Ο Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων είναι ένας από τους δύο αγίους με το όνομα Θεόδωρος, οι οποίοι στην Ορθόδοξη Εκκλησία τιμώνται ως στρατιώτες άγιοι και μεγαλομάρτυρες. Ο άλλος άγιος με το ίδιο όνομα είναι ο Άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης, γνωστός επίσης και ως Θεόδωρος της Ηράκλειας.
Ο Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων έδρασε στα χρόνια των αυτοκρατόρων Μαξιμιανού (286 – 305) και Γαλέριου (305 – 311). Επονομάστηκε Τήρων, λόγω του ότι είχε καταταγεί στο σώμα των Τηρώνων, των νεοσυλλέκτων της ρωμαϊκής λεγεώνας . Επίσης θεωρείται και μάρτυρας από την Ορθόδοξη εκκλησία λόγω του μαρτυρικού θανάτου που βρήκε. Ο συναξαριστής του βίου του είναι ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης.
Δεν γνωρίζουμε πολλά για την παιδική και εφηβική ηλικία του Θεοδώρου. Γνωρίζουμε ότι γεννήθηκε στην Μικρά Ασία, κοντά στην Αμάσεια, την πρωτεύουσα του Ελενοπόντου, πόλη κτισμένη στο φαράγγι του ποταμού Ίρι. Ιδιαίτερη πατρίδα του ήταν τα Ευχάιτα, υστερορωμαϊκός οικισμός (στην Τουρκία ονομαζόταν Avkat και σύγχρονοι ερευνητές το ταυτίζουν με το σημερινό χωριό Beyözü της περιοχής Mecitözü). Την εποχή που ο Διοκλητιανός επιχειρούσε με έδρα τη Νικομήδεια την αναδιοργάνωση του κράτους, διενήργησε διωγμούς με αποτέλεσμα πολλοί Χριστιανοί να εγκαταλείπουν την περιοχή της Αμάσειας, άλλοι να γίνονται κρυπτοχριστιανοί, άλλοι να πιστεύουν στα είδωλα και τέλος άλλοι να βασανίζονται ένεκα της πίστεώς τους. Παρότι ο Λικίνιος αρχικά τήρησε το διάταγμα του Μεδιολάνου, γνωστό ως σύμφωνο της Ανεξιθρησκείας, εν συνεχεία άρχισε διωγμούς κατά των Χριστιανών. Έτσι ο Θεόδωρος, διαμόρφωσε την άποψη πως ο Χριστιανός έπρεπε να δίνει τη ζωή του για την πίστη του και να μην την κρύβει.
Η κατάταξή του στο στρατό
Τους λόγους που οδήγησαν τον Θεόδωρο να καταταγεί στον στρατό δεν τους γνωρίζουμε. Γνωρίζουμε όμως πως σύντομα ξεχώρισε στην κοόρτη (λατιν. cohors, cohortis) των τηρώνων (λατιν. tironum) μεταξύ των άλλων στρατιωτών για την ανδρεία του. Αφορμή να γίνει γνωστός για τη ανδρεία του στάθηκε η βοήθεια που έδωσε σε κάποια πλούσια γυναίκα και στους κατοίκους μίας περιοχής εξαιτίας ενός γιγάντιου φιδιού,[2] το οποίο τους τρομοκρατούσε. Έτσι προσευχόμενος έψαξε το φίδι και όταν το συνάντησε εκτόξευσε εναντίον του το ακόντιο τραυματίζοντάς το θανάσιμα.
Ομολογία της θρησκευτικής του ταυτότητας
Την εποχή εκείνη είχε αρχίσει να εφαρμόζεται το διάταγμα των Διοκλητιανού περί θυσιών στους θεούς, με σκοπό να εμφανίζονται οι Χριστιανοί. Ο Θεόδωρος αρνήθηκε να λάβει μέρος σε αυτές. Ο Βρύγκας επικεφαλής του τάγματος τον κάλεσε και τον ρώτησε για ποιον λόγο δεν θυσιάζει, οπότε ο άγιος απάντησε ομολογώντας ότι είναι Χριστιανός. Ο Βρύγκας βλέποντας ότι οι προσπάθειές του να τον μεταπείσει αποτύγχαναν, του έδωσε χρόνο να το ξανασκεφτεί. Ο Θεόδωρος τον χρόνο που είχε τον χρησιμοποίησε για να ενισχύσει τους Χριστιανούς του τάγματος, ώστε να μην αλλαξοπιστήσουν ή να μην φοβηθούν από τα βασανιστήρια που περίμενε ότι θα περνούσε μετά τη δεύτερη δίκη και τη μη μεταστροφή του.
