση της κοινής Ρωμαίικης Ελληνικής συνειδήσεως, η οποία μετά από τριακόσια έτη σκλαβιάς, κινδύνευε από τον προσηλυτισμό της Καθολικής Εκκλησίας, τον εξισλαμισμό του έθνους και την έλλειψη μόρφωσης. Ο Κοσμάς, διάγοντας αγώνα για περισσότερα από 20 έτη, στόχο έθεσε την επιμόρφωση του Ελλήνων, την οποία στήριξε με την ίδρυση σχολείων και με τις περίφημες ομιλίες του, με αποτέλεσμα να σταθεί ως “η άλλη όψη της εκδυτικισμένης παράδοσης των λογίων της Τουρκοκρατίας, σημάδι αφύπνισης και αντίστασης στην προϊούσα ραγδαία αλλοτρίωση της ελληνικότητας του υπόδουλου γένους”. Βρήκε μαρτυρικό θάνατο, το 1779, όταν απαγχονίστηκε μετά από εντολή του Τούρκου Πασά Κούρτ.
Το κατά κόσμον όνομα του Κοσμά του Αιτωλού ήταν Κώνστας, ενώ τα σχετικά με το επώνυμό του και την τοποθεσία γέννησής του δεν είναι με ακρίβεια γνωστά. Για τον τόπο γεννήσεώς του υπάρχει διχογνωμία, μεταξύ των χωριών Μέγα Δένδρο και Ταξιάρχης, τα οποία βρίσκονται κοντά στο Θέρμο στην περιοχή της Αιτωλίας. Από τις μαρτυρίες αυτές μάλλον πιο αξιόπιστη πρέπει να θεωρηθεί η πρώτη, αφού ο Νικόδημος ο Αγιορείτης και πιο σύγχρονος του Κοσμά του Αιτωλού είναι και αυτήκοος μάρτυρας κατά δήλωσή του. Ως πιθανότερη ημερομηνία γέννησης δεχόμαστε το έτος 1714, από έμμεση μαρτυρία του Αγίου Νικοδήμου, αφού αναφέρει πως εκοιμήθη σε ηλικία 65 ετών, χωρίς να απορρίπτονται και οι απόψεις των Σ. Παπακυριακού και Κ.Σ. Κώνστα, που αναφέρουν ως πιθανά έτη το 1700 και 1707 αντίστοιχα.
Στοιχειώδη μόρφωση άρχισε να λαμβάνει από παιδική ηλικία δίπλα στον ιεροδιάκονο Γεράσιμο Λούτσικα, ενώ περίπου σε ηλικία 20 ετών άρχισε να διδάσκεται τα “γραμματικά” από τον ιεροδιάκονο Ανανία, εργαζόμενος ταυτοχρόνως ως υποδιδάσκαλος. Μερικά έτη αργότερα εντάχθηκε στην Αθωνιάδα σχολή, την εποχή της μεγάλη άνθισης της σχολής υπό τη διεύθυνση του Ευγενίου Βούλγαρη. Εν συνεχεία θα εισέλθει στο Άγιο Όρος, όπου θα παραμείνει για 17 έτη. Ο Άγιος μετά βεβαιότητος τη δεκαετία 1750-1760 παρέμεινε στη Μονή Φιλοθέου, αλλά σύμφωνα με τη δική του μαρτυρία, έκλαιε 17 έτη για τις αμαρτίες του. Για τα επιπρόσθετα επτά έτη καμία ασφαλής πληροφορία δεν υπάρχει, παρά την αναφορά του Απ. Βακαλόπουλου, ότι ο Άγιος βρισκόταν από 1767 στο Άγιο Όρος,καθώς κάτι τέτοιο δεν το στηρίζει σε πρωτογενείς πηγές. Στο Άγιο Όρος μάλιστα μας πληροφορεί ο ίδιος ο Κοσμάς, πως έλαβε μεγάλο μέρος της μόρφωσής του αφού εκεί εδιδάχθηκε “πολλών λογιών γράμματα,εβραϊκά, τουρκικά, φραγκικά και από όλα τα έθνη” ενώ για τη γενικότερη μόρφωσή του μας αναφέρει πως “έφθειρα την ζωήν μου εις την σπουδήν σαράντα-πενήντα χρόνους, εγώ εδιάβασα και περί ιερέων και περί ασεβών και περί αθέων και περί αιρετικών, τα βάθη της σοφίας ερεύνησα”. Έτσι η μόρφωση που τελικά απέκτησε ήταν πολυποίκιλη, αφού και μέσα από το έργο του διακρίνονται ακόμα και φιλοσοφικές επιρροές, παρμένες από το Σωκράτη και τον Όμηρο, καθώς και επιστημονικές απόψεις των προσωκρατικών φιλοσόφων. Η βάση όμως της μορφώσεως του αναμφιβόλως υπήρξε η εξαιρετική γνώση τόσο της Παλαιάς, όσο και της Καινής Διαθήκης.
