Το δεύτερο κήρυγμα, κατά την περίοδο του Καλοκαιριού, του Μητροπολίτη Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου, έχει τίτλο "ο Πρεσβύτερος".

Διαβάστε και ακούστε το κήρυγμα παρακάτω:

Σε κάθε Μητρόπολη είναι ένας Μητροπολίτης και πολλοί Πρεσβύτεροι, που είναι οι Κληρικοί-οι Ιερείς, οι οποίοι έχουν χειροτονηθή και τοποθετηθή σε κάθε Ενορία της Μητροπόλεως από τον Μητροπολίτη, για να ποιμαίνουν τους Χριστιανούς, με την εντολή και την καθοδήγησή του.

Ο όρος πρεσβύτερος ίσως προέρχεται από τους πρεσβυτέρους των Ιουδαίων, όπως ονομάζονταν οι ηγέτες του Ιουδαικού λαού και το βλέπουμε στα ιερά Ευαγγέλια. Ο Ίδιος ο Χριστός προέλεγε στους Μαθητές Του τον θάνατο και την Ανάστασή Του ότι «δεί αυτόν απελθείν εις Ιεροσόλυμα και πολλά παθείν από των πρεσβυτέρων και αρχιερέων και γραμματέων» (Ματθ. ιστ΄, 21), και αλλού γράφεται ότι «προσήλθον αυτώ διδάσκοντι οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού» (Ματθ. κα΄, 23).

Επειδή ο Χριστιανισμός εμφανίσθηκε στην Παλαιστίνη, κατ’ αρχάς μεταξύ Ιουδαίων, γι’ αυτό προσλήφθηκε αυτή η ονομασία για να δηλώση εκείνους τους Κληρικούς που χειροτονήθηκαν από τους Αποστόλους για να ποιμάνουν ένα μικρότερο ποίμνιο.

Φυσικά, η λέξη πρεσβύτερος είναι ελληνική που δηλώνει έναν άνθρωπο μεγαλύτερης ηλικίας βιολογικής, που χρειάζεται να τον σεβαστή κάποιος, και κατ’ επέκταση με αυτήν την λέξη χαρακτηρίζεται ο Ιερέας, δηλαδή ο δεύτερος βαθμός της Ιερωσύνης, ο οποίος χειροτονείται από τον Επίσκοπο, που είναι ο τρίτος βαθμός της Ιερωσύνης.

Στην Καινή Διαθήκη δεν φαίνεται μια σαφής διάκριση μεταξύ Πρεσβυτέρων και Επισκόπων, αφού οι όροι χρησιμοποιούνται εναλλάξ, δηλαδή και οι Επίσκοποι λέγονται Πρεσβύτεροι και οι Πρεσβύτεροι χαρακτηρίζονται Επίσκοποι. Αυτό γινόταν τότε, αφού ζούσαν οι άγιοι Απόστολοι, οι οποίοι χειροτονούσαν Επισκόπους, Πρεσβυτέρους και Διακόνους.

Φαίνεται ότι υπήρχε από την πρώτη Εκκλησία διάκριση μεταξύ Επισκόπων και Πρεσβυτέρων, αλλά η σύγχυση ήταν με τους όρους. Όταν, όμως, εξέλιπαν οι Απόστολοι, τότε, ιδίως στους Αποστολικούς Πατέρες και μάλιστα στον άγιο Ιγνάτιο τον Θεοφόρο, γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ των τριών βαθμών της Ιερωσύνης, ήτοι του Επισκόπου, του Πρεσβυτέρου και του Διακόνου.

Ο Πρεσβύτερος λέγεται και Ιερεύς. Η λέξη Ιερεύς προέρχεται από τις θυσίες, είναι αυτός που επιτελεί τις θυσίες, που θυσιάζει, και κατ’ επέκταση και ο Επίσκοπος χαρακτηρίζεται Ιεράρχης, διότι άρχει του Ιερού και των Ιερέων. Επίσης, ο Πρεσβύτερος λέγεται και Κληρικός, όπως όλοι οι βαθμοί της Ιερωσύνης, διότι αποτελούν τον Κλήρο του Θεού.

Κάθε Μητρόπολη για την καλή λειτουργία και την ποιμαντική διακονία χωρίζεται σε πολλές Ενορίες, στις οποίες τοποθετούνται ένας ή πολλοί Ιερείς, ανάλογα με τον αριθμό των Χριστιανών που συγκροτούν την Ενορία. Συγχρόνως, Πρεσβύτεροι-Ιερείς είναι και ο Πρωτοσύγκελλος και οι Ιεροκήρυκες, στους οποίους ο Μητροπολίτης αναθέτει ανάλογες ευθύνες, είτε διοικητικές είτε ιεροκηρυκτικές.

Προκειμένου να καταστή κάποιος Πρεσβύτερος πρέπει να διαθέτη τα κατάλληλα κανονικά προσόντα, τα οποία αξιολογεί ο Μητροπολίτης. Έτσι, ο Μητροπολίτης, όπως γράφει ο άγιος Επιφάνιος Επίσκοπος Κύπρου, με το Μυστήριο της χειροτονίας γεννά πατέρες στην Εκκλησία, ενώ οι Πρεσβύτεροι δεν μπορούν να χειροτονήσουν, γι’ αυτό με το άγιο Βάπτισμα που επιτελούν γεννούν τέκνα στην Εκκλησία και όχι πατέρες.

