Αρχική » Οσο Χριστό θέλουμε, τόσο Χριστό κρατάμε στη ζωή μας

Οσο Χριστό θέλουμε, τόσο Χριστό κρατάμε στη ζωή μας

από christina

 

Του Δημητρίου Π. Λυκούδη,

Θεολόγου – Φιλολόγου – Ιστορικού

    Χαρακτηρίστηκε ως ο “γέροντας των δακρύων”. Αναλώθηκε σαράντα ολόκληρα χρόνια στη διακονία των πονεμένων αδελφών του και έγινε πατέρας, αδελφός και φίλος τους. Πρόκειται για τον σύγχρονο άγιο γέροντα Ευμένιο Σαριδάκη (1931-1999), ο οποίος δοκιμάσθηκε όσο λίγοι, από πολλές ασθένειες και αφιέρωσε την οσιακή ζωή του στο νοσοκομείο Λοιμωδών νόσων, στην Αγία Βαρβάρα Αθηνών. Οσοι αξιωθήκαμε να τον γνωρίσουμε όσο ζούσε, ακόμη θυμόμαστε όσα μελίρρυτα δίδασκε με έργα και λόγια, νύχτα και ημέρα, σε κάθε άνθρωπο που τον πλησίαζε. Συνήθιζε χαρακτηριστικά να λέγει: «Οσο Χριστό θέλουμε, τόσο Χριστό κρατάμε στη ζωή μας». Το δε πρόσωπό του φωτιζόταν υπερκόσμια, ιλαρός στην όψη, αγγελικά τα φερσίματά του!

    Οσα δίδασκε ο ταπεινός γέροντας έχουν απόλυτη εφαρμογή στις ημέρες μας, στην εφάμαρτη εποχή μας. Δύσκολο να εγκλιματιστεί ο πιστός στην αληθινή έκφραση της πίστης, στο ορθόδοξο πραγματικό φρόνημα και βίωμα. Και λέγω ορθόδοξο διότι βρίθει το χριστεπώνυμο πλήρωμα απ’ όλους εκείνους που άλλον Χριστό διδάχθηκαν, άλλον Χριστό πιστεύουν και άλλον Χριστό ευαγγελίζονται και ομολογούν. Πράγματι! Μία ορθοπραξία ανάλγητη και αναίσθητη προς τον απανταχού συνάνθρωπο, φίλαυτη και ανίερη, απόκοσμη και απάνθρωπη, εκκοσμικευμένη και διανθισμένη από πλείστα δυτικά πρότυπα και κακέκτυπα, μία τέτοια «ορθοπραξία» είναι παντελώς ξένη και άγευστη της Ορθοδοξίας μας.

    Το δε χειρότερο όλων, έχω την αίσθηση, είναι αυτό το σχεδόν καθημερινό προσκλητήριο επαναστατικής παρουσίας και αφύπνισης που ολοένα διαβάζω και ακούω γύρω μου, απ’ όλους εκείνους τους νεοφανείς “αντάρτες” χριστιανούς, απ’ όλους εκείνους που κατακρίνουν και αναθεματίζουν όλους όσους και όσα υπάρχουν και διαβιούν επί της γης. Μέχρι σήμερα, είναι αλήθεια, τέτοιες φωνές ήσαν περιορισμένες εντός της Εκκλησίας μας, διότι κυριαρχούσαν – τις περισσότερες φορές εκδηλώνονταν και με άκρως γραφικό τρόπο, δημόσια – στον άκριτο χώρο των ζηλωτών, εκτός της επίσημης Εκκλησίας! Σήμερα όμως πληθαίνουν τέτοιες φωνές, δυστυχώς και εκ των έσω, όσων σταυρώνουν την Εκκλησία και τους ποιμένες τους αδιακρίτως, ανεξαιρέτως, ανερυθριάστως. Ζητούν επανάσταση και ομολογία Χριστού και ξεχνούν πως η μεγαλύτερη ομολογία λαμβάνει χώρα και πραγματοποιείται στον ίδιο τον εαυτό μας, στο  άμεσο οικογενειακό περιβάλλον, στον εργασιακό και κοινωνικό μας περίγυρο.

    Λάθη, ατοπήματα, παραλείψεις εκούσιες και μη, είναι αλήθεια, συμβαίνουν και συνέβαιναν μέσα στον εκκλησιαστικό χώρο, τόσο από τους ποιμένες μας όσο και από τους ποιμαινόμενους. Πλην όμως, δική μας διακονία και εργασία είναι να ομολογούμε Χριστό, πρωτίστως εκεί που ιδιωτεύουμε, πρωτίστως εκεί, και μετά ως αυτόκλητοι προφήτες να εκφέρουμε δημόσιο επαναστατικό λόγο. Διότι απλούστατα, είναι κοινά πλέον αποδεκτό, ότι όσοι παρακινούν σε εκκλησιαστικές εξεγέρσεις και επαναστατικούς θεατρινισμούς, τις περισσότερες φορές είναι πιστοί-άπιστοι, άνθρωποι που “ενδύονται” τον χριστιανικό χιτώνα τους αποκλειστικά και μόνο στον δημόσιο λόγο και πόρρω απέχουν από αξίες και αρετές, από πνευματικό κόπο και άσκηση, από ειλικρινή αισθήματα αυτοκατάκρισης και αυτομεμψίας.