Οι περιοδείες του
Ο Κοσμάς ο Αιτωλός άφησε το Άγιο Όρος περίπου στα τέλη της δεκαετίας του 1760 και κινήθηκε προς την Κωνσταντινούπολη για να πάρει ευλογία από τον Πατριάρχη Σεραφείμ Β΄, ώστε να ξεκινήσει το ιεραποστολικό του έργο. Ο λόγος που τον οδήγησε σε αυτή την απόφαση ήταν κατά δική του ομολογία ο ιεραποστολικός ζήλος διότι όπως έλεγε “Σιμά εις τα άλλα ηύρηκα και τούτον τον λόγον όπου λέγει ο Χριστός μας, πως δεν πρέπει κανένας χριστιανός, άνδρας ή γυναίκα, να φροντίζει δια του λόγου του και μόνον πως να σωθή”. Η πρώτη περιοδεία του πατρο-Κοσμά διενεργήθηκε στην κεντρική Ελλάδα φτάνοντας ως και το Μεσολόγγι, το Αγρίνιο και τη Ναύπακτο. Το 1774 ξαναπήγε στην Κωνσταντινούπολη ώστε να ξαναπάρει άδεια να κηρύξει στα νησιά του Αιγαίου. Μετά από ένα έτος επέστρεψε στο Άγιο Όρος όπου μελέτησε για λίγο χρονικό διάστημα και άρχισε την τελευταία του περιοδεία, στην ηπειρωτική Ελλάδα και τα νησιά του Ιονίου. Σε αυτό το σημείο εγείρονται και διαφωνίες για τον αριθμό των περιοδειών. Οι Σ. Παπακυριακού και Μ. Γκιόλιας υποστηρίζουν πως ο αριθμός τους είναι τρεις εν αντιθέσει με τον Απ. Βακαλόπουλο που υποστηρίζει πως είναι τέσσερις. Σύμφωνα με τον Κ.Σαθά, οι περιοδείες του Αγίου επεκτάθηκαν και στη βόρεια Πελοπόννησο, αλλά σε κάθε περίπτωση η πραγματικότητα είναι πως ουσιαστικά περιόδευσε σε όλη την ηπειρωτική Ελλάδα, περνώντας από πολλές πόλεις περισσότερες από μία φορά, με κύριο βάρος στις περιοχές της ηπείρου, διότι έκρινε πως εκεί οι Ρωμιοί διέτρεχαν τον μεγαλύτερο κίνδυνο τόσο από τους Φράγκους, όσο και από τους Μουσουλμάνους.
