Ο Αθανάσιος καταγόταν από τη χώρα των "Κιβυρραιωτών", η οποία αποτελούσε διοικητικό διαμέρισμα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, το γνωστό ως ένα από τα  "Θέματα" και επεκτεινόταν στα νότια εδάφη της Μικράς Ασίας.

Από μικρός αγαπούσε την ησυχία και την εκκλησιαστική ζωή. Προσευχόταν, νήστευε, έκανε ελεημοσύνες και μελετούσε το Ευαγγέλιο του Χριστού καθημερινά.

Ο πόθος του, όμως, για την ησυχία και την άσκηση τον οδήγησε στην αναζήτηση πνευματικού οδηγού, έμπειρου, που να μπορεί να τον καθοδηγεί στα πνευματικά βήματα με ασφάλεια και προσοχή.

Αφού, λοιπόν, εμπιστεύτηκε τον εαυτό του σε έμπειρο πνευματικό, άφησε τον κόσμο, όπου δεν αναπαυόταν και κατέφυγε σε ένα μοναστήρι, κοντά στον ποταμό Σάγαρι,

Στην αρχή, η ζωή στη Μονή ήταν δύσκολη. Οι Μοναχοί που εγκαταβίωναν εκεί δεν υποδέχθηκαν με φιλόξενο τρόπο τον Αθανάσιο. Τον περιφρονούσαν και τον περιγελούσαν, τον άφηναν στο περιθώριο, μόνο, απέναντι σε όλους. Η πρώτη περίοδος εγκλιματισμού του στη Μονή, όπως ο ίδιος αποκάλυψε αργότερα, ήταν πολύ δύσκολη. Όμως, δεν τα παράτησε! Υπέρμετρες νηστείες και αγρυπνίες, καθημερινές ακολουθίες, ανείπωτοι αγώνες.

Σύντομα χειροτονήθηκε ιερέας. Ο Αθανάσιος ξεκίνησε τότε, μεγαλύτερο αγώνα. Κάθε ημέρα τελούσε τη Θεία Λειτουργία και δειλά δειλά ξεκίνησαν να συμμετέχουν και να "συμμορφώνονται" και οι άλλοι μοναχοί.

Αγρυπνούσε κάθε βράδυ έως τα χαράματα. Συνέγραφε, καλλιγραφούσε, μελετούσε. Όμως, τα συνεχιζόμενα ξενύχτια του επέδρασαν αρνητικά στην εξέλιξη της όρασής του. Έπαθε βλάβη στα μάτια του και, προς στιγμήν, έχασε το φως του. Κλείσθηκε, τότε, στο κελλί του και προσευχόταν αδιάκοπα, να τον αξιώσει ο Θεός και πάλι να δει, να αποκτήσει το αισθητό φως, για να μπορεί να συγγράφει και να ψάλλει στις ακολουθίες. Και ο Θεός, δεν ξέχασε τον ασκητή Αθανάσιο. Μετά την παρέλευση μικρού χρονικού διαστήματος, ο Αθανάσιος ανέκτησε τη φυσικότητα της όρασής του. Και πάλι ξενύχτια, και πάλι συγγραφή και πάλι η άσκηση!

Μετά από χρόνια μοναχικής αφιερώσεως ο Αθανάσιος κοιμήθηκε σε βαθιά γεράματα, αφήνοντας ως παρακαταθήκη πλούσιο συγγραφικό έργο, κυρίως, όμως, ζωντανή την ανάμνηση σε μοναχούς και προσκυνητές της εποχής, πως συνάντησαν, σχετίστηκαν και γνώρισαν δια ζώσης έναν άγιο άνθρωπο, η προσευχή του οποίου ήταν ικανή, να κάνει τον Ουρανό να κατεβαίνει στη γη.

Δημήτριος Λυκούδης, θεολόγος