Αρχική » Σακελλαροπούλου: «Σκύβουμε με σεβασμό το κεφάλι στη μνήμη όσων αγωνίστηκαν για την ελευθερία»

Σακελλαροπούλου: «Σκύβουμε με σεβασμό το κεφάλι στη μνήμη όσων αγωνίστηκαν για την ελευθερία»

από christina

Την 76η επέτειο της απελευθέρωσης της Αθήνας από τους Ναζί τίμησε η πρόεδρος της Δημοκρατιας.

Στη δηλωσή της μετά την κατάθεση στεφάνου στονΑγνωστο Στρατιώτη  ανάφερε:

«Σαν σήμερα, πριν από εβδομήντα έξι χρόνια, η Αθήνα απελευθερώθηκε από το ναζιστικό ζυγό. Ήταν μια μέρα εθνικής ανάτασης, συλλογικής χαράς, αναπτερωμένης ελπίδας. Μια μέρα που δικαίωνε τον αγώνα και τις θυσίες του ελληνικού λαού στα χρόνια της γερμανικής Κατοχής. Σκύβουμε με σεβασμό το κεφάλι στη μνήμη όσων αγωνίστηκαν για την ελευθερία, με την ευχή να μην ξαναδούμε ποτέ στην πατρίδα μας, στη χώρα που γέννησε τη Δημοκρατία, νοσταλγούς ιδεολογιών που αιματοκύλησαν τον κόσμο, εκφραστές και υποστηρικτές του ναζισμού, του φασισμού, της μισαλλοδοξίας».

 

 

Την 76η επέτειο της απελευθέρωσης της Αθήνας από τους Ναζί τίμησε η πρόεδρος της Δημοκρατιας.

 

H Aπελευθέρωση της Αθήνας

 

Με τη λέξη Απελευθέρωση συνηθίζεται ο χαρακτηρισμός της εκκένωσης της Ελληνικής πρωτεύουσας από τα γερμανικά στρατεύματα, γεγονός που έλαβε χώρα στις 12 Οκτωβρίου του 1944 και θεωρείται ως επίσημη λήξη της κατοχικής περιόδου. Σε αντίθεση, πάντως, με τις υπόλοιπες χώρες, στην Ελλάδα δεν εορτάζεται η απελευθέρωση, αλλά η έναρξη του πολέμου (28η Οκτωβρίου 1940). Αντίθετα, η ημερομηνία της Απελευθέρωσης περνά, σχετικά απαρατήρητη.

Την ιστορική εκείνη ημέρα, ο Αθηναϊκός λαός παρακολούθησε την κατάθεση στεφάνου από τον επικεφαλής των αποχωρούντων Γερμανών μαζί με τον κατοχικό (διορισμένο) δήμαρχο στο μνημείο του άγνωστου στρατιώτη. Όταν οι Γερμανοί εγκατέλειψαν το χώρο της Πλατείας Συντάγματος, το πλήθος ποδοπάτησε το στεφάνι και στη συνέχεια εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι ξέσπασαν σε αλαλαγμούς χαράς, γιορτάζοντας τη μεγάλη στιγμή που περίμεναν να έλθει τριάμισι ολόκληρα χρόνια.

Σε αντίθεση με τις περισσότερες Ευρωπαικές χώρες όπου υπήρξε μαζική άνευ δίκης τιμωρία των δοσίλογων, στην Αθήνα επικράτησε τάξη και ησυχία. Όπως πιστοποιεί και έγγραφο της βρετανικής Force 133 τη νύχτα της 12ης Οκτωβρίου: “Απόλυτη ησυχία παντού. Καμία ταραχή και οι δρόμοι σχεδόν άδειοι. Ο ΕΛΑΣ και άλλα όργανα περιπολούν με τάξη”.