Ο ίδιος περνούσε από χωριό σε χωριό και σταματούσε σε κάθε μέρος από δύο ημέρες. Έκανε ένα πρώτο κήρυγμα το βράδυ της άφιξής του, ένα δεύτερο το επόμενο πρωί και ένα τρίτο την ίδια ημέρα το βράδυ. Σε αυτές τις ομιλίες του σκοπό κάνει να συγκεφαλαιώσει τις βασικές αλήθειες της Εκκλησίας, δείχνοντας παράλληλα τις πρακτικές συνέπειες που έχει η αλήθεια Της. Συνδέει τη θεολογία με την βιοτική πρακτική και συνάμα το φωτισμό της πράξης μέσα από την εμπειρία της αποκάλυψης, που τον κάνει φαινόμενο μοναδικό και ανεπανάληπτο στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Μεταφέρει σε απλή χυμώδη γλώσσα την πρωταρχική χριστιανική εμπειρία, με αποτέλεσμα να αποτελέσει την εκπληκτικότερη μορφή γνησιότητας της χριστιανικής εμπειρίας. Βρίσκεται αντίθετος στον ηθικισμό και το δικανισμό, χρησιμοποιώντας μία εξαιρετικά μεθοδική θεολογική θεματική, με οξύνοια, ρεαλισμό και σαφή παραινετικό λόγο. Έτσι παλεύει να αναστήσει, μέσα στην εξαθλίωση και την αμάθεια, τη γεύση της μετοχής στη Βασιλεία του Θεού, την αίσθηση της όντως ζωής, την επίγνωση της ευγενικής καταγωγή. Αυτό που κατά τον Χρήστο Γιανναρά είναι αξιοπερίεργο είναι η ίδια η προσωπικότητα του Κοσμά, καθώς και οι ιστορικές της ρίζες. Από ποια σχολεία, ποιους δασκάλους, ποιον εκκλησιαστικό περίγυρο άντλησε ο Κοσμάς, ώστε να παρουσιάσει το φαινόμενο αυτό, σε μία εποχή που όλες οι προϋποθέσεις λειτουργούσαν σε μία τελείως διαμετρική αντίθετη άποψη από τη δική του; πως έφτασε στο σημείο να αρθρώνει μία απτή αίσθηση ευαγγελικής σωτηρίας, που μόνο μέσα σε κορυφαία πατερικά κείμενα μπορεί κανείς να διαπιστώσει];
Οι περιοδείες αυτές δεν γίνεται να εντοπιστούν με χρονική ακρίβεια καθότι φαίνεται πως ο ίδιος δεν είχε κάποιο σταθερό πρόγραμμα, ούτε σε ότι αφορά την παραμονή σε κάποιο μέρος, ούτε σε ότι αφορά την κίνηση σε διάφορες πόλεις, αφού αυτή η κίνηση υπαγορευόταν από τις ανάγκες της εποχής. Αυτή μάλιστα η κίνηση χαρακτηρίστηκε και ως “λαβύρινθος”]. Σύμφωνα με χειρόγραφες μαρτυρίες που έχουμε ανακαλύπτουμε πάντως πως το 1774 ο Άγιος Κοσμάς κήρυξε στην Καλαμπάκα, το 1777 στον Περίβλεπτο Ιωαννίνων, όπως και το 1779. Οι περισσότερες πάντως διδαχές του αναμφισβήτητα έγιναν στην Ήπειρο. Σύμφωνα με τους Φ. Μιχαλόπουλο και Κ.Κώνστα, η επανάσταση των Ορολοφικών βρήκε θερμό υποστηρικτή τον πατρο-Κοσμά, αλλά τα όποια στοιχεία δεν έχουν αξιόπιστο έρεισμα και μάλλον ανήκουν στην περιοχή του θρύλου. Σε αντίστοιχη περίπτωση ανακριβής κρίνεται και η πληροφορία για μύηση του Κατσαντώνη το 1777 από τον Άγιο Κοσμά, διότι ο αγωνιστής αυτός ήταν τότε σε νηπιακή ηλικία. Παρόλα αυτά σύμφωνα με τον Μ. Γκόλια “το άγραφο πολεμικό δίκαιο των κλεφτών και η παθητική μορφή της διδασκαλίας του Κοσμά δε συμβιβαζόταν ως κοινή στάση ζωής απέναντι στον κατακτητή”, ενώ είναι βέβαιο πως “πως τόνωσε την ελπίδα των Ελλήνων σε μια μελλοντική απελευθέρωση-ανάσταση του Γένους.
