Του Γιώργη Κεφαλίδη

 

Ο Γιώργος Πιπεράκης είναι μια ξεχωριστή περίπτωση «ιεραπόστολου». Έχει αποδώσει στα συναξάρια της εποχής το πρόσωπο των σύγχρονων αγίων, όπου έχει φτάσει η Ορθοδοξία. Στα πολλά ταξίδια που έχει κάνει, ως επίμονος ιστοριοδίφης, αναζητά υλικό, κάνει επιτόπια έρευνα και εικονογραφεί αγίους, άγνωστους σε μας,∙από τον Άγιο Χαμπίμπ, τον Σύρο νεομάρτυρα που σκοτώθηκε από μουσουλμάνους την ώρα της προσευχής, ως τον Άγιο Ελεσβάν, τον Αιθίοπα βασιλιά που κατέκτησε την Υεμένη, και από τη Ρουμάνα Αγία Χερουβειμία έως την Εσκιμώα Αγία Όλγα, όλοι τους συνθέτουν ένα ιδιότυπο μωσαϊκό, με περισσότερες από 300 μορφές αγίων από διαφορετικές εθνικές και πολιτιστικές αναφορές και μόνο συνεκτικό στοιχείο το Ορθόδοξο βίωμα.

Ο ασπούδαχτος ζωγράφος δεν μεταφέρει τις γνωστές από τον τόπο του μορφές στο εξωτερικό, αλλά επιχειρεί να κάνει γνωστό το πρόσωπο των αγίων όπου Γης, με μια διάσταση οικουμενική. Ομότιμος καθηγητής της Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο Γιώργος Πιπεράκης έχει αναδείξει με το έργο του σημαντικές μορφές του σύγχρονου Ορθόδοξου κόσμου, ίσως επειδή έχει ζήσει κοντά σε τρεις μεγάλους της Ορθοδοξίας, τον γέροντα Σωφρόνιο, τον Άγιο Παΐσιο και τον Άγιο Πορφύριο, στο πλευρό του οποίου έμεινε και με την ιδιότητα του γιατρού τα τελευταία χρόνια της ζωής του.

Πρώτος αυτός αγιογράφησε την εικόνα του Κινέζου Αγίου Μητροφάνους στο Πεκίνο και την έστειλε στο Χονγκ Κονγκ με την ίδρυση της μητρόπολης, ενώ στον Άγιο Λουκά Κριμαίας, γνωστό κι από το έργο του στην ιατρική, καθιέρωσε δίπλα στην αγία τράπεζα και μια τράπεζα χειρουργική, καθιστώντας την πλέον εικονογραφικό πρότυπο στους νέους αγιογράφους. Εικόνες τoυ Γ. Πιπεράκη κοσμούν εκκλησίες της Κoρέας, της Ιαπωνίας, της Σιγκαπούρης, των Φιλιππίνων, της Τανζανίας, τoυ Καμερoύν, της Νιγηρίας κ.ά. Οι αγιογραφίες αυτές αποδίδονται με έναν εντελώς προσωπικό τρόπο, που δεν τον κατατάσσουν σε ένα συγκεκριμένο ζωγραφικό ιδίωμα.

«Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ζωγράφιζα ή, για να ακριβολογώ, μετέφερα στο σκίτσο τον κόσμο γύρω μου. Δεν έκανα τυπικές ακαδημαϊκές σπουδές, παρά μόνο όταν αρρώστησε ο Λέπουρας (αγιογράφος), με έστειλε σε αυτόν ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος και, χωρίς να το καταλάβω, είχα μιαν άτυπη, βασική θητεία κοντά του στο σχέδιο και το χρώμα της εικονογραφίας. Άρχισα να κάνω κάποιες αγιογραφίες, οι οποίες αρέσανε. Η σταδιοδρομία μου, βέβαια, στην ιατρική δεν με άφησε ποτέ να ασχοληθώ συστηματικά, αλλά πολλές από τις πιο ζωντανές, γόνιμες ώρες μου εδώ στο σπίτι ήταν στη ζωγραφική. Έτσι, ξεκίνησα να φτιάχνω εικόνες με την τεχνοτροπία του Λέπουρα, που όμως δεν με ικανοποιούσαν πολύ. Μετά βρήκα τον δρόμο μου, ελεύθερος από δεσμεύσεις τεχνοτροπικές, ζωγραφίζοντας με ένα ύφος προσωπικό, όπως νιώθω. Δεν κοιτάζω δηλαδή να είναι στυλιζαρισμένες οι εικόνες, να “αρέσουν”. Με ενδιαφέρει να “αναπαύουν” τον πιστό, ώστε να προσεύχεται στην εικόνα του αγίου. Καθώς, λοιπόν, ασχολήθηκα με την ιεραποστολή, έγραφα για τους αγίους, ενώ παράλληλα τους ζωγράφιζα».

