Ο Άγιoς Γρηγόριος , γνωστός και ως Γρηγόριος της Ναζιανζού, ήταν Έλληνας, Καππαδόκης θεολόγος που διατέλεσε Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως τον 4ο αιώνα μ.Χ. Θεωρείται ευρέως ως ο πιο ταλαντούχος ρήτορας μεταξύ των Πατέρων της Εκκλησίας . Ως κλασικά εκπαιδευμένος ομιλητής και φιλόσοφος του Ελληνισμού, κατάφερε να συνδυάσει τον Ελληνισμό με την πρώτη Εκκλησία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Ο Γρηγόριος είχε σημαντικό αντίκτυπο στη διαμόρφωση της Τριαδικής Θεολογίας τόσο μεταξύ των Ελληνόφωνων όσο και με των Λατινόφωνων Θεολόγων και έγινε γνωστός ως «Τριαδικός Θεολόγος». Τα περισσότερα από τα έργα του επηρεάζουν τους σύγχρονους Θεολόγους, ειδικά όσον αφορά τα τρία Πρόσωπα της Αγίας Τριάδας. Επίσης ήταν αδελφικός φίλος του Μεγάλου Βασιλείου.
Ο Γρηγόριος είναι Άγιος της Ανατολικής και της Δυτικής Χριστιανικής Εκκλησίας. Θεωρείται Διδάσκαλος και Πατέρας της Εκκλησίας και είναι γνωστός ως ένας από τους Τρεις Ιεράρχες, μαζί με τον Βασίλειο τον Μέγα και τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο.
Ο Άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε στο χωριό Αριανζός κοντά στη Ναζιανζό της νοτιοδυτικής Καππαδοκίας. Οι γονείς του, Γρηγόριος ο Πρεσβύτερος και Νόννα, ήταν πλούσιοι γαιοκτήμονες και απέκτησαν τρία τέκνα τον Γρηγόριο, τον άγιο Καισάριο και την αγία Γοργονία.
Η Νόννα έστρεψε το σύζυγό της στο Χριστιανισμό, ο οποίος βαπτίστηκε το 325 μ.Χ., ενώ λίγα χρόνια αργότερα, το 328 ή 329 χειροτονήθηκε Επίσκοπος Ναζιανζού.[6] Ο νεαρός Γρηγόριος και ο αδερφός του, Καισάριος Ναζιανζηνός, τον πρώτο καιρό ήταν μαθητές του θείου τους, Αμφιλόχιου. Ο Γρηγόριος σπούδασε ρητορική και φιλοσοφία στη Ναζιανζό, στην Καισάρεια, στην Αλεξάνδρεια και στην Αθήνα. Στην Αθήνα συνάντησε και έγινε φίλος με το Βασίλειο τον Μέγα. Επίσης, εκεί συνάντησε και ήταν συμφοιτητής και με τον ειδωλολάτρη Ιουλιανό, μετέπειτα αυτοκράτορα Κωνσταντινουπόλεως.Στην Αθήνα, δάσκαλοι του ήταν οι γνωστοί ρήτορες Ιμέριος και Προαιρέσιος.
Το 361, ο Άγιος Γρηγόριος επέστρεψε στη Ναζιανζό και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον πατέρα του, ο οποίος τον ήθελε για να τον βοηθήσει να φροντίζει τους τοπικούς Χριστιανούς. Ο νεαρός Γρηγόριος, ο οποίος ήθελε να γίνει μοναχός, αγανάκτησε με την πρόταση του πατέρα του να επιλέξει μεταξύ του Ιερατείου και της ζωής του μοναχού, αποκαλώντας την ως πράξη τυραννίας. Αφού έφυγε από το σπίτι, συνάντησε τον Βασίλειο στην Αννεσόη, και έκτοτε ζούσαν ως ασκητές. Ωστόσο, ο Βασίλειος τον προέτρεψε να επιστρέψει στην πατρίδα του και να βοηθήσει τον πατέρα του, κάτι που ο Γρηγόριος έκανε τον επόμενο χρόνο. Όταν έφθασε στη Ναζιανζό, ο Γρηγόριος βρήκε τη Χριστιανική κοινότητα χωρισμένη λόγω των Θεολογικών διαφορών και τον πατέρα του να κατηγορείται για συμμετοχή σε αίρεση από τους τοπικούς μοναχούς.Ο Γρηγόριος κατάφερε να ενώσει τους τοπικούς Χριστιανούς χάρη στις διπλωματικές και τις ρητορικές του ικανότητες.