    «Δεν σας φαίνονται άνευ του Χριστού οι άνθρωποι, όταν τους κοιτάξετε με το μάτι του Χριστού, σαν φοβερά φαντάσματα;» ρωτούσε ρητορικά ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς. Και ο μεγάλος αββάς της Ερήμου, Οσιος Σισώης, λίγο πριν παραδώσει την αγία ψυχή του στον Πανάγιο Θεό, ψιθύριζε στις αγγελοφάνειες που έβλεπε, όπως μας διέσωσαν πολλοί μαθητές και πνευματικοπαίδια του: «Ιδού οι Αγγελοι ήλθον λαβείν με και παρακαλώ ίνα αφεθώ μετανοήσαι μικρόν!».

    Οταν λοιπόν ένας αββάς Σισώης έλεγε αυτά τα λόγια, καλό, συνετό, σκόπιμο, απαραίτητο και σωτήριο είναι όλοι μας να εμβαπτίζουμε την αντιληπτική μας ικανότητα, έστω σε αρχικό στάδιο, εντός της ανθρώπινης κοινής λογικής και διακρίσεως. Ο πνευματικός άνθρωπος, ο αληθινά πιστός, κάμνει επανάσταση στο κελί του, στον εαυτό του, στην οικία του πρωτίστως, και πάντοτε, πάντοτε γράφω, κατά των δαιμόνων και ουχί κατά της μητέρας Εκκλησίας. Το χαρακτηριστικό γνώρισμα των ημερών μας να παρακινούν σε εκκλησιαστική επανάσταση άνθρωποι που αδυνατούν να κυριαρχήσουν στα πάθη και στον εαυτό τους και εμφορούνται από αδέκαστο και ζηλωτικό δεσποτισμό προς όλους, αρχής γενομένης από τη χορεία των μελών της οικογενείας τους, δείχνει μία αρρωστημένη αντίληψη περί Πίστεως και -ακόμη χειρότερα- εκφράζει μία λανθάνουσα και άκρως επικίνδυνη υιοθέτηση μιας δήθεν «ορθόδοξης» πίστης, που δεν έχει απολύτως καμία, απολύτως καμία σχέση με το καθάριο και αληθινό ορθόδοξο βίωμα των Πατέρων της Εκκλησίας μας.

    Ο παπά Εφραίμ, ο πρώην Φιλοθεΐτης, έλεγε: «Θα μάθουμε τον Χριστό προσευχόμενοι με τον Χριστό, όχι απλά θα μάθουμε περί Χριστού». Αυτή δε η μυσταγωγική και έμπονη ενατένιση του θείου ελέους απαιτεί άσκηση, πόνο σωματικό και πάλι άσκηση και πάλι πόνο σωματικό και ταπείνωση ακατάκριτη και ανυπόκριτη υπακοή. Να εκφράσουμε αντίλογο, να διατυπώσουμε στα αρμόδια εκκλησιαστικά όργανα όποιες αντιθέσεις και αντιρρήσεις μας, σαφέστατα και είναι θεμιτό και δημοκρατικό και εκκλησιοκεντρικά αποδεκτό και αρεστό. Οχι όμως να πετάμε πέτρες στην Εκκλησία, όχι να σταυρώνουμε το τιμημένο ράσο, όχι να αναθεματίζουμε τους Ποιμένες μας, οι περισσότεροι εκ των οποίων, οι περισσότεροι, αγωνίζονται διά βίου θεαρέστως και φιλαρέτως υπέρ σωτηρίας του ποιμνίου του Χριστού μας.

    Ο Γέρων Ευμένιος που ανέφερα ανωτέρω, ο μακαριστός, έλεγε «στην Εκκλησία δίδεις δάκρυα και λαμβάνεις άφεση αμαρτιών». Πριν λοιπόν από κάθε επανάσταση, ας αγαπήσουμε τα δάκρυα και την προσευχή, ας αγαπήσουμε το αληθινά ορθόδοξο βίωμα, που ομολογεί Χριστόν Εσταυρωμένο και Αναστάντα πρωτίστως στο κελί σου, στον ιδιωτικό χώρο σου, εκεί που δε δύναται να σε δει κανείς πέραν του Ουρανού. Αλλωστε, από εκεί και με αυτό τον τρόπο έλαβαν αφετηρία και ξεκίνησαν όλες οι πραγματικές και ουσιαστικές επαναστάσεις…!

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