Μετά την επιλογή κάποιου Χριστιανού από τον Μητροπολίτη γίνεται η χειροτονία του σε Πρεσβύτερο. Δεν πρόκειται για έναν διορισμό, αλλά για μυστηριακή πράξη. Μάλιστα, κατά την κεντρική στιγμή του Μυστηρίου ο Μητροπολίτης λέγει εκφώνως: «Η θεία χάρις, η πάντοτε τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλείποντα αναπληρούσα προχειρίζεται (λέγει το όνομα) τον ευλαβέστατον Διάκονον εις Πρεσβύτερον. Ευξώμεθα ούν υπέρ αυτού, ίνα έλθη επ’ αυτόν η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος».

Στην φράση αυτή γίνεται λόγος για την θεία Χάρη, η οποία προχειρίζεται έναν Διάκονο σε Πρεσβύτερο, η οποία Χάρη θεραπεύει τα ασθενή και αναπληρώνει τα ελλιπή. Δεν είναι κανείς τέλειος για να αναλάβη αυτό το έργο, γι’ αυτό παρακαλείται ο Θεός να στείλη την Χάρη Του, για να τον ενδυναμώση στο πολυϋπεύθυνο αυτό έργο.

Επειδή η Ενορία είναι το μικρότερο κύτταρο της εκκλησιαστικής ζωής, είναι ο χώρος εκείνος στον οποίο ο κάθε Χριστιανός βαπτίζεται και εισέρχεται στην εκκλησιαστική ζωή, γι’ αυτό όλοι μας γνωρίσαμε την Εκκλησία πρώτα στην Ενορία μας. Σε αυτήν έγινε η είσοδός μας κατά την τεσσαρακοστή ημέρα από την γέννησή μας, με την ιερή ακολουθία του σαραντισμού• σε αυτήν βαπτισθήκαμε και χρισθήκαμε• σε αυτήν λειτουργηθήκαμε από τα μικρά μας χρόνια, και κοινωνήσαμε του Σώματος και του Αίματος του Χριστού• ακόμη εξομολογηθήκαμε, όταν αμαρτήσαμε• από εκεί αρχίζει η οικογένεια με το Μυστήριο του γάμου και εκεί γίνεται και η εξόδιος ακολουθία των Χριστιανών, όταν η ψυχή χωρίζεται από το σώμα.

Αυτό σημαίνει ότι ο Πρεσβύτερος-Ιερεύς έχει μεγάλη πνευματική ευθύνη, είναι ο πνευματικός πατέρας των Χριστιανών της συγκεκριμένης Ενορίας και συνεπώς έχει σημαντικό λειτουργικό, πνευματικό και διοικητικό έργο να επιτελέση.

Βεβαίως, κανένα έργο δεν είναι αυτονομημένο στην Εκκλησία, κανένας δεν είναι αυτόνομος μέσα στο συνοδικό και ιεραρχικό πολίτευμα της Εκκλησίας. Ο Πρεσβύτερος έχει πνευματικό προιστάμενο τον Μητροπολίτη, τον οποίο αποκαλεί πατέρα, χειροτονείται από αυτόν, αναφέρεται σε αυτόν και εργάζεται στην συγκεκριμένη Ενορία με βάση τις εντολές του και τις αποφάσεις της Ιεράς Συνόδου.

Αυτό φαίνεται καθαρά στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί και τελεί τα Μυστήρια της Εκκλησίας. Πάντοτε, σε όλες τις ακολουθίες μνημονεύει το όνομά του, και ιδιαίτερα στην θεία Λειτουργία: «Εν πρώτοις μνήσθητι, Κύριε, του Αρχιεπισκόπου ημών (λέγει το όνομά του), ον χάρισαι ταίς αγίαις σου Εκκλησίαις εν ειρήνη, σώον, έντιμον, υγιά, μακροημερεύοντα και ορθοτομούντα τον λόγον της σης αληθείας». Όταν γίνεται θεία Λειτουργία χωρίς την μνημόνευση του ονόματος του Επισκόπου, τότε η θεία Λειτουργία πάσχει κανονικώς.

Αν ένας Πρεσβύτερος έχη καθαιρεθή από την Εκκλησία και εξακολουθή να λειτουργή ή να τελή διάφορα Μυστήρια, όλα αυτά είναι ανυπόστατα, έστω και αν μνημονεύη αντικανονικώς το όνομα του Μητροπολίτου.

Ο Πρεσβύτερος υπακούει στον Μητροπολίτη του και ο Μητροπολίτης υπακούει στην Ιερά Σύνοδο και με αυτόν τον τρόπο υπάρχει ενότητα στην Εκκλησία και δοξάζεται ο Θεός.

Είναι μεγάλη τιμή να είναι κανείς «Ιερεύς του Θεού του Υψίστου», να είναι Πρεσβύτερος και να είναι πνευματικός πατέρας των Χριστιανών της Ενορίας που προίσταται. Μαζί με την τιμή είναι και μεγάλη η ευθύνη, διότι θα δώση λόγο των πράξεών του στον Θεό. Γι’ αυτό πρέπει να επιτελή αυτό το έργο με πίστη, καθαρότητα ζωής, προσευχή, ανιδιοτελή αγάπη και υπακοή στον Μητροπολίτη του και την παράδοση της Εκκλησίας.

Ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου

Ιερόθεος