Η παρακαταθήκη του
Αρκετοί μεταγενέστεροι μελετητές προσπάθησαν να αξιολογήσουν το έργο του Κοσμά του Αιτωλού. Το έργο του και η προσωπικότητά του μάλιστα αναγνωρίστηκε και αναγνωρίζεται ακόμα και από διανοητές και διαφώτιστες, εξού και μπορούμε να πούμε να πως αποτελεί μία καθολικά αναγνωρισμένη προσωπικότητα[31]. Η συμβολή του στα γράμματα και την παιδεία ήταν πράγματι αποφασιστική για τη διάσωση τη γλώσσας, την αποφυγή του εξισλαμισμού, ενώ υπήρξε και ανάχωμα στον εκδυτικισμό της κοινής ελληνικής ρωμαίικης παράδοσης. Οι διδαχές του και το ιεραποστολικό έργο δεν έμεινε μόνο στα εκκλησιαστικά πλαίσια, αλλά αγκάλιασε όλο το εύρος των γνώσεων, της παιδείας και της καθημερινότητας των ανθρώπων της εποχής και αναμφισβήτητα αποτέλεσε σημαντική παρακαταθήκη για τη διατήρηση της κοινής συνείδησης του Ρωμαίικου Ελληνισμού. Χαρακτηριστικό είναι ότι ίδιος ίδρυσε περισσότερα από δέκα “σχολεία ελληνικά” (σχολεία που διδάσκονταν και αρχαία Ελληνικά) και διακόσια περίπου για “κοινά γράμματα”. Επίσης χαρακτηριστικό της διάθεσης για να μορφωθεί το έθνος τόσο με εγκύκλια γράμματα όσο και με τα ιερά, ήταν η δημιουργία εκκλησιών σε σχολεία. Η απήχηση του κηρύγματός του ήταν μεγάλη, καθώς ο λόγος του άγγιζε την ελληνική κοινωνία της εποχής, η οποία παρακολουθούσε τις ομιλίες του κατά χιλιάδες.
Τα κηρύγματά του όμως, όπως ήταν λογικό έφεραν και αντιδράσεις. Και ενώ οι Τούρκοι δε φαίνεται να διέκειντο εχθρικά εναντίον του, κατά τα λεγόμενά του οι Εβραίοι εξαιτίας των μεγάλων οικονομικών απωλειών που είχαν υποστεί, αλλά και γενικά των αντιεβραϊκών παραδόσεων των πατέρων της εκκλησίας που ακολουθούσε ο Κοσμάς, παραδόσεις από την εποχή του Ιησού Χριστού, τον επιβουλεύονταν. Το ίδιο οι Ενετοί και οι Φράγκοι, τους οποίους ένεκα της προσπάθειας να προσμίξουν την ορθόδοξη πίστη αλλά και να προσηλυτίσουν του ορθοδόξους, διαρκώς εξοβέλιζε. Το κήρυγμα του επίσης ήταν πολύ αιχμηρό και κατά των πλουσίων με αποτέλεσμα η μεγάλη λαϊκή ανταπόκριση, που παρατηρήθηκε και από ξένους ιστορικούς και περιηγητές[, να αποτελεί τροχοπέδη για τα σχέδια τους.
Ο θάνατός του
Ο θάνατος του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού επήλθε στις 24 Αυγούστου του 1779. Η αιτία όμως θανάτωσής του παραμένει σκοτεινή. Σίγουρα οι Εβραίοι φαίνονταν αρκετά δυσαρεστημένοι από τη μεταφορά του παζαριού από την Κυριακή, το Σάββατο, μία μεταφορά που προκάλεσε ο πατρο-Κοσμάς. Σύμφωνα λοιπόν με τον Μ. Γκόλια, δωροδόκησαν τον Κουρτ πασά του Μπερατιού (Βεράτιον), όπου και αυτός διέταξε τη θανάτωσή του. Το γεγονότα όμως είναι αρκετά σαφή για το μαρτυρικό θάνατό του. Ο Κοσμάς απευθύνθηκε στον πασά Κουρτ, ώστε να λάβει άδεια να κηρύξει στην περιοχή του, αλλά αντί αυτού, τον συνέλαβαν και τον κρέμασαν έξω από το χωριό Καλικόντασι κοντά στο Μπεράτι, στον ποταμό Άψο. Από τις πηγές μαθαίνουμε πως δεν υπήρξε ούτε δίκη και καταδίκη, αλλά και καμία κατηγορία σε βάρος του.