Μετά τη συμμαχική Απόβαση στη Νορμανδία στις 6 Ιουνίου του 1944 και ενώ ο Κόκκινος Στρατός επέλαυνε προς τα Βαλκάνια είχε καταστεί σε όλους σαφές ότι η απελευθέρωση της Ελλάδας από τα ναζιστικά στρατεύματα Κατοχής δεν θα αργούσε. Βάσει των συμφωνιών της Καζέρτας και του Λιβάνου οι ελληνικές αντιστασιακές οργανώσεις και η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση είχαν έλθει σε κατ’ αρχή συμφωνία για το χειρισμό της κατάστασης μετά την αποχώρηση των γερμανών. Για το σκοπό αυτό έφτασαν μυστικά στο αεροδρόμιο της Νεράϊδας ο Θεμιστοκλής Τσάτσος, ο εκπρόσωπος του ΚΚΕ Γιάννης Ζέβγος, ο στρατηγός Παυσανίας Κατσώτας και ο ταγματάρχης Οδυσσέας Παπαμαντέλος, προκειμένου να συντονίσουν τις απαιτούμενες ενέργειες για την ομαλή ανάληψη της εξουσίας. Στο πλαίσιο διαπραγματεύσεων πραγματοποιήθηκαν δυο κύριες συναντήσεις. Η πρώτη έλαβε χώρα στο Ψυχικό μεταξύ του επικεφαλής των γερμανικών δυνάμεων στρατηγού της αεροπορίας Χέλμουτ Φέλμι και του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού. Η γερμανική πλευρά υποσχέθηκε να απέχει από δολιοφθορές κατά των βασικών υποδομών της Αθήνας όπως το φράγμα της λίμνης του Μαραθώνα, με αντάλλαγμα την ανεμπόδιστη αποχώρηση των μονάδων τους. Προς επίρρωση της συμφωνίας ο Φέλμι δημοσίευσε στον «Ημερήσιο Τύπο» (τη μοναδική εφημερίδα που κυκλοφορούσε στην Αθήνα εκείνη την εποχή) της 20 Σεπτεμβρίου 1944 μια ανακοίνωση όπου διαβεβαίωνε τους Αθηναίους πως καμία πράξη δολιοφθοράς επρόκειτο να πραγματοποιηθεί εκ μέρους των γερμανικών στρατευμάτων, με την αυστηρή όμως προϋπόθεση-ειδοποίηση να μην ενοχληθούν. Ωστόσο, πριν λάβουν την εντολή εκκένωσης της πρωτεύουσας, οι S-S προχώρησαν στην εκτέλεση 72 ελλήνων πατριωτών στο Δαφνί, ενώ εξόντωσαν και την ομάδα των συνεργατών τους διερμηνέων, προκειμένου να μην αποκαλυφθούν λεπτομέρειες των εγκληματικών τους πράξεων.

Τη συμφωνία μεταξύ των γερμανών και των ελληνικών αρχών αποδέχθηκαν σιωπηρά τόσο οι βρετανοί όσο και το ΕΑΜ με την ΠΕΕΑ. Στις 8 Οκτωβρίου το ΚΚΕ εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία αποδεχόταν πλήρως το σχέδιο που είχε συμφωνηθεί, προκρίνοντας την εθνική ομοψυχία.

Το πρωΐ (8:00 π.μ.) της 12ης Οκτωβρίου 1944 ο στρατηγός Φέλμι συνοδευόμενος από το δήμαρχο Αθηναίων Γεωργάτο κατάθεσε ένα στεφάνι στον Άγνωστο Στρατιώτη, ενώ ήδη οι μηχανοκίνητες φάλαγγες των γερμανών εγκατέλειπαν από νωρίς την Αθήνα διαμέσου της Ιεράς Οδού. Στις 9:15 π.μ. η γερμανική φρουρά της Ακρόπολης προχώρησε στην υποστολή της ναζιστικής σημαίας έπειτα από συνολικά 1.624 μέρες κατοχής (ή 3,5 έτη, που μεσολάβησαν από τον Απρίλιο του 1941 έως εκείνη την ημέρα) και ένας στρατιώτης τύλιξε βιαστικά το σύμβολο της κατοχής και αποχώρησε από τον Ιερό Βράχο. Ακολούθησαν συγκρούσεις μεταξύ ΕΛΑΣ και Ελλήνων εργατών με τους ναζί δολιοφθορείς, που απέτρεψαν την καταστροφή του εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος στο Κερατσίνι. Από την άλλη, σημαντικό τμήμα του λιμανιού του Πειραιά ανατινάχθηκε από τους αποχωρούντες γερμανούς.