Την ίδια ώρα, ο Αυτοκράτορας Ιουλιανός δήλωσε δημοσίως πώς ήταν κατά του Χριστιανισμού. Ως απάντηση, ο Γρηγόριος έγραψε τις Ύβρεις κατά του Ιουλιανού, μεταξύ του 362 και του 363. Στις Ύβρεις καταγράφει πώς ο Χριστιανισμός θα ξεπεράσει τους ηγέτες όπως ο Ιουλιανός με αγάπη και υπομονή. Αυτή η διαδικασία, όπως περιέγραψε ο Γρηγόριος, είναι η δημόσια εκδήλωση της Θέωσης, η οποία οδηγεί σε πνευματική ανύψωση και μυστική ένωση με τον Θεό. Ο Ιουλιανός έδιωξε τον Γρηγόριο και άλλους Χριστιανούς, το 362, αλλά πέθανε ένα χρόνο αργότερα σε εκστρατεία κατά των Περσών. Με τον θάνατο του Ιουλιανού, ο Γρηγόριος και οι Χριστιανοί της Ανατολής δεν ήταν κάτω από τον κίνδυνο του διωγμού, καθώς ο νέος Αυτοκράτορας, Ιοβιανός, ήταν πιστός στον Χριστιανισμό.
Ο Γρηγόριος πέρασε τα επόμενα χρόνια καταπολεμώντας τον Αρειανισμό, ο οποίος απειλούσε να διαιρέσει την Καππαδοκία. Κατά τη διάρκεια αυτών των γεγονότων, ο Γρηγόριος παρενέβη εξ ονόματος του Βασιλείου με τον Επίσκοπο Ευσέβιο της Καισαρείας. Για τους δύο φίλους ξεκίνησε μια περίοδος κλειστής συνεργασίας καθώς συμμετείχαν σε ένα ρητορικό διαγωνισμό της Εκκλησίας της Καισαρείας, ο οποίος κατακρημνίστηκε από την άφιξη θεολόγων του Αρειανισμού.Στις επόμενες δημόσιες, υπό την προεδρεία των πρακτόρων του Αυτοκράτορα Ουάλη, ο Γρηγόριος και ο Βασίλειος αναδείχθηκαν θριαμβευτές. Αυτή η επιτυχία βεβαίωσε πώς το μέλλον του Γρηγορίου και του Βασιλείου ήταν να αναλάβουν τη διοίκηση της Εκκλησίας.Ο Βασίλειος, το 370, εκλέχτηκε Επίσκοπος της Καισαρείας της Καππαδοκίας.