Πατροκοσμάς και ο Αλή Πασάς
Οι Οθωμανοί πίστευαν ότι ήταν πράκτορας των Ρώσων και ότι με τις ομιλίες του προσπαθούσε να εξεγείρει τον κόσμο εναντίον τους. Κατά άλλους ιστορικούς εναντίον του τάχθηκαν και Εβραίοι, καθώς στα κηρύγματά του ζητούσε να γίνεται το παζάρι Σάββατο, αντί για Κυριακή, κάτι που είχε μεγάλες οικονομικές επιπτώσεις. Οι Εβραίοι ξεσήκωσαν τους Οθωμανούς και δωροδόκησαν πασάδες για να τον κυνηγήσουν. Ο Πατροκοσμάς κυνηγημένος μπήκε στο Τεπελένι. Ζήτησε άσυλο από μερικές οικογένειες Χριστιανών. Όμως, παντού έβρισκε κλειστές πόρτες. Ο κόσμος φοβόταν την οργή των Τούρκων και έτσι δεν δέχτηκαν να τον βοηθήσουν. Τελικά, βρήκε καταφύγιο στο σπίτι της Χάμκως, της μητέρας του Αλή Πασά. Τον υποδέχτηκε και του έδειξε μεγάλο σεβασμό. Εκείνη την ώρα ο Αλή ο οποίος δεν είχε γίνει ακόμα ο Πασάς των Ιωαννίνων, δεν ήταν στο σπίτι. Σύμφωνα με έναν θρύλο όταν επέστρεψε το βράδυ κατά τη διάρκεια του δείπνου, ο Πατροκοσμάς του είπε: «Εσύ Αλή θα γίνεις σπουδαίος άνθρωπος. Θα κυριέψεις όλη την αρβανιτιά. Θα υποτάξεις τα Γιάννενα, την Πρέβεζα, την Πάργα, το Σούλι, το Δελβίνο, το Γαρδίκι και αυτό ακόμη το τάχτι του Κουρτ Πασά. Θα αφήσεις μεγάλο όνομα στην Οικουμένη». Ο Αλή που τότε ήταν ένας απλός αρχηγός ληστοσυμμοριών που περιπλανιόταν στα βουνά, ενθουσιάστηκε. Τα λόγια του Κοσμά του Αιτωλού ικανοποίησαν τον φιλόδοξο νεαρό. Λίγο αργότερα τον ρώτησε αν θα κατάφερνε να φτάσει ποτέ στην Κωνσταντινούπολη. Και ο εθναπόστολος του απάντησε: «Και στην πόλη θα πας, μα με κόκκινα γένια. Αυτή είναι η θέληση της Θείας Πρόνοιας» Ο Αλή Πασάς και ο Πατροκοσμάς. Εικόνα του 19ου αιώνα Ο Αλή Πασάς χάρηκε, καθώς νόμιζε ότι κάποια στιγμή θα καταφέρει να πάρει τη θέση του σουλτάνου και να μπει θριαμβευτής στην Πόλη. Όμως, ο Πατροκοσμάς δεν εννοούσε αυτό. Στην Κωνσταντινούπολη πήγε μόνο το κεφάλι του και τα γένια του ήταν όντως «κόκκινα» από το αίμα της σφαγής του. Το 1822 όταν επαναστάτησε εναντίον του σουλτάνου, εκείνος διέταξε την εκτέλεσή του. Το πτώμα του αποκεφαλίστηκε, ταριχεύθηκε και στάλθηκε στην Πόλη. Ο Αλή Πασάς του έδειξε μεγάλη εμπιστοσύνη και πίστευε στις διδαχές του. Στις 24 Αυγούστου 1779, ο Κοσμάς ο Αιτωλός απαγχονίστηκε. Όμως, ο Αλή Πασάς δεν σταμάτησε να πιστεύει σε αυτόν και να σκέφτεται τα λόγια που του είχε πει. Άλλωστε, μέρα με τη μέρα έβλεπε να γίνονται πραγματικότητα. Σύμφωνα με θρύλους έλεγε «Τούτο το καλόγερο, ωρέ, ήταν αληθινός προφήτης. Ήρθε σπίτι μου, στο Τεπελένι, και με ευκήθηκε, ωρέ, και μου είπε όλα όσα έκαμα, σαν να τα είχε γραμμένα στο κιτάπι!». Από το 1788 μέχρι τις αρχές της ελληνικής επανάστασης ο Αλή Πασάς διορίστηκε πασάς των Ιωαννίνων και είχε καταλάβει πολλές περιοχές του ελλαδικού χώρου που τότε ανήκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η μονή του Αιτωλού στο Κολικοντάσι