Στις 15 Οκτώβρη 1944 (ημερομηνία κατά την οποία τα πρώτα βρετανικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στον Πειραιά) οργανώθηκε διαδήλωση από τις εθνικιστικές οργανώσεις η οποία χτυπήθηκε στη περιοχή της Ομόνοιας από οπαδούς του ΕΑΜ οι οποίοι λύντσαραν και προπηλάκισαν μέλη των εθνικιστικών οργανώσεων. Η απάντηση δεν άργησε να έρθει όταν μέλη διαδήλωσης του ΕΑΜ πυροβολήθηκαν με αποτέλεσμα δεκάδες νεκρούς και τραυματίες από ένοπλους που είχαν καταλύσει στα ξενοδοχεία της περιοχής. Παρόλους τους νεκρους της η εαμική αντίδραση παρέμεινε στο πλαίσιο της καταγγελίας, χωρίς αντίποινα Από τα πυρά σκοτώθηκαν τουλάχιστον επτά μέλη εαμικών οργανώσεων και τραυματίστηκαν 82. Το ΚΚΕ μέσω του Ζεβγού προσπάθησε και κατάφερε να αποφευχθούν οι αντεκδικήσεις των μελών του ΕΑΜ.

 

 

 

Στις 18 Οκτωβρίου του 1944 έφτασε στην Αθήνα, μαζί με βρετανικές δυνάμεις υπό το στρατηγό Σκόμπυ και τους άνδρες του «Ιερού Λόχου» της Μέσης Ανατολής, ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου με μέλη της κυβέρνησης και τους Σπηλιωτόπουλο, Ζέβγο, οι οποίοι έσπευσαν στην Ακρόπολη υψώνοντας σε πανηγυρικό κλίμα τη γαλανόλευκη. Την ελληνική σημαία παρέδωσε στον πρωθυπουργό ο νέος δήμαρχος, της απελευθερωμένης πια πόλης Αριστείδης Σκληρός παρουσία του βρετανού πρεσβευτή Λίπερ και του αντιναύαρχου Μάνσφιλντ. Αντίθετα, στις ανταρτικές δυνάμεις δεν επιτράπηκε η είσοδος στην πρωτεύουσα, πλην ενός μικρού τμήματος του 34ού συντάγματος του ΕΛΑΣ υπό τον λοχαγό Απόστολο Κοκμάδη το οποίο παραστάθηκε συμβολικά στην τελετή. Εν συνεχεία η πομπή των επισήμων κατευθύνθηκε στη Μητρόπολη, όπου τελέσθηκε δοξολογία και ακολούθησε ο «λόγος της Απελευθέρωσης» από τον πρωθυπουργό, ο οποίος εκφωνήθηκε από κτίριο της Πλατείας Συντάγματος προς ένα σχεδόν παραληρούν ακροατήριο, το οποίο κραύγαζε συνθήματα για «λαοκρατία», «τιμωρία των δωσιλόγων» κ.λ.π. Ο Παπανδρέου απέφυγε να εκδηλώσει τις σαφείς προθέσεις του επί του πολιτειακού ζητήματος.

Στις τρεις ημέρες που μεσολάβησαν μεταξύ της γερμανικής αποχώρησης και της άφιξης των πρώτων βρετανικών μονάδων στο λιμάνι του Πειραιά, στην Αθήνα την εξουσία ασκούσε «σκιωδώς» ο διοικητικής της Αστυνομίας Άγγελος Έβερτ, υπό την ανοχή των υπολοίπων παραγόντων. Το ΕΑΜ και το ΚΚΕ δεν εξεδήλωσαν την πρόθεση να καταλάβουν βίαια την ελληνική πρωτεύουσα (όπως διέθεταν τη στρατιωτική δυνατότητα). Αντίθετα, υπάρχουν αποδείξεις ότι ο βρετανικός παράγων, εκφρασμένος με την πολιτική του Ουίνστον Τσώρτσιλ, επεδίωξαν από πολύ πριν την διάσπαση των ελληνικών αντιστασιακών οργανώσεων για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους, δηλαδή για να επιβάλλουν στη μεταπολεμική Ελλάδα το καθεστώς της αρεσκείας τους.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