Ο Άγιος Γρηγόριος χειροτονήθηκε Επίσκοπος στα Σάσιμα, το 372, από τον Βασίλειο.[19] Αυτή η έδρα δημιουργήθηκε από τον Βασίλειο με σκοπό να ενισχύσει τη θέση του στη διαμάχη του με τον Άνθιμο των Τυάνων. Οι φιλοδοξίες του πατέρα του να τον δει στην ιεραρχία της Εκκλησίας και η επιμονή του Βασιλείου έπεισαν τον Γρηγόριο να δεχθεί τη θέση του Επισκόπου Περιγράφοντας τη νέα επισκοπή του, ο Γρηγόριος δήλωσε: «Ήταν τελείως τρομακτική, άνευ υδάτων, βλάστησης και χωρίς φίλους… αυτή ήταν η δική μου Εκκλησία των Σασίμων! Προσπάθησε να διαχειριστεί τη νέα Επισκοπή του, κάνοντας παράπονα στον Βασίλειο, καθώς ο Γρηγόριος προτιμούσε να ζήσει στοχαστική ζωή.[
Στα τέλη του 372, ο Γρηγόριος επέστρεψε στη Ναζιανζό για να βοηθήσει τον ετοιμοθάνατο πατέρα του στη διαχείριση της επισκοπής του.Αυτό τέντωσε τη σχέση του με τον Βασίλειο, ο οποίος ήθελε τον Γρηγόριο στα Σάσιμα. Ο Γρηγόριος απάντησε πώς δεν θέλει να συνεχίσει να παίζει τον ρόλο της μαριονέτας για να προωθήσει τα ενδιαφέροντα του Βασιλείου Έστρεψε την προσοχή του στα καθήκοντα του ως βοηθός του Επισκόπου της Ναζιανζού.
Το 374, μετά τον θάνατο των γονιών του, ο Γρηγόριος συνέχισε να διοικεί την επισκοπή της Ναζιανζού αλλά αρνήθηκε να λάβει τον τίτλο του Επισκόπου. Αφού έδωσε την περιουσία του στους φτωχούς, ο Γρηγόριος ζούσε λιτά.[26] Από τα τέλη του 375 και για τρία χρόνια ο Γρηγόριος ζούσε στο μοναστήρι της Σελεύκειας. Κατά το τέλος του 379, ο Βασίλειος πεθαίνει. Παρά το γεγονός ότι η υγεία του δεν του επέτρεψε να παραστεί στην κηδεία, ο Γρηγόριος έγραψε μια αποστολή στον αδερφό του Βασιλείου, Γρηγόριο της Νύσσης, στο οποίο συμπεριλαμβάνονταν 12 ποιήματα αφιερωμένα στον Βασίλειο.
Ο Αυτοκράτορας Ουάλης πέθανε το 378. Διάδοχος του, Ο Θεοδόσιος Α’, ήταν καλό νέο για αυτούς που θέλησαν να εκκαθαρίσουν τη Κωνσταντινούπολη από τον Αρειανισμό. Το εξόριστο κόμμα των κατοίκων της Νικαίας επέστρεψε βαθμιαία στην πόλη. Από το νεκρικό του κρεβάτι, ο Βασίλειος υπενθύμισε τις ικανότητες του Γρηγορίου και τον συνέστησε να υπερασπιστεί την Τριαδική Παράδοση στην Κωνσταντινούπολη.
Το 379, η Σύνοδος της Αντιοχείας και ο τοπικός Αρχιεπίσκοπος, Μελέτιος, ζήτησαν τον Γρηγόριο να πάει στην Κωνσταντινούπολη.Παρά τους δισταγμούς του, ο Γρηγόριος δέχθηκε. Η εξαδέλφη του, Θεοδοσία, του πρόσφερε μια έπαυλη για κατοικία – αμέσως ο Γρηγόριος μετέτρεψε την έπαυλη σε Εκκλησία, την οποία ονόμασε «Αναστασία» («σκηνή για την ανάσταση της πίστης»). Εκεί είχε εκδώσει 5 ομιλίες για την Αγία Τριάδα.:
Κοιτάξτε αυτά τα γεγονότα: Ο Χριστός γεννιέται, Το Άγιο Πνεύμα είναι ο Πρόδρομος του. Ο Χριστός βαπτίζεται, Το Άγιο Πνεύμα το μαρτυρεί… Ο Χριστός κάνει θαύματα, Το Άγιο Πνεύμα τα συνοδεύει. Ο Χριστός σταυρώνεται, Το Άγιο Πνεύμα παίρνει τη θέση Του. Τι θαυμαστά πράγματα σκοπεύει να κάνει ο Θεός και δεν είναι δυνατά για Αυτόν…;
Οι ομιλίες του Γρηγορίου έτυχαν καλής υποδοχής και πολλοί πιστοί πήγαιναν στην «Αναστασία» για να τον ακούσουν. Φοβούμενοι τη δημοτικότητα του Γρηγορίου, οι υποστηρικτές του Αρειανισμού αποφάσισαν να επιτεθούν. Το Πάσχα του 379, οι οπαδοί προέβησαν σε βιαιοπραγίες μέσα στην Εκκλησία, σκοτώνοντας έναν Επίσκοπο και τραυματίζοντας τον Γρηγόριο. Όταν ξέφυγε από τον όχλο, ο Γρηγόριος προδόθηκε από ένα φίλο του, τον φιλόσοφο Μάξιμο τον Κυνικό. Ο Μάξιμος, ο οποίος είχε μυστική συμμαχία με τον Πέτρο, επίσκοπο της Αλεξανδρείας, προσπάθησε να πάρει τη θέση του Γρηγορίου και να χειροτονηθεί ο ίδιος Επίσκοπος της Κωνσταντινουπόλεως Σοκαρισμένος, ο Γρηγόριος αποφάσισε να παραιτηθεί από τη θέση, αλλά οι πιστοί τον ανάγκασαν να μείνει και έδιωξαν τον Μάξιμο.
