Με ανακοίνωσή τους οι Μητροπολίτες Λεμεσού Αθανάσιος, Κύκκου Νικηφόρος, Ταμασού Ησαΐας και ο Επίσκοπος Αμαθούντος Νικόλαος εκφράζουν την έντονη αντίδρασή τους, την πολλή τους ανησυχία και την βαθύτατη θλίψη τους για την απερίσκεπτη και αντικανονική πράξη του Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου να μνημονεύσει τον «Προκαθήμενο της Ουκρανικής Εκκλησίας», χωρίς την σύμφωνο γνώμη της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου.
Το θέμα αποκτά έντονο πολιτικό χρώμα καθώς η αναγνώριση είχε συζητηθεί και το προηγούμενο διάστημα αλλά αποσύρθηκε μετά από παρέμβαση του Κύπριου Προέδρου Αναστασιάδη ως άκαιρο και εθνικά επιζήμιο.
Η Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Σ Η
Μέ πολλή ἀνησυχία, ἀλλά καί βαθυτάτη θλίψη πληροφορηθήκαμε τή μνημόνευση ὡς «Προκαθημένου τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας» τοῦ Ἐπιφανίου ἀπό τήν Α.Μ. τόν Ἀρχεπίσκοπο Κύπρου κ. Χρυσόστομο, σήμερα, Σάββατο 24 Ὀκτωβρίου 2020, κατά τή Θεία Λειτουργία στήν Ἱερά Μονή τῆς Παναγίας τῆς Χρυσορροϊάτισσας, ὅπου καί ἐγένετο ἡ εἰς Ἐπίσκοπον Χειροτονία τοῦ Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Ἀρσινόης κ. Παγκρατίου.
1. Ἡ ἐν λόγῳ Πράξη τοῦ Ἀρχιεπισκόπου συνιστᾶ κατάφωρη παραβίαση τοῦ συνοδικοῦ, συλλογικοῦ καί δημοκρατικοῦ πολιτεύματος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας καί τῆς λειτουργίας, μέ βάση τό σύστημα αὐτό, τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου.
2. Τό θέμα τοῦτο ἔθεσε ὁ Μακαριώτατος σέ πρόσφατη Συνεδρία τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, καί λήφθηκε, τότε, ἀπόφαση νά ἐξετασθεῖ σέ ἄλλη Συνεδρία της, προκειμένου νά ἀκουσθοῦν οἱ ἀπόψεις καί οἱ θέσεις ὅλων τῶν Μελῶν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί νά ληφθεῖ, ἐπί τοῦ θέματος, συνοδική ἀπόφαση.
3. Ἡ ἀνάδειξη τοῦ Ἐπιφανίου ὡς «Προκαθημένου τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας» ὑπό τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαίου, ἡ ὁποία καί ἐγένετο προσφάτως (9 Σεπτεμβρίου 2020), ἔχει προκαλέσει τριγμούς στήν ἑνότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί μέχρι σήμερα μόνο ἡ Ἐκκλησία Ἑλλάδος καί τό Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας, γιά λόγους πού δέν εἶναι τοῦ παρόντος, τόν ἔχουν ἀναγνωρίσει. Ὅλες οἱ ὑπόλοιπες τοπικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες τηροῦν στάση ἀρνητική ἐπί τοῦ θέματος. [Νά σημειωθεῖ ἐδῶ, ὅτι, κατά τή «χειροτονία» τοῦ ὑπό ἀναφορά Ἐπιφανίου, οὐδείς Ἐκπρόσωπος τῶν κατά τόπους Ὀρθόδοξων Ἐκκλησιῶν παρευρέθηκε, μέ ὅ,τι αὐτό μπορεῖ νά σημαίνει.]
4. Ὁ ὑπο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου ἀνακηρυχθείς ὡς «Προκαθήμενος» τῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας οὐδόλως τυγχάνει κανονικά χειροτονημένος καί τοῦτο, γιατί προέρχεται ἀπό σχισματικές ὁμάδες τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας. Ἐἀν, ὄντως, ἤθελε ὁ Παναγιώτατος Οἰκουμενικός Πατριάρχης νά ἀκολουθήσει τή νομοκανονική τάξη χορήγησης Αὐτοκεφάλου στήν Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας, τότε ἔπρεπε νά ἀποταθεῖ στόν κανονικό Μητροπολίτη Κιέβου κ. Ὀνούφριο, καί ἐπί τούτου νά ἔχει καί τή σύμφωνη γνώμη τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας, στό ὁποῖο ὑπάγεται, ὅπως καί τή σύμφωνη γνώμη τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Προκαθημένων.