Καταστροφή του ειδώλου της Ρέας
Ο Θεόδωρος όμως δεν έμεινε μόνο σε αυτό. Χρησιμοποιώντας την ελευθερία του, κατέστρεψε το ξύλινο είδωλο της θεάς Ρέας που βρισκόταν στον ναό, από την αγανάκτησή του για τον διωγμό και τα μαρτύρια των Χριστιανών. Ο Κρονίδης, ένας υπηρέτης του ναού, είδε το σκηνικό και το διεμήνυσε στον τοπικό άρχοντα Πόπλιο. Ο Θεόδωρος αμέσως κλήθηκε σε απολογία για τη μεγάλη ασέβεια. Ο ίδιος είπε ότι το έκανε θέλοντας να διαπιστώσει αν όντως η θεά ήταν αληθινή. Αυτό που διαπίστωσε όμως ήταν ότι πρόκειται περί αψύχου πράγματος.
Το μαρτύριο του Θεοδώρου
Ο τοπικός άρχοντας αμέσως διέταξε να τον μαστιγώσουν. Τον έφερε πάλι μπροστά του λέγοντας πως αν ασπασθεί τον θεό του όλα θα τελειώσουν, ειδάλλως θα τον υποβάλλει σε βασανιστήρια και θα σπάσει γρήγορα. Ο Θεόδωρος άμεσα απάντησε με τη σταθερότητα της πίστης του πως δε φοβάται να μαρτυρήσει, επειδή δεν είναι δειλός. Έτσι έδωσε εντολή να τον ρίξουν στη φυλακή χωρίς τροφή και νερό. Το βράδυ όμως ο Χριστός εμφανίστηκε μπροστά του δίνοντάς του τη δύναμη. Επίσης άγγελοι, περιγράφει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, έψαλλαν μέσα από το κελλί του, με αποτέλεσμα οι φύλακες να νομίσουν πως φίλοι του Θεοδώρου πήγαν να τον βοηθήσουν να δραπετεύσει. Ο Πόπλιος μαθαίνοντας το γεγονός έστειλε άγημα στρατιωτών στη φυλακή, οι οποίοι όμως δεν βρήκαν τίποτα.
Το τέλος της ζωής του
Ο Πόπλιος θέλησε να του ξαναδώσει μια ευκαιρία να αλλαξοπιστήσει, όμως ο Θεόδωρος ήταν ανένδοτος. Έτσι διέταξε να τον κρεμάσουν ανάποδα και να κόβουν τις σάρκες του με κοφτερά σίδερα, ένα βασανιστήριο ιδιαίτερα γνωστό για την εποχή. Η προσπάθεια που κατέβαλαν με τα βασανιστήρια απέτυχε. Ο Θεόδωρος δεν λύγισε και αντ’ αυτού ο παρευρισκόμενος λαός έπαιρνε δύναμη από το θάρρος και την αντοχή του Θεοδώρου. Βλέποντας αυτό ο Πόπλιος διέταξε να τον ρίξουν στο καμίνι. Η ημερομηνία της κοίμησής του ήταν η 17η Φεβρουαρίου του έτους 306 ή 307. Η Ευσεβία επιτέλεσε την ανακομιδή των λειψάνων του πριν από το 350 στα Ευχάιτα, τα οποία αυτόματα αποτέλεσαν το λατρευτικό κέντρο του αγίου Θεοδώρου και αναδείχθηκαν σε σπουδαίο προσκύνημα.
Λαϊκές Παραδόσεις – Το δια κολλύβων θαύμα
Όταν ανέβηκε στον θρόνο ο Ιουλιανός πραγματοποίησε μεγάλο διωγμό κατά των χριστιανών. Γνωρίζοντας το τυπικό των χριστιανών για τη νηστεία και θέλοντας να τους ταλαιπωρήσει ακόμα περισσότερο, κάλεσε τον έπαρχο της Κωνσταντινούπολης και του είπε να αποσύρει από την πόλη τα τρόφιμα που ήταν νηστίσιμα, υποχρεώνοντας τους χριστιανούς είτε να μη νηστεύσουν είτε να μείνουν νηστικοί. Έτσι και έγινε. Τότε σύμφωνα με την εκκλησιαστική παράδοση εμφανίστηκε μπροστά στον Ευδόξιο (360-370μ.Χ.) ο άγιος Θεόδωρος ο Τήρων και του είπε «σύναξε το ποίμνιο του Χριστού και δώσε εντολή, κανένας Χριστιανός να μην αγοράσει τίποτα από όσα πουλιούνται, διότι όσα πωλούνται στην αγορά είναι μιασμένα, αφού με εντολή του βασιλιά έχουν μιανθεί από αίμα ειδωλόθυτων ζώων, και αναπλήρωσε τις ελλείψεις αυτών, χορηγώντας κόλλυβα». Έτσι όλη την εβδομάδα έφαγαν κόλλυβα. Από τότε μέχρι και σήμερα κάθε χρόνο το θαύμα αυτό εορτάζεται κατά το Σάββατο της πρώτης εβδομάδας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής (Ψυχοσάββατο).