Στην Κωνσταντινούπολη, οι ιερείς του Αρειανισμού κατέλαβαν τις πιο σημαντικές Εκκλησίες. Όταν όμως Αυτοκράτορας έγινε ο Θεοδόσιος (380), όλα πήγαν υπέρ του Γρηγορίου. Ο Αυτοκράτορας ήταν αποφασισμένος να εξαλείψει τον Αρειανισμό και έδιωξε τον Επίσκοπο Δημόφιλο, και τη θέση του έλαβε ο Γρηγόριος.
Ο Θεοδόσιος θέλησε να ενώσει την Αυτοκρατορία με τον Χριστιανισμό, και αποφάσισε να συγκαλέσει Οικουμενική Σύνοδο για να συζητήσουν τα θέματα πίστης και πειθαρχίας.[34] Ο Γρηγόριος συμφώνησε μαζί του, καθώς ήθελε να ενώσει την Αυτοκρατορία χάρη στον Χριστιανισμό. Την άνοιξη του 381, συγκάλεσαν τη Δεύτερη Οικουμενική Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη, στην οποία συμμετείχαν 150 Επίσκοποι της Ανατολής. Μετά τον θάνατο του προεδρεύοντος επισκόπου, Μελετίου της Αντιοχείας, ο Γρηγόριος έγινε Πρόεδρος (ηγέτης) του Συνεδρίου. Ελπίζοντας να ενώσει τη Δύση και την Ανατολή, ο Γρηγόριος πρότεινε την αναγνώριση του Παυλίνου ως Πατριάρχη της Αντιοχείας. Οι Αιγύπτιοι και οι Μακεδόνες Επίσκοποι, οι οποίοι υποστήριζαν τον Μάξιμο, έφθασαν αργά στη Σύνοδο. Οι Αιγύπτιοι και οι Μακεδόνες δεν υποστήριξαν την άποψη του Γρηγορίου και θεωρούσαν πώς κέρδισε τη θέση του με νοθεία.
Καταπονημένος και φοβούμενος πώς θα έχανε την εμπιστοσύνη του Αυτοκράτορα και των επισκόπων, ο Γρηγόριος, αντί να επιμείνει στη θέση του, αποφάσισε να παραιτηθεί:
Αφήστε να είμαι σαν τον Προφήτη Ιωνά! Ήμουν υπεύθυνος για την καταιγίδα, αλλά θα θυσιαστώ για να σώσω το πλοίο. Δεν ήθελα να αναλάβω τον Θρόνο και με χαρά θα τον αφήσω.