Αυτό το ξεχωριστό «εικονογραφικό index» των Ορθόδοξων αγίων της οικουμένης δεν συνιστά απλώς μια καταγραφή, ένα ντοκουμέντο: «Χωρίς να έχω γνώσεις θεολόγου, αντιλαμβάνομαι τους αγίους ως “μικρούς Χριστούς”, ενώ, παράλληλα, βλέπω τον Χριστό μας μέσα από τους αγίους. Αλλά οι άγιοι δεν είναι κάτι “μουσειακό”, μια υπόθεση ξένη στον σύγχρονο άνθρωπο, βγαλμένη από τα υπόγεια της Ιστορίας. Και, βέβαια, δεν είναι υπόθεση εθνική, που έχει σύνορα γεωγραφικά και πολιτισμικά. Η Εκκλησία είναι παγκόσμια, αφορά τον άνθρωπο όπου Γης. Είμαι ευτυχής που είμαι Έλληνας, με αυτήν την ταυτότητα, τις ρίζες και την κουλτούρα, αλλά ως Ορθόδοξος εξίσου βαραίνει εντός μου ο Άγιος Μητροφάνης ο Κινέζος με την Αγία Όλγα, την τελευταία αγία της Αλάσκας, και τον “δικό μας” Άγιο Δημήτριο. Οι άγιοι είναι κάτι ζωντανό, ζουν ανάμεσά μας κι αυτοί συνθέτουν τη “ζώσα” Εκκλησία. Αλλά κι ανθρώπινα να το δεις, παίρνεις κουράγιο από μια μορφή που είναι συγκαιρινή, έχει δηλαδή παραστάσεις που δεν απέχουν πολύ από τις δικές σου».

Με ποιον τρόπο ο Άγιος Πορφύριος μιλούσε στους ανθρώπους για τον Χριστό;

Ο γέρων Πορφύριος δεν ήθελε να προσβάλλει την ελευθερία του ατόμου. Άφηνε πάντοτε τα πνευματικοπαίδια του χωρίς απαγορεύσεις, χωρίς μεγάλα επιτίμια κ.τ.λ., για να καταλάβουν ότι μόνοι τους δεν μπορούν να κάνουν τίποτα, αλλά μόνο η χάρις του Θεού είναι εκείνη που μεταμορφώνει τον άνθρωπο. Έλεγε χαρακτηριστικά για τα πάθη του ανθρώπου: «Μην σπρώχνεις για να βγάλεις τα πάθη σου έξω από τον εαυτό σου, από την καρδιά σου. Αν θέλεις να τα νικήσεις, αγάπησε τον Χριστό και τότε τα πάθη θα φύγουν μόνα τους». Χαρακτηριστικά θυμάμαι μια βραδιά που έλεγε ότι «ο διάβολος γυρνάει σαν κροκόδειλος», κι έκανε με τα χέρια του τη χαρακτηριστική κίνηση του κτήνους, «και προσπαθεί τον καθένα μας να τον φοβίσει. Όταν δεις τον κροκόδειλο και στρέψεις το βλέμμα σου στην εικόνα του Χριστού, τότε το κτήνος θα υποχωρήσει και θα φύγει. Μην σπρώχνεις, άνοιξε το παράθυρό σου στην εικόνα του Χριστού». Κάποτε ζωγράφισα ένα παράθυρο κλειστό, όπου έσπρωχνε ο άνθρωπος κι από τις χαραμάδες του έβγαινε αίμα, συμβολικά δηλαδή το κακό. Όταν, αντίστοιχα, σε άλλο έργο, το παράθυρο άνοιγε κι έμπαινε μέσα άπλετο το φως, η καρδιά μας λουζόταν από αυτό. Αυτό ήθελε κι ο άγιος: να ανοίξουμε το παράθυρο της καρδιά μας, να μπει μέσα ο Χριστός και να μην αφήσει χώρο για το κακό. Αυτός ήταν ο τρόπος του με τους ανθρώπους και υπήρξα μάρτυρας περιπτώσεων με μεγάλα προβλήματα, που λύνονταν με τον τρόπο της ελευθερίας. «Αγαπήσατε τον Χριστό» έλεγε πάντοτε.