5. Ἡ Πράξη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου νά χορηγήσει «αὐτοκεφαλία» στίς σχισματικές δομές τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ ἐνέργεια αὐθαίρετη, ἀντικανονική καί ἀντιεκκλησιαστική, ὑπό τήν ἔννοια, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας ἀνήκει στή δικαιοδοσία τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας καί συνιστᾶ, ὅπως προαναφέραμε, ἐπέμβαση στή δικαιοδοσία τοῦ ἐν λόγῳ Πατριαρχείου. Ἐξαιτίας αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, ἡ Ἐκκλησία Ρωσίας, ἀντιδρώντας, δικαιολογημένα ἔχει διακόψει τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ὅπως καί μέ τίς Ἐκκλησίες Ἑλλάδος καί Ἀλεξανδρείας.
6. Ἡ χορήγηση Αὐτοκεφαλίας εἶναι νοητή καί δυνατή, κατά τούς ἱερούς Κανόνες καί τήν Πράξη τῆς Ἐκκλησίας μας, μόνο, ἐάν τυγχάνει τῆς ἐκ τῶν προτέρων ἔγκρισης τῶν Προκαθημένων τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Στήν προκειμένη περίπτωση, ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης, παρά τά ὅσα διαλαμβάνουν οἱ Ἱεροί Κανόνες καί ἡ Ἐκκλησιαστική Παράδοση καί κατ᾽ ἀντίφαση τῶν παλαιοτέρων σχετικῶν δηλώσεών του, ἐπί τοῦ προκειμένου λειτούργησε μονομερῶς καί αὐθαιρέτως. Καί, δυστυχῶς, τό παράδειγμα τοῦτο ἀκολούθησε καί ὁ Προκαθήμενος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου παραθεωρώντας καί περιφρονώντας τήν περί αὐτόν Ἱερά Σύνοδο.
7. Ἡ ἀπόφαση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου νά μνημονεύσει ὡς «Προκαθήμενο τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας» τόν Ἐπιφάνιο ἔρχεται νά ἐπιβαρύνει ἀκόμη περισσότερο τήν τεταμένη κατάσταση μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, νά ἐνισχύσει τό ἐπαπειλούμενο σχίσμα στήν Οἰκουμενική Ὀρθοδοξία καί νά ἐντάξει σ᾽ αὐτό τό κλίμα, ἀπερίσκεπτα, καί τήν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου.
8. Καλοῦμε τόν Μακαριώτατο νά προβεῖ ἄμεσα σέ ἀνάκληση τῆς ἀντικανονικῆς καί ἄκυρης αὐτῆς Πράξης του καί, ταυτόχρονα, ζητοῦμε ἀπό ὅλους τούς Συνεπισκόπους μας τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου, ὅπως ἀπό κοινοῦ ἀπαιτήσομε ἔκτακτη σύγκληση τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου, προκειμένου νά ἐπιληφθεῖ τοῦ θέματος αὐτοῦ καί νά ἀποφασίσει ἀνάλογα.
9. Ὀφείλομε, τέλος, νά τονίσομε καί το ἄκαιρο τῆς Πράξης τοῦ Προκαθημένου μας, ἐν ὄψει, μάλιστα, καί τῶν κρισίμων καιρῶν, τούς ὁποίους διερχόμαστε, σέ ὅ,τι ἀφορᾶ στό ἐθνικό μας θέμα, ἀλλά καί τίς ἀπειλητικές ἐνέργειες στίς ὁποῖες προβαίνει ἡ Τουρκική ἐπεκτατική βουλιμία, ἀπειλώντας μέ συρρίκνωση τοῦ ἔθνους μας.
Τά πιό πάνω καταθέτομε μέ καλή πίστη, ἔχοντας ἐπίγνωση τῆς ἀρχιερατικῆς μας συνείδησης καί τοῦ ἱεροῦ χρέους μας νά διαφυλάξομε τήν κανονική τάξη καί τήν ἐνότητα τῆς Ἐκκλησίας, πρός ἀποφυγή τοῦ θανάσιμου ἁμαρτήματος τοῦ σχίσματος, ἀφοῦ, κατά τόν ιερό Χρυσόστομο, «οὐδέ μαρτυρίου αἵματος ταύτην δύνασθαι ἐξαλείφειν τήν ἁμαρτίαν».