Σόκαρε το Συμβούλιο με την απόφαση του να παραιτηθεί και ζητούσε απεγνωσμένα από τον Αυτοκράτορα να δεχθεί την παραίτηση του. Ο Αυτοκράτορας, συγκινημένος από την ομιλία του Γρηγορίου, τον χειροκρότησε και δέχθηκε την παραίτησή του. Το Συμβούλιο ζήτησε από τον Γρηγόριο να παραστεί ακόμα μια φορά για την αποχαιρετιστήρια τελετή.
Επιστρέφοντας στην Καππαδοκία, ο Γρηγόριος έγινε ξανά Επίσκοπος της Ναζιανζού. Πέρασε τα επόμενα χρόνια παλεύοντας με τους αιρετικούς του Αρειανισμού και με την αρρώστια του. Άρχισε να γράφει το De Vita Sua, το αυτοβιογραφικό του ποίημα. Στα τέλη του 383, η υγεία του Γρηγορίου χειροτέρευσε και τη θέση του ανέλαβε ο Ευλάλιος. Αφού πέρασε μερικά χρόνια ειρήνης στο οικογενειακό του κτήμα, ο Γρηγόριος πέθανε στις 25 Ιανουαρίου 390.
Σε όλη τη ζωή του ο Γρηγόριος αντιμετώπισε διάφορες άκαμπτες επιλογές. Αν θα έπρεπε να ακολουθήσει τις μελέτες ως ρήτορας ή φιλόσοφος; Η ζωή του μοναχού θα ήταν καλύτερη από αυτή του δημόσιου προσώπου; Έπρεπε να ακολουθήσει τη ζωή που ήθελε ή τη ζωή που ήθελαν ο πατέρας του και ο Βασίλειος; Ο Γρηγόριος καταγράφει πώς αυτές οι διαφορές τον βασάνιζαν.
Ο Άγιος Γρηγόριος είναι κυρίως γνωστός για τη συνεισφορά του στον τομέα της Πνευματολογίας, της Θεολογίας σχετικά με Το Άγιο Πνεύμα.Ο Γρηγόριος ήταν ο πρώτος, ο οποίος προσπάθησε να εξηγήσει, με τον τρόπο της πομπής, τις σχέσεις του Πνεύματος και της Θεότητας: «Το Άγιο Πνεύμα είναι πραγματικό Πνεύμα, το οποίο έρχεται από τον Πατέρα…” Αν και ο Γρηγόριος δεν εξήγησε τελείως την έννοια, θα διαμόρφωνε τις μετέπειτα σκέψεις για Το Άγιο Πνεύμα.
Τόνισε ότι ο Χριστός δεν έπαυσε να είναι Θεός όταν έγινε άνδρας και ότι δεν έχασε κανένα Θείο χαρακτηριστικό του όταν πήρε την ανθρώπινη μορφή. Διακήρυξε επίσης την αιωνιότητα Του Αγίου Πνεύματος, λέγοντας ότι οι ενέργειες του Πνεύματος ήταν κρυμμένες στη Παλαιά Διαθήκη αλλά έγιναν γνωστές μετά την Ανάληψη του Χριστού και την Πεντηκοστή.
Σε αντίθεση με τη θεωρία του Νεο-Αρειανισμού ότι ο Υιός ήταν ανόμοιος του Πατρός και τη θεωρία του Ημι-Αρειανισμού ότι ο Υιός ήταν ομοιούσιος του Πατρός, ο Γρηγόριος υποστήριξε το Δόγμα της Ομοουσίας. Οι Πατέρες της Καππαδοκίας υποστήριξαν πώς η Φύση Του Θεού είναι άγνωστη στον άνθρωπο – εξήγησαν την έννοια της Υποστάσεως και πώς Ο Χριστός ήταν η Εικόνα Του Θεού.
