Ο Μητροπολίτης Ίμβρου και Τενέδου κ. Κύριλλος επισκέφθηκε σήμερα, Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2020, τον Σύλλογο Ιμβρίων Αθηνών και συνομίλησε με τα μέλη του δραστήριου Συλλόγου.
Ο Σύλλογος Ιμβρίων ιδρύθηκε το 1945 από Ίμβριους πρόσφυγες, με πρωταρχικό στόχο τη διατήρηση των δεσμών μεταξύ των μελών του στην περιοχή της Αττικής. Η πλειοψηφία των Ιμβρίων προσφύγων εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα μεταξύ των ετών 1964 -1980, ύστερα από την εφαρμογή του «Προγράμματος Διάλυσης» του ελληνικής καταγωγής πληθυσμού από το τουρκικό κράτος στο νησί. Κύρια μέριμνα του Συλλόγου Ιμβρίων τότε ήταν η παροχή στήριξης στους νεοαφιχθέντες πρόσφυγες, μεσολαβώντας στις ελληνικές αρχές για την έκδοση πιστοποιητικών, αδειών παραμονής και εργασίας και για την επίλυση των άμεσων προβλημάτων επιβίωσής τους, όπως στέγαση, εξεύρεση εργασίας και εκπαίδευση των παιδιών τους.
Η δεκαετία του ’90 σηματοδότησε την αναγέννηση της Ιμβριακής διασποράς. Οι ισχυροί δεσμοί μεταξύ των Ιμβρίων και της πατρίδας τους ενισχύθηκαν από τις τακτικές επισκέψεις τους στο νησί, κυρίως για τις διακοπές του καλοκαιριού (περισσότερα από 2.000 άτομα), αλλά και για μόνιμη ή δευτερεύουσα εγκατάσταση. Πολλές οικογένειες επισκεύασαν τα ερειπωμένα σπίτια τους (πάνω από 500) και τα κατοίκησαν ξανά. Η παροχή κινήτρων και η εξασφάλιση των απαραίτητων συνθηκών διαβίωσης (εργασία, εκπαίδευση, κοινωνική πρόνοια, κ.τ.λ.), ισονομίας και ισοπολιτείας θα μπορούσε να προκαλέσει την επιστροφή σημαντικού αριθμού Ιμβρίων για μόνιμη διαμονή στην ιδιαίτερη πατρίδα τους.
Σήμερα οι Ίμβριοι έχουν καταφέρει να σταθούν ξανά στα πόδια τους ως κοινότητα. Ο Σύλλογος Ιμβρίων έχει 5.000 εγγεγραμμένα μέλη και αποτελεί το πολυπληθέστερο σωματείο των Ιμβρίων παγκοσμίως. Το ιδιόκτητο κτίριό του στη Νέα Σμύρνη, αποτελεί φιλόξενη εστία για όλους τους Ιμβρίους και κομβικό σημείο ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης για το Ιμβριακό ζήτημα.
Το όραμα του Συλλόγου Ιμβρίων, όπως και όλων των Ιμβριακών Σωματείων απανταχού της γης, είναι η ειρηνική συνύπαρξη των αυτοχθόνων Ιμβρίων με τους εποίκους άλλων εθνοτήτων, η δημιουργική τους παρουσία στην πατρίδα τους και η προστασία και διατήρηση της ιδιαίτερης ταυτότητας και της πολιτιστικής τους κληρονομιάς που επιβιώνει εδώ και 2.500 χρόνια.