Τριάντα ένα χρόνια μετά τη συνάντησή τους, ο Αλή Πασάς κατέλαβε το Βεράτι, όπου είχε εκτελεστεί ο Κοσμάς Αιτωλός. Σχεδόν αμέσως έδωσε εντολή να γίνει ανακομιδή των λειψάνων του και να χτιστεί μονή στο χωριό Κολοκοντάσι, η κατασκευή της οποίας ολοκληρώθηκε το 1814. Ακόμη και σήμερα έξω από την μονή του Αιτωλού σώζεται η μαρμάρινη επιγραφή που ανέφερε «Ανεγέρθη εκ βάθρων ο θείος και ιερός τούτος ναός δια προσταγής, συνδρομής και προτροπής του υψηλοτάτου Βεζύρ Αλή Πασά από το Τεπελένι». Ο Αλή Πασάς χρηματοδότησε την έκδοση του βιβλίου του «Ακολουθία Νεομάρτυρος Κοσμά του Αιτωλού». Ο Αλή Πασάς όρισε προς τιμήν του ακόμη και τριήμερη γιορτή στο χωριό από τις 23 μέχρι τις 25 Αυγούστου. Όποιος τον κορόιδευε για τις ιδιαίτερες τιμές που απέδιδε στον Πατροκοσμά, ο Αλή Πασάς απαντούσε «Φέρετέ μου ένα μουσουλμάνο, σαν κι αυτόν τον χριστιανό και να του φιλήσω τα πόδια». Παρήγγειλε από τους χρυσοχόους των Καλαρρυτών Ιωαννίνων ασημένια θήκη για να μπουν τα οστά του. Το κρανίο του Πατροκοσμά μεταφέρθηκε στον Αλή Πασά στα Ιωάννινα. Σύμφωνα με έναν θρύλο το πήρε με σεβασμό στα χέρια του και είπε «Γιατί να μην έχω κοντά μου αυτόν τον Άγιο άνθρωπο να τον ρωτώ για οτιδήποτε με απασχολεί;». Όταν ο Αλή Πασάς γονάτισε Το 1819 ο Αλή Πασάς διοργάνωσε λιτανεία για τον Κοσμά Αιτωλό στα Ιωάννινα. Πλήθος κόσμου ακολουθούσε τα ιερά λείψανα. Όπως διηγήθηκε ο γάλλος περιηγητής Charles Louis Tupigny οι άνθρωποι έβγαιναν στις πόρτες τους και προσεύχονταν. Τους έλληνες καλόγερους ακολουθούσαν οι σωματοφύλακες του Αλή πασά πάνω σε άλογα. Μόλις έφτασαν στο σεράι, ο Αλή Πασάς άρχισε να περπατά προς τα λείψανα μαζί με μια γυναίκα. Ήταν η Ελληνίδα Βασιλική Κονταξή, η τελευταία σύζυγός του Αλή. Κάποια στιγμή οι καλόγεροι σήκωσαν ψηλά τα λείψανα του Πατροκοσμά και άρχισαν να ανεβαίνουν την πέτρινη σκάλα. Αμέσως όλοι γονάτισαν. Μαζί τους και ο Αλή Πασάς. Ο παπάς φώναξε «από λιμού, λοιμού και πολέμου». Τότε ο Αλή Πασάς και η κυρά Βασιλική σηκώθηκαν και φίλησαν το ασημένιο κουτί, όπου φυλάγονταν τα λείψανα. Σήμερα τα λείψανά του φυλάσσονται στην Αρχιεπισκοπή στα Τίρανα. Το κρανίο του βρισκόταν στα Ιωάννινα μέχρι το 1922 που χάθηκε. Ιστορικοί πιθανολογούν ότι το έκλεψαν Αυστροουγγαροί και πιστεύουν ότι βρίσκεται στις αποθήκες του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας της Βιέννης. Ο Κοσμάς ο Αιτωλός ανακηρύχθηκε και επίσημα Άγιος το 1961. Οι εικόνες αντλήθηκαν από το βιβλίο του Αναστάσιου Παπασταύρου, «Αλή Πασάς. Από λήσταρχος ηγεμόνας», Εκδόσεις apeirotan Η αρχική απεικόνιση προέχεται από το Μουσείο Κέρινων Ομοιωμάτων Παύλου Βρέλλη στα Ιωάννινα που συνιστούμε να το επισκεφθείτε….
Ως άγιος ανακηρύχθηκε επίσημα από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στις 20 Απριλίου του 1961 και η μνήμη του τιμάται στις 24 Αυγούστου.