Μερικά Θεολογικά έργα του Γρηγορίου υποστήριζαν, όπως και ο φίλος του Γρηγόριος Νύσσης, την αποκατάσταση, σύμφωνα με την οποία Ο Θεός θα έφερνε όλα τα δημιουργήματα του σε αρμονία στο Ουράνιο Βασίλειο. Αυτό οδήγησε τους Θεολόγους του 19ου αιώνα, Φίλιπ Σχαφ και Ζ. Β. Χάνσον, να περιγράψουν τη Θεολογία του Γρηγορίου καθολική. Αρκετοί σύγχρονοι Θεολόγοι, όπως ο Τζον Σαχς, δήλωσαν πώς ο Γρηγόριος έβλεπε μπροστά από την αποκατάσταση, αλλά με συντηρητικό τρόπο. Ωστόσο, δεν είναι τελείως αποδεκτό ότι ο Γρηγόριος πραγματοποίησε το δόγμα της αποκατάστασης.
Ο Γρηγόριος ήταν γνωστός όχι μόνο ως Θεολόγος, αλλά και ως άνθρωπος των γραμμάτων,καθώς επίσης και ως ποιητής, αφού έγραψε αρκετά ποιήματα με Θεολογικά και ηθικά θέματα. Ολόκληρο το όγδοο βιβλίο της Παλατινής Ανθολογίας απαρτίζεται από επιγράμματά του, 254 τον αριθμό, ενώ ακόμη δύο επιγράμματά του περιλαμβάνονται στο πρώτο βιβλίο.
Ο μεγαλύτερος ανιψιός του Γρηγορίου, Νικόδουλος, επεξεργάστηκε και εξέδωσε πολλά από τα έργα του. Ο εξάδελφός του, Ευλάλιος, δημοσίευσε αρκετά έργα του Γρηγορίου το 391.Το 400, ο Ρουφίνιος άρχισε να μεταφράζει τα έργα του Γρηγορίου στα Λατινικά. Τα έργα του θεωρήθηκαν έγκυρα στη Σύνοδο της Εφέσου το 431. Το 451, έλαβε το όνομα Θεολόγος, στη Σύνοδο της Χαλκηδόνας- έναν τίτλο που κατείχαν και ο Απόστολος Ιωάννης και αργότερα ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος (949-1022). Οι συνεισφορές του Γρηγορίου στην Τριαδική Θεολογία επηρέασαν και τις Δυτικές εκκλησίες.Ο Πωλ Τίλλιχ θεωρεί πώς ο Γρηγόριος ο Θεολόγος δημιούργησε τη φόρμουλα για το Δόγμα της Αγίας Τριάδας.
Μετά τον θάνατό του, ο Άγιος Γρηγόριος τάφηκε στη Ναζιανζό. Τα Λείψανά του μεταφέρθηκαν, το 950, στην Εκκλησία των Αγίων Αποστόλων στην Κωνσταντινούπολη. Ένα μέρος των Λειψάνων ελήφθησαν από την Κωνσταντινούπολη από τους Σταυροφόρους κατά τη διάρκεια της Δ’ Σταυροφορίας, το 1204, και μεταφέρθηκαν στη Ρώμη. Στις 27 Νοεμβρίου 2004, τα Λείψανα του Γρηγορίου και του Ιωάννη Χρυσοστόμου επιστράφηκαν στην Κωνσταντινούπολη
Γύρω στα 12 χλμ έξω από την πόλη της Καβάλας, βρίσκεται ένα παραθαλάσσιο χωριό, η Νέα Καρβάλη, δημιούργημα εδώ και 86 χρόνων, ξεριζωμένων ανθρώπων από τα βάθη της Μικράς Ασίας. Στη μέση του χωριού βρίσκεται η Εκκλησία του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. Επέλεξαν δε να κτίσουν την νέα τους Εκκλησία στο κέντρο του χωριού για να δίνουν ισομερώς την ίδια προστασία στα Ιερά Λείψανα του Αγίου.
Ο Άγιος Γρηγόριος, όπως προαναφέρθηκε, γεννήθηκε και έζησε μεγάλο μέρος του βίου του στην περιοχή της Καππαδοκίας. Εκεί, όταν απεβίωσε στο χωριό Γκέλβερι (ή Καρβάλη ή Καρβάλλα), κτίσθηκε προς τιμήν του, Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία. Το καμπαναριό της Εκκλησίας δώρισαν κάτοικοι της Οδησσού, και το ξυλόγλυπτο Τέμπλο της τό έκανε δώρο στην Εκκλησία ο Τσάρος Νικόλαος Α΄. Εκεί φυλασσόταν στο χωριό Γκέλβερι από το 390 μ.Χ., το Ιερό Σκήνωμα του Αγίου, μαζί και τα Άγια Λείψανα του πατέρα του Γρηγορίου, Μητροπολίτου Ναζιανζού, έως το 1923-1924.
Στα χρόνια της Μικρασιατικής Καταστροφής, με την ανταλλαγή των πληθυσμών, οι ξεριζωμένοι Γκελβεριώτες έσωσαν από τον Ναό τους όλα τα τιμαλφή, όμορφες εικόνες, ασημένια καντήλια και τα Άγια Λείψανα των Αγίων και τα μετέφεραν με καράβι στην νέα τους πατρίδα, στην Ελλάδα, στην περιοχή της Καβάλας, στη Νέα Καρβάλη.
Προς τιμήν του Αγίου και Μεγάλου Ιεράρχη, χτίσθηκε εδώ Ναός, ο οποίος είναι ιδίου αρχιτεκτονικού ρυθμού , όπως του Γκέλβερι της Μικράς Ασίας. Ο Ναός είναι αφιερωμένος στον διαπρεπή λόγιο Γρηγόριο Θεολόγο ή Ναζιανζηνό και από το 1924 φυλάσσεται εδώ το σεπτό Σκήνωμά του.
Κάθε χρόνο, παραμονή της Εορτής του, στις 24 Ιανουαρίου, γίνεται Μέγας Εσπερινός και στη συνέχεια Αγρυπνία.
Ανήμερα της εορτής του, στις 25 Ιανουαρίου το πρωί, τελείται Θεία Λειτουργία και γίνεται Περιφορά του σεπτού Σκηνώματος, στα δρομάκια του χωριού. Στην συνέχεια, παραμένει για το Ιερό Προσκύνημα στον πρόναο της Εκκλησίας ώσπου να περάσει και ο τελευταίος πιστός.
Σύμφωνα με το Ρωμαϊκό Καθολικό Ημερολόγιο των Αγίων, η μνήμη του Γρηγορίου της Ναζιανζού γιορτάζεται στις 2 Ιανουαρίου. Παλαιότερα, η μνήμη του Γρηγορίου εορταζόταν στις 9 Μαΐου
Η Ανατολική Ορθόδοξη και η Ανατολική Καθολική Εκκλησία γιορτάζουν 2 μέρες τη Μνήμη του Αγίου Γρηγορίου: στις 25 Ιανουαρίου (ατομική Εορτή του Γρηγορίου) και στις 30 Ιανουαρίου (Εορτή των Τριών Ιεραρχών). Η Εκκλησία της Αγγλίας γιορτάζει τη μνήμη του Γρηγορίου και του Μεγάλου Βασιλείου στις 2 Ιανουαρίου, ενώ η Επισκοπική Εκκλησία τον τιμά στις 9 Μαρτίου
ΙΕΡΟ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓΙOY ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ (Ν.ΚΑΡΒΑΛΗ)
Η Νέα Καρβάλη του Νομού Καβάλας που αποτελεί συνέχεια της παλαιάς Καππαδοκικής Καρβάλης (Γκέλβερι), είναι συνδετικός κρίκος στην αλυσίδα μιας μακραίωνης Ιστορίας. Η λαμπρή της πορεία σημαδεύτηκε καθοριστικά από την παρουσία του Αγίου τέκνου της, Γρηγορίου του Θεολόγου, ενός από τους μεγαλύτερους Πατέρες της Εκκλησίας μας.
Εκεί στην Καρβάλη της Καππαδοκίας, ήταν θησαυρισμένο από το 390 μ.Χ. το Ιερό Σκήνωμα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, στον ομώνυμο ναό του, μέχρι το 1924 όταν με την ανταλλαγή πληθυσμών, οι πρόσφυγες το μετέφεραν στη νέα τους πατρίδα, τη Νέα Καρβάλη, λίγο έξω από τη Καβάλα.