 

Με την ιδιότητα του γιατρού που είχατε κοντά του, πώς αντιμετώπισε ο άγιος το πλήθος των ασθενειών στο τέλος της ζωής του;

Θυμάμαι, την τελευταία φορά, είχε πάθει μια μεγάλη γαστρορραγία, που κανονικά έπρεπε να τον φέρει στον τάφο. Τον είχαν, λοιπόν, επισκεφθεί μεγάλοι γιατροί, που ενδιαφέρονταν πραγματικά, και ο παππούλης δεν ήθελε ακόμη να φύγει από το καλύβι του. Τότε ακόμη δεν είχε χτιστεί όλο το μοναστήρι. Μας ειδοποιούσε, λοιπόν, ότι, αν έφευγε για το νοσοκομείο, θα πέθαινε. Πήραμε έτσι όποια μηχανήματα μπορούσαμε και κάναμε μεταγγίσεις. Οι περισσότεροι έκριναν, από καθαρά κλινική άποψη, πως έπρεπε να νοσηλευθεί άμεσα, αλλιώς θα πέθαινε. Όταν η κατάσταση έφτασε σε οριακό σημείο, τηλεφώνησα στον γέροντα Σωφρόνιο για συμβουλή. «Ό,τι σας λέει να κάνετε είναι ένα ασκί γεμάτο από πνεύμα», είπε ο γέρων Σωφρόνιος και, πράγματι, έτσι έγινε. Έχω μάρτυρα τα τετράδιά μου, όπου κάθε μέρα έγραφα το ιστορικό με τον αιματοκρίτη κ.τ.λ. Ε, λοιπόν, με απολύτως φυσικό τρόπο υπέμεινε την αρρώστια για περίπου έναν χρόνο, ώσπου απεκατεστάθη. Βέβαια, τους γιατρούς τους τιμούσε και μια φορά θυμάμαι που έλεγε «Εγώ, βρε, αν δεν είχα γίνει παπάς, γιατρός θα είχα γίνει», απαντώντας σε κάποιον που σκεφτόταν να ακολουθήσει την ιατρική. Σεβόταν την ιατρική, αλλά πρώτα έβαζε τη χάρη του Θεού, τη δυνατότητα του Θεού να σε κάνει καλά. Ιατρικά έχω πάρα πολλά περιστατικά, μέχρι και νεκρανάσταση. Ήταν ένα παιδί που είχε κάνει σειρά επεμβάσεων και πέθαινε και είχαν έρθει όλοι για να παρηγορήσουν τους συγγενείς. «Γονατιστός παρακαλώ να ζήσει το παιδί αυτό» προσευχήθηκε το βράδυ ο γέροντας. Και το παιδί έζησε…

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ

O Γιώργιoς Πιπεράκης γεννήθηκε στα Χανιά. Τελείωσε την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και ειδικεύτηκε στη Μικροβιολογία στo Νoσoκoμείo «Αλεξάνδρα». Με μακρά πανεπιστημιακή σταδιοδρομία, το 2002 διετέλεσε αναπληρωτής καθηγητής Mικρoβιoλoγίας. Έχει λάβει μέρoς σε ιεραπoστoλές της «Απoστoλικής Διακoνίας» της Εκκλησίας της Ελλάδος, ενώ βιβλία του με τoυς βίους αγίων από διάφορους τόπους έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Έργα του περιλαμβάνονται στo Index των Ορθόδοξων αγίων της oικoυμένης (έκδoση «Απoστoλικής Διακoνίας», 2004). Φoρητές εικόνες τoυ κoσμoύν διάφoρα δημόσια κτίρια, όπως τo «Ιππoκράτειo» νoσoκoμείo, κι εκκλησίες, όπως τoν Άγιo Δημήτριo Μπραχαμίoυ, τoν Άγιo Ιωσήφ Π. Πεντέλης κ.ά.