Πως προσμετρώνται οι τρεις ημέρες της Αναστάσεως του Κυρίου κατά την Αγία Γραφή αναφέρει μεταξύ άλλων σε κείμενο του ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος.
“Και εγένετο εσπέρα και εγένετο πρωί, ημέρα μία” (Γέν. 1,4)
Πως προσμετρώνται οι τρεις ημέρες της Αναστάσεως του Κυρίου κατά την Αγία Γραφή αναφέρει μεταξύ άλλων σε κείμενο του ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος.
Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο:
Ὅλοι λέμε ὅτι ὁ Χριστός ἀναστήθηκε ἀπό τόν τάφο μετά ἀπό τρεῖς ἡμέρες. Μιλώντας, βέβαια, γιά Ἀνάσταση δέν ἐννοοῦμε ὅτι πέθανε ἡ θεότητα, ἀλλά ὅτι ἡ ψυχή, πού χωρίστηκε ἀπό τό σῶμα, χωρίς νά χωρισθεῖ ἡ θεότητα, ἐπανῆλθε στό σῶμα, καί ἔτσι ἀναστήθηκε ἀπό τόν τάφο. Δημιουργεῖται ὅμως ἕνα πρόβλημα σχετικά μέ τίς τρεῖς ἡμέρες. Ἀπό πότε ὑπολογίζονται καί πῶς προσμετρῶνται, ἀφοῦ γνωρίζουμε ὅτι ὁ Χριστός πέθανε τήν τρίτη ἀπογευματινή τῆς Μ. Παρασκευῆς καί ἀναστήθηκε τίς πρωινές ὧρες τῆς Κυριακῆς;
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἑρμηνεύει ὅτι πραγματικά ἔχουμε τρεῖς νύκτες καί τρεῖς ἡμέρες, κατά τίς ὁποῖες ὁ Χριστός βρισκόταν στόν τάφο. Ἑρμηνεύοντας τά περιστατικά τῆς σταυρώσεως λέγει ὅτι κατά τήν Παλαιά Διαθήκη ὁ Θεός κάλεσε τό σκοτάδι νύκτα καί τό φῶς ἡμέρα. Ἔτσι, λοιπόν, τό σκοτάδι, πού ἔγινε κατά τόν καιρό τῆς σταυρώσεως ἀπό τίς δώδεκα τό μεσημέρι μέχρι τίς τρεῖς τό μεσημέρι, εἶναι νύκτα, ἀφοῦ δέν σκοτίστηκε ὁ ἥλιος ἀπό κάποιο σύννεφο πού κάλυψε τήν ἡλιακή ἀκτῖνα. Ἔτσι, περιέπεσε σκοτάδι σέ ὁλόκληρη τήν γῆ, ἀφοῦ ἐξέλιπε ἡ φωτιστική ἐνέργεια πού πηγάζει ἀπό τό ἡλιακό σῶμα. Ἀπό τίς τρεῖς ἡ ὥρα μέχρι τήν κανονική δύση τῆς Παρασκευῆς ἔχουμε ἡμέρα. Ὁπότε συμπληρώθηκε ἡ πρώτη νύκτα καί ἡμέρα. Στήν συνέχεια ἔχουμε τήν νύκτα τῆς Παρασκευῆς καί τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου, πού ὑπολογίζεται ὡς δεύτερη νύκτα καί ἡμέρα. Καί τέλος ἡ νύκτα τοῦ Σαββάτου καί ἡ ἀρχή, τά ξημερώματα τῆς Κυριακῆς, ὁπότε ἀναστήθηκε ὁ Χριστός, ἀπαρτίζουν την τρίτη νύκτα καί ἡμέρα.
Ὁ Ἅγιος ἱερομάρτυς Ἀναστάσιος ὁ Σιναΐτης δίνει μιά ἄλλη ἑρμηνεία, πού κινεῖται περίπου στό ἴδιο πλαίσιο. Λέγει ὅτι κατά τήν Παλαιά Διαθήκη ἡ ἡμέρα ἀριθμεῖται ἀφοῦ συνυπολογισθεῖ καί ἡ ἑσπέρα. Στό βιβλίο τῆς Γενέσεως λέγεται: «Καί ἐγένετο ἑσπέρα καί ἐγένετο πρωί ἡμέρα μία» (Γέν. α΄, 5). Ἐπίσης, ἀπό τό μέρος ὑπολογίζεται καί τό ὅλο.
Ἑπομένως, κατά τόν Ἅγιο Ἀναστάσιο, ἡ ὥρα πού πέθανε ὁ Χριστός, ὡς τμῆμα τῆς ἡμέρας τῆς Παρασκευῆς, πού ἄρχισε ἀπό τήν Πέμπτη τό ἀπόγευμα, ἐντάσσεται στήν πρώτη ἡμέρα. Τό βράδυ τῆς Παρασκευῆς καί ἡ ἡμέρα τοῦ Σαββάτου ὑπολογίζεται ὡς δεύτερη ἡμέρα, καί τό βράδυ τοῦ Σαββάτου μέχρι τά ξημερώματα τῆς Κυριακῆς, ὅταν ἀναστήθηκε ὁ Χριστός, ἐπειδή ἀποτελεῖται καί ἀπό τμῆμα τῆς ἡμέρας τῆς Κυριακῆς, θεωρεῖται ὡς τρίτη ἡμέρα.
(Σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου, Οἱ Δεσποτικές Ἑορτές, σσ. 274-275)
Πηγή: Πενταπόσταγμα