Στο κέντρο της Νέας Καρβάλης υπάρχει σήμερα ο Ιερός Προσκυνηματικός Ναός του Αγίου, που αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα προσκυνήματα της Ελλάδας, ένα περίτεχνο θρησκευτικό μνημείο, όπου είναι αποθησαυρισμένα τα σκηνώματα του ιδίου και της οικογενείας του, καθώς χιλιάδες πιστοί προσέρχονται για να προσκυνήσουν το σεπτό λείψανο του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, τοποθετημένο σε χρυσή λάρνακα. Το μεγαλύτερο μέρος των λειψάνων του Αγίου που βρίσκεται στο ναό της Νέας Καρβάλης, με μύριους κινδύνους τα μετέφεραν ως εδώ οι ξεριζωμένοι Καππαδόκες, μαζί με τα ιερά σκεύη της εκκλησίας (τους πολυέλαιους, το δεσποτικό και τον επιτάφιο) που τον τιμούσε στη γεννέτειρά τους.
Η επέτειος μνήμη του Μεγάλου Πατρός και Ιεράρχου της Εκκλησίας, Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, αποτελεί κάθε χρόνο ένα ξεχωριστό γεγονός για τους χριστιανούς της Πόλεώς της Καβάλας αλλά και της ευρύτερης περιοχής. Συνεγείρει ιδιαιτέρως τις ψυχές εκείνων, που έλκουν την καταγωγή τους από την αγιοτόκο Καππαδοκία της Μικράς Ασίας, και οι οποίοι έρχονται ευλαβικοί προσκυνητές από κάθε μέρος της πατρίδος μας στον δικό τους Άγιο, αντιμετωπίζοντας πολλές φορές δύσκολες καιρικές συνθήκες και διανύοντας μεγάλες χιλιομετρικές αποστάσεις, στο ιερό Προσκύνημα της Νέας Καρβάλης.
Στον Ιερό Ναό, που έκτισαν οι πρόσφυγες από την Καππαδοκία για τον Άγιο Γρηγόριο στη Νέα Καρβάλη, γίνονται πολλά μυστήρια για ευλογία των πιστών.
Κάθε χρόνο, την παραμονή της εορτής, 24 Ιανουαρίου, το απόγευμα, ψάλλεται Πανηγυρικός Εσπερινός και στη συνέχεια, το βράδυ, γίνεται η καθιερωμένη Αγρυπνία. Την ημέρα της εορτής του Αγίου Γρηγορίου, 25 Ιανουαρίου, το πρωί τελείται Πολυαρχιερατική Θεία Λειτουργία και αμέσως μετά γίνεται η περιφορά του πανσέπτου Σκηνώματος του Αγίου στους κεντρικούς δρόμους της Κοινότητος της Νέας Καρβάλης.
Ο Ιερός Ναός άρχισε να κτίζεται το 1928. Εγκαινιάσθηκε στις 27-7-1950 από τον τότε Μητροπολίτη Χρυσόστομο, τον μετέπειτα αρχιεπίσκοπο Αθηνών. Κτίτωρ είναι ο Παντελής Λουκίδης. Από το 1973 με Κανονιστική διάταξη έχει καθιερωθεί ως ιερό Προσκύνημα. Είναι τρισυπόστατος Ναός και πανηγυρίζει στις 25 Ιανουαρίου του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, στις 14 Σεπτεμβρίου της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού και στις 27 Ιουλίου του Αγίου Παντελεήμονος. Αρχιτεκτονικά είναι σταυροειδής με τρούλο και δύο κωδωνοστάσια. Ένα δεύτερο κειμήλιο που υπάρχει είναι ο Τίμιος Σταυρός όπου είναι ενσωματωμένο και τεμάχιο από το Τίμιο Ξύλο του